Lingua Mortis Orchestra

LMO

Nuclear Blast (2013)
Από τον Βαγγέλη Ευαγγελάτο, 07/08/2013
Rage Vs. Ορχήστρα: σημειώσατε 2
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Οι δεσμοί των Rage και της Lingua Mortis Orchestra κρατάνε από το μακρινό 1996 και την πρώτη δισκογραφική τους συνεύρεση. Μπορεί οι μεταξύ τους αποστάσεις να τηρούνταν πάντοτε, όμως η σχέση τους δοκιμάστηκε κάτω από αντίξοες συνθήκες (live) και με τον καιρό διαμορφώθηκε σε κάτι αυτοδύναμο. Φέτος είναι η σειρά της ορχήστρας να φορέσει τα παντελόνια για πρώτη φορά και επίσημα, αφήνοντας τη γερμανική μπάντα σε δεύτερο ρόλο (εξ' ου και το «feat. Rage» στο εξώφυλλο), με τον Victor Smolski να αναλαμβάνει σχεδόν αποκλειστικά τον ρόλο του συνθέτη / γενικού συντονιστή του εκατονταμελούς project, βάζοντας το όνομά του και στην παραγωγή δίπλα σ' αυτό του Charlie Bauerfeind.

Το "LMO" δεν συνεχίζει από εκεί που σταμάτησε το "Lingua Mortis". Στην πραγματικότητα βρίσκεται πολλά στάδια μπροστά, τόσο ως προς την αλληλεπίδραση μπάντας-ορχήστρας όσο και βάσει του συνολικού του ύφους. Συγκρινόμενο με παλιότερες δουλειές των Rage, το άλμπουμ πλησιάζει περισσότερο τις πιο πρόσφατες σπονδυλωτές συνθέσεις "Suite Lingua Mortis" και "Empty Hollow" παρά φερ' ειπείν το "XIII". Γενικώς, το ύφος είναι πιο κοντά στο symphonic metal ηγετικών female-fronted συγκροτημάτων απ' ότι σ' ένα τυπικό heavy / power με επικάλυψη ορχήστρας, με τα πτυχία του Smolski να κάνουν τη διαφορά στον τομέα της μουσικής προσέγγισης των κλασικών συνθετών.

Το δεκάλεπτο εναρκτήριο "Cleansed By Fire" και τα "Scapegoat", "Witches' Judge" είναι ανάμεσα στις συνθέσεις που λειτουργούν πιο αποτελεσματικά, όντας παράλληλα και οι βαρύτερες στιγμές του δίσκου, ενώ και το "The Devil's Bride" κινείται στα ίδια πλαίσια χωρίς ωστόσο να αγγίζει ανάλογα επίπεδα. Τέσσερις βασικές φωνές, χορωδίες, εκτεταμένα κλασικά ορχηστρικά σημεία και μπόλικα ελαφρο-prog πλήκτρα κάνουν το αποτέλεσμα πραγματικά μεγαλειώδες σε σημεία, με τις Jeannette Marchewka και Dana Harnge να εντείνουν την συμφωνική πλευρά των συνθέσεων με τα οπερετικά φωνητικά τους και τον Henning Basse (Brainstorm, Metalium) σε υποστηρικτικό ρόλο να αντισταθμίζει τα γνώριμα μπάσα του Peavy.

Στην άλλη όψη του, το "LMO" παρουσιάζει ένα διαφορετικό πρόσωπο, με λιγότερη ενεργητικότητα και έμφαση στη δημιουργία ατμόσφαιρας μέσω της ορχήστρας. Το "Lament" -ως νεοκλασική μπαλάντα / ντουέτο- γίνεται αναπόφευκτα αδιάφορο, το "Eye For An Eye" τείνει προς την επανάληψη μέσω της μεγάλης του διάρκειας, ενώ και το "Afterglow" μοιάζει ανεπαρκές για τον ρόλο του κομματιού που κλείνει τον δίσκο. Οι επανεκτελέσεις των "Straight To Hell" και "One More Time" από το "Welcome To The Other Side" παρουσιάζουν κάποιο ενδιαφέρον λόγω του παντρέματός τους με την ορχήστρα, όμως κι αυτά σαν κομμάτια καταλήγουν μάλλον ασύνδετα με το όλο project, διακόπτοντας απότομα τη ροή του.

Για να αποδίδουμε τα του Καίσαρος τω Καίσαρι, πάντως, σε επίπεδο σύμπραξης μπάντας-ορχήστρας η δουλειά που έχει γίνει είναι απλά εξαιρετική. Το γεγονός ότι το μουσικό ύφος είναι πολύ πιο συμφωνικό / κλασικό και σαφώς λιγότερο Rage παραμένει, κι επομένως το "LMO" ενδέχεται να αφήσει αρκετούς οπαδούς της μπάντας ασυγκίνητους, όμως οι πιο εξοικειωμένοι με τον ήχο δεν θα βρουν σοβαρούς λόγους για να το προσπεράσουν.
VIDEO
  • SHARE
  • TWEET