Lana Del Rey

Ultraviolence

Polydor Group (2014)
Από τον Μάνο Πατεράκη, 27/06/2014
Στο μάτι του κυκλώνα της υπέρμετρης κλάψας που εξαπολύει η Lana Del Rey βρίσκονται πέντε-έξι πραγματικά αξιόλογες συνθέσεις
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Ακροβατώντας μεταξύ fashion icon και τραγουδοποιού

Εν έτει 2014, η Lana Del Rey είναι μία από τις πλέον αμφιλεγόμενες φιγούρες της μουσικής βιομηχανίας. Προσοχή, γιατί πολλές φορές τυγχάνει ο κόσμος να συνδέει υποσυνείδητα τον αμφιλεγόμενο και πολυσυζητημένο με τη φράση «ε κάτι θα κάνει καλά τότε». Εγώ, ωστόσο, δεν θα κάνω ποτέ αυτό το λογικό άλμα. Τουλάχιστον όχι όσο η απόσταση του ηχείου με το αυτί επιτρέπει τη μετάδοση της πεμπτουσίας της μουσικής: τη μουσική. Από την άλλη μεριά, είναι η ίδια η Lana Del Rey που έχει χτίσει την εκκεντρική της περσόνα τόσο επιμελώς (ύποπτα επιμελώς θα έλεγαν οι κακές γλώσσες και δεν θα πω ότι έχουν άδικο) και την έχει συνδέσει τόσο άρρηκτα με τη μουσική της...

Ναι, όταν η μόνιμα θλιμμένη Lana Del Rey δηλώνει με στόμφο ότι θα ήθελε, κυριολεκτικά, να πεθάνει, προκαλεί αυτομάτως την αντιπάθεια. Από την άλλη, γιγαντώνεται ως πρότυπο στις εφηβικές / μετεφηβικές ηλικίες που θαμπώνονται από αυτοκαταστροφικούς χαρακτήρες και αρέσκονται στο να προσδίδουν στη μουσική που ακούνε larger than life επέκταση, η οποία κατά κύριο λόγο προέρχεται από το μύθο του δημιουργού. Ο μύθος της έφτασε μέχρι την Ελλάδα, όταν κατάφερε να αποτελέσει τη μοναδική εμπορική επιτυχία του Rockwave του 2013, φέρνοντας χιλιάδες κόσμο στη Μαλακάσα, οι περισσότεροι εκ των οποίων για ελάχιστους άλλους καλλιτέχνες θα ανηφόριζαν στο Terra Vibe.

Heavy metal love of mine, I should have learned to let you stay

Δεύτερος δίσκος, λοιπόν, για την Lana Del Rey. Τρίτος αν αναλογιστούμε το ντεμπούτο που έβγαλε ως Lana Del Ray, το οποίο, βέβαια, έχει διαγράψει από τη μνήμη της όπως ένας σύγχρονος Γερμανός την περίοδο '33 - '45. Αν έχεις λεφτά, ισχυρό πατέρα και καλό ορθοδοντικό, μπορείς να έχεις μια ακόμα ζωή μετά το game over. Το θέμα είναι, όμως, ότι χωρίς στάλα ταλέντο δεν μπορείς να εκμεταλλευτείς τις περιστάσεις, δεν πα να σου δώσουν και εκατό ευκαιρίες. Η Lana, από την άλλη, άρπαξε την ευκαιρία από τα μαλλιά και έκανε τεράστια επιτυχία με το "Born To Die" του 2012, το οποίο είχε μέσα κάποια πραγματικά πολύ καλά single, προεξέχοντος του εξαιρετικού "Video Games". Είχε, βέβαια, και κάποιες αδιάφορες στιγμές -δεν είναι δα και Feist η δεσποινίς. Αλλά, ακροβατώντας μεταξύ fashion icon και τραγουδοποιού, δεν άφησε πολλά δικαιώματα για κριτική. Αντιθέτως πολλοί της έβγαλαν το καπέλο, μεταξύ των οποίων κι εγώ. Καπέλο βέβαια που άφησα στο κεφάλι μου όταν την είδα live, καθότι μου φάνηκε πιο νερόβραστη και από δίαιτα τηλεπαρουσιάστριας. Σε άλλους άρεσε, όμως, οπότε αυτό είναι προς συζήτηση.

Στο "Ultraviolence" (τίτλος ενδεχομένως παρμένος από το Κουρδιστό Πορτοκάλι) η Lana Del Rey μας παρουσιάζεται πιο θλιμμένη και εσωστρεφής από ποτέ. Με παιδική αφέλεια μιλάει για τους ανεκπλήρωτους έρωτες και τα κακά cool παιδιά που γουστάρουν heavy metal και γρήγορες μηχανές, τους οποίους θέλει να φέρει στον ίσιο δρόμο και να ζήσουν τη βαθιά αγάπη τους εις τους αιώνας. Έχει, όμως, ταλέντο στη στιχουργία και οι στίχοι της είναι τόσο όμορφα δοσμένοι -και ορισμένες φορές ύπουλα προκλητικοί με έναν Morrissey-ικό τρόπο- που καταλήγουν να αποτελούν ατού των κομματιών της... ακόμα και όταν λέει «he hit me and it felt like a kiss» στο ομότιτλο "Ultraviolence", που ουδεμία σχέση έχει με το ντεμπούτο κάποιων θρασάδων από την Bay Area, για να είμαστε ξεκάθαροι.

Η τριπλέτα κορυφής και τα σκαμπανεβάσματα

Μουσικά, το άλμπουμ είναι ένα βήμα προς την ωριμότητα για τη μουσικό Lana. Το παρακάνει με την επιτηδευμένη κλάψα, ναι, αυτό γίνεται εμφανές από τα αχρείαστα επτά λεπτά που κρατάει το εναρκτήριο "Cruel World". «I'm a sad girl» μας λέει πολλάκις στο "Sad Girl" και πρέπει να ομολογήσω ότι το είχαμε καταλάβει πολύ πριν φτάσουμε στο νούμερο έξι του δίσκου. Πέρα από αυτά, όμως, έχει καταφέρει να φτιάξει ένα δίσκο με διάχυτο ρομαντισμό, τόσο αιθέριο που εν τέλει γίνεται ρετρό και ταξιδιάρικος. Προσπερνώντας τα δύο πρώτα κομμάτια που δεν λένε και πολλά, φτάνουμε σε μια εξαιρετική τριάδα: "Shades Of Cool", "Brooklyn Baby", "West Coast", όπου ο δίσκος φτάνει στην αισθητική του κορυφή, η οποία είναι πανέμορφη. Το πρώτο εξ' αυτών είναι ειδυλλιακό και κλασάτο, με την Lana να σε αιχμαλωτίζει με την ερμηνεία της. Το δεύτερο, ακόμα πιο ατμοσφαιρικό, χτίζει πάνω σε μελαγχολικές και νοσταλγικές μελωδίες. Το τρίτο είναι από τις πιο ιδιαίτερες συνθέσεις του δίσκου, με τις εναλλαγές ρυθμού και τη ροή που τον χαρακτηρίζει να κάνουν τη διαφορά.

Η εξαιρετική παραγωγή έγινε ως επί το πλείστον από τον κύριο Dan Auerbach των Black Keys, ο οποίος κάτι μου λέει ότι έβαλε το λιθαράκι του και σε άλλους τομείς. Ο Auerbach έπαιξε, επίσης, διακριτική κιθάρα που καταμερίστηκε σκόρπια σε διάφορα τραγούδια του δίσκου και τους έδωσε βάθος και μια επιπλέον διάσταση - χωρίς βέβαια να παίζει τίποτα εξεζητημένο ε. Πίσω στη ροή του δίσκου, μετά την τριάδα για την οποία μιλήσαμε, ο δίσκος παρουσιάζει σκαμπανεβάσματα. Έχει τις βαρετές στιγμές τύπου "Money Power Glory" και "Fucked My Way Up To The Top", έχει και τις όμορφες σαν το "Pretty When You Cry" και το "Old Money". Για το τέλος κρατάμε μια διασκευή στο "The Other Woman" που έγραψε η Jessie Mae Robinson, έγινε διάσημο από την τεράστια Nina Simone και κάποια στιγμή κατέληξε στο μαγικό λαρύγγι του Jeff Buckley.

«My father's love was always strong / My mother's glamour lives on and on / Yet still inside, I felt alone / For reasons unknown to me»

Επιτηδευμένη σε σημείο παρεξήγησης ή αφοπλιστικά ειλικρινής; Η ιστορία θα δείξει.
  • SHARE
  • TWEET