Karen O & Danger Mouse

Lux Prima

BMG (2019)
Από τον Αντώνη Αντωνιάδη, 22/04/2019
Ιδανικό soundtrack για διαγαλαξιακούς περιπάτους
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Ο Danger Mouse θεωρώ πως αποτελεί έναν από τους τέσσερις-πέντε σημαντικότερους ανθρώπους της σύγχρονης μουσικής βιομηχανίας. Από την καρέκλα του παραγωγού μας παρέδωσε μερικά εξαιρετικά άλμπουμ όπως το "Demon Days" των Gorillaz, τις δουλειές των Black Keys που τους έκαναν ουσιαστικά διάσημους, το περσινό εξαιρετικό "Wide Awake!" των Parquet Courts καθώς και ακόμη πιο mainstream κυκλοφορίες όπως το "Songs Οf Innocence" των U2, το "25" της Adele και πάρα πολλά άλλα.

Παράλληλα όμως, έχει καταφέρει να εξελιχθεί σε έναν άκρως πετυχημένο μουσικό, κάτι που αποδεικνύεται μέσα από τις δουλειές του με τα σχήματα των Gnarls Barkley, των Broken Bells και τις solo του κυκλοφορίες. Τελευταία από αυτές ήταν το εξαιρετικό "Rome" από το οποίο έχουν περάσει, αισίως, οχτώ ολόκληρα χρόνια.

Η Karen O αντίστοιχα, από την πρώτη της συναυλία με τους Yeah Yeah Yeahs ως opening act των White Stripes μέχρι και σήμερα, έχει αποδείξει πολλές φορές ότι αποτελεί μία ανήσυχη και ταλαντούχα μουσικό που, ακόμη και όταν οι κυκλοφορίες της δεν σου αρέσουν, δεν μπορείς παρά να της αναγνωρίσεις πως ό,τι κάνει κάθε φορά παρουσιάζει καλλιτεχνικό ενδιαφέρον. 

Όπως γίνεται λοιπόν σαφές, η σύμπραξη των δύο αυτών ανθρώπων από μόνη της αποτελεί ένα σημαντικό γεγονός για τους φίλους της εναλλακτικής, και όχι μόνο, μουσικής και το "Lux Prima" έναν δίσκο που πρέπει να ακούσετε. Ηχητικά το άλμπουμ είναι άξιος διάδοχος του "Rome" αναμειγνύοντας σαουντρακικές ορχηστρικές επιλογές με trip hop περάσματα και pop αναθυμιάσεις. Εκεί όμως που διαφέρει είναι στην προσέγγιση καθώς, ενώ η συνεργασία του Danger Mouse με τον Daniele Luppi έδειχνε να εμπνέεται από τα spaghetti westerns, η σύμπλευση με την Karen O καταλήγει σε ένα διαγαλαξιακό περίπατο προς αναζήτησίν κάποιας φαντασιακής ουτοπίας.

Κάτι τέτοιο γίνεται σαφές από το πρώτο τραγούδι καθώς το εννιάλεπτο "Lux Prima" φανερώνει τον δρόμο που θα ακολουθήσει ολόκληρος ο δίσκος. Αυτό δεν σημαίνει φυσικά ότι από εδώ απουσιάζουν οι εκπλήξεις. Εξάλλου, η Karen O στα εννιά τραγούδια του άλμπουμ φανερώνει ένα τεράστιο ερμηνευτικό εύρος. Άλλοτε μελαγχολική ("Ministry"), άλλοτε δραματική ("Reveries") και άλλοτε δυναμική ("Woman"), η ψυχή των Yeah Yeah Yeahs, δεκαέξι χρόνια μετά το "Fever to Tell" το οποίο οδήγησε στη διεθνή της αναγνώριση, αποδεικνύει ότι παραμένει μια από τις πιο συναρπαστικές performer εκεί έξω.

Από την πλευρά του πάλι, ο Danger Mouse, δεν χάνει ευκαιρία να μας παρασύρει σε μια ηχητική διαδρομή στην οποία συναντάμε όλες τις αγαπημένες του εμμονές. Εδώ όμως τα γνώριμα ατμοσφαιρικά synths, οι απαλές μπασογραμμές και οι επιρροές από την pop της Motown αλληλοεπιδρούν με την αρτιστική αλητεία της Karen O καταλήγοντας άλλες φορές σε πειραματισμούς στα όρια του progressive rock και άλλες, σε δυνατά electro-rock άσματα τα οποία θα μπορούσαν άνετα να εμπεριέχονται στο "Mosquito" των Yeah Yeah Yeahs.

Πρέπει όμως να ομολογήσω ότι υπάρχουν δύο σοβαρά θέματα με τον δίσκο τα οποία όμως έχουν λιγότερο να κάνουν με τα τραγούδια που τον αποτελούν και περισσότερο με τον τρόπο που έχει στηθεί το εγχείρημα. Βλέπετε, η απολύτως ομαλή μετάβαση από το ένα κομμάτι στο επόμενο καθιστά πολύ δύσκολο το να απομονώσεις τελικά ένα τραγούδι. Κοινώς, το “Lux Prima” λειτουργεί πολύ καλύτερα ως ένα αδιάλειπτο μουσικό προϊόν παρά ως ένα σύνολο κομματιών κάτι που πιθανόν, για ένα μέρος τουλάχιστον του σύγχρονου μουσικού ακροατηρίου, να είναι κάτι που θα τους αποθαρρύνει ή θα τους κάνει να βαρεθούν. Το ουσιαστικό όμως πρόβλημα είναι ότι από τον δίσκο συχνά απουσιάζει αυτό το στοιχείο που θα μαγνητίσει τον ακροατή και θα του κεντρίσει απολύτως το ενδιαφέρον. Έτσι, ανά φάσεις αυτό που ακούς καταλήγει να είναι μια τέλεια υπόκρουση αλλά όχι κάτι παραπάνω.

Πάσχει δηλαδή ουσιαστικά από τα ίδια θέματα που είχε και το περσινό "Tranquility Base Hotel & Casino" των Arctic Monkeys. Σε αντίθεση όμως με εκείνο, το μουσικό παιδί της Karen O και του Danger Mouse μας υπόσχεται ένα πολύ πιο συναρπαστικό, και λιγότερα μεγαλεπήβολο, ταξίδι που ίσως ακόμη να μην έχει βρει τον τελικό προορισμό του όμως λειτουργεί άψογα σαν ηχητικός επίλογος της δεκαετίας που φτάνει σύντομα στο τέλος της. Παρά τα όποια προβλήματα εντοπίσει κανείς πρόκειται, αδιαμφισβήτητα, για έναν από τους πιο ενδιαφέροντες δίσκους της χρονιάς.

  • SHARE
  • TWEET