Judy Dyble

Talking With Strangers

Gonzo Multimedia (2013)
Από τον Κώστα Σακκαλή, 13/06/2013
«Prog Folk με μία δόση King Crismon. Των πραγματικών»
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Το όνομα της Judy Dyble στους περισσότερους δεν θα λέει και πολλά εκτός κι αν είναι από αυτούς που διαβάζουν προσεκτικά τα credits των δίσκων που ακούνε. Κι όμως μέχρι τη στροφή της δεκαετίας του '60 για την επόμενη, η Judy Dyble είχε όλες τις προοπτικές για να κάνει σπουδαία πράγματα. Υπήρξε η πρώτη τραγουδίστρια των τεράστιων (στο είδος τους) Fairport Convention, συνεργάστηκε με την πρώτη εκδοχή των King Crismon (τότε που ακόμα ονομάζονταν Giles, Giles & Fripp), συμμετείχε σε ένα τραγούδι των Incredible String Band και, εδραιώνοντας τη φήμη της στον ηλεκτρικό folk χώρο, έφτιαξε τους Trader Horne, ο ένας δίσκος των οποίων θεωρείται πλέον συλλεκτικός.

Η επάνοδός της το 2004 ήταν μία έκπληξη και μετά από μία σειρά από δίσκους με καλή αποδοχή το 2009 πρωτοκυκλοφόρησε το "Talking With Strangers" που άρεσε τόσο ώστε πλέον, φέτος, να λαμβάνει ευρύτερη διανομή και με δύο επιπλέον τραγούδια. Στη δουλειά της αυτή χρησιμοποιεί συνεργάτες κλειδιά με πρώτο και καλύτερο τον Tim Bowness (των No-Man) που έχει βάλει το χέρι του στη σύνθεση των περισσότερων τραγουδιών όπως και τον άγνωστο, κατά τα άλλα, Alistair Murphy. Επιπλέον από το παρελθόν έρχονται να συνεισφέρουν αναπάντεχα ο Rober Fripp και οι συν αυτώ πρώην King Crismon, Ian McDonald και Pat Mastelotto.

Η μουσική ακολουθεί την πορεία της Dyble σαν αυτή να μην σταμάτησε ποτέ. Το prog folk της δεκαετίας του '70 είναι το μοτίβο πάνω στο οποίο απλώνει την μελωδική και πολύ καλά διατηρημένη φωνή της. Μεγάλο πλεονέκτημα απότελεί η σφιχτή αλλά χωρίς εξάρσεις ενορχήστρωση που ξέρει καλά πότε να σιγοντάρει κοπλιμεντάρωντας την τραγουδίστρια εν μέσω ακουστικής κιθάρας, πιάνου, βιολιού ή autoharp και πότε να παίρνει τα ηνία, συνήθως με κάποιο σόλο πνευστού. Εξαίρεση το 19-λεπτο "Harpsong" όπου τα soundscapes του Fripp επιτρέπουν να στηθεί μια οργανική folk φιέστα που οδηγεί σε ένα King Crimson-ικό κρεσέντο που θα κάνει τους φίλους τους να συγκινηθούν. Δεν χρειάζεται να αναφερθεί ότι αποτελεί φυσικά την καλύτερη στιγμή του άλμπουμ, ιδιαίτερα με την ομορφιά με την οποία δένει με τις εύθραυστες ερμηνείες της τραγουδίστριας.

Από τις υπόλοιπες συνθέσεις του δίσκου ξεχωρίζει η διασκευή στο "C'Est La Vie" των Emerson, Lake & Palmer, όχι μόνο γιατί είναι πολύ επιτυχημένη, όσο γιατί είναι από την αρχή πολύ κοντά στο ύφος του δίσκου σε βαθμό που να μπορεί να περιγράψει ικανά και τις πρωτότυπες συνθέσεις. Ίσως όμως και πάλι μένοντας κανείς στο "Harpsong" και το "C'Est La Vie" να υποτιμά τα υπόλοιπα επτά τραγούδια που το καθένα έχει τη δικιά του ομορφιά. Πέρα όμως από μεμονωμένα τραγούδια, αυτό που εντυπωσιάζει είναι ότι το σύνολο αποτελεί μία απρόσμενα προσεγμένη δουλειά, από αυτές που δεν συνηθίζονται στις επιστροφές βετεράνων μουσικών.
  • SHARE
  • TWEET