Jucifer

If Thine Enemy Hunger

Relapse (2006)
30/10/2006
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Κάτι που πραγματικά διασκεδάζω γράφοντας γι' αυτήν εδώ τη στήλη είναι το ότι μου δίνεται η ευκαιρία να ακούσω πολλά διαφορετικά είδη μουσικής που ομολογώ ότι διαφορετικά δε θα με απασχολούσαν. Μερικά cd από αυτά που παίρνω για να παρουσιάσω δεν έχουν καμία σχέση με αυτά που βάζω καθημερινά στο στερεοφωνικό μου. Χαίρομαι, λοιπόν, που «αναγκάζομαι» να ακούσω κάτι διαφορετικό, γιατί μερικά albums είναι κάτι παραπάνω από αξιόλογα.

Μία από αυτές τις ευχάριστες εκπλήξεις ήταν και το cd των Jucifer, οι οποίοι μου ήταν, το ομολογώ, παντελώς άγνωστοι. Στο οπισθόφυλλο του promo οι υπεύθυνοι της Relapse Records παρουσιάζουν τους Jucifer ως ένα από τα πιο ξεχωριστά συγκροτήματα και με βρίσκουν απόλυτα σύμφωνο. Οι Αθηναίοι (κατάγονται και κατοικούν στην Αθήνα της Georgia στις ΗΠΑ) παίζουν ένα παράξενο είδος heavy rock που δύσκολα θα μπορούσαμε να παρομοιάσουμε με αυτό κάποιου άλλου συγκροτήματος.

Τα δύο μόνο μέλη του εκκεντρικού συγκροτήματος έχουν αφήσει τη φαντασία τους ελεύθερη και έχουν ανακατέψει τις επιρροές τους με τρόπο αποτελεσματικό, ώστε να μη γίνονται κουραστικοί. Ας δούμε όμως ποιοι είναι οι Jucifer. Στα τύμπανα και τις κιθάρες έχουμε τον Edgar Livengood, από τα ιδρυτικά μέλη του συγκροτήματος, ενώ στα φωνητικά και το μπάσο βρίσκεται η Amber Valentine. Η μουσική τους μπορεί να χαρακτηριστεί ως μελωδική και πομπώδης. Πολλά στοιχεία doom και stoner αλλά και κομμάτια προς το rock 'n' roll, ακόμα και το grunge, συνθέτουν το παζλ του δίσκου αυτού των 15 τραγουδιών. Το εναρκτήριο τραγούδι με τίτλο "She Tides The Deep" είναι τόσο αργό, μελαγχολικό και ψυχεδελικό που θα έκανε πολλά doom metal συγκροτήματα να μοιάζουν με τα Ζουζούνια που διαφημίζονται από τηλεοπτικό σταθμό. Άλλες καλές στιγμές είναι τα "Antietam", "Four Suns", "Medicated" και "Led".

Η φωνή της Valentine είναι σέξυ (όπως και η ίδια άλλωστε, κρίνοντας από τις φωτογραφίες στο site τους) αλλά και τρομακτική. Δημιουργεί μία ατμόσφαιρα εφιαλτικής ονείρωξης και στο τέλος σε υπνωτίζει. Η κιθάρα του Livengood είναι βαριά και δυνατή και μαζί με τα πολύ χαμηλά κουρδισμένα τύμπανα δημιουργεί έναν μουσικό αδιαπέραστο μουσικό τοίχο. Η παραγωγή είναι πολύ καλή και τα όργανα ακούγονται πεντακάθαρα, το μπάσο όμως είναι λίγο θαμμένο. Νομίζω όμως ότι αυτό ήταν και επιθυμία του συγκροτήματος. Το εξώφυλλο είναι επίσης προσεγμένο και συντελεί στη δημιουργία αυτής της εφιαλτικής ατμόσφαιρας.

Συνοψίζοντας, το "If Thine Enemy Hunger" είναι μία αρκετά καλή κυκλοφορία για όσους θέλουν να ακούσουν κάτι διαφορετικό αλλά και ποιοτικό. Όσοι φοβούνται να πειραματιστούν, ας προσπεράσουν. Οι Jucifer απευθύνονται σε ιδιαίτερο κοινό.

  • SHARE
  • TWEET