Janelle Monae

The ArchAndroid

Bad Boy / Atlantic (2010)
Από τον Παντελή Μαραγκό, 08/12/2010
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Τα παλιά τα χρόνια, η όπερα δεν ήταν το celebritoκοσμικό γεγονός που είναι σήμερα, αλλά το θέαμα στο οποίο προσέρχονταν όλοι ανεξαιρέτως -από τους επαίτες και τους χωρικούς μέχρι τους ευγενείς τους κληρικούς και τους γαλαζοαίματους- δίχως την παραμικρή προδιάθεση a priori σεβασμού του έργου που επρόκειτο να παρακολουθήσουν ή την οιαδήποτε προσποιητή καθωσπρέπει συμπεριφορά απαιτητή λόγω της περίστασης, η οποία συνηθίζεται στις μέρες μας. Κατά κανόνα, λοιπόν, επικρατούσε μια χάβρα που εξακολουθούσε εώς ότου το κοινό αργά-αργά έμπαινε στο νόημα της πλοκής του έργου και αυτό μόνο στην περίπτωση που αυτή ήταν αρκετά καλή για να τραβήξει την προσοχή του. Είναι ευνόητο, δε, ότι η κατάσταση αυτή έφερνε την ορχήστρα, τους ηθοποιούς, το συνθέτη και το συγγραφέα του λιμπρέτου σε πολύ δύσκολη θέση, ενώ παράλληλα έσπαγε και τα νεύρα του αιθουσάρχη που έπρεπε να συμμαζεύει το χάος -και τα κάθε λογής ζαρζαβατικά που εκτοξεύονταν- κάθε βράδυ. Προς αντιμετώπιση των φαινομένων αυτών και με σκοπό τον κατευνασμό της βαβούρας, οι συνθέτες σκαρφίστηκαν ένα μουσικό μέρος που προοριζόταν για την αρχή του έργου: την «ουβερτούρα». Η ουβερτούρα (το εναρκτήριο σάλπισμα στη φόρμα μιας σουΐτας) ήταν -και παραμένει- ένα ιδιαιτέρως ζωηρό και συνήθως σύντομο μουσικό μέρος που επισκίαζε τη φασαρία και τον αποπροσανατολισμό της περιρρέουσας ατμόσφαιρας, εξυπηρετώντας έτσι το σκοπό της επικέντρωσης του ενδιαφέροντος του κοινού στα επί σκηνής τεκταινόμενα.

Το ρόλο της ουβερτούρας στο συγκλονιστικό "ArchAndroid (Suites II and ΙΙΙ)" της Janelle Monáe τον παίζει η ίδια με την εμφάνισή της στο σούπερ εξώφυλλο του album, που μας μεταφέρει στο έπος της "Metropolis" (1927) του Fritz Lang και κεντρίζει το ενδιαφέρον από την πρώτη ματιά. "Suite II: Overture" λέγεται επίσης το κομμάτι που όχι μόνο ανοίγει το δίσκο, αλλά και το δεύτερο «επεισόδιο», σε ένα concept που έχει ξεκινήσει προ τριετίας. Το album αυτό είναι η πρώτη ολοκληρωμένη της δουλειά, μετά την κυκλοφορία του "Metropolis, Suite I: The Chase - EP" (2007 και ξανά το 2008 από την Bad Boy Records του Sean "Diddy" Combs), που είχε ανοίξει το δρόμο, ορίζοντας παράλληλα το template και χαρίζοντας της μια υποψηφιότητα Grammy για το "Many Moons" το 2009. Το γενικότερο concept αφορά σε τέσσερα Suites, με κεντρικό χαρακτήρα τη Cindi Mayweather, ένα ανθρωποειδές - σωτήρα που εστάλη στην εποχή της Metropolis του Lang για να λυτρώσει τους υπηκόους από μια μυστική κοινότητα που χρησιμοποιεί τα ταξίδια στο χρόνο για να καταπιέζει την αγάπη και την ελευθερία.

Ας μου μου επιτραπεί σε αυτό το σημείο να απολογηθώ, διότι σκοπίμως καθυστέρησα να υποβάλλω το παρόν κείμενο προς αποφυγή μιας υπέρμετρα ενθουσιώδους κριτικής που ενδεχομένως δε θα με εκφράζει μετά από κάποιο διάστημα. Αλλά όχι, επιμένω στην αρχική μου εντύπωση, αυτήν που διαμόρφωσα από την πρώτη κιόλας ακρόαση του "ArchAndroid", του  αγαπημένου μου album για τη χρονιά που φεύγει. Έτσι, θα προσπαθήσω να αναπαράγω εκείνον ακριβώς τον αρχικό ενθουσιασμό, χωρίς αυτό να μου είναι καθόλου δύσκολο, δεδομένου ότι η σπίθα του παραμένει άσβεστη μέσα μου.

Το ομολογώ ότι μου έκοψαν την ανάσα τα όσα συμβαίνουν στη Suite II.  Ξεκινώντας με το "Dance Or Die" έκανα ζέσταμα διερωτώμενος τι με περιμένει, λαχάνιασα συνεχίζοντας με το "Faster", για να φτάσω ιδρωμένος στο "Locked Inside", που θα μπορούσε κάλλιστα να βρίσκεται μέσα στο "Songs In The Key Of Life" (1973) του Stevie Wonder.  Πραγματικά τη χρειάστηκα την παύση που προσφέρει ο "Sir Greendown" για να αναλογιστώ πόσες αναφορές υπάρχουν στον ήχο της. Και ξαφνικά τα πράγματα γίνοται ακόμη καλύτερα, για την ακρίβεια γίνονται καλύτερα από ό,τι έχω ακούσει φέτος από οποιονδήποτε. Δεν έχω λόγια για το φορτισμένο "Cold War".  Ανατριχιάζω όταν ακούω στα 01:25 τους στίχους «I try to find my peace, I was made to believe there's something wrong with me», ενώ από πίσω ακούγεται ένα mellotron που θυμίζει την εισαγωγή του "Strawberry Fields Forever". Εμπειρία ισοδύναμη του «Will the fight for our sanity be the fight of our lives?» που έλεγαν και οι Flaming Lips στο υπέροχο "The Gash".

Κι ενώ προσπαθώ να ξαναπατήσω στα πόδια μου, έρχεται το "Tightrope" με τον Big Boi των Outkast για να μου πάρει το σκαλπ. Απίθανα κρουστά και μπασογραμμή και όλοι είναι εδώ. Ένα ταξίδι από τον Duke Ellington στον Ray Charles με οδηγό τον Cab Calloway κι από εκεί στον James Brown, τον Stevie, τον MJ, τον Prince και τους Outkast κι όλα αυτά μέσα σε τεσσεράμισι λεπτά. Αδύνατον να ισορροπήσεις.  Ο μοναδικός τρόπος είναι με τα τρελλοχορευτικά που η ίδια κάνει στο ένα πόδι όταν το ερμηνεύει (μην τα δοκιμάσετε στο σπίτι, κίνδυνος να υποστείτε κάκωση μηνίσκου!). Αξίζει να ρίξετε μια ματιά στην ερμηνεία του κομματιού στο show του Letterman, έστω κι αν απουσιάζει ο Big Boi. Προς το τέλος, οι μουσικοί γύρω της κυριολεκτικά χοροπηδάνε από τη χαρά τους για το χρυσωρυχείο που έχουν την τύχη να πλαισιώνουν. Το Grammy στην κατηγορία Best Urban/Alternative Performance που είναι υποψήφια νομίζω ότι είναι καπαρωμένο. Κι αφού αναφέρθηκαν οι Outkast, αξίζει να σημειωθεί ότι η Janelle, παρόλο που εδώ συνεργάζεται με τον Big Boi, μοιάζει να πατά πολύ περισσότερο στα μουσικά μονοπάτια που χάραξε ο Andre 3000 στο δικό του μέρος από το super "Speakerboxxx/The Love Below" (2003).

Επανερχόμαι στη ροή του album και διαπιστώνω ότι ενώ η γεννημένη στο Κάνσας Janelle Robinson των 25 Δεκεμβρίων αποδεικνύει ότι είναι σε θέση να γράψει και να ερμηνεύσει τυπικά/όμορφα R&B κομμάτια (π.χ. "Oh, Maker") εξίσου καλά με την κάθε Beyoncé, αυτή επιλέγει να χύσει την καρδάρα με το γάλα, όπως έκανε στο heyday της η Tori Amos (στο δικό της πεδίο εννοείται). Έτσι, αμέσως μετά το "Oh, Maker", κυριολεκτικά τα σπάει (ok, τηρουμένων των αναλογιών, δεδομένης της μουσικής προέλευσής της) στο "Come Alive (The War Of The Roses)".  Αλλά αυτό δεν κράτά για πολύ. Η εισαγωγή στο "Mushrooms & Roses" που κλείνει τη δεύτερη σουΐτα μοιάζει βγαλμένη από το αριστούργημα "(Come On Feel The) Illinoise" (2005) του Sufjan Stevens, το οποίο κατά τη γνώμη μου συγκαταλέγεται στα πέντε καλύτερα album από τα '00s και μετά.

Μπαίνουμε στη Suite III και η ουβερτούρα αυτή τη φορά είναι ακόμη καλύτερη από την προηγούμενη, δημιουργώντας μια υπέροχη ατμόσφαιρα βωβού κινηματογράφου. Πραγματική χρονοκάψουλα. Στο "Make The Bus" αναβιώνει ο Prince του "1999" και παρέα με τους Off-Montreal πετυχαίνουν μια bulls-eye έκφραση εμμονής που μου θύμισε τους Sparks με το πολύ καλό επαναλαμβανόμενο μοτίβο του refrain. Το χορευτικό ύφος σταδιακά υποχωρεί και παραχωρεί τη θέση του σε ένα φιλόδοξο κλασσικισμό. Το "Wondaland" είναι ίσως το πιο feel good κομμάτι του δίσκου, με παραδείσια φωνητικά και πανέξυπνα γεμίσματα. Ευφυΐα επιπέδου Gorillaz. Καλύτερο κι από νερό με όζον. Έχω βάσιμες -λέμε τώρα- υποψίες ότι δεν έβρεξε όλο το Νοέμβρη (τουλάχιστον όχι εκεί που ήμουν εγώ), γιατί το άκουγα κάθε μέρα από δύο φορές. Επόμενο το waltz ακουστικό μπαρόκ "57821", με τα φωνητικά των Deep Cotton κι εμένα να αναρωτιέμαι αν καταλάθος έχω παρεμβολές από τους Fleet Foxes, που τόσο αγαπώ. O Sir Greendown και η Cindi Mayweather όμως είναι ακόμη εδώ, οπότε όλα καλά. «The world could end outside our window» λέει καθώς το "Say You'll Go" σιγοσβήνει και οι ενδορφίνες εκκρίνονται σαν ποτάμι. Με αυτούς τους όρους και εάν ανακαλύπταμε εκ νέου τις πραγματικές αξίες, μια ενδεχόμενη έξοδος από το Ευρώ φαντάζει λιγότερο καταστροφική. Γενικότερα, αυτό που αποκομίζει κανείς από την τρίτη σουΐτα είναι ότι η Janelle ξεπερνά κατά πολύ ακόμη και αυτά τα εξαιρετικά διευρυμένα όρια της μαύρης μουσικής και εκτείνεται σε χωράφια της κλασσικής, της jazz και -πραγματικά- τελειωμό δεν έχει. Αποκορύφωμα το "BaBopByeYa", το οποίο δεν τολμώ να κατατάξω αποκλειστικά σε κάποιο είδος. «This time I shall be unafraid and violence will not move me / ...My freedom calls and I must go» με φωνή που κάνει τα μάγουλα της λέξης «κορύφωση» να κοκκινίζουν. Μα τι προσπαθεί να κάνει, "West Side Story" (1961);

Συνολικά στο album συμμετέχουν πάνω από 70 μουσικοί που παίζουν από άρπα και βιμπράφωνο μέχρι mellotron, theremin και όλων των ειδών τα πνευστά. Αλλά όλα αυτά δε θα έλεγαν απολύτως τίποτε εάν η ενορχήστρωση δεν ήταν τόσο καλή ή τα τραγούδια ήταν μέτρια. Έλα όμως που όλα ανεξαιρέτως τα tracks είναι πρώτης τάξεως -τόσο μουσικά, όσο και στιχουργικά- και η Janelle με την παρέα της ξεπερνούν κάθε προσδοκία σε κάθε ένα από αυτά, συνθέτοντας μια πανέμορφη ιστορία. Η ακολουθία των όσων συμβαίνουν είναι υποδειγματική και το κάθε τι βρίσκεται ακριβώς εκεί που πρέπει. Έτσι, η υποψηφιότητα ή ακόμη και η επικράτηση στην κατηγορία Best Contemporary R&B Album των φετινών Grammies δε νομίζω ότι αρκούν για να την καταξιώσουν αρκετά. Ο πήχης βρίσκεται πολύ ψηλότερα. Πρόκειται απλά για ό,τι πιο ενδιαφέρον, πρωτοποριακό, πολυμορφικό και ολοκληρωμένο ως concept άκουσα εφέτος. Sorry Joanna Newsom, τελικά η επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος έπεσε κάπου αλλού, με λίγο πιο επιδέξιο τρόπο από ό,τι στο όμορφο κεφάλι σου, και με όρους διαγαλαξιακού MOTO GP θα έλεγα ότι σε περάσανε στην τελευταία μαύρη τρύπα του ακροτελεύτιου ηλιακού συστήματος.
  • SHARE
  • TWEET