Hatebreed

Hatebreed

Roadrunner (2009)
23/11/2009
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Για να ξεκαθαρίσουμε κάποια πράγματα από την αρχή, ο δίσκος αυτός δε κρίνεται ως η επική συνέχεια του "Supremacy", αλλά ως η προσπάθεια ανάκαμψης από το πρώτο στραβοπάτημα των Hatebreed. Κατ' εμέ τουλάχιστον, ο προκάτοχος αποτελεί μια πραγματική απογοήτευση, καθώς αδυνατεί να ξεπεράσει τον όρο του «average καλού δίσκου» κι όπως είναι φυσικό, από τέτοια σχήματα δεν περιμένεις album που θα σου φανούν «καλά», αλλά ογκόλιθους τύπου "Satisfaction Is The Death Of Desire" και "Perseverance", ή έστω, άξιους διαδόχους στα δεδομένα του "Rise Of Brutality", το οποίο αποτελεί και το πρώτο επιτυχημένο πείραμα του γκρουπ με απώτερο σκοπό την προσάρτηση των όποιων μεταλλικών του επιρροών.

Εν αντιθέσει με τα παραπάνω λοιπόν, το "Supremacy" έμεινε ως μια μέτρια παρένθεση, κάτι που θα φανεί κι από τις εντυπώσεις όσων δήλωναν ικανοποιημένοι από το δεύτερο πρόσωπο των Hatebreed - κοινώς, αναφερόμαστε στους ακόλουθους της μετά-Perseverance περιόδου. Η μπάντα άρχισε να αλλάζει σταδιακά από καιρό, με τον πρώτο «ισχυρό» αντίκτυπο σε δομές να γίνεται αισθητός στο πρόσωπο του προκατόχου και την πρώτη πραγματικά πετυχημένη αλχημεία στο ομώνυμο album με τίτλο "Hatebreed" - αναφορά-κλειδί που σε παραπέμπει άμεσα στην περί ου ο λόγος αναγέννηση. Κι όπως προλογίσαμε στο ξεκίνημα της παραγράφου, οι οπαδοί ενδέχεται να αποδεχθούν και να επικροτήσουν τη προσπάθεια αυτή σε μεγαλύτερο βαθμό απ' ότι στο παρελθόν, καθώς τα metal στοιχεία ενσωματώθηκαν στις ρίζες όπως ακριβώς έπρεπε, αποφεύγοντας με τέτοιο τρόπο την προσφυγή σε metalcore πασαλείμματα.

Όχι πως ο όρος metalcore δεν ισχύει για τις δομές του δίσκου καθαυτές - κάθε άλλο μάλιστα. Την πρώτη στιγμή που άκουσα τα opening riff του "Become The Fuse", η σκέψη που πέρασε από το μυαλό μου ήταν πως το «feeling» θυμίζει Bolt Thrower, ενώ το ίδιο συνέβη αντιστοίχως και με άλλες επιλογές, όπως το Slayerίζον "As Damaged As Me" και το πολυδιάστατο instrumental με τίτλο "Undiminished", το οποίο περιέχει από κιθαριστικά solo κι αναλαμπές πλήκτρων, μέχρι riff που θα μπορούσαν να βρίσκονται σε album των Candlemass. Μη περιμένετε όμως να ακούσετε έναν αυστηρά metal δίσκο. Καμία σχέση, η μπάντα κατάφερε να κρατήσει την αρχική της ταυτότητα, κάτι που διαφαίνεται στις μελωδίες, στα χαρακτηριστικά groovy περάσματα, όπως και στα αναγνωρίσιμα - για τα δεδομένα της - gang vocals. Δε λείπουν δηλαδή τα κλασσικά Hatebreed μοτίβα, στα οποία στηρίζονται αρκετές συνθέσεις - με πιο τρανταχτό παράδειγμα να αποτελεί το πιασάρικο refrain του "In Ashes They Shall Reap" - ενώ ιδιαίτερη μνεία απαιτείται και για το «πάνκικο» "Ever Lasting Scar", το οποίο παρουσιάζει μια νοσταλγική ροπή προς το old-school hardcore υπόβαθρο των μελών και καταλήγει, κατά έναν ανέλπιστο τρόπο, ως μια από τις καλύτερες στιγμές του δίσκου.

Εν ολίγοις, η μπάντα πήρε στα σοβαρά αυτό που πήγε να κάνει κι η εντύπωση που μου δόθηκε, προσωπικά, ήταν πως κατ ευχαριστήθηκε τα όποια sessions, καθώς το γενικότερο vibe μοιάζει ζωντανό, σε σημείο που θαρρείς πως οι περισσότερες ιδέες προέκυψαν μέσα από jamming στο studio. Τι κι αν το ύφος αλλάζει επικίνδυνα, ούτως ή άλλως, παρθενογένεση σε αυτό τον ήχο δεν υπάρχει κι από την στιγμή που το μπόλιασμα ιδεών αφήνει μια φρεσκάδα στις μελωδίες, μαζί με πάμπολλα riff που σου σφηνώνονται στο μυαλό, δε μπορούμε παρά να δηλώσουμε ικανοποιημένοι από το νέο αυτό πρόσωπο - και γιατί όχι, να του καταλογίσουμε ποιότητα εφάμιλλη σχεδόν, με αυτή που συναντάται στο "Rise Οf Brutality". Κάπου εδώ φτάσαμε στο τέλος θα μου πείτε κι αρχίσαμε τις υπερβολές, αλλά τι να γίνει; Ο ενθουσιασμός είναι εμφανής και η γραμμή που τον χωρίζει απ’ την «αλήθεια» μοιάζει πολύ λεπτή για να μην τη διαβείς...
  • SHARE
  • TWEET