Gregg Allman

Low Country Blues

Rounder (2011)
Από τον Κώστα Σακκαλή, 09/11/2011
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Ο προσεκτικός αναγνώστης του Rocking.gr θα προσέξει σαφώς τη σημαντική καθυστέρηση της παρουσίασης του δίσκου σε σχέση με την ημερομηνία της κυκλοφορίας του. Ο φανατικός αναγνώστης του Rocking.gr θα προσέξει ότι το κείμενο δεν υπογράφει ο ειδικός Allmanολόγος του site, κύριος Μουστάκας. Ο συνδυασμός αυτών των δύο στοιχείων σαφώς θα πρέπει σας υποψιάσει για κάτι αρηντικό.

Όχι ότι είναι κακός ο δίσκος, προς Θεού. Η υπογραφή του T-Bone Burnett στην παραγωγή και την καλλιτεχνική σύλληψή του, καθώς και η αξιοπρέπεια και φυσικά το πηγαίο ταλέντο του Gregg Allman, δε θα επέτρεπαν κάτι τέτοιο. Αλλά εκεί που στις καλύτερες περιπτώσεις τα αντίστοιχα πειράματα του πολυβραβευμένου παραγωγού αναδείκνυαν μία κρυμμένη καλλιτεχνική άποψη (Robert Plant) και στις χειρότερες «έβγαζε» προσωπικότητα εκεί που δεν περίμενες ότι θα υπήρχε (Jeff Bridges), εδώ έχουμε έναν καταξιωμένο καλλιτέχνη να καλύπτεται από το όραμα ενός μέντορα, που, ενώ δεινητικά θα έπρεπε να είναι πολύ κοντά στο δικό του, μάλλον ποτέ δε μπόρεσε να το υιοθετήσει πλήρως.

Ο T-Bone Burnett επέλεξε τα τραγούδια, κάλεσε τους συνήθεις μουσικούς του (Dr. John και Doyle Bramhall II ανάμεσα σε αυτούς), έστησε την ενορχήστρωση και ο Gregg Allman έβαλε τη φωνή. Φυσικά, ως γνωστός τεμπελάκος, ο τελευταίος έσπευσε να εκθειάσει αυτόν που του τα σέρβιρε όλα στο πιάτο, ενστερνιζόμενος πλήρως τη μέθοδο αυτή και ισχυριζόμενος ότι του έδωσε νέο κέφι και ζωντάνια, γεγονός που αποδείχθηκε και από την (και ευρωπαϊκή μάλιστα) περιοδεία που ακολούθησε για την προώθηση του δίσκου. Είναι αλήθεια ότι ο Allman δίνει την ψυχή τους στις ερμηνείες αυτές. Την ψυχή του ναι, αλλά όχι την προσωπικότητά του.

Αν εξαιρέσεις τη χαρακτιριστική νότια προφορά του, τίποτα άλλο δε διαχωρίζει το άλμπουμ αυτό από τον οποιονδήποτε ερμηνευτή θα δοκίμαζε κάτι αντίστοιχο. Και εδώ κάπου έρχονται οι ενστάσεις μου για τον T-Bone Burnett. Έχει δικαίως αποθεωθεί από Τύπο και κοινό για τις δουλειές που τα τελευταία χρόνια τον έχουν κάνει το πιο καυτό όνομα πίσω από τις κονσόλες. Αλλά θα πρέπει κάποια στιγμή είτε να σταματήσει να προσαρμόζει σε αυτήν τη φάμπρικα που έχει στήσει τους εκάστοτε καλλιτέχνες και να τους δώσει πιο δημιουργικό ρόλο ή να βγει μπροστά και να διεκδικήσει το πρώτο όνομα στη μαρκίζα, αφήνοντας το ρόλο του μαριονετίστα. Είναι τυχαίο που στη μόνη σύνθεση του άλμπουμ που ανήκει στον Allman (μαζί με τον συμπορευτή τους στους Allman Brothers Band, Warren Haynes) αποκαλύπτεται ο Gregg που αγαπήσαμε;

Φυσικά τα παραπάνω έχουν γραφτεί με το μυαλό περισσότερο, από ό,τι με το αυτί. Κλείνοντας τα μάτια στο εξώφυλλο και το όνομα που αναφέρει, αυτό που απομένει είναι ένα σύνολο εξαιρετικών συνθέσεων από μία ευρεία γκάμα των μαύρων blues. Από αυτές του Skip James μέχρι αυτές του Bobby Blue Bland εννοείται ότι καμμία κριτική δε μπορεί να ασκηθεί σε ήδη καταξιωμένα τραγούδια. Οι εκτελέσεις τους είναι επίσης άψογες, αφού συνδυάζουν τη λιτότητα που απαιτεί το είδος με τις πολυτελείς στρώσεις μουσικής που εναλλάσσουν τον πρωταγωνιστικό ρόλο σε πνευστά, κιθάρα και πιάνο. Ο δε τραγουδιστής δείχνει να ευχαριστιέται περισσότερο τις πιο soul στιγμές, αλλά έχει και το απαιτούμενο τσαγανό και για τα πιο «αλήτικα» blues.

Η αλήθεια είναι ότι η προσωπική καριέρα του Allman, εξώ από το συγκρότημα που έστησε με τον αδερφό του τη δεκαετία του '60 δηλαδή, δεν έχει να επιδείξει πολλά καλύτερα αποτέλεσματα από το "Low Country Blues". Τουναντίον, έχει κάποια που ο δημιουργός του θα ήθελε να ξεχάσει. Αλλά ήταν πάντα «δικοί του» δίσκοι. Το φετινό του πόνημα είναι καλύτερο, πιο καλλιτεχνικό, άρτιο και προσεγμένο μέχρι κεραίας. Γιατί όμως δε μου φαίνεται καθόλου «πνευματικό παιδί του»;
  • SHARE
  • TWEET