Foals

Antidotes

Transgressive (2008)
Από τον Μανώλη Γεωργακάκη, 05/05/2008
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Ενίοτε, το λονδρέζικο hype χρίζει «άξιους» κάποιους indie καλλιτέχνες που δεν έχουν άλλο να επιδείξουν, παρά δήθεν ανέμελες γκριμάτσες, μοδογόνο τριχοφυΐα και μια ξεσκονισμένη «παλιά τέχνη κόσκινο». Οι Foals από την Οξφόρδη έκαναν αίσθηση ως φορείς του λαβάρου της underground indie, από το πρώτο τους single "Try This On Your Piano" (2006), του οποίου πλέον το επτάιντσο πωλείται αντί τριών μεροκαμάτων. Οι αποθεωτικές κριτικές των συναυλιών και των single που ακολούθησαν δημιούργησαν έναν φλεγόμενο μύθο που κινδύνευε να μείνει αποκαΐδι, πριν καν κυκλοφορήσει το πρώτο άλμπουμ.

Ας σωπάσουν οι Κασσάνδρες, το "Antidotes" ξεπερνά κάθε διψασμένη αισιοδοξία και επιβάλλει στον κάθε επικριτή την αυθεντικότητα της ηχητικής του κατάθεσης. Ένα ακόμη ζηλευτό άλμπουμ του post-punk revival, με περιεχόμενο που πηγάζει από το new wave, όπως αυτό μεταφράστηκε από το math rock. Ένα άλμπουμ με χαρακτήρα, ταυτότητα και απολαυστική συνοχή.

Riff γραμμένα κοντά στη βάση της ταστιέρας ηχούν σαν κρύσταλλοι που στάζουν και εμπλουτίζονται με λειτουργικά μεταλλικά πνευστά, που δεν αδικούν το τοπίο. Σαν εκλεπτυσμένο ρομποτικό τραγούδι ενός R2D2 με καλλιτεχνική φλέβα, ο ήχος της κιθάρας γίνεται τεχνολογία εξάλειψης της βαρύτητας. To κατάλληλο εθιστικό μουσικό χαπάκι και οι ακροατές μοιάζουν με τους Ντυπόν και Ντιπόν, με χρωματιστά μαλλιά και στολές αστροναύτη, να αιωρούνται ανάποδα, σε μια «αποστολή στη Σελήνη», χωρίς ποτέ να συνειδητοποιούν ότι δεν εγκαταλείπουν τη Γη.

Εκεί έγκειται η ιδιαιτερότητα του "Antidotes". Παρά την εξωγήινη πρωτοτυπία του, η αίσθηση του «γήινου» δεν ξεκολλά ποτέ από τον φωτεινό και καθαρό ήχο. Χωρίς ίχνος rock «βρωμιάς», οι Foals ιδιοποιούνται και εξιδανικεύουν τις μινιμαλιστικές επιρροές τους, παρεμβάλλοντας ενεργητικά techno και electro, ανεπαίσθητα jazzy και αφηρημένα pop στοιχεία.

Ο Γιάννης Φιλιππάκης, κεφαλή των Foals, είναι ελληνικής καταγωγής - και επιμένω στη γνησιότητα της «ονομασίας προέλευσης», ώστε να αποτραπούν συνειρμοί θλιβερού μάρκετινγκ με σπαστά hellinikos και «I love feta cheese». Προφανώς βέβαια έχει ήδη αρχίσει στην Ελλάδα η προβολή του «εξαχθέντος προϊόντος» ως τέτοιου, ώστε να ικανοποιηθεί μια χαμηλή μορφή σοβινισμού. Δυστυχώς αυτή η τακτική διακρίνεται για τη φαυλότητά της, καθώς η «ελληνικότητα» του νεαρού μουσικού δεν παίζει φυσικά κανένα ρόλο ως προς το ταλέντο του, ενώ το ενδιαφέρον για το πρόσωπο και το έργο του, που γεννάται τοιουτοτρόπως, είναι μειωτικό για την προσωπικότητά του και μπορεί να εκπυρσοκροτήσει.

Γιατί να προβάλλουμε γεγονότα όπως την αποδοχή των κριτικών και των μαέστρων των μοδών ή την πατριδογνωσία του Φιλιππάκη, όταν τα έντεκα «αντίδοτα» βρίσκονται μέσα στο δίσκο; Τα βρετανικότατα γαλλικά του "The French Open" παραδίδουν πονηρά τον ακροατή σε ένα ηχητικό ουράνιο τόξο, κλέβοντάς του το μοναδικό του αμυντικό στήριγμα - το να καταλαβαίνει τους στίχους. Το στιχουργικό ντελίριο θα συνεχιστεί, ενώ ακόμη και στις πτώσεις του ρυθμού, το αερόπλοιο δε θα χάσει ύψος. Το "Cassius" αποδεικνύει πως ένα single μπορεί να παντρέψει την εμπορικότητα με την αναίδεια της ανυστερόβουλης καλλιτεχνικής δήλωσης. Το αριστούργημα "Red Socks Pugie" είναι ό,τι καλύτερο χάιδεψε τα αυτιά μου εδώ και πολύ καιρό. Το "Olympic Airways" γεννά παραφιλολογία για το νόημά του, ενώ πρόκειται απλά για ένα ιπτάμενο δοκίμιο synthpop αισθητικής. Και... Και ούτω καθεξής μέχρι να τελειώσει το 45λεπτο ταξίδι.

Το "Antidotes" αποφεύγει το μελόδραμα των ομολόγων του indie και αντί να αφοσιωθεί στην αποτελεσματικότητα της δομής των συνθέσεων, συγκεντρώνεται στη λειτουργικότητα του ήχου και στην αποδοτική αλληλεπίδραση των δυνατοτήτων των Foals. Εν προκειμένω, δεν αντιλαμβάνομαι τα χαρακτηριστικά αυτά σαν ψεγάδια. Πρόκειται μακράν για τον πιο ενδιαφέροντα δίσκο που άκουσα φέτος. Μόλις λοιπόν τελειώνει το άλμπουμ, θα μπορούσε να με καταλάβει ανυπομονησία για την επόμενη δουλειά των Foals, αλλά ευτυχώς το πανέμορφο Sony παρέχει κομβίον «Repeat» (ανέφερα εθισμό προηγουμένως).

  • SHARE
  • TWEET