Chelsea Grin

Ashes To Ashes

Razor & Tie (2014)
Από τον Αντώνη Τζιράκη, 11/12/2014
Οι Chelsea Grin καταφέρνουν να εξελιχθούν, προσφέροντάς μας τον μέχρι τώρα σημαντικότερο και πιο ολοκληρωμένο τους δίσκο
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Στα τέλη του 2011, μετά την κυκλοφορία του "My Damnation", έγινε μία αρκετά σημαντική αλλαγή στο συγκρότημα, καθώς ο κιθαρίστας Michael Stafford έφυγε από τους Chelsea Grin, δηλώνοντας πως δεν μπορούσε πλέον να ακολουθήσει το βαρύ τους πρόγραμμα. Την θέση του πήρε ο βιρτουόζος κιθαρίστας των Born Of Osiris, Jason Richardson, στην αρχή σαν αναπληρωτής, αλλά μετέπειτα σαν μόνιμο μέλος του συγκροτήματος. Έτσι η μπάντα θέλοντας να αναδείξει τον νέο της κιθαρίστα και τις ιδέες του για την εξέλιξή τους, κυκλοφόρησε το EP "Evolve", που ταυτόχρονα ήταν και το κύκνειο άσμα του ντράμερ τους Andrew Carlston. Καθώς αμέσως μετά την ηχογράφησή του, αποχώρησε και αυτός, δίνοντας την θέση του σε ένα ακόμα νέο μέλος, τον Pablo Viveros.

Στην συνέχεια ακολούθησε μία μεγάλη σειρά συναυλιών που έκαναν παγκοσμίως, δίνοντας ουσιαστικά και χρόνο στο συγκρότημα να δεθεί. Έτσι, με την επιστροφή τους στην Αμερική γύρω στα τέλη του 2013, εισχώρησαν στο studio ώστε να μπορέσουν να κάνουν πράξη αυτό που δήλωσαν με την κυκλοφορία του EP τους, δηλαδή να εξελιχθούν. Όμως σίγουρα κανένας μας δεν περίμενε αυτό το αποτέλεσμα.

Οι Chelsea Grin ήταν αναμφισβήτητα μία πολύ καλή deathcore μπάντα, που σιγά - σιγά ανέβαζε την ποιότητά της και το στάτους του ονόματός της, μέσα στο είδος. Όμως, οι δύο αυτές αλλαγές προσώπων κατάφεραν να αλλάξουν κατά πολύ τον ήχο του συγκροτήματος, δίνοντάς τους παραπάνω ώθηση να ξεφύγουν από τα πλαίσια του deathcore και να κινηθούν σε ένα είδος που θα περιγράφαμε καλύτερα ως ατμοσφαιρικό deathcore.

Αυτό οφείλεται στο ότι η μπάντα κυκλοφόρησε έναν δίσκο που φτάνει σε διάρκεια σχεδόν την μία ώρα και αποτελείται από 15 κομμάτια, καταφέρνοντας να δημιουργήσει έναν επικών διαστάσεων ύμνο στην φωτιά, τις στάχτες και την σκόνη. Με αιχμή του δόρατός τους τα συγκλονιστικά κιθαριστικά μέρη του Richardson, που μαζί του παρέσυρε και τους έτερους κιθαρίστες της μπάντας, Hammond και Jones, καταφέρνουν και αποτυπώσουν στο "Ashes To Ashes" ένα όργιο ταχύτατων και πανέμορφων μελωδιών, που ξεπερνά κατά πολύ ποιοτικά ό,τι προηγούμενο είχαν κυκλοφορήσει. Όμως, εκτός από το κιθαριστικό του ταλέντο ο Richardson έφερε στο συγκρότημα και τα ηλεκτρονικά samples, που χρησιμοποιήθηκαν καθαρά για να δώσουν μια πιο σκοτεινή και επική αύρα στα κομμάτια, εκτοξεύοντάς τα ταυτόχρονα. Το δεύτερο νέο μέλος του συγκροτήματος, ο drummer Pablo Viveros, εκτός από τα πολύ σωστά και νευρώδη drums του, που δεν αναλώνονται μόνο σε άσκοπα blast beat, εισήγαγε επίσης στο συγκρότημα και δεύτερα scream vocals. Που σε συνδυασμό με τα κατά πολύ βελτιωμένα φωνητικά του Alex Koehler, μας προσφέρουν ακόμα πιο πομπώδη και δυνατές ερμηνείες στα κομμάτια. Τα οποία όμως, στιχουργικά, κινούνται στα κλασικά μονοπάτια που ακολουθεί η μπάντα από την δημιουργία της.

Για να τα παρατηρήσουμε όλα αυτά και να τα αξιολογήσουμε, χρειαζόμαστε πολλές ακροάσεις, καθώς όπως προείπαμε ο δίσκος είναι τεράστιος σε διάρκεια, αλλά δεν υπολείπεται έμπνευσης σε κανένα του σημείο. Αρχής γενομένης με τα εξαιρετικά "Playing With Fire", "Pledge Allegiance", "Morte Ætérna" και "Nightmare", που μας αρπάζουν από τα μούτρα, μέχρι την μέση του δίσκου με τα πανέμορφα instrumental κομμάτια "Ashes..." και "...To Ashes" και ως τέλος, με τα "Clockwork", "Undying" και ίσως της καλύτερης στιγμής του δίσκου "Dust To Dust..." δεν μας αφήνουν δευτερόλεπτο να ξεφύγουμε από την μουσική τους, αναγκάζοντάς μας να είμαστε αφοσιωμένοι πλήρως στο εξαιρετικό δημιούργημά τους.

To "Ashes To Ashes", λοιπόν, έμελε τελικά να σημάνει την αρχή της εξέλιξης των Αμερικανών, που ουσιαστικά με την ομορφιά του και την δύναμή του, μπορούμε κάλλιστα να πούμε πως πλέον αλλάζει ολόκληρη την υπόσταση της μπάντας, από ακόλουθους του deathcore είδους σε οδηγούς του δικού τους ήχου.
  • SHARE
  • TWEET