Bullet For My Valentine

Temper Temper

Sony Music (2013)
Από τον Χρήστο Καραδημήτρη, 01/02/2013
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Δεν με ενοχλεί η κριτική στάση απέναντι σε οτιδήποτε, πόσο δε απέναντι στη μουσική. Μόνο που στη χώρα μας μεγάλη μερίδα των ακροατών έχει χάσει το μέτρο, έχοντας μπερδέψει την κριτική με τον ελιτισμό, προσπαθώντας να ενοχοποιήσει μουσικές και συγκροτήματα, για να μην χαρακτηριστούν ως «followers» της κακής μουσικής βιομηχανίας. Πολλά σύγχρονα ονόματα είναι «θύματα» αυτής της λογικής και ένα εξ' αυτών οι Ουαλοί Bullet For My Valentine.

Ντε και καλά δεν είναι metal. Ντε και καλά είναι emo. Ντε και καλά είναι παρασκευάσματα της κακής βιομηχανίας και της υπερβολής του Βρετανικού τύπου. Όσο εμείς προσπαθούσαμε να αποδείξουμε ότι είναι «ελέφαντες» καταφέραμε να χάσουμε την κυκλοφορία του "The Poison", ενός δίσκου που επηρέασε όσο λίγοι τον σκληρό ήχο την προηγούμενη δεκαετία και πούλησε όσο ακόμα λιγότεροι. Οκτώ χρόνια αργότερα κυκλοφορούν τον τέταρτο δίσκο τους, "Temper Temper", και προς τιμήν τους αρνούνται να αρκεστούν στα κεκτημένα, αφήνοντας για δεύτερη φορά μετά το -ίσως λίγο άνισο, αλλά εξαιρετικό- "Scream, Aim Fire" την ζώνη ασφαλείας τους, αφού πρώτα βρήκαν την ισορροπία που έψαχναν στο -εν τέλει αρκετά συμπαθητικό- "Fever".

Στο νέο άλμπουμ αποφασίζουν να αλλάξουν κάποια πράγματα. Κινούνται «αφαιρετικά», μειώνοντας επιμέρους σημεία και γίνονται πιο άμεσοι. Εστιάζουν στα περισσότερο κοφτά riff και επιχειρούν να γράψουν πιο εύκολα αποτυπώσιμες μελωδίες, περιορίζοντας έτσι σε σημαντικό βαθμό ένα από τα πιο δυνατά σημεία της μπάντας, δηλαδή τα solo και τις δισολίες, κάτι που με προβλημάτισε. Όπως, πολύς κόσμος προβληματίστηκε από τα δύο πρώτα singles / videos των "Temper Temper" και "Riot", σε σημείο να περιμένει την κυκλοφορία του άλμπουμ με το δάκτυλο στη σκανδάλη.

Κατανοώ τις ενστάσεις, αλλά βρήκα το ομώνυμο τραγούδι αρκετά φρέσκο και δυναμικό, σα μια σωστή εξέλιξη του ήχου τους, με ωραίο riff και δυναμικό refrain, ενώ και το "Riot" χωρίς να αποτελεί κάτι το ιδιαίτερο, δεν με χάλασε. Πάντως, ο Matt Tuck είχε δίκιο όταν έλεγε πως αμφότερα ταιριάζουν καλύτερα στη ροή του δίσκου και ιδιαίτερα το ομώνυμο τραγούδι, το οποίο έρχεται να συμπληρώσει μια εντυπωσιακή τριάδα συνθέσεων που ανοίγουν το άλμπουμ. Το εναρκτήριο "Breaking Point" με τα κοφτά riff έχει όλα τα στοιχεία που λατρεύουν οι οπαδοί της μπάντας και ξεχωρίζει μονομιάς, ενώ το "Truth Hurts" περιέχει τις πιο catchy μελωδίες στο άλμπουμ κι ένα refrain που καρφώνεται στο μυαλό. Συμπαγείς και δυνατές συνθέσεις που θα αποτελέσουν σημεία αναφοράς στις επερχόμενες συναυλίες της μπάντας.

Το επίπεδο των συνθέσεων συνεχίζεται σε πολύ καλά επίπεδα με τραγούδια όπως το mid-tempo "P.O.W." να θυμίζει εποχές "The Poison" και το ωραιότατο αργό "Dead To The World" να έχει έντονο το στοιχείο της δεκαετίας του '80. Στο "Dirty Little Secret" βρίσουμε χαρακτηριστικές αυξομειώσεις έντασης που παρουσιάζουν οι Bullet For My Valentine συχνά μέσα στα τραγούδια τους, ενώ το "Leech" είναι ενδεικτικό του νέου, πιο groovy ήχου που προσπάθησε να παρουσιάσει η μπάντα, του οποίου ο ρυθμός με κάνει να φαντάζομαι πως θα αποτελεί ιδιαίτερη στιγμή στα live της μπάντας.

Ένα μικρό «θεματάκι» παρουσιάζει το άλμπουμ προς το τέλος του. Μετά το "Riot", οι συνθέσεις χωρίς να είναι απαραίτητα κακές, παρουσιάζουν μια σχετική πτώση που δεν επιτρέπει στο δίσκο να κλείσει στα καλά επίπεδα που κινείται γενικότερα. Ίσως, τελικά σε αυτή την εντύπωση να συμβάλλει σημαντικά η άστοχη συνέχεια του "Tears Don't Fall", που όχι μόνο δεν στέκεται αντάξια του προκατόχου, αλλά συνθετικά αποτελεί μάλλον την λιγότερο ενδιαφέρουσα στιγμή του δίσκου, παρά την προσεγμένη κιθαριστική δουλειά. Το "Saints And Sinners" ανεβάζει ξανά τις ταχύτητες σε μια από τις πιο επιθετικές στιγμές του άλμπουμ και το "Livin' Life (On The Edge Of A Knife)" που κλείνει το άλμπουμ είναι συμπαθητικό, αλλά αμφότερα έχουν μάλλον συμπληρωματικό χαρακτήρα.

Γενικά, αν πρέπει να ξεχωρίσω ένα βασικό χαρακτηριστικό του δίσκου, αυτό είναι η ομοιογένεια, καθώς είναι δεμένος, ισορροπημένος και κυλάει ιδιαίτερα ευχάριστα. Όμως, το πραγματικό δυνατό του σημείο είναι η παραγωγή του Don Gilmore, ο οποίος βρίσκεται για δεύτερη συνεχόμενη φορά πίσω από την κονσόλα (μετά το "Fever") και κάνει καταπληκτική δουλειά. Ο ήχος του άλμπουμ είναι πραγματικά σεμιναριακός για μπάντες που παίζουν μοντέρνο metal, έχοντας καταφέρει να αναδείξει τόσο το δυνατό σημείο της μπάντας (κιθαριστικό παίξιμο), όσο να φτιάξει κι έναν εντυπωσιακό ήχο στο rhythm section, που συνολικά «μπουστάρει» τις συνθέσεις.

Βλέποντας τη συνολική εικόνα, μετά από πολλές και προσεκτικές ακροάσεις θεωρώ πως το πρόσημο είναι αρκετά θετικό για τον (εσχάτως κοντοκουρεμένο) Matt και την παρέα του. Οι μπάντες που αποφεύγουν την τυποποίηση και τις δοκιμασμένες συνταγές έχουν πάντα την θετική μου προδιάθεση, αλλά απαιτείται και η απαραίτητη συνθετική υποστήριξη για να μετουσιωθεί αυτή σε τελική θετική κρίση και το "Temper Temper" τη διαθέτει.

Δεν είναι η καλύτερη δουλειά τους, δεν θα προκαλέσει τον πανικό του πρώτου τους δίσκου, δεν φτάνει στα καλύτερα σημεία (αλλά δεν πέφτει και στα χειρότερα σημεία) του δεύτερου και είναι αρκετά διαφορετικό από τον προκάτοχό του. Χωρίς να εντυπωσιάσει, θα ικανοποιήσει με σχετική ευκολία την πλειονότητα των υφιστάμενων  οπαδών και ίσως προσελκύσει μερικούς ακόμα, ειδικά από την αγορά στην απέναντι όχθη του Ατλαντικού. Όλα αυτά συνεπάγονται στο ότι η νέα τους δουλειά αποτελεί ένα μικρό μεν, βήμα μπροστά δε.

Ελπίζω ο κόσμος εδώ να μην αναλωθεί στις ίδιες ανούσιες κουβέντες που γίνονται όλα αυτά τα χρόνια, αλλά να ακούσει, να ευχαριστηθεί το άλμπουμ και αναγνωρίσει πως τα όσα έχουν πετύχει δεν είναι τυχαία.
  • SHARE
  • TWEET