Beirut

The Rip Tide

Pompeii (2011)
Από την Εριφύλη Παναγούλια, 19/09/2011
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Δύο χρόνια και κάτι φαίνονται να είναι υπερ-αρκετά για τον Zach Condon. Αρκετά για να ωριμάσει μουσικά, αρκετά για να βελτιωθεί στιχουργικά. Μετά λοιπόν από τις εμπειρίες που μάζεψε στα κατά καιρούς ταξίδια του, τις οποίες κατέγραψε μουσικά, φέροντας μάλιστα και ανάλογους «γεωγραφικούς» τίτλους στα κομμάτια του, φαίνεται ότι έφτασε ο καιρός του τέλους των περιπλανήσεων του.

Κι αφού ο Condon έγραψε την πολυσυλλεκτική του μουσική, αντλoύμενος έμπνευση από τις ευαισθησίες του, τα ταξίδια του και τις μουσικές που συναντούσε εκεί, και κέρδισε επάξια τις καρδιές των απανταχού rock-snobs, ήρθε η στιγμή να επεξεργαστεί την προσαρμοστικότητα των αυτιών μας σε νέους ήχους. Εισάγει τη μουσική των Beirut σε πιο παιχνιδιάρικους ρυθμούς και πιο εύπεπτα μουσικά σύνολα, προωθούμενη μάλιστα κι από δική του δισκογραφική εταιρία. Στο δεύτερο κομμάτι του άλμπουμ, το "Santa Fe" (η οποία πόλη αποτελεί και ιδιαίτερη πατρίδα του Canton), ακούμε μια πιο electropop άποψη από το synth που κρατά τα συνθετικά ηνία. Είναι κάτι που παρουσιάζεται για πρώτη φορά και κάνει την εμφάνισή του διστακτικά, επισκιασμένο από τα γνωστά βαρύτονα φωνητικά. Παρά την έκπληξη που μπορεί να προκαλέσει στον ακροατή η χρήση του, τα αγαπημένα πνευστά έρχονται να χτυπήσουν φιλικά την πλάτη και να τον καθησυχάσουν. Άλλωστε, αποτελούν και τη μεγάλη αγάπη του Condon, οπότε δε θα μπορούσαν να λείψουν ακόμα και σε κομμάτια που διακρίνονται από μια, πιο σύγχρονη, χροιά.

Στα ίδια πλαίσια κινούνται και τα "East Harlem" και "Vegabond" της συνέχειας, ο χαρμόσυνος ρυθμός των οποίων τα καθιστά τα πιο «pop» κομμάτια του άλμπουμ, μιας και είναι αυτά που κολλάνε με ιδιαίτερη επιμονή στο μυαλό του ακροατή, από την πρώτη κιόλας ακρόαση. Εύκολοι σχετικά μουσικοί δρόμοι, εμπλουτισμένοι με διακριτικές «ηλεκτρικές» παρεμβάσεις, προκαλούν συναισθήματα αισιοδοξίας, διαλύοντας ταυτόχρονα το γνώριμο πέπλο ρομαντικής μελαγχολίας που κάλυπτε μέχρι τώρα όλες τις δημιουργίες των Beirut. Φυσικά, για να μην ξεχνιέται και ο ακροατής, υπάρχουν ακόμα τέτοιου είδους πινελιές μέσα στο "The Rip Tide", με πιο κραυγαλέες αυτές των "Goshen" και "Payne's Bay", που καταφέρνουν εύκολα να βυθίσουν τον ακροατή σε πιο σκοτεινά μονοπάτια.

Με τον υψηλό δείκτη μουσικής ευφυΐας που είχε επιδείξει ο Condon με τους Beirut στις προηγούμενες δουλειές του και τα υψηλά επίπεδα που είχαν θέσει συνολικά στις δημιουργίες τους, το "The Rip Tide" τελικά φαίνεται να είναι το πιο ανθρώπινο και γήινο άλμπουμ τους μέχρι σήμερα. Μέσα του κρύβεται μια νέα αίσθηση του μέτρου, από μία μπάντα που κατά το παρελθόν βρισκόταν σε μία συνεχή καταδίωξη με την τελειότητα και την πρωτοτυπία. Αντίθετα, αυτή τη φορά περνούν από τη διαδικασία της δημιουργίας με έναν πιο ανέμελο χαρακτήρα, που υποστηρίζεται κατά ένα μεγάλο μέρος από τα ζωηρά μέρη των κρουστών και την αφθονία των πνευστών και των πλήκτρων. Είναι σαν τον επαναπατρισμό του ταξιδευτή στη γενέτειρα του μετά από ρομαντικές αναζητήσεις σε διάφορες πόλεις του κόσμου. Όπως και να το κάνουμε, μετά από τόσες περιπλανήσεις, οι εμπειρίες σου σε έχουν κάνει να βλέπεις τα πάντα με άλλο μάτι.
  • SHARE
  • TWEET