Baby Guru

Pieces

Inner Ear (2012)
Από τον Κώστα Σακκαλή, 18/10/2012
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Μόλις ενάμιση χρόνο μετά το ομώνυμο ντεμπούτο άλμπουμ τους και οι Baby Guru μοιάζει να ξεκινούν από άλλο κόσμο πλέον στην νέα τους κυκλοφορία. Από ελπιδοφόροι άγνωστοι μέσα σε αυτό το διάστημα μετατράπηκαν σε σημαιοφόροι της νέας γενιάς ελληνικών συγκροτημάτων που κάποιοι αγαπούν και κάποιοι αγαπούν να μισούν. Σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που να εμφανίζεται το παράδοξο να τους υποστηρίζουν άνθρωποι που αγνοούν επιδεικτικά αυτό το είδος μουσικής από όπου αλλού και αν προέρχεται, ενώ άλλοι, θιασώτες του χώρου, να τους σνομπάρουν ως «μόδα». Υπάρχει λοιπόν μία αίσθηση (ή την έχω μόνο εγώ;) ότι μεγαλύτερη σημασία στο "Pieces" καταλήγει να αποδίδεται από τον καθένα στο να επιβεβαιώσει και να περιχαρακώσει την άποψη που έχει ήδη δημιουργήσει για αυτούς, παρά να ακούσει τη μουσική τους. Φαινόμενο κακό μεν, αλλά και δείγμα ότι γίνονται (ή έχουν τα φόντα να γίνουν) μεγάλο συγκρότημα.

Συνήθως το ζητούμενο στα νέα συγκροτήματα είναι το να αποδειχτεί αν ο πρώτος τους δίσκος ήταν απλώς το αποτέλεσμα μίας διαδικασίας έμπνευσης που είχε την πολυτέλεια του χρόνου. Όπως συχνά γίνεται σε αντίστοιχες περιπτώσεις αδυνατούν να την επαναλάβουν υπό την χρονική πίεση για ένα δεύτερο δείγμα δουλειάς και βολεύονται σε μία επανάληψη της επιτυχημένης συνταγής. Η καλή εκδοχή είναι να αποδείξουν άπαξ και διαπαντός ότι η δημιουργικότητά τους δεν εξαντλείται αλλά αναγεννιέται. Οι Baby Guru απαντούν θριαμβευτικά σε αυτό το δίλλημα παρουσιάζοντας ένα αποτέλεσμα, όχι μόνο μάλλον καλύτερο του προηγούμενου, αλλά και ριζικά διαφορετικό.

Ριζικά, στα πλαίσια του δεδομένου ήχου τους, που όμως πλέον έχει απομακρυνθεί από το ψυχρό, υπολογιστικό ψεχεδελο-kraut rock στο οποίο τους είχαμε συνηθίσει προς χάριν μίας πιο ζεστής ψυχεδέλειας και ενός πιο γήινου ήχου. Εκεί που στο "Baby Guru" μιλάγαμε για Can και Silver Apples, στο "Pieces" θα τολμήσω να πω ότι ακούω (και) τους Gandalf, για να το θέσω με όρους δεκαετίας '60. Η προφανής αυτή αλλαγή δεν πηγάζει μόνο από τον ξαφνικό (;) έρωτά τους με την κιθάρα. Όντως η κιθάρα αποδεικνύεται καθοριστική στις συνθέσεις τους ακόμα και αν το αποτέλεσμα απέχει παρασάγγας από το να χαρακτηρισθεί «κιθαριστικό». Είναι η τραγουδοποιία τους όμως που έχει αλλάξει. Εκεί που οι πρώτες τους συνθέσεις ήταν πιο ακατέργαστες, πιο πολύπλοκες και πιο απαιτητικές, στο φετινό τους πόνημα δείχνουν να τα έχουν σχεδιάσει όλα λίγο περισσότερο στο χαρτί και να χαλαρώνουν αφήνοντας περισσότερο αέρα στα τραγούδια τους να αναπνεύσουν.

Έτσι κάπως προκύπτει το cool jazz beat του "Necessary Voodoo", τα μαγευτικά folk-ίζοντα "For Naked Sun" και "Last Summer", το a la Dr. John afrojazz groove του "Amaye", η βρετανική mod αίσθηση του "For Trisch", το μελαγχολικά υποβλητικό "Cyclamen Persicum", το  θαυμάσιο "Bog" - και μόλις ανέφερα τις καλύτερες στιγμές του "Pieces".

Αν όλα αυτά ακούγονται τέλεια -και γενικά είναι- υπάρχει και κάτι που κατά την ακρόαση του "Pieces" με έκανε ανήσυχο, μου φαινόταν περίεργο, κοινώς «δεν μου κόλλαγε». Κάπου στη τρίτη ακρόαση το εντόπισα. Οι Baby Guru ωρίμασαν κάπως απότομα. Με τη δουλειά τους αυτή είναι σαν οι Led Zeppelin να πήγαν από το "I" στο "III" χωρίς ποτέ να κυκλοφορήσουν το "II". Λείπει ένας δίσκος ενδιάμεσα, το μεταβατικό στάδιο, η διεργασία της ωρίμανσης. Δεν παίζει φυσικά κανένα ρόλο η προσωπική μου οπτική, αφού κατάφεραν ποιοτικά να αριστεύσουν, απλά, να, σαν να μου φαίνεται ότι είχαν ακόμα περιθώριο να εξερευνήσουν εκείνη την πρώτη νεανική ορμή, σαν να βιάστηκαν να την αφήσουν πίσω τους.

Αν το αποτέλεσμα τους δικαιώνει; Ούτε συζήτηση.
  • SHARE
  • TWEET