Aversions Crown

Xenocide

Nuclear Blast (2017)
Από τον Αντώνη Μαρίνη, 01/03/2017
Ιδανική υπόκρουση για science fiction horror καταστάσεις
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Υπάρχουν κάποια παρακλάδια του σκληρού ήχου που δυσκολεύομαι να φανταστώ ότι κάποια στιγμή θα καταφέρουν να πιάσουν ευρύ κοινό. Δεν μιλάω προφανώς για μεγέθη αντίστοιχα με εκείνα ονομάτων της πρώτης γραμμής του «παραδοσιακού» heavy metal ή ακόμα και για το τι συνέβαινε μερικές δεκαετίες πίσω με τη nu ταμπέλα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αλλά ακόμα και σε σύγκριση με λιγότερο εμπορικά πετυχημένες σκηνές, το deathcore έχει όλα τα φόντα να παραμείνει στα πλαίσια των πιστών οπαδών του. Υπάρχουν και εξαιρέσεις βέβαια, οι οποίες όμως περισσότερο επιβεβαιώνουν τον κανόνα παρά οτιδήποτε άλλο.

Στην προκειμένη περίπτωση, οι Aversions Crown ανήκουν στη νέα γενιά, αν μπορεί να ειπωθεί κάτι τέτοιο, του ύφους. Οι πρώτοι δύο δίσκοι τους, το "Servitude" του 2011 και το "Tyrant" του 2014, τους έβαλαν δυναμικά στο χάρτη του χώρου. Ηχητικά δεν υπάρχουν μεγάλες καινοτομίες· ταχύτητες, palm muted riff, αυστηρά growled φωνητικά, breakdown, όλα τα βασικά συστατικά είναι διακριτά από την πρώτη στιγμή. Το στοιχείο που κάνει τον ήχο των Αυστραλών να ξεχωρίζει είναι ότι το δέσιμο όλων των παραπάνω γίνεται με τρόπο ισορροπημένο ως προς τα μελωδικά και τα ακραία στοιχεία, έχοντας μια δόση επιστημονικής φαντασίας. Το πιο απλό παράδειγμα που μπορώ να σκεφτώ είναι να σας στείλω να δείτε ένα δείγμα από τα εξώφυλλα της μπάντας και θα έχετε μια αρκετά κατατοπιστική ιδέα.

Η συνταγή της τετράδας παραμένει σταθερή στη φετινή της κυκλοφορία. Οι οχτάχορδες του Chris Cougan έχουν αναμενόμενα τον πρωταγωνιστικό ρόλο, ο καταιγισμός στο ρυθμικό κομμάτι χαλαρώνει μόνο σε σπάνιες περιπτώσεις ή σε κάποιο από τα μη κοινότυπα breakdown και οι ατμόσφαιρες παραμένουν σε «εξωγήινα» επίπεδα. Η πιο έντονη διαφορά προέρχεται από την αλλαγή πίσω από το μικρόφωνο. Ο Mark Poida φαίνεται πως ήταν άψογη επιλογή, προσθέτοντας νέες προσεγγίσεις σε σχέση με τον προκάτοχό του και καταφέρνοντας να δώσει σε αρκετά σημεία το δικό του στίγμα. Στο εισαγωγικό "Prismatic Abyss" οι αλλαγές στα φωνητικά ταιριάζουν άψογα με το σχεδόν μελωδικό πλαίσιο, τα "Hybridization" και "Erebus" τείνουν προς την core και την death πλευρά της μπάντας αντίστοιχα, ενώ οι εναλλαγές από τα lead στα break του "Stillborn Existence" το καθιστούν από τις πιο ξεχωριστές στιγμές του δίσκου.

Ζητήματα τεχνικής και παραγωγής βρίσκονται σε άψογα επίπεδα, ενώ στα πενήντα λεπτά του το "Xenocide" διατηρεί αμείωτη τη σκληράδα και την ωμότητά του. Σημεία που ίσως να φέρουν στο μυαλό μεγάλους του είδους, συμπατριώτες των Aversions Crown και μη, δεν λείπουν ούτε τώρα, αλλά αν και όποτε συμβαίνει αυτό είναι σε αρκετά μικρό βαθμό και με καθόλου ενοχλητικό τρόπο. Σε κάποιο παράλληλο σύμπαν κομμάτια ή ολόκληρος ο δίσκος, θα έπαιζαν κατά τη διάρκεια σφαγής δαιμονικών ορδών στο Doom και στο (έτσι κι αλλιώς metal) soundtrack του.

  • SHARE
  • TWEET