ProgSession #29: Paternoster

Από τον Κώστα Σακκαλή, 28/08/2013 @ 17:20
Όση χαρά προσφέρει στους απανταχού μουσικόφιλους η παρακολούθηση της επικαιρότητας και η βιωματική συναίσθηση του παρόντος, άλλο τόσο, και ίσως και περισσότερο, ενδιαφέρον έχει η ενασχόληση με το άγνωστο παρελθόν, με το σκάλισμα της Ιστορίας, με τις πιο αφώτιστες γωνιές της. Στα πλαίσια αυτής της διαστροφής, το Rocking.gr κάθε μήνα θα παρουσιάζει, μέσω μίας στήλης που καθόλου τυχαία επέλεξε να παίξει με τις λέξεις progress και obsession, ένα δίσκο από το ευρύτατο φάσμα και την κληρονομιά του progressive rock, που δεν κατάφερε ποτέ να ξεφύγει ενός cult συλλεκτικού επιπέδου.

Days of progressive past Vol. 29:

Paternoster - PaternosterPaternoster – Paternoster
1972
CBS

Αν εξαιρέσεις κάποιους ανεμοστρόβιλους, τίποτα το σημαντικό δε συνέβη στην Αυστρία το 1972. Όπως εδώ που τα λέμε και τίποτα το πραγματικά σημαντικό δε συμβαίνει στην Αυστρία γενικά... Κι όμως υπάρχει κάτι που τουλάχιστον για εκείνη τη χρονιά και στο χώρο της μουσικής μπορεί να μας κάνει να συγχωρήσουμε τους Αυστριακούς για κάθε Falco που παρήγαγαν κατόπιν. Ένα συγκρότημα που μπορεί να υπερηφανεύεται κατά κάποιο τρόπο ότι κέρδισε τους Γερμανούς στο δικό τους παιχνίδι αφού μέχρι σήμερα στέκει πολύ ψηλά στη λίστα με τα σπουδαία συγκροτήματα του krautrock, μόλις τα λιγοστά πολύ γνωστά ονόματα του είδους εξαντληθούν.

Krautorock, βέβαια, μάλλον καταχραστικά μπορούν να ονομαστούν αφού η μουσική τους ήταν πολύ ιδιοσυγκρασιακή για να μπορέσει να μπει σε οποιοδήποτε καλούπι.Έχουν περισσότερες ομοιότητες με δυτικοευρωπαϊκή εκκλησιαστική μουσική στην πιο σκοτεινή, κλειστοφοβική της εκδοχή αποτέλεσμα από τη μία του οργάνου που ο Franz Wippel, συνθέτης και τραγουδιστής τους, κατά κόρον χρησιμοποιούσε όσο και των στίχων που μάλλον απαγγέλονται παρά τραγουδούνται με μία ευαγγελική διάθεση αλλά και διακριτική απελπισία. Ξεκάθαρος ο στόχος εξάλλου να κινηθούν σε μία τέτοια κατεύθυνση από την ονομασία ακόμα του συγκροτήματος που ουσιαστικά σημαίνει η Κυριακή Προσευχή. Κι αν όμως ακόμα η επιφάνεια είναι καθαρά δεικτική με τίτλους όπως “The Pope Is Wrong” η βαθύτερη κατεύθυνση είναι περιέργως ευλαβική, με καθαρές τις προθέσεις εσωτερικής αναζήτης και βαθύτερου θρησκευτικού προβληματισμού. Αν μη τι άλλο αυτό αποτυπώνεται τόσο στις ερμηνείες, τη θεματική όσο και την μυστηριακή ατμόσφαιρα της ενορχήστρωσης.

Τα πλήκτρα ποτέ σχεδόν δεν επιλέγουν κάποια rock προσέγγιση επωμιζόμενα το ρόλο του δημιουργού ηχοτοπίων συνεπικουρούμενα από διάσπαρτες αναλογικες ηλεκτρονικές λούπες και άλλες πρώιμες πειραματικές για την εποχή ηχητικές προτάσεις, γνωστές πάντως ήδη στους Γερμανούς ομολόγους τους. Η ρυθμική βάση έχει την ευθύνη να κρατάει τους ρυθμούς σχεδόν σε επίπεδα πένθημου εμβατηρίου αν και όταν αποφασίζει να τρέξει δείχνει ότι κρατάει σίγουρα αυτή τα γκέμια του συγκροτήματος. Απομένει λοιπόν στην κιθάρα να ζωγραφίσει τις φράσεις τις μέσα στην ομίχλη που τα άλλα όργανα δημιουργούν και το κάνει πανέμορφα ακόμα κι αν οι φράσεις τις ουκ ολίγες φορές κόβονται, επίτηδες, για να μη χάσει η μουσική τον αφηρημένο χαρακτήρα της. Δεν έχω δοκιμάσει αν (κατά την “Dark Side Of The Moon” / “Wizard Of Oz” αναλογία) ο δίσκος αυτός των Paternoster συγχρονίζεται με το “Nosferatu” ή κάποια ταινία του συμπατριώτη τους Fritz Lang, αλλά στα αυτιά μου ο δίσκος αυτός των Patternoster αποτελεί το ηχητικό ανάλογο του Γερμανικού εξπρεσσιονισμού.

Απο τα μόλις επτά τραγούδια του δίσκου, αν έπρεπε, θα ξεχωρίζαμε το “Blind Children” για το τόσο ευαίσθητο άγγιγμα της κιθάρας και τα ντροπαλά ξεσπάσματα των drums, το “Old Danube” για τη σχεδόν χαρούμενη (θου Κύριε!) μπαρόκ γραμμή των πλήκτρων και το “Mammoth Opus O” που στα εννιά λεπτά του φαίνεται να προλαβαίνει να πει περισσότερα και να συμπυκνώσει όλα όσα προαναφέρθηκαν σε μία μόλις σύνθεση. Η αλήθεια είναι όμως ότι συνθετικά τα τραγούδια μικρές διαφορές έχουν μεταξύ τους όντας περισσότερο τέκνα μίας ψυχεδελικής αυτοσχεδιαστικής διάθεσης γύρω από ένα βασικό επαναλαμβανόμενο μοτίβο. Για τον λόγο αυτό και ο δίσκος επιβάλλει να ακούγεται ενιαίος, ως σύνολο και καλλιτεχνική κατάθεση.

Οι μουσικοί που συμμετέχουν στο άμπουμ, τα τέσσερα W των Walenta, Walter, Wippel, Wisser, δεν ακούστηκαν περισσότερο και σιωπηλά εξαφανίστηκαν διατηρώντας ακόμα περισσότερο το μύθο γύρω από το συγκρότημα. Σχετική εξαίρεση αποτελεί ο μπασίστερ Heimo Wisser που ασχολήθηκε με την Ινδική και Αφρικανική μουσική συνθέτοντας και παίζοντας μέχρι το τέλος της ζωής του σε διάφορα θεατρικά και άλλες καλλιτεχνικές εκδηλώσεις, εξέδωσε ποιήματα και τελικά αφαίρεσε μόνος του τη ζωή του το 1998.

Τον επόμενο μήνα θα πατήσουμε σε σταθερό έδαφος για να περάσουμε στη διπλανή χώρα.
  • SHARE
  • TWEET