Όσο βαρούν τα σίδερα

Ο Νίκος Παπαδογιάννης ρίχνει στη λίμνη των Ιωαννίνων το κρητικό του διαβατήριο

Από τον Νίκο Παπαδογιάννη, 18/03/2015 @ 10:27
Καταθέτω ως Κρητικός την αισχύνη μου για την απάνθρωπη λεβεντομαλακία των φοιτητών που οδήγησαν στην αυτοκτονία τον Βαγγέλη Γιακουμάκη και κρύβω το πρόσωπό μου από ντροπή. Επικαλούμαι τα κόκκαλα του πατέρα μου, που τρίζουν: δεν είναι έτσι όλοι οι Κρήτες και δεν είναι τούτο ανδρισμός.

Η υποκουλτούρα των όπλων, του εγκλήματος και της οπισθοδρόμησης σκεπάζει το νησί σαν μαύρο σεντόνι. Μπορεί να μην έχουμε στην Κρήτη χρυσαυγίτες, αλλά έχουμε χειρότερους φασίστες, με φαιά στιβάνια και με κλειστά στόματα. Όποιος ξέρει και δεν μιλάει, είναι συνένοχος. Όποιος είναι ένοχος και δεν παραδίδεται, είναι δολοφόνος κατ' έξακολούθηση, αφού θέτει σε κίνδυνο τη ζωή της δικής του οικογένειας.

Ο μακαρίτης Βαγγέλης Γιακουμάκης ήταν πολύ πιο άντρας από τα καθάρματα που τον έσπρωξαν στην άβυσσο. Ένας άγιος ανάμεσα σε διαβόλους.

Και όταν σβήνει ο θρήνος, βγαίνει στις επάλξεις ο άλλος Έλληνας. Αυτός που πέφτει από τα σύννεφα κάθε φορά που βγάζει τις παρωπίδες του. Ο λιγδιασμένος κομματάρχης που σπεύδει να συγκαλύψει για να γίνει εικόνισμα των νοικοκυραίων, ο ψωροπερήφανος συγγενής που ντρέπεται για το ίδιο του το αγόρι όταν δεν του φαίνεται αρκετά τριχωτό, ο καθωσπρέπει γείτονας που κοιτάζει αλλού για να μην πονέσουν τα μάτια του από το αίμα, ο αδίστακτος καναλάρχης που δείχνει το «Ψόφα Βαγγέλη» και επαίρεται ότι δεν πρόκειται ποτέ να δώσει βήμα σε υβριστές, ο αργόσχολος κοπρίτης που ασχημονεί ανώνυμα μέσα από το διαδίκτυο.

Και, άξιος φιναλίστ της κούρσας των κοράκων, κρυμμένος επιδέξια πίσω από την ανωνυμία του, ο αυτόκλητος εισαγγελέας των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. «Αυτές είναι οι φωτογραφίες των φονιάδων, σκοτώστε τους όπου τους βρείτε.» Σε στιγμιότυπο από κάποια επαρχιακή καφετέρια, αθώοι και ένοχοι γελάνε όλοι μαζί. Ή μόνο ένοχοι. Ή μόνο αθώοι.

«Σκοτώστε τους όπου τους βρείτε.» Δεν χρειάζονται λόγια και ερωτήσεις. Αφού το λέει ο αόρατος ντέτεκτιβ του Facebook, αλήθεια θα είναι. Κι αν πάρει η σφαίρα κανέναν αμέτοχο, δεν πειράζει, ας πρόσεχε με ποιους έβγαινε φωτογραφία. Τα όπλα δεν κάνουν διακρίσεις. Ιδίως στην Κρήτη, που κάθε Σαββατοκύριακο κλαίει αθώα θύματα από μπαλωθιές σε γάμους και σε βαφτίσια.

Τα έχω δει με τα μάτια μου, τα αίματα. Ο μεθυσμένος πυροβολεί από την καρέκλα του στον αέρα, αλλά πίσω του στέκει σε απόσταση επαφής φωτογράφος που σκαρφάλωσε στην καρέκλα για να βελτιώσει το «κάδρο» του. Και έγινε ο ίδιος κάδρο, στο προσκέφαλο μιας χαροκαμένης μάνας.

Αλλά δεν πειράζει, λεβέντες, συνεχίστε να τα έχετε κορώνα στο μαυροντυμένο κεφάλι σας, τα περίστροφα της Κρήτης. Και να κρεμάτε κουδούνια, σε όποιον αρνείται να τα αγγίξει με τα δάχτυλά του. Εκεί που πήγε ο Βαγγέλης, έχει κι άλλους σαν αυτόν. Τους ξέρετε δα, εσείς τους στείλατε σε τόπο χλοερό, τόπο αναψύξεως, τόπο όπου ηρέμησε επιτέλους η ψυχή τους. Εσείς και τα ξαδέλφια σας, από την Ηπειρο, από τη Μακεδονία, από τη Θράκη, από τη Στερεά, από την Πελοπόννησο, από τη Θεσσαλία, από τα νησιά. Από την Ελλάδα του μεσαίωνα και της σιωπής.

Συγγνώμη, αλλά δεν έχω διάθεση να γράψω για μουσική σήμερα, ούτε για pick 'n' roll. Το "Magician" του Lou Reed κυματίζει μεσίστιο στο σπίτι μου, σε ελάχιστη ένδειξη πένθους. Και το "Οσο Βαρούν Τα Σίδερα", με τον Νίκο Ξυλούρη, για να θυμάμαι ότι υπάρχει και η άλλη Κρήτη, η λιγότερο σκοτεινή. Οσο βαρούν τα σίδερα, το λέει καθαρά ο «αρχάγγελος», βαρούν τα μαύρα ρούχα.
  • SHARE
  • TWEET