Up The Hammers Festival Special Edition: Crimson Glory, Innerwish, Dexter Ward, Asgard @ Κύτταρο, 23/10/11

Από τον Θοδωρή Μηνιάτη, 26/10/2011 @ 16:16
Αρκετό καιρό πριν, όταν πρωτομαθεύτηκε η είδηση ότι στα πλαίσια του Up The Hammers, ενός φεστιβάλ που είναι πια ευρωπαϊκός μουσικός θεσμός για τους οπαδούς του αμιγώς heavy metal ήχου, θα μας επισκέπτονταν οι Crimson Glory, τα χαμόγελα εμφανίστηκαν σε κάθε πρόσωπο. Ο καιρός ευτυχώς πέρασε γρήγορα και έτσι εκείνη η Κυριακή ήρθε να επιβεβαιώσει πολλά.

Τη συναυλία θα άνοιγαν κανονικά οι Midnight Priest. Δυστυχώς όμως, λόγω προσωπικών λόγων του drummer της μπάντας, δε μπόρεσαν να παίξουν στο αθηναϊκό κοινό. Κρίμα, γιατί έχουν ακουστεί πολλά καλά λόγια για αυτούς. Ίσως στο εγγύς μέλλον μπορέσουμε να τους δούμε.  

Έτσι, η πρώτη μπάντα που ανέβηκε στη σκηνή ήταν οι Asgard, ένα group που μάλλον θα απασχολήσει για πολύ καιρό το κοινό. Προερχόμενοι από την Ιταλία, μια χώρα με πολλά καλά group, ήρθαν να βάλουν και αυτοί το όνομα τους στη λίστα με τα αξιοπρόσεκτα συγκροτήματα από τη γειτονική χώρα. Στα περίπου 40 λεπτά που εμφανίστηκαν μόνο καλές εντυπώσεις άφησαν στους παρευρισκόμενους. Το heavy/speed metal τους, με λίγα ψήγματα thrash και epic, μόνο καλά σχόλια μπορεί να βγάλει από το στόμα όλων. Όση ώρα ήταν επί σκηνής βρίσκονταν σε μια δαιμονιώδη κίνηση, με πρωτεργάτη τον τραγουδιστή Federico Mazza, ο οποίος με όπλο την εκπληκτική φωνή του μας παρέσυρε σε μια παρουσία full στην εγρήγορση. Τα κομμάτια που αποτέλεσαν το σκελετό της εμφάνισης τους ήταν από την παρθενική τους δουλειά, "Seal The Madness", η οποία σίγουρα θα ακουστεί πολύ. Η διασκευή στο "Unstoppable Force" των Agent Steel τούς ταίριαζε αρκετά, αφού το όλο στυλ τους φέρνει στο μυαλό τους Αμερικανούς, και έτσι αποδόθηκε όπως της άρμοζε. Το ζεστό χειροκρότημα ήταν η απόδειξη ότι ο κόσμος ευχαριστήθηκε από αυτό που έβλεπε.

Επόμενοι στη σειρά οι Dexter Ward, ένα group που τείνει να γίνει και αυτό πολύ αγαπητό στο ελληνικό κοινό. Με οδηγό τη νέα τους δουλειά, "Neon Lights", στη οποία έδωσαν βαρύτητα, προσπάθησαν στα περίπου 40 και κάτι λεπτά που διήρκεσε η εμφάνιση τους να «ζεστάνουν» ακόμα περισσότερο το κοινό, κάτι που θεωρώ οτι κατάφεραν. Η εν λόγω βραδιά είχε για αυτούς γιορτινό χαρακτήρα, αφού ήταν η επίσημη μέρα κυκλοφορίας του νέου τους άλμπουμ. Έτσι, με βοηθό τον καλό ήχο αλλά και την εν γένει απόδοση της μπάντας, πιστοποίησαν ότι είναι μια από τις εγγυήσεις που έχει το εγχώριο metal. Τραγούδια όπως τα "Metal Rites", "Evil Nightmares", "Ghost Rider", "Back To Saigon" και "Young Blood" που ακούστηκαν εκείνο το βράδυ δείχνουν ότι αν «το έχεις» μέσα σου, μπορείς να γράψεις ωραία heavy/epic κομμάτια. Τα μέλη της μπάντας, όντας μεγαλωμένα με αυτό τον ήχο, νιώθουν αυτό που κάνουν και το μεταφέρουν πολύ εύκολα στον κόσμο. Αυτός ήταν ένας από τους λόγους που η σχέση κοινού και καλλιτέχνη λειτούργησε πάρα πολύ καλά, δίνοντας μια ευχάριστη νότα στην όλη βράδια. Παρόλο που οι περισσότεροι δεν είχαν ακούσει τα νέα τραγούδια, συμμετείχαν όσο το δυνατόν περισσότερο σε ό,τι παιζόταν. Εισέπραξαν και αυτοί άκρως δικαιολογημένα το χειροκρότημα όλων, ανανεώνοντας το ραντεβού τους.       
 
Προτελευταίοι στο billing ήταν οι Innerwish. Για ακόμη μια φορά κλήθηκαν να είναι αυτοί που θα προετοίμαζαν το έδαφος για ένα από τα σημαντικότερα συγκροτήματα των '80s. Το "The Signs Of Our Lives" έδωσε το έναυσμα που χρειαζόταν για να ξεκινήσει άλλη μια ξεχωριστή εμφάνιση. Οι Innerwish παρουσιάστηκαν για ακόμη μία φορά άψογοι επαγγελματίες, δίνοντας άλλο ένα άρτιο live και διατηρώντας τη φήμη που έχουν αποκτήσει. Από εκεί και πέρα η συνέχεια είναι λίγο γνωστή για κάποιον που έχει δει έστω και μια φορά τη μπάντα. Μελωδικές heavy/power συνθέσειςm παιγμένες όπως ξέρει μια άκρως έμπειρη μπάντα, έκαναν τον κόσμο να είναι σε πολύ ευχάριστη διάθεση από το πρώτο δευτερόλεπτο. Πώς να μην είναι βεβαίως, αφού και σε αυτή την εμφάνιση τους η επικοινωνία με το κοινό ήταν σε υψηλότατο επίπεδο, αποδεικνύοντας ότι θεωρούνται δικαίως το κορυφαίο εγχώριο συγκρότημα στο χώρο του.



Προς το τέλος το κλίμα φορτίστηκε έντονα, μιας και ανακοινώθηκε ότι ο τραγουδιστής του group, Μπάμπης Αλεξανδρόπουλος, μετά από 10 χρόνια στο συγκρότημα, αποχωρεί. Οι λόγοι δεν αναφέρθηκαν, αλλά είναι σίγουρα κάτι πολύ λυπηρό. Η ζωή βεβαίως συνεχίζεται, άλλα τέτοιες απώλειες στεναχωρούν πολλούς. Έτσι, η συγκίνηση ήταν διάχυτη σε όλο το χώρο, από τα μέλη της μπάντας μέχρι τον κόσμο. Το ζεστό έντονο χειροκρότημα των οπαδών από κάτω ήταν το μεγάλο ευχαριστώ τους για όλα τα χρόνια προσφοράς και ηχητικής ικανοποίησης. Τα "Waiting For The Dawn" και "Ready For Attack" έκλεισαν το set τους, με παρόντα τον πρώτο τραγουδιστή του group, Γιάννη Παπανικολάου, δίνοντας σε κάποιους τροφή για σκέψεις, και ενώ το club ήταν ήδη ασφυκτικά γεμάτο.



Setlist:
The Signs Of Our Lives / Chosen One / Eye Of The Storm / Silent Faces / Burning Desires / Sirens / Live For My Own / Inner Strength / Waiting For The Dawn / Ready For Attack

Με αυτά και με αυτά η ώρα είχε πια περάσει, όχι όμως η δίψα και η θέληση του κοινού, που είχε κατακλύσει ασφυκτικά το συναυλιακό χώρο για να απολαύσει ζωντανά ένα ζωντανό μύθο του αμερικανικού power. Η μπάντα, μάλλον από την παρουσία του κόσμου, πήρε το μήνυμα και ανταπέδωσε την τιμή που της έκανε το ελληνικό κοινό με μια πάρα πολύ καλή εμφάνιση. Θεωρώ πολύ σημαντικό ένας οπαδός να δένεται με μια φωνή, κυρίως γιατί τον έχει κάνει να βιώσει ποικίλα και πολλά συναισθήματα μέσα από τα αυλάκια των βινυλίων. Αυτό ήταν ο Midnight, τραγουδιστής των δύο πρώτων θρυλικών άλμπουμ (το τρίτο δεν το αναφέρω γιατί απέχει παρασάγκας), που θέλοντας και μη έχει συνδέσει την απόδοση από μικροφώνου με λέξεις όπως ανατριχίλα, δέος, σοκ, θαυμασμός.



Πριν από χρόνια οι Crimson Glory έκαναν το πείραμα με τον Wade Black, ο οποίος σε καμία όμως περίπτωση δεν έπιανε το feeling του Midnight. Πριν από δυο χρόνια η metal κοινότητα συνταρασσόταν από το θάνατο του χαρισματικού αυτού τραγουδιστή. Οι ελπίδες των απανταχού οπαδών σβήνουν. Ώσπου από το πουθενά εμφανίζεται ο κύριος Todd La Torre και μας ξεσηκώνει. Γιατί; Επειδή είναι ο φυσικός ακόλουθος της φωνής του Midnight, κάτι που απέδειξε περίτρανα και το βράδυ της Κυριακής. Χωρίς να είναι μίμος και παπαγαλάκι, αλλά με όπλο τη φωνή του, «δήλωσε δυνατά» ότι οι Crimson Glory είναι πάλι εδώ, δυνατοί όσο ποτέ. Κλείνοντας τα μάτια ανά στιγμές νόμιζες ότι ακούς μουσική από τα στερεοφωνικά του μαγαζιού και όχι ζωντανά. Ο La Torre πήρε τη μπάντα από τις στάχτες της και την έκανε να φαίνεται σα να μην πέρασε μια μέρα. Έκτος από τη φωνάρα, είχε και την εμφάνιση, αφού το παρουσιαστικό του παρέπεμπε σε αμερικανική metal μπάντα των '80s.



Τι και αν ο κόσμος δε μπορούσε να κουνηθεί λόγω του γεμάτου χώρου. Οι συγκινήσεις που ένιωσαν όλοι δύσκολα μπορούν να ειπωθούν με λέξεις. Οι εικόνες θα μείνουν βαθιά χαραγμένες σε κάθε σώμα. Θέλετε setlist; Βγαλμένο από όνειρο. Το group έπαιξε όλα τα κομμάτια των δυο πρώτων άλμπουμ, αφήνοντας μόνο ένα από κάθε δουλειά. Μας πείραξε; Όποιος πει ναι είναι βέβηλος. Βλέπετε, έχουν τόσες επιτυχίες που και τα μισά να έπαιζαν από κάθε άλμπουμ, πάλι ευχαριστημένοι θα ήμασταν κατά κάποιον τρόπο. Σεβόμενοι όμως αυτό που ήθελαν οι οπαδοί -κακά τα ψέματα- τους το έδωσαν απλόχερα. Τα χρόνια ναι, έχουν περάσει, αλλά η καρδιά παρέμεινε ενεργή, αφού όλοι απέδιδαν το κάθε κομμάτι σα μια εφηβική μπάντα που ξεκινάει τώρα και θέλει να αποδείξει τι αξίζει. Τα τέσσερα ιδρυτικά μέλη πλαισίωνε ο John Zahner, πληκτράς που έχει συμμετάσχει στους Savatage (στις ζωντανές εμφανίσεις τους), τους Circle II Circle αλλά και τις ηχογραφήσεις του "Transcendence".

Το πιο σημαντικό και άξιο λόγου είναι ότι η ανατριχίλα του ήχου των Crimson Glory μεταφερόταν ζωντανά. Όλη αυτή η ηχητική μαγεία που περιβάλλει τις συνθέσεις ήταν εκεί και μας γαργαλούσε βασανιστικά τα αυτιά. Είναι περιττό να αναφερθούν οι ιαχές του κοινού, που τραγουδούσε κάθε στίχο, δημιουργώντας μια μαγική εικόνα, αφού οι Crimson Glory έδωσαν τα πάντα επί σκηνής, έτσι ώστε να ξαναγυρίσουμε πίσω, και το κατάφεραν. Θα μπορούσαν βεβαίως να λείπουν τα περιττά σχόλια από τον κιθαρίστα Jon Drenning, αλλά μάλλον στο τέλος κανείς δε θα το θυμάται, αφού η άριστη απόδοση επισκίασε το οτιδήποτε. Ιδιαίτερες εικόνες αποτέλεσαν η μάσκα που έβαλε ο La Torre στο πρώτο encore, ο χαμός που ακολούθησε το "Lonely" αλλά και η αφιέρωση, από τη μπάντα, του "Burning Bridges" στον Matt La Porte, κιθαρίστα του Jon Oliva στους Jon Oliva's Pain και στενό φίλο του συγκροτήματος, και φυσικά στη φωνή που δημιούργησε το μύθο, Midnight, ή κατά κόσμο John Patrick McDonald Jr.

Το εξώφυλλο του "Transcendence", με το αστρικό περιεχόμενο, ίσως έκανε κάποιους για τις περίπου δυο ώρες που ήταν επί σκηνής οι Crimson Glory να ταξιδέψουν ψηλά. Όλα όμως τελειώνουν κάποτε κι έτσι το live έλαβε δυστυχώς τέλος κάποια στιγμή, μην αφήνοντας όμως κάποιον παραπονούμενο. Δεν υπάρχει παρευρισκόμενος που να μην το ευχαριστήθηκε. Φαντάζομαι ότι όλοι πια περιμένουν και μια studio δουλειά για να συνεχιστούν οι στιγμές απόλαυσης που πρόσφερε το live.

Setlist:
      
Valhalla
Dragon Lady
Angels Of War
Azrael
Mayday
Queen Of The Masquerade
Lady Of Winter
Where Dragons Rule
Painted Skies
Masque Of The Red Death
In Dark Places
Burning Bridges
Red Sharks
---------------------------
Lost Reflection
Lonely
---------------------------
War Of The Worlds
Dream Dancer
Eternal World

Θοδωρής Μηνιάτης
Φωτογραφίες: Χρήστος Κισατζεκιάν

  • SHARE
  • TWEET