Thievery Corporation @ Μονή Λαζαριστών (Θεσσαλονίκη), 13/07/11

Από τον Γιάννη Βόλκα, 18/07/2011 @ 14:07
Η φετινή χρονιά θα μείνει χαραγμένη στην μνήμη των περισσοτέρων από εμάς ως η χρονιά που παρακολουθήσαμε το χτίσιμο και γκρέμισμα του τείχους του Roger Waters. Μετά το τέλος ίσως των σημαντικότερων βραδιών στη συναυλιακή ιστορία της χώρας, ο πήχης είχε εκτοξευτεί σε θεόρατα ύψη. Ακόμα και οι απόντες μπορούσαν να κατανοήσουν το μέγεθος της εμπειρίας που οι παρευρισκόμενοι θα συζητούν για το υπόλοιπο της ζωής τους και θα θέτουν σε πλεονεκτική θέση απέναντι σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο συναυλιακό γεγονός.



Οι Thievery Corporation είχαν το μειονέκτημα να εμφανιστούν μερικές ημέρες μετά την προσωπική μου κορυφαία βραδιά μουσικής, αλλά η εμπιστοσύνη προς το πρόσωπό τους δεν είχε χαθεί ακόμα. Αντιθέτως, η ανυπομονησία μου ήταν μεγάλη, αφού δεν κατάφερα να τους παρακολουθήσω σε κάποια από τις προηγούμενες εμφανίσεις τους. Με την άφιξή μας στο μαγευτικό (όπως τον έχουμε περιγράψει επανειλημμένα) χώρο της Μονής Λαζαριστών το opening act, του οποίου την ύπαρξη δεν γνώριζε σχεδόν κανείς, αποχωρούσε από τη σκηνή και έτσι δυστυχώς δεν έχουμε καμία πληροφορία να μεταδώσουμε για αυτό.



Παρά τη μεγάλη μου αγάπη για τους Thievery Co., δεν είχα φροντίσει ποτέ να πληροφορήθω τι ακριβώς συμβαίνει στις ζωντανές εμφανίσεις τους και έτσι έμεινα εξαρχής άφωνος. Τρεις αντρικές, κυρίως reggae, φωνές, δύο γυναικείες, με κύρια εξειδίκευση στα γαλλικά και ισπανικά, εναλλάσσονταν αστραπιαία από κομμάτι σε κομμάτι  Η «πολυκοσμία» δε σταματούσε εδώ. Drums και κρουστά, ένας παθιασμένος και ασταμάτητος ξυπόλητος μπασίστας, ο dj για ακόμα περισσότερο groove, κιθάρα σε συνδυασμό με σιτάρ καθώς και πνευστά για να ολοκληρωθεί απόλυτα ο ήχος. Δε θυμάμαι να έχω παρακολουθήσει τόσο ολοκληρωμένο ζωντανό ήχο στο παρελθόν, ειδικά όταν πολλά συγκροτήματα «βολεύονται» με τόνους προηχογραφημένων οργάνων και φωνητικών.



Δεύτερο θετικό αποτελεί η μουσική των Thievery από μόνη της. Τεράστια ποικιλία, με στοιχεία dub, roots reggae, trip hop και ινδικής μουσικής. Όλα όμως περασμένα μέσα από το δικό τους πρίσμα, ώστε να παρουσιάζονται ξεκάθαρα και ομοιόμορφα. Κομμάτια ξεσηκωτικά, όπως το "Warning Shots", αλλά και απόλυτα χαλαρωτικά, όπως το "Sweet Tides". Ό,τι περίμενε κανείς να ακούσει τη συγκεκριμένη βραδιά ήταν παρόν. Το επαναστατικό "Revolution Solution", τα "Amerimacka" και "The Richest Man In Babylon" που επανέφεραν την αγάπη μου για τη reggae μετά το φιάσκο του Alborosie, το αγαπημένο σε όλους "Lebanese Blonde".



Η μουσική των Thievery Co. ακούγεται εύκολα, απευθύνεται σε οποιοδήποτε ακροατήριο, χωρίς όμως να χάνει την ποιότητα της και να κινδυνεύει να χαρακτηριστεί εμπορική. Αυτό γινόταν ξεκάθαρο παρακολουθώντας το κοινό που είχε γεμίσει τη Μονή. Η κίνηση να καλέσουν τον κόσμο να ανέβει στη σκηνή αρχικά φάνηκε καλή ιδέα, αλλά τελικά θύμισε μάλλον πίστα σε μπουζουξίδικο, γεγονός για το οποίο φυσικά δεν ευθύνεται το συγκρότημα. Σταγόνα στον ωκεανό όμως η προσωπική αυτή σκέψη, αφού η εμφάνιση και το δίωρο setlist δεν άφηναν περιθώρια για γκρίνια.



Στα μάτια μου αλλά και σε αυτά της πλειονότητας του κοινού οι Thievery Corporation τα κατάφεραν. Απέδειξαν για άλλη μια φορά γιατί είναι ένα από τα πιο αγαπημένα συγκροτήματα, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε ολόκληρο τον πλανήτη. Ένα από τα σημαντικότερα των τελευταίων δυο δεκαετιών. Κατάφεραν να αποδείξουν ότι η μουσική που μας μαγεύει στους δίσκους τους δεν είναι απλά ένα στουντιακό κατασκεύασμα. Ο καινούργιος τους δίσκος, "Culture Of Fear", θα μας απασχολεί για το υπόλοιπο της χρονιάς και εμείς δεν έχουμε παρά μόνο να ελπίζουμε να μας τιμήσουν ξανά σύντομα με την παρουσία τους.

Γιάννης Βόλκας
  • SHARE
  • TWEET