Ten, SoundtrucK, Cyanide 4 @ Κύτταρο, 01/03/13

Από τον Θοδωρή Μηνιάτη, 04/03/2013 @ 14:30
Η βραδιά της 1ης Μάρτη ήταν άλλη μια απόδειξη για κάποια πράγματα στην μουσική. Εξηγούμαι. Δεν φαντάζεστε πόσο ωραίο είναι, αλλά και λίγο περίεργο συνάμα, είναι να βλέπεις πολλά ίδια άτομα σε διάστημα πέντε ημερών σε δυο διαφορετικές συναυλίες συγκροτημάτων που δεν έχουν καμιά σχέση μεταξύ τους. Αυτή είναι άλλωστε και η μαγεία της μουσικής. Να μπορεί ένας οπαδός να πάει στους Enforcer και λίγες μέρες μετά να βλέπει τους Ten. Δυστυχώς όμως οι Άγγλοι Ten, καταπιανόμενοι με το μελωδικό hard rock, δεν είχαν την ίδια οπαδική ανταπόκριση όπως τουλάχιστον εγώ θα περίμενα βάσει ονόματος και ετών καριέρας. Ο κόσμος, αν και ήταν η πρώτη τους επίσκεψη στη χώρα μας, δεν γέμισε ασφυκτικά τον χώρο, κάτι που σίγουρα τους αξίζει αλλά και κάτι που ίσως στο εξωτερικό συμβαίνει πιο συχνά. Μάλλον η χώρα μας ακόμα δεν έχει «αποδεχτεί» το μελωδικό hard rock και τα παρακλάδια του. Γκρίνια όμως τέλος. Τουλάχιστον όσοι ήταν εκεί απόλαυσαν μια ωραία συναυλία.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Δυστυχώς η επιλογή των δυο support μπαντών πριν τους Ten ήταν για μένα κάπως άστοχη. Και τα δυο σχήματα είναι πολύ καλά στο είδος τους, αλλά όταν δεν ανήκεις στον ίδιο ή παραπλήσιο ήχο με του headliner, και δεν είμαστε σε φεστιβάλ, ο κόσμος δεν «ζεσταίνεται» πολύ εύκολα. Τρανή απόδειξη οι πρώτοι που ανέβηκαν επί σκηνής, Cyanide 4, οι οποίοι καταπιάνονται ηχητικά με το glam/sleaze hard rock. Από την εμφάνιση μέχρι τις νότες που ακούγονταν από τα ηχεία, η αγάπη που έχουν για αυτά τα είδη ήταν κάτι παραπάνω από εμφανής. Τι και αν έκαναν ό,τι μπορούσαν για να διασκεδάσουν τον κόσμο; Τι και αν οι συνθέσεις τους είχαν groove και τηρουμένων των αναλογιών ήταν ανεβαστικές; Ο κόσμος, που εκείνη την ώρα λίγο πριν τις 21:00 που ξεκίνησαν, δεν ήταν ούτως ή άλλως πολύς στον χώρο, απλά τους έβλεπε, πέραν των μετρημένων στα δάχτυλα που συμμετείχαν στην εμφάνισή τους. Από την άλλη βέβαια, όταν αποφασίζεις να παίξεις αλήτικο hard rock θέλει να είσαι λίγο πιο κινητικός επί σκηνής. Τα μέλη είχαν κάποια κίνηση αλλά «όφειλαν» και το κάτι παραπάνω. Παρολα αυτα ό,τι είδαμε στα περίπου 30 και κάτι λεπτά που ήταν στο σανίδι ήταν αρκετά ικανοποιητικό και αν μη τι άλλο δείχνει μια μπάντα που αν κάνει τις σωστές κινήσεις και δουλέψει αρκετά θα είναι πολύ καλός πρεσβευτής της χώρας μας σε ένα είδος που δυστυχώς οι Έλληνες οπαδοί δεν έχουν αγκαλιάσει όπως οι αντίστοιχοι του εξωτερικού. Το χειροκρότημα όσων ήταν παρόντες ήρθε αυθόρμητα, κάτι που σίγουρα άξιζαν λόγω φιλότιμης προσπάθειας ασχέτως αν από κάτω επικρατούσε μια μουντάδα.

Επόμενοι στο billing ήταν οι SoundtrucK. Οι κύριοι αυτοί έχουν παντρέψει με ωραίο τρόπο το southern με το classic rock. Δεν σας κρύβω ότι η εμφάνισή τους με εξέπληξε ευχάριστα. Από το πρώτο μέχρι το τελευταίο δευτερόλεπτο δεν σταμάτησαν να μεταδίδουν θετική ενέργεια και αύρα στο κοινό. Παρόλο που και αυτοί δεν ταίριαζαν ηχητικά με αυτό που θα ακολουθούσε, δεν γινόταν να μην παρασυρθείς στον ρυθμό τους. Θα κούναγες πόδι ή χέρι σίγουρα. Και πως να μην γινόταν αυτό αφού τα τραγούδια τους ήταν γεμάτα groove και feeling τέτοιο που σε ξεσήκωναν. Και αυτοί δεν είχαν ιδιαίτερη κίνηση στην σκηνή αλλά δεν φαινόταν καθόλου άσχημα.

SoundtrucK

Με σύμμαχο έναν καλύτερο και πιο γεμάτο ήχο από τους προκατόχους τους, παίζοντας υλικό από την μοναδική επίσημη δισκογραφική δουλειά που έχουν, ήταν πραγματικά ένα ασταμάτητο ηχοφορτηγό που αν δεν προσέχεις θα σε πατήσει χωρίς έλεος. Από την προηγουμένη φορά που τους είδα support στους Lynyrd Skynyrd μου απέδειξαν δυο πράγματα. Πρώτο ότι «τους πάει» και ο κλειστός χώρος για εμφανίσεις το ίδιο με τον ανοιχτό. Δεύτερον ότι έχουν βελτιωθεί, δείγμα ότι δουλεύουν πολύ και αυτό φαίνεται. Μάλλον η μεγάλη προσπάθεια που κάνουν τους έφτασε σε σημείο να κάνουν να φαίνεται δική τους σύνθεση η διασκευή στο old time classic "Wishing Well" των Free, που απέδωσαν εξαιρετικά.

SoundtrucK

Κάτι άλλο δεν χρειάζεται να αναφερθεί για αυτούς. «Ανέβασαν» αρκετά πιο εύκολα, ανέλπιστα θα έλεγα εγώ, τον κόσμο κάτι που ήταν ότι έπρεπε για τους headliners. Φυσικά έλαβαν χωρίς ενδοιασμούς το χειροκρότημα του κοινού που χειροκρότησε ένα group που παρόλο που ασχολειται με ένα είδος που στην χώρα μας δεν έχει καθόλου πέραση από τους μουσικούς, έδειξαν ότι άξια μέχρι στιγμής όπου παίζουν παίρνουν τα εύσημα. Keep up the good work guys και εις ανώτερα!

Το πλήρες set list (με μια μικρή επιφύλαξη) ήταν: Feels Like Home / Ride On / Take It Easy / God Damned / On The Road / Wishing Well / Sweet Little Baby / High / Goliath / Straight To Hell

Περίπου στις 23:00 έκαναν την εμφάνισή τους οι Ten στη σκηνή. Η αναμονή ήταν σίγουρα μεγάλη μιας και ό,τι θα βλέπαμε θα ήταν η παρθενική εμφάνισή τους στη χώρα μας. Πριν βγουν επί σκηνής, οι συζητήσεις από κάτω στους οπαδούς έδιναν και έπαιρναν στο κατά πόσο θα μπορούσε ο νέος lead κιθαρίστας, Dan Mitchell, να αποδώσει τον γλυκό ήχο που οι οπαδοί είχαν συνηθίσει από τον αρχικό κιθαρίστα της μπάντας, Vinny Burns, ποιά τραγούδια θα ακουγόντουσαν εκείνο το βράδυ αλλά και πώς θα ήταν η συνολική τους παρουσία.

Ten

Όλα λυθήκαν και απαντήθηκαν σε λίγα λεπτά της ώρας. Λογικά σκεπτόμενοι όσοι ήταν παρόντες, το συγκρότημα θα έπαιζε τις επιτυχίες του ή έστω τα τραγούδια που τους έκαναν γνωστούς μια και είθιστε κάτι τέτοιο όταν πας πρώτη φορά σε μια χώρα και φυσικά έχεις καριέρα πίσω σου. Τα "The Gates Of Jerusalem" (intro) / "Arabian Knights" και "Gunrunning" άνοιξαν το set τους. Και τα δυο είναι από την τελευταία πολύ καλή δουλειά τους, "Heresy And Creed", που κυκλοφόρησε πέρσι και χαροποίησε πολλούς με την ποιότητα που το διακατέχει. Μετά από αυτά τα δυο τραγούδια όμως, η συνέχεια ως προς το θέμα των πιο παλιών τραγουδιών που «όφειλαν» να αποδώσουν ζωντανά δεν ήταν η αναμενόμενη. Θέλησαν να παίξουν τουλάχιστον ένα κομμάτι από κάθε δουλειά τους και κάλυψαν το μεγαλύτερο μέρος των κυκλοφοριών που έχουν. Από την προηγουμένη κυκλοφορία τους έπαιξαν τέσσερα τραγούδια και από την τελευταία τους δουλειά έπαιξαν άλλα τέσσερα, όπως θα έκαναν λογικά αν είχαν ξαναέρθει δυο-τρεις φορές στην χώρα μας, οπότε αφού η περιοδεία είναι για αυτό το άλμπουμ καλώς θα έπρατταν. Αν και μόνο αν όμως.

Ten

Έτσι λοιπόν έμειναν αρκετά κομμάτια να τα ονειρευόμασταν ότι θα τα ακούγαμε, κάτι που δεν έγινε δυσαρεστώντας ίσως κάπως τον κόσμο που άλλα περίμενε και αλλά αντιμετώπισε. Ακουστήκανε βέβαια τα "Spellbound", "The Robe", "Red", "The Name Of The Rose" και φυσικά το "After The Love Has Gone", αλλά τα υπόλοιπα τραγούδια δημιούργησαν μια μικρή κοιλιά στο όλο πρόγραμμα. Απόδειξη ότι ο κόσμος ήταν κάπως μουδιασμένος και δεν συμμετείχε ενεργά όπως θα έπρεπε υπό άλλες συνθήκες.

Ten

Από την άλλη για να μην λέμε μόνο τα αρνητικά, επί σκηνής αυτό που βλέπαμε δεν ήταν άσχημο. Αντιθέτως, όλοι οι μουσικοί έκαναν ό,τι μπορούσαν για να περάσει το κοινό καλά έχοντας πολύ καλό ήχο καθ' όλη τη διάρκεια που ήταν στο σανίδι. Ο πιο κινητικός από όλους ήταν ο τραγουδιστής και φυσικός ηγέτης της μπάντας, Gary Hughes, το μόνο ιδρυτικό μέλος των Ten ο οποίος μάλιστα κράτησε και μια Ελληνική σημαία κατά την διάρκεια ενός από τα κομμάτια. Η απόδοση του φωνητικά ήταν το κάτι άλλο, δείχνοντας για ακόμα μια φορά ότι αποτελεί μια από τις καλύτερες φωνές που διαθέτει το μελωδικό hard rock. Τουλάχιστον σε μένα οι διαφορές από τα CD τους ήταν απειροελάχιστες.

Ten

Στον δεύτερο που έπεσαν τα φώτα ήταν όπως προανέφερα ο Dan Mitchell. Η σύγκριση με τον Vinny Burns δεν θα ήταν σωστό να γίνει, αφού δυστυχώς είναι κάπως δύσκολο να βάλεις πιο πάνω στη συνείδησή σου όχι αυτόν πού έχει αποδώσει εξ' αρχής τα αγαπημένα σου κομμάτια. Παρολα αυτά επί σκηνής ήταν κάτι παραπάνω από καλός, απλά μερικές στιγμές η άρτια κατάρτισή του στην εξάχορδη κούραζε κάπως όταν υπήρχε υπερβολή κάποιες φορές αχρείαστη για το φαίνεσθαι. Και το πιο σημαντικό; Έφερε τα τραγούδια ηχητικά κοντά σε ό,τι έχει αγαπήσει ο κόσμος μιας και οι διαφορές από τον προκάτοχό του στο υλικό της πρώτης περιόδου ήταν μικρές. Ο έτερος κιθαρίστας που εμφανισιακά θα μπορούσε να ήταν άνετα ο δίδυμος αδερφός του κιθαρίστα των Destruction, Mike Sifringer, μιας και έμοιαζαν σαν δυο σταγόνες νερό, αρκέστηκε στον ρυθμικό ρόλο του. Οι άλλοι τρεις είχαν κάπως πιο δευτερεύοντα ρόλο ως προς την γενική εικόνα, αλλά και πάλι έδειχναν ένα αρκετά δεμένο και καλοδουλεμένο rhythm section που έδινε στον κόσμο αν μη τι άλλο δείγματα καλής μουσικής. Απόδειξη αποτέλεσε η εκτέλεση του ημι-μπαλαντοειδούς "Valentine" που έδειξε το πόσο καλά προπονημένοι ήρθαν όλοι στα μέρη μας.

Ten

Αυτό ήταν και το μόνο που έμεινε κυρίως από εκείνη την βραδιά. Το γεγονός ότι, ό,τι ακούστηκε αποδόθηκε καλά από μια μπάντα που ξέρει πως να το δώσει στον κόσμο. Δεν ξέρω για ποιον λόγο επέλεξαν αυτό το setlist μη δίνοντας βαρύτητα στο γεγονός της παρθενικής τους επίσκεψης. Όλοι έφυγαν ευχαριστημένοι για την ποιότητα αλλά όχι για την ποσότητα. Τώρα τι είναι πιο σημαντικό; Όταν βλέπεις ζωντανά ένα σχήμα για πρώτη φορά σίγουρα το δεύτερο, ό,τι line-up και αν έχει. Αξίζει να αναφερθεί ότι ο manager τους πριν να ξεκινήσουν να παίζουν ανακοίνωσε ότι τον Οκτώβριο θα φέρει μόνο του τον τραγουδιστή Hughes και θα αποδώσει για τον κόσμο live τραγούδια από ό,τι solo δουλειές έχει κάνει αλλά και μερικά που έχει δώσει σε άλλους. Για να δούμε...
SETLIST
The Gates Of Jerusalem / Arabian Knights
Gunrunning
Spellbound
Ten Fathoms Deep
Book Of Secrets
The Lights Go Down
Endless Symphony
The Hourglass And The Landslide
The Robe
Love Song
Black Shadows
After The Love Has Gone
Valentine
Unbelievable
Red
The Name Of The Rose

Φωτογραφίες: Χρήστος Κισατζεκιάν / www.livephotographs.com
  • SHARE
  • TWEET