Rockwave Festival 2008: Manu Chao, Patti Smith, Musica Ficta, Locomondo, Ska Bangies, Looming Titties, Sober, No Profile, Rosebleed, Los Mujeros @ Terra Vibe, 10/07/08

Από τους Άλκη Κοροβέση, Κώστα Σακκαλή, 11/07/2008 @ 05:55
Τελικά δεν είναι και τόσο δύσκολο να φτιάξεις ένα festival που έκανε χθες (σημ:10/07/2008) ρεκόρ εισιτηρίων για τα χρονικά της Μαλακάσας. Βάζεις ένα όνομα, με μια ευρεία γκάμα ακροατών, που έχει λείψει από το ελληνικό κοινό (Manu Chao), μια ροκ ιέρεια με τους δικούς της hardcore οπαδούς (Patti Smith), ένα πολύ ανερχόμενο ελληνικό σχήμα με έντονο hype τον τελευταίο καιρό (Locomondo), τα καλύτερα σχολικά συγκροτήματα του Schoolwave που σίγουρα θα συμπαρασύρουν στο Terravibe τους φίλους τους (Schooligans), ένα φτηνό εισιτήριο (25 ευρώ) και περιμένεις τα αποτελέσματα. Οι παραπάνω από 32.000 rock (και μη) οπαδοί που χόρευαν στη Μαλακάσα την ώρα του Manu Chao είναι και το μόνο λογικό αποτέλεσμα. Αλλά για να φτάσουμε εκεί, ας κάνουμε πρώτα ένα rewind...

Τρίτη μέρα του Rockwave λοιπόν και από παντού ακουγόταν ότι ο κόσμος που θα συνέρρεε θα ήταν πολύς. Όπερ και εγένετο, αλλά δυστυχώς, λόγω της καθημερινής ημέρας και της απίστευτης κίνησης στο δρόμο, ελάχιστοι ήταν οι οπαδοί που ήταν εκεί όταν οι Los Mujeros έκοψαν την κορδέλα της έναρξης της τρίτης μέρας, στις 12.15. H πολλή ζέστη, σε συνδυασμό με το πρωϊνό της ώρας, ανάγκασαν τα παιδιά (όπως και τα αντίστοιχα σχήματα την πρώτη μέρα), να παίξουν μεταξύ συγγενών και φίλων, χωρίς όμως να πτοούνται. Το έθνικ-pop μείγμα τους, με τα χαρακτηριστικά πνευστά, ζέστανε (sic), στο βαθμό που γινόταν, το κοινό, το οποίο εμφανώς ζαλισμένο από τη ζέστη, παρακολουθούσε σχετικά ήρεμο, με μια σχετική έξαρση όταν τα παιδιά έπαιξαν μια διασκευή στο "Perhaps, Perhaps, Perhaps".

H ώρα πάει 13.15 και στη σκηνή ανεβαίνει το σχήμα των Rosebleed, για να βρει από κάτω ένα ενισχυμένο αριθμητικά κοινό, με πιο άγριες διαθέσεις, καθώς τα παιδιά πιθανολογώ πως πρέπει να είχαν αρκετούς φίλους στα 300 περίπου άτομα που κάθονταν όρθια μέσα στο λιοπύρι. Το μεγαγχολικό τους μείγμα, με post στοιχεία, το οποίο μας θύμισε τόσο Puressence, όσο και HIM, με μια φωνή που θύμιζε αυτή των Wastefall, στάθηκε αρκετά καλά, παρ' όλη την αντισυμβατικότητα του φωτεινού τοπίου, κερδίζοντας τόσο το «δικό τους» κοινό, όσο και τον υπογράφοντα, που τους ξεχώρισε μαζί με τους Ska Bangies (που ακολούθησαν). Αφού διασκεύασαν ζωντανά και το "Blue Velvet", κατέβηκαν μετά από 45 λεπτά από τη σκηνή, έχοντας τονώσει ιδιαίτερα το κοινό, το οποίο συνέχιζε να συρρέει στο Terravibe...

Μετά από ένα δίωρο διάλειμμα ανεφοδιασμού για συγκροτήματα, κοινό αλλά και δημοσιογράφους, η ώρα πάει 16.00 και στη σκηνή ανεβαίνουν οι No Profile, το επόμενο από τα σχήματα των Schooligans, για να δουν με χαρά πως το κοινό που θα τους παρακολουθούσε είχε φτάσει αισίως τα 700 άτομα. Αρχίζουν με ένα δικό τους κομμάτι/jammάρισμα πάνω στο θέμα του "Requiem For A Dream" και σαφώς μας κερδίζουν το ενδιαφέρον με το καλό δέσιμό τους. Η συνέχεια περιέχει Korn αλλά και stoner επιρροές, με τους No Profile να αποδίδουν έντονα τα κομμάτια τους και να κερδίζουν ακόμα περισσότερες συμπάθειες στο κοινό. Ανάμεσα στα κομμάτια που έπαιξαν ακούστηκαν και τα "High Society" και "No Profile Didn't Sign This Contract".

Άλκης Κοροβέσης, Λουκιανός Κοροβέσης


Κατά τις 16:40, μια βρωμιάρα κιθάρα αγκομαχούσε πάνω στη ρομποτική jam αισθητική των Sober, στο Vibe Stage. Οι πειραματικές metal συνθέσεις του σχήματος επεξεργάζονταν ένα ιδιαίτερο «θορυβείν», που ένας Mike Patton θα απολάμβανε με πατρικό χαμόγελο. Δομές, που εξέπλητταν, και βίαια ξελαρυγγιάσματα, που ξάφνιαζαν, υποδέχονταν τους εισερχόμενους στο χώρο του Terra Vibe με μια ηχητική γροθιά στα δόντια. Η συνταγή ήταν παμπόνηρη. Το καθήκον του groove αναλάμβαναν μόνα τα εξαιρετικά drums, ενώ οι λοιποί συντελεστές πάσχιζαν να τα αποσυντονίσουν, χειριζόμενοι μια παράφρονα ακαλαισθησία. Το μπάσο άρπαζε τον ακροατή από την καρωτίδα, καθώς η φωνή επιδιδόταν σε μια χαιρέκακη χαρντκοροφροσύνη.

Ημίγυμνος και κουκουλωμένος με τη μπλούζα του, ο τραγουδιστής χόρεψε σαν ψυχοπαθής, αλλά ο μανιερισμός του «έπειθε» λιγότερο από τα ογκώδη riff. Τη στιγμή που το κοινό άρχισε να καταφέρνει να μπει στο νόημα, οι Sober σταματούν και αναγγέλλουν «ακολουθούν οι Looming Titties, τα τρελοπανκιά!».



Μετά από μια σύντομη αλλά ευπρόσδεκτη σιωπή, υπό το άγαρμπο χάδι των αχτίδων του κατ ευφημισμόν ελεήμονος Απόλλωνα, οι Looming Titties παρέλαβαν τη σκυτάλη, προσπαθώντας να πείσουν ότι «το μπάνιο κάνει καλό». Το ανεγκέφαλο punk της τριάδας ήταν ενοχλητικά άτεχνο, μα ταυτόχρονα αφοπλιστικά δυναμικό. Η εφηβική ερασιτεχνικότητα της φωνής, την οποία προϋποθέτει το είδος, ενισχυόταν από μια ιδιαίτερη στου Έλληνες πανκς ελαφρά παραφωνία. Η αμεσότητα της συνταγής κέντρισε το ενδιαφέρον και δημιούργησε ένα ευχάριστο κλίμα. Ο άδειος ήχος εξυπηρετούσε τις εύπεπτες αμερικανοτραφείς μελωδίες, καθώς η πλειοψηφία των «καλοπερνούντων» έδειχνε να παρασύρεται οικιοθελώς. Η πιστή επανεκτέλεση του "American idiot" των Green Day κατάφερε να ταρακουνήσει τους παρευρισκομένους, ενώ ο χώρος του φεστιβάλ γέμιζε με αγχωτική ταχύτητα.



Οι Ska Bangies κατέφθασαν, λίγη ώρα μετά, ως γνώστες του μυστικού. Ίσως η μόνη «δυνατή» μουσική που αντέχει στον ήλιο, το ska, ήταν το λάβαρο της πολυμελούς μπάντας. Η ψυχή του καλοκαιριού βρίσκεται στις παράλληλες εμμονές δύο απαστραπτόντων μεταλλικών πνευστών. Είμαι σίγουρος. Το κέφι της μουσικής ξύπνησε τον πιο αυθόρμητο χορευτή σε όλους και οι μικρές ατέλειες στην απόδοση της μπάντας έχαιραν της πιο εμψυχωτικής αδιαφορίας. Στιγμές καθαρού reggae γίνονταν πάτημα για ευχάριστα κλισέ ξεσπάσματα, που πετύχαιναν τον ενεργειακό σκοπό τους παρά την αστάθεια του ρυθμού. Το πιο γιορτινό κτήνος ξύπνησε με το "El Vals Del Obrero" των Ska-P, ενώ όλοι οι φέροντες στόμα, ξετρελαμένοι, τραγουδούν «re-si-sten-cia!». Οι Ska Bangies, ενθαρρυμένοι από την ευεργετική απήχηση της μουσικής τους, συνεχίζουν τις εναλλαγές των ρυθμών, που τονώνουν όλο και περισσότερο. Πριν αφήσουν τη σκηνή, εισάγουν την κατάλληλη διάθεση για τους Locomondo, με ένα ξεπάτωμα του "Cannabis", άλλης μια αξέχαστης σύνθεσης των διδακτόρων Ska-P.

Μανώλης Γεωργακάκης




Με το τέλος της εμφάνισης των Ska Bangies στη σκηνή Vibe, σχηματίστηκε ένα μεγάλο ρεύμα κόσμου που κατευθύνθηκε βιαστικά προς ...τη Jamaica. Κι αυτό γιατί οι πολιτιστικοί πρεσβευτές της χώρας στην Ελλάδα, οι Locomondo δηλαδή, είχαν ήδη ετοιμαστεί στην Terra και θα ξεκινούσαν στις 18.30 ακριβώς την παράστασή τους.



Συνήθως λέγεται ότι τα support συγκροτήματα, ειδικά όταν αυτά είναι ελληνικά, «ζέσταναν» τον κόσμο και του «άνοιξαν την όρεξη» για το μεγάλο όνομα. Επίσης συνηθίζεται να λέγεται ότι το φως του ήλιου αδίκησε την εμφάνισή τους. Στην περίπτωση των Locomondo κάτι τέτοιο δεν ισχύει για διάφορους λόγους. Πρώτον γιατί ο ήλιος (ίσως και μία παραλία) ήταν ακριβώς αυτό που χρειαζόταν για να απολαύσει κανείς τους reggae/ska (κατά βάση) ρυθμούς τους και δεύτερον γιατί με τα χρόνια οι Locomondo έχουν εδραιώσει ένα δικό τους κοινό που τους ακολουθεί και φτιάχνει κέφι στις συναυλίες, έτσι ώστε να μην έχουν ανάγκη να προσελκύσουν τους «ξένους» προς τη μουσική τους.



Αυτό βεβαίως δε σημαίνει ότι από τις περίπου 8.000 κόσμου που ήταν παρόντες όταν ακούστηκε το πρώτο κομμάτι, "Οι Δυνάμεις Του Καλού", και τις περίπου 12.000 που βρίσκονταν παρόντες κατά το κλείσιμο, με το "Δεν Κάνει Κρύο...", οι Locomondo δε θα πρέπει να βγήκαν κερδισμένοι με μερικές εκατοντάδες καινούργιους οπαδούς. Κι αυτό γιατί εκτέλεσαν με πολύ κέφι τα τραγούδια τους, προσφέροντας μία εξαιρετική ευκαιρία για χορό αλλά και τραγούδι, αφού αρκετά πονήματά τους έχουν γίνει γνωστά στο κοινό.



Φυσικά τη μεγαλύτερη απήχηση είχε το γνωστό σουξεδάκι "Πίνω Μπάφους Και Παίζω Pro", με το οποίο έδειξαν να ταυτίζονται πολύ οι θεατές. Το γιατί είναι υπό εξέταση, πάντως σας διαβεβαιώ ότι, όσο κι αν έψαξα, δεν είδα κανέναν να παίζει Pro! Επιτυχημένες ήταν επίσης οι προσμίξεις ελληνικής και ανατολίτικης μουσικής, τόσο με τις διασκευές της "Φραγκοσυριανής" και του "Καραπιπερίμ", όσο και με τα ταξίμια (!) που έπαιζε κατά καιρούς το βιολί.

Πάντως η αλήθεια είναι ότι προς το τέλος του set κούρασαν λίγο, με την ενέργειά τους να δείχνει να εξαντλείται και τις επιλογές των τραγουδιών να φαίνονται «λίγες» και υποτονικές μπροστά στη διάθεση για χορό που είχε διαμορφωθεί. Ίσως για το λόγο αυτό δε στεναχωρήθηκε ιδιαιτέρως και κανένας όταν το set τους τελείωσε και όλοι ήξεραν πως το πραγματικό πάρτυ θα ξεκινούσε αργότερα, αφού όμως πρώτα είχε κάτι να μας πει μία αξιοσέβαστη κυρία της ροκ...

Setlist:
Δυνάμεις του καλού / Locomondo jingle / Brain Control / Φραγκοσυριανή / Ghetto Tourist / Ay Ay Ay / Καραπιπεριμ / L’ Ombelico Del Mondo (inc. Pop Corn) / Me Wanna Dance / Ο Βασιλιάς Του Αυγούστου / Πίνω Μπάφους Και Παίζω Pro / Jeronimo Janka / Ψεύτικη Ζωή / Χέρια Σαν Κι Αυτά / Γελάς Πιο Δυνατά / Δεν Κάνει Κρύο...

Κώστας Σακκαλής


Ενώ ένα συγκεκριμένο λατινογενές κλίμα φόρτιζε το χώρο και το χορό, χάρη στους Ska Bangies και στους Locomondo, και κυρίως εν αναμονή του θαυματοποιού Manu Chao, μια πολύ μικρή μερίδα του κοινού δέχτηκε να εγκαταλείψει την εν λόγω διάθεση και να επιστρέψει στη Vibe Stage, για τα τελευταία «ροκ σχολιαρόπαιδα», τους μοναδικούς Musica Ficta.



Πέντε στοιχημένοι μουσικοί, επί σκηνής, μας υποδέχτηκαν χτυπώντας το ρυθμό με χέρια και πόδια, για μια εκπληκτική indie blues πολυφωνία! Με τον ήλιο να πέφτει πλέον μόνο πάνω στο κοντραμπάσο σαν προβολέας, οι Musica Ficta συνέχισαν με πάθος ένα δαιμονισμένο ακουστικό gospel, πριν παραδοθούν σε σχιζοφρενείς δόσεις ηλεκτρικού alternative rock με βιολί. Η αδιαφορία του κοινού μπροστά στην πρωτότυπη μουσική πρόταση είναι θλιβερή, αλλά όχι αδικαιολόγητη. Η ιδιαιτερότητα της εκφραστικής φωνής του τραγουδιστή, τοποθετούμενη ανάμεσα στις πιο ψιλές οκτάβες του κλάματος του Matthew Bellamy και του πομπώδους της Δήμητρας Γαλάνη (!), φάνταζε εκτός κλίματος και η εγκεφαλικότητα του περίπλοκου μίγματος αχώνευτη.



Το αναγεννησιακό φετίχ της εντέχνου folkίζουσας, αλλά και ενίοτε παραδιδόμενης σε θορυβώδεις εξάρσεις, μουσικής των Musica Ficta αντιμετώπισε μια κατεψυγμένη ανταπόκριση από το κοινό, όντας κατάλληλο για να ηχήσει πριν από την Patti Smith, σαφώς όμως ακατάλληλο για να διαδεχτεί τους Locomondo.

Μανώλης Γεωργακάκης


Είναι γεγονός πως η Patti Smith, μία από τις σημαντικότερες μορφές της ροκ μουσικής, και κατά τη άποψη μου, η ιστορικότερη μουσική προσωπικότητα από όλες όσες πέρασαν από αυτές τις 3 μέρες του Rockwave, έχει καταφέρει να φτιάξει το δικό της μύθο στην Ελλάδα, με τις πανέμορφες συναυλιακές εμπειρίες που μας έχει προσφέρει τα τελευταία χρόνια. Αυτή τη φορά όμως η Patti δεν ερχόταν ως headliner της βραδιάς, αλλά ως το δεύτερο όνομα στην μαρκίζα της τρίτης μέρας του Rockwave και μάλιστα μιας ημέρας της οποίας το target group δεν είχε και πολλά κοινά με αυτό της Patti ή με τα έως τώρα Rockwave. Καθότι όμως η γριά η κότα έχει το ζουμί, η αρσενική version του Bob Dylan δεν πτοήθηκε. Ανέβηκε στη σκηνή και με το πραγματικά αντισυμβατικό της στυλ, που ερχόταν κατευθείαν από τα '70s, απέδειξε πως αν είσαι πραγματικός ροκ σταρ θα φανεί και δε χρειάζεται να προσπαθείς να το δείχνεις. Δε μπορώ να φανταστώ πολλούς καλλιτέχνες, οι οποίοι όντας ντυμένοι όσο πιο απλά γίνεται, άβαφοι, φτύνοντας σαν ποδοσφαιριστες και ξύνοντας τη μύτη τους δημόσια, θα μπορούσαν να προκαλέσουν το θαυμασμό που προκαλεί η Smith και που σε πείθει πως πρόκειται για μια τεράστια προσωπικότητα που βάζει τα γυαλιά σε πολλούς από τους wannabe rock stars που κυκλοφορούν στο airplay της μουσικής τηλεόρασης τα τελευταία χρόνια.

Φέρνοντας μου κατά νου τον ορισμό της παραγράφου που διδαχθήκαμε στο σχολείο, και σύμφωνα με τον οποίο μία σωστή παράγραφος ξεκινά με τη θεματική πρόταση, στην οποία εκφράζεται η κεντρική ιδέα που θα αναπτυχθεί στην παράγραφο, η Patti μας πρόσφερε τη δικιά της θεματική πρόταση με το "Redondo Beach". Παρά το ότι βρήκε τον κόσμο παγωμένο και ανυπόμονο να χορέψει στους ρυθμούς του Manu Chao, δε δίστασε να φέρει τον εαυτό της ενώπιος ενωπίον με το κοινό και να μας αποκάλυψει ανερυθρίαστα το τι θα ακούγαμε από αυτήν απόψε. Με λίγα λόγια δηλαδή, "ξεχειλωμένες" εκτελέσεις των ήδη πασίγνωστων κομματιών της, που θα μας ανάγκαζαν να κινούμαστε ασυνείδητα στις συχνότητες του ρυθμού της, ελπίζοντας πως έτσι θα αφήναμε το δικό μας στίγμα στο όργιο τζαμαρίσματος που θα επακολουθούσε. Όσο για τη φωνή της; Άριστη! Σε κανένα σημείο δεν πρόδιδε τα 61 χρόνια της ηλικίας της.



Στη συνέχεια, μας αναπτύχθηκε σημαντικό μέρος της έννοιας και ιδέας που ακούει στο όνομα Patti Smith, ακριβώς όπως συμβαίνει και με το κυρίως μέρος μιας παραγράφου. Ξεκινώντας με τη διασκευή της στο "Are You Experienced?", αυτή και οι μουσικοί που τη συνόδευαν κατέθεσαν το δικό τους δάφνινο στεφάνι στον Hendrix και το έργο του. Μπλέκοντας στο κομμάτι διάφορες riffάρες του Jimi, μας έκανε να αναρωτιόμαστε πως θα ήταν αν μπορούσαμε να ταξιδέψουμε πίσω στο χρόνο και να δούμε τον Hendrix για μία φορά έστω επί σκηνής. Κάτι που προφανώς και έχει κάνει η Patti και για αυτό μπορεί να μας ταξιδεύει σε εκείνες τις εποχές τόσο εύκολα.



Το "Ghost Dance" με το "Beneath The Southern Cross" ακολούθησαν και υπερνικώντας τη δύναμη της αδράνειας, "ανάγκασαν" ακόμα μεγαλύτερο μέρος του κοινού να συμμετέχει ενεργά στη συναυλία, ενώ εγώ εκστασιαζόμουν από αυτό που άκουγα και έβλεπα επί σκηνής. Οι τελευταίοι φραγμοί μου για να σηκώσω τα χέρια ψηλά και να κραυγάζω το όνομα της έσπασαν μόλις έπαιξε τα "Dancing Barefoot" και "Because The Night". Παρασυρόμενος και από την υπόλοιπη αρένα που συνειδητοποιούσε σιγά σιγά πως μπροστά της είχε μία από τις μεγαλύτερες ροκ προσωπικότητες, που δημιουργεί μέχρι σήμερα μία τέχνη ανώτερη από αυτή του απλού τραγουδοποιού, σήκωσα τα χέρια ψηλά και τραγουδούσα τους στίχους όσο πιο δυνατά μπορούσα. Όσα ντεσιμπέλ όμως και αν έπιασα εγώ και οι γύρω μου, ποτέ δεν καταφέραμε να υπερνικήσουμε την ισχύ των στίχων και της φωνής της. Το "Smells Like Teen Spirit" ακολούθησε, στην εναλλακτική εκδοχή που συνέθεσε η Patti για τις ανάγκες του τελευταίου πονήματος της. Απαγγέλοντας τους στίχους του Cobain, με πάθος που θα εξέπληττε μέχρι και τον ίδιο, έδειξε και στον πιο άπιστο Θωμά τη δύναμη των στίχων του συγκεκριμένου κομματιού και τη δική της αποδοχή για το έργο των Nirvana και τα όσα πέτυχαν.



Το κοινό πλέον ήταν έτοιμο για το τελειωτικό χτύπημα, ένα χτύπημα που θα το έκανε να αφήσει στην άκρη όλες τις υπόλοιπες σκέψεις και να ταυτιστεί μαζί της στη σκηνή. Το χτύπημα αυτό ήρθε σε δύο δόσεις. Αρχικά με το "People Have The Power", στο οποίο έχοντας βγάλει πλέον το σακάκι της (δείγμα του ότι πλέον και η δύναμη της σκηνής και της μουσικής την είχε συνεπάρει και την ίδια), μας προσέφερε ένα από τα πιο ισχυρά πολιτικά κομμάτια της ροκ σκηνής. Το τελειωτικό χτύπημα ολοκληρώθηκε όταν άρχισε να απαγγέλει το "Babelogue" και να συνεχίζει με το "Rock N Roll Nigger". Πολλοί ήμασταν πλέον αυτοί που σηκώναμε ένα αποπνικτικό σύννεφο σκόνης-χώματος, χορεύοντας και τραγουδώντας μαζί της "Jimi Hendrix was a nigger / Jesus Christ and Grandma, too / Jackson Pollock was a nigger / Nigger, nigger, nigger, nigger".

Κάπου εκεί όμως έπεσε και η αυλαία, δίχως να έρθει ποτέ η κατακλείδα της νοερής παραγράφου μου, όπου θα συνοψίζονταν όσα είδα, αφήνοντας μου δυστυχώς το δυσάρεστο αίσθημα μιας ανολοκλήρωτης εμφάνισης. Η μία ώρα που της είχαν διαθέσει είχε ολοκληρωθεί και μέσα σε αυτή, μπορεί να είχε ζεστάνει και με το παραπάνω το κοινό, αλλά έφευγε δίχως να έχει τραγουδήσει όσο θα ήθελε και αυτό ήταν εμφανές. Με φρούδες ελπίδες φώναξαν μερικοί για λίγο ακόμα, αλλά το ποτάμι δε γύριζε πίσω, το timetable ήταν δεδομένο και δεν άλλαζε, αφήνοντας μας με την απορία του γιατί σε μία μέρα που εκτός του headliner, μόνο δύο ονόματα θα έπαιζαν στη Terra Stage, έπρεπε να τους θέσουμε το χρονικό περιορισμο της μίας ώρας. Όπως και να έχει, η Patti, προσφέροντας ένα κομμάτι μόνο του ό,τι βιώσαμε πέρσι στο Λυκαβηττό (κοινώς, δεν παρουσίασε κάτι συνταρακτικά καινούργιο στις εκτελέσεις των κομματιών της), κατάφερε να συναρπάσει αρκετό κόσμο και να κερδίσει ανέλπιστα πολλούς νέους θαυμαστές του έργου της, παρά το ότι πολλές ακόμη τεράστιες επιτυχίες της δεν ακούστηκαν και πολύ φοβάμαι πως μερικές θα από αυτές θα καταλήξουν ανεκπλήρωτοι πόθοι...

Setlist:
Redondo Beach / Are You Experienced? / Ghost Dance / Beneath The Southern Cross / Dancing Barefoot / Because The Night / Smells Like Teen Spirit / People Have The Power / Babelogue / Rock N Roll Nigger

Δημήτρης Καρβούνης




Η ώρα έχει πάει 21.30 και ο κόσμος έχει πλέον πλημμυρίσει το Terravibe. Πάνω από 30.000 κόσμος, η μεγαλύτερη συγκέντρωση (και συμπύκνωση) μουσικόφιλων που γνώρισε ποτέ ο χώρος αυτός. Τα φώτα σβήνουν και ένα ένα τα μέλη της μπάντας θα εμφανιστούν στη σκηνή, με τελευταία τη βραχύσωμη φιγούρα του αδιαμφισβήτητου πρωταγωνιστή της βραδιάς. Οι μηχανές παίρνουν μπροστά, ντραμς και κρουστά δίνουν το ρυθμό και φύγαμε...



"Panik Panik" και ντελίριο ενθουσιασμού από το κοινό. Γρήγορα μεταλλάσσεται σε "El Hoyo" και το κοινό συμμετέχει με τα "oy, oy, oy" που θα ακουστούν αρκετά ακόμα στη συναυλία. Χωρίς διακοπή περνάμε στην πρώτη Mano Negra στιγμή, το ομώνυμο κομμάτι από το "Casa Babylon". Ο χορός ξέφρενος αλλά και η σκόνη αδυσώπητη. Οι πρώτες λιποθυμίες ξεκαθαρίζουν τους δυνατούς από τους αδύναμους και φαίνεται από την αρχή ότι αυτή η βραδιά θα χρειαστεί γερό στομάχι και ανθεκτικά πόδια. Η μάζα του κοινού πάλλεται με ομοιογένεια υπό τους ήχους της ορχήστρας. Οι κιθάρες ξυρίζουν, τα κρουστά δονούν την Μαλακάσα, ενώ πλήκτρα και πνευστά σου τινάζουν το μυαλό.



"Hey Bobby Marley, play something good to me" τραγουδάει ο Manu και παίζει με το κοινό που ανταποκρίνεται μαγεμένο. "La Primavera" και "Me Gustas Tu" έρχονται στο καπάκι και μέχρι να τελειώσει το ιντερλούδιο "Que Paso Que Paso", που θα χρησιμοποιηθεί συχνά, νομίζουμε ότι ακόμα είμαστε στο πρώτο τραγούδι αφού όλα εκτελέστηκαν απνευστί. Το "Me Gustas Tu" έχει «αφιερωθεί» στον Bush, τον μεγαλύτερο τρομοκράτη της Υφηλίου και αυτόν που παίζει με το μέλλον των παιδιών μας, όπως διατείνεται από το μικρόφωνο ο Chao. Το «ου» που ακούστηκε από 30.000 στόματα, κάποιον δορυφόρο της Ουάσινγκτον θα ενεργοποίησε.



Χρόνος για ανασυγκρότηση και γρήγορο συμμάζεμα σκέψεων. Η μελωδία του "Bienvenito A Tijuana" θα μας χαλαρώσει ύπουλα με υποσχέσεις για τεκίλα, σεξ και μαριχούανα. Ακολουθεί όμως νέος καταιγισμός με τα "El Viento" και "The Monkey". Στην αρχή του πρώτου γίνεται και μία σύντομη αναφορά στον φίλο του Tonino Carotone και το γνωστό "Me Cago En El Amor".

Ο Manu παίζει τα τραγούδια του δύο φορές πιο γρήγορα από τις στούντιο εκτελέσεις. Τα γρήγορα. Τις μπαλάντες τις παίζει τέσσερις φορές πιο γρήγορα. «Όταν παίζω σε μικρούς χώρους βασίζομαι στην ψυχή. Όταν όμως παίζω σε μεγάλες συναυλίες ποντάρω στην ένταση» είχε προειδοποιήσει σε συνεντεύξεις του. Οι πρώτες νότες του "Clandestino" ενθουσιάζουν τους θεατές που γινόμαστε όλοι για λίγο μετανάστες στη Μεγάλη Βαβυλώνα. "Rainin In Paradize" και τα decibel βαράνε κόκκινο με τις κιθάρες να ουρλιάζουν. Για το καλό όλων μας οι τόνοι θα ξαναπέσουν με το "Mentira", για να ξανανέβουν σταδιακά με αποκορύφωμα το "Hamburger Fields". Κάπου εδώ η σκηνή κρύβεται από τη σκόνη που σηκώνεται από τα ζευγάρια ποδιών που χορεύουν ασταμάτητα. Από τη μία στιγμή στην άλλη το ska punk μετατρέπεται σε reggae και πίσω πάλι. Το "Dia Luna Dia Pena" θα αποδειχθεί το τελευταίο κομμάτι του κανονικού set και θα ακολουθήσει ένας μακροσκελής χαιρετισμός. Ακόμα και εκεί δε λέει να χαλαρώσει ο δαιμόνιος Manu και μας ξεσηκώνει γνωρίζοντας καλά τι θα ακολουθήσει.

Στο διάλειμμα που ακολουθεί προλαβαίνει να ανέβει στη σκηνή, με την άδεια και την υποστήριξη του καλλιτέχνη φυσικά, ένα πανό που γράφει «Κάτω τα χέρια από τη Ζαπατιστική αυτονομία» και να διαβαστεί ανάλογο κείμενο. Οι πολιτικές ευαισθησίες του Manu Chao όχι μόνο είναι γνωστές, αλλά είναι και μέρος της γοητείας του. Το κοινό χειροκροτεί και επιδοκιμάζει και ανταμείβεται με ένα "Mala Vida". Πανικός. Τραγούδι, χορός και σκόνη φαίνονται αυτή τη στιγμή τα δομικά συστατικά της φύσης, αποτελούμαστε όλοι και από τα τρία. Όταν ο Manu μας παρουσιάζει τον Garbancito στα κρουστά, συνοδοιπόρο του ακόμα από την εποχή των Mano Negra, ξέρουμε καλά τι θα ακολουθήσει. Οι δύο τους αλλάζουν θέσεις και εν μέσω παροξυσμού δένουμε τη γλώσσα μας κόμπο προσπαθώντας να τραγουδήσουμε τα αραβικά του "Sidi H' Bibi", ίσως την καλύτερη στιγμή του φετινού Rockwave. «Δυνατά οι μηχανές» προστάζει o Manu Chao για ένα ακόμα μανιασμένο φινάλε που καταλήγει στο "Bongo Bong". Ξεκινά σαν hip-hop τραγούδι, αλλά μεταμορφώνεται σε rock φρενίτιδα. Ένας ένας οι καλλιτέχνες θα αποχωρήσουν από τη σκηνή παίζοντας ένα μικρό σόλο και γνωρίζοντας την αποθέωση.



Το δεύτερο encore δεν ήταν έκπληξη για κανέναν και το folk "Si Me Das A Elegir" δοκίμασε να χορτάσει την άσβεστη πείνα του κοινού για περισσότερη μουσική. Τελικά η καληνύχτα θα έρθει με ένα ακόμα τραγούδι από το πιο πρόσφατο δίσκο "La Radiolina", το αφιερωμένο στον λαϊκό ήρωα Diego Armando Maradona, "La Vida Tombola". Οι χαμηλοί του τόνοι λειτούργησαν ως ηρεμιστικό, αντιλαμβανόμενος ίσως και ο Manu Chao ότι δε θα ήταν δυνατόν να μας αφήσει να φύγουμε με τόση ένταση από τη συναυλία. Οι υποκλίσεις του συγκροτήματος και η εκ νέου αποθέωση που δέχτηκε από τη λαοθάλασσα του Terravibe πρέπει να είναι πραγματικά οι στιγμές για τις οποίες ζει ένας καλλιτέχνης.



Εν ολίγοις, τη μαγική αυτή βραδιά ακούσαμε rumba, salsa, reggae, ska, folk και ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς, αλλά στην ουσία ακούσαμε rock έτσι όπως πρέπει να είναι live. Παθιασμένο, γεμάτο ένταση και αυθορμητισμό, χορό και τραγούδι, με τα όργανα να καπνίζουν μετά τη χρήση τους. Κλείνω όπως μας αποχαιρέτισε και ο Manu Chao, χτυπώντας συμβολικά το μικρόφωνο στη καρδιά του και αναπαράγοντας τους παλμούς όλων μας. "Proxima Estacion: Esperanza", τουτέστιν «Επόμενη στάση: Ελπίδα». Manu, Ciao.



Setlist:
Panik Panik / El Hoyo / Peligro / Casa Babylon / Mr. Bobby / La Primavera / Me Gustas Tu / Que Paso Que Paso-Radio Bemba / Bienvenida A Tijuana / El Viento / The Monkey / Clandestino / Desaparecido / Minha Gallera / Rumba De Barcelona / Mentira / Rainin In Paradize / A Cosa / La Vacaloca / Hamburger Fields / Merry Blues / Infinita Tristeza / Dia Luna Dia Pena / Proxima Estacion Esperanza / Volver / Que Paso Que Paso - Radio Bemba
Encore 1: Mala Vida / Sidi H Bibi / Que Paso Que Paso / Se Fuerza La Maquina / Bongo Bong
Encore 2: Si Me Das A Elegir
Encore 3: La Vida Tombola

Κώστας Σακκαλής
  • SHARE
  • TWEET