Roadburn Festival 2017 @ Tilburg, Netherlands, 20-23/04/17

Οι δύο ανταποκριτές μας σας μεταφέρουν την εμπειρία τους από το τετραήμερο του σπουδαιότερου indoor μουσικού φεστιβάλ της Ευρώπης

03/05/2017 @ 12:00

Στο Roadburn Festival δύσκολα θα πας μία φορά. Το φετινό μου "pilgrimage" ήταν πια το δεύτερο και αν και το line-up του θρυλικού event δεν είχε το ίδιο ειδικό βάρος ονομάτων με την περσινή έκδοση (τουλάχιστον στα χαρτιά), οι προσδοκίες μου γι' αυτό το ταξίδι στην περίεργη πλευρά της μουσικής κατέληξαν να είναι εξίσου υψηλές. Spoiler alert: Προφανώς ανταποκρίθηκε.

Ως εισαγωγή για όσους δεν το γνωρίζουν (;), το Roadburn Festival αποτελεί έναν τετραήμερο μαραθώνιο doom/sludge/psychedelic/metal/stoner/alternative/black/[insert underground genre & variation] στο Tilburg, μια μικρή πόλη του Ολλανδικού Νότου (κοντά στο Eindhoven), η οποία ζει και αναπνέει για μουσικά και μη φεστιβάλ.

Κάθε χρόνο προσκαλείται ένας curator που αναλαμβάνει την επιλογή των μπαντών για μία ή δύο μέρες του φεστιβάλ, ενώ πάντα υπάρχει και μία μπάντα ως "artist in residence", που εμφανίζεται σε διαφορετικές σκηνές και με διαφορετικά set όλες τις μέρες του φεστιβάλ. Φετινός curator ήταν ο John Dyer Baizley (Baroness), με artist in residence τους επαναστατικούς Βρετανούς krautrockers GNOD (για τους οποίους δεν θα διαβάσετε πολλά στο review, καθώς κατάφερναν να συμπίπτουν με άλλες προτεραιότητες και δεν τους είδαμε παρά κλεφτά).

 

Πέμπτη, 20 Απριλίου: Sunshine Green

α) Βόλτα στο "Weirdo Canyon" (κεντρικός δρόμος που φιλοξενεί τα πέντε venue του φεστιβάλ καθώς και πολλά εστιατόρια/καφετέριες και αποτελεί το «σπίτι» για πλήθος βασανισμένων ψυχών, partygoers και μέλη μπαντών για τις μέρες του φεστιβάλ). Check ✔

β) Επίσκεψη στις εκθέσεις ζωγραφικής και παρουσιάσεις δίσκων που μπορεί να βρει κανείς διάσπαρτα στις όμορφες γωνιές, γκαλερί και δισκάδικα της πόλης. Check ✔

γ) Εφόδια για τον συναυλιακό μαραθώνιο (σ.σ. ο δήμος Tilburg σε συνεργασία με το φεστιβάλ επέτρεπε από φέτος την είσοδο στα τοπικά coffee shop, με την προϋπόθεση πως ο ενδιαφερόμενος επισκέπτης έφερε βραχιολάκι του Roadburn - μία αν μη τι άλλο ευγενική κίνηση της διοργάνωσης). E, check ✔

Ώρα για μουσικούλα.

Ξεκινάμε το φετινό Roadburn στο Het Patronaat, το πιο ιδιαίτερο από τα venue του φεστιβάλ (μία διαμορφωμένη εκκλησία που έχει μετατραπεί σε stage στο οποίο καταλήγουν κυρίως μπάντες που μας υπόσχονται μια μακρά αιωνιότητα στην κόλαση). Όμορφο.

Εκεί, το τρίο των Wretch ξεκινά το φεστιβάλ με το φρέσκο doom/stoner που μας παρουσίασαν στο ομώνυμο περσινό ντεμπούτο, καθώς και δύο διασκευές (το "Winter" των Judas Priest που βρίσκεται και στον δίσκο, καθώς και το "Sweet Revenge" των Motorhead).

Wretch

Ο εξώστης του Het Patronaat δεν βοηθάει πολύ στο να μην υπερβάλλει το μπάσο και στα τελειώματα της μπύρας φεύγουμε για να προλάβουμε στο κύριο venue (το χωρητικότητας 3.000 άτομων Poppodium 013) το πρώτο μεγάλο όνομα του φεστιβάλ, τους Crippled Black Phoenix.

Crippled Black Phoenix

Όντας μία τελείως διαφορετική μπάντα με το πέρασμα των χρόνων (και την... ίντριγκα πίσω από το όνομά τους), έδωσαν μία μεστή εμφάνιση με setlist βασισμένο κυρίως στο περσινό "Bronze" (το "No Fun" σίγουρα από τις καλύτερες στιγμές του set). Αφού έκλεισαν με το "hit" τους "We Forgotten Who We Are", αποχώρησαν παίρνοντας το μελαγχολικό ατμοσφαιρικό τους indie και έχοντας καταφέρει να ζεστάνουν τον σχετικά λίγο κόσμο που είχε συγκεντρωθεί τόσο νωρίς στις 15:00 (η Πέμπτη είναι εργάσιμη και το φεστιβάλ δεν ήταν ούτε καν κοντά στο peak του).

Στο ίδιο κτίριο, με έναν διάδρομο να το χωρίζει από το 013, το Green Room (700 ατόμων) υποδεχόταν στη σκηνή τους συμπαθέστατους (ειδικά μετά το περσινό τους έπος "End Of Mirrors") Alaric. Κατάφερα να καθήσω ίσα για να ακούσω τα "Weep" και "End Of Mirrors" τα οποία μου χάρισαν το πρώτο από τα πολλά χρονοτάξιδα του τετραημέρου  με τη '90s Paradise Lost/Type O' Negative αισθητική και την υπέροχη (παρά τους συχνούς ατυχείς μικροφωνισμούς ) βαρύτονη φωνή του Shane Baker.

Πίσω στην κεντρική σκηνή για τις SubRosa και την εκτέλεση ολόκληρου του περσινού τους δυστοπικού "For This We Fought The Battle Of Ages". Με αέρα headliners παρά την απογευματινή ώρα, ο συνδυασμός των δύο βιολιών με το πάθος της δίδας Vernon, τον υπέροχο ήχο και το video wall, κατάφεραν να ξεδιπλώσουν μαεστρικά τη μελαγχολία και τη δύναμη του έργου τους, δίνοντας μία από τις εμφανίσεις της ημέρας. Το neo-doom το καλό είναι εδώ.

SubRosa

Είχα, όμως, ανέβει στον ευρωπαϊκό βορρά με όρεξη για σκότος και λάσπη και στο Green Room μας έλεγε καλησπέρα και αυτή η πλευρά του Roadburn, με τους Unearthly Trance αποφασισμένους να μας δείξουν πως η ανακοίνωση επανένωσης το 2015 σήμαινε business (όπως business είναι και το ίδιο το "Stalking The Ghost"). Το sludge/doom πανηγύρι είχε μόλις ξεκινήσει για φέτος, και μετά από κάποιες ώρες «εσωτερικής» μουσικής, ένα μάτσο μουσάτοι ανακάλυπταν και πείραζαν στα κρυφά το portal για ένα σύμπαν γεμάτο γρέζι και μπύρα.

Τελειώνοντας, ανέβαιναν στη σκηνή οι Wolves In The Throne Room για ένα set «από τα παλιά» όπως είχαν προαναγγείλει και ο κόσμος γέμισε καπνό - κυριολεκτικά και μεταφορικά). Ξεκινώντας με μία «διασκευή» (σε ρόλο εισαγωγής) του ονειρικού "Queen Of The Borrowed Light", μας πήραν από το χέρι για μια μονόωρη βόλτα στη σκοτεινή πλευρά της ομορφιάς (και την όμορφη πλευρά του σκότους, διάολε). Αν και η κιθάρα θα μπορούσε να είναι λίγο πιο ψηλά (κάτι που όπως πληροφορήθηκα συμβαίνει καθόλη τη διάρκεια του tour τους), έπλεξαν τα επικά ατμοσφαιρικά black τοπία τους και με κράτησαν καθηλωμένο από τα πόδια και κάτω. Το ίδιο βράδυ οι Wolves θα εμφανίζονταν και υπό το όνομα Drow Elixir για ένα ambient set, καθώς η μπάντα έχει δείξει διάθεση να αφήσει πίσω την... Cascadian black φορεσιά της.

Wolves In The Throne Room

Είχε έρθει η ώρα για την πρώτη special εμφάνιση της χρονιάς, με τους Coven (!) να πατούν για πρώτη φορά ευρωπαϊκό σανίδι και σανίδι γενικότερα μετά από δεκαετίες. Η εμφάνιση αποτελούσε τόσο προϊόν αδημονίας όσο και ερωτηματικό για τον κόσμο με τον οποίο συζητούσα, κυρίως για το πώς μπορεί να έχει φερθεί ο χρόνος εκτός σκηνής στην 70χρονη πλέον, θρυλική Jinx Dawson. Με την έναρξη του show και αφού βγήκε (ως άρμοζε) από ένα φέρετρο που είχε τοποθετηθεί στο κέντρο της σκηνής, η Wicked Woman και η αρμάδα της εμφανίστηκαν ανώτεροι των προσδοκιών, ερμηνεύοντας το ένα μετά το άλλο κλασσικά τραγούδια για το occult το σατανικό, τα ξόρκια και το πού ανήκει η ψυχή μας (σε περίπτωση που δεν το είχαμε ακόμη καταλάβει). Αν και διέκρινα μία σχετική νευρικότητα/άγχος (λογικότατη), η όλη φάση κατάφερε να με συγκινήσει όταν συνειδητοποίησα πως εδώ και ώρες παρακολουθώ ένα πάντρεμα της ιστορίας που έχει γραφτεί, με την ιστορία που γράφεται.

Coven

Σε αυτό το σημείο έπρεπε να κάψω το πολύ δύσκολο δίλημμα ανάμεσα στους αναγεννημένους Scissorfight και τους αχόρταγους rock 'n' rollers των The Devil And The Almighty Blues για ένα απαραίτητο power-break, ωστόσο άκουσα τα καλύτερα και για τους δύο.

Το "Gateway" των Bongzilla είναι αγαπημένος δίσκος. Μόλις ανακοίνωσαν πως στα πλαίσια της 15ης επετείου της κυκλοφορίας του δίσκου θα το παίξουν ολόκληρο στο Roadburn, το τι θα γινόταν ήταν αναμενόμενο. Η σκηνή πήρε ένα πράσινο χρώμα και οι πρώτες νότες του Greenthumb κορύφωσαν τις εκδηλώσεις εορτασμού της 420 εν μέσω... φυσικού νέφους (οι Bongzilla το ξεκίνησαν πρώτοι, κυρία) και video της αμερικάνικης anti-drug προπαγάνδας. Με την μπάντα σε τρελά κέφια (κάτι που δεν ένιωσα στην πρόσφατη εμφάνισή τους στην Αθήνα) και τον κύριο "Muleboy" Makela να αφιερώνει το ομώνυμο κομμάτι στο φυτό που τον έσωσε από την εξάρτηση από την ηρωίνη, αποχωρήσαμε χορτασμένοι (και θολωμένοι) από μία γεμάτη μέρα. Και τα καλύτερα μόλις ξεκινούσαν.

Bongzilla

 

Παρασκευή, 21 Απριλίου: | 9.10

Απαραίτητο μπανάκι, πρωινό και καρφί στο Het Patronaat για να δούμε τους Ελβετούς Schammasch στο μακρύτερο set του φεστιβάλ, όπου ερμήνευσαν τον τριπλό δίσκο τους "Triangle". Η τετράδα, αλλάζοντας συχνά setup επάνω στη σκηνή, μας ταξίδεψε από το βίαιο black metal του "Process Of Dying" έως και τα instrumental/ambient περάσματα του "The Supernal Clear Light Of The Void" και εκμεταλλευόμενοι την απόκοσμη μπασίλα του Patronaat, μας ανάγκασαν να συμμετάσχουμε σε μία επίπονη όσο και καθαρτική μελέτη της ίδιας της ανθρώπινης φύσης.

Οι Magma είναι τρελοί! Η εκ Γαλλίας ορμώμενη avant-rock/free-jazz κολλεκτίβα (που είχε ξαναεμφανιστεί στο Roadburn το 2012) μας πολτοποίησε το μυαλό με τη '70s progressive opera του Mekanik Destruktiw Kommandoh (ενώ ερμήνευσαν και μέρος του Theusz Hamtaahk). Τα οπερετικά φωνητικά (γραμμένα στη φανταστική γλώσσα Kobaian του εξίσου φανταστικού πλανήτη που σκαρφίστηκε ο drummer και συνθέτης Christian Vander), συναγωνίζονταν την ορχήστρα σε μία ξέφρενη σουρεαλιστική jazz κούρσα. Οι Magma τραγουδάνε για τη μουσική και αποτελούν ζωντανότατο παράδειγμα της πολυπροσωπικότητας ενός φεστιβάλ το οποίο βρίσκει τρόπο να σε ξαφνιάζει με συναυλιακές εμπειρίες άλλων εποχών (και πλανητών), που δεν θα... έπρεπε να βλέπεις.

Magma

Οι Big Business στο Green Room από την αρχή είχαν έρθει για party. Η μανιακή rhythm διάδα των Melvins ξέρει από τέτοια σκηνικά και παίζοντας σχεδόν όλο το τελευταίο τους "Command Your Weather" (με ένα διάλειμμα για "Grounds For Divorce από το "Here Come The Waterlocks"), δεν άφησαν σβέρκο σε ησυχία (όταν ένας καψερός προσπάθησε να φύγει στο δεύτερο κομμάτι, ο Justin του ούρλιαξε πως τον παρακαλά να μείνει, αφιερώνοντάς του το επόμενο - εσύ τι θα έκανες ρε φίλε;). Να σημειώσουμε πως ο κύριος Coady Willis είναι ένας τεράστιος drummer - αλλά αυτό το ξέρατε.

Η Chelsea Wolfe έδωσε μία best-of εμφάνιση με κομμάτια από όλα της τα άλμπουμ (εκτός του πρώτου), ενώ παρουσίασε και ένα από τον επερχόμενο δίσκο της ("Static Hum"). Τα μπάσα που σε έκαναν μια χαψιά και ένα εντυπωσιακό light show συνόδευσαν τη στοιχειωτική φωνή της νέας βασίλισσας του σκότους, η οποία μη όντας ο κύριος λόγος επίσκεψής μου στο Tilburg, αποτελέσε ένα έντονα χαλαρό (sic) διάλειμμα μετά τους Big Business και πριν τους Amenra.

Chelsea Wolfe

Στο μεταξύ κάναμε κι ένα γρήγορο πέρασμα από το όμορφο ακουστικό set των Subrosa (subdued), καθώς και από τους Ολλανδούς death/blacksters Antropomorphia στο Extase (250 ατόμων), που ίσως ήταν η μοναδική μπάντα από όσες είδα που δεν μου χάρισε κάτι ουσιαστικό.

Anthropomorphia

Οι Amenra, θαμώνες πλέον του Roadburn και μία από τις μπάντες-εγγύηση στα live, δεν έκαναν τίποτα λιγότερο από το να γκρεμίσουν το 013, σε ένα από τα πρώτα τους (ή το πρώτο;) heavy set μετά από καιρό. (Ούτε) η αποψινή λειτουργία είχε σκοπό να μας γεμίσει θεία αγαλλίαση ή χάρη και αντ' αυτού μας άφησαν μόνο τα ασπρόμαυρα projections τους, να μας κρατάνε σαδιστική συντροφιά όσο ο χώρος κατακλύεται από απόγνωση. Όταν δε, ξεκίνησαν οι πρώτες νότες του "Nowena | 9.10" και στη σκηνή ανέβηκαν οι Scott Kelly (Neurosis) για τα φωνητικά και ο John Baizley (Baroness) για τρίτη κιθάρα, ξέραμε πως αυτό που βλέπουμε είναι ένα κλικ πιο ξεχωριστό από τις άλλες (πολλές) φορές που οι Βέλγοι έχουν εξαϋλώσει το Roadburn. Είχα πει πως δεν θα χρησιμοποιήσω αυτήν τη λέξη, αλλά είμαι ξεδιάντροπος: Το εξαΰλωσαν.

Διάλειμμα για τα απαραίτητα (με ό,τι αυτό συνεπάγεται) και οι headliners Baroness ξεκινούν το set τους ξεσκονίζοντας παλιά τους κομμάτια (με αποκορύφωμα το Birthling, που έπαιζαν για πρώτη φορά από το 2012). Συνέχισαν με επιλογές απ' όλη τη δισκογραφία τους έως και το πρόσφατο "Purple" και σίγουρα αποτέλεσαν την πιο «λυσσασμένη» μπάντα του Roadburn, με τον Baizley να μην μπορεί να σταθεί δευτερόλεπτο ακίνητος και να ευχαριστεί τον κόσμο.

Baroness

Στα μισά του set τους αποφάσισα να περάσω μία βόλτα από το Patronaat για Zeal & Ardor, κάτι που αποδείχτηκε αδύνατο καθώς το hype γύρω τους δείχνει να είναι όσο τεράστια ήταν και η ουρά κόσμου που σχηματίστηκε για να τους δει. Αν υπολογίσουμε τον πολύ κόσμο που εγκατέλειψε το set των Baroness (υπέθεσα πως παραείναι «χαρούμενη» μπάντα για να κρατήσει την πλειοψηφία του φεστιβάλ έως το τέλος του set-με εξαίρεση τους fan τους), μάλλον δεν ήμουν ο μόνος με αυτήν την ιδέα.

Λοιπόν, μάγκες - στον Perturbator πέσαν οι μάσκες. Με τις συζητήσεις στο τέλος του φετινού Roadburn να πηγαινοέρχονται στο πόσο σατανικά ραπάρουν οι Dalek (σας είδα να κουνιέστε από τα παράθυρα του Patronaat και ζήλευα, να το ξέρετε) ή στο πόσα κιλά ιδρώτα ρίξαμε χορεύοντας τα '90s synthwaves του Perturbator (πολλοί θα τον ξέρετε από τη συμμετοχή του στο video game Hotline Miami), το φεστιβάλ δείχνει όλο και πιο έτοιμο να ανοίξει τις μεγάλες του αγκαλιές στο ακόμη πιο «διαφορετικό». Όπως σχολιάστηκε, κατά τη διάρκεια του set του είχαμε τη γνώριμη εικόνα φίλων του «σκληρού ήχου» να προσπαθούν να ανταποκριθούν σε μπάνικες electro/techno φιγούρες, και αν μη τι άλλο, τα χαμόγελα ήταν πάααααρα πολλά όταν η ιστορία τελείωσε κάπως έτσι και μαζευτήκαμε σπίτια.

 

Σάββατο, 22 Απριλίου: Did you see the Sun?

Η Τρίτη μέρα είχε μερικά μου απωθημένα - οι Oranssi Pazuzu ήταν οι περσινοί Zeal & Ardor (πολύς κόσμος τους έχασε λόγω της ουράς στο Patronaat το 2016) και αφού δεν κατάφερα να τους δω ούτε στη φετινή τους αθηναϊκή συναυλία με Hexvessel όπου και βγήκαν με μιάμιση ώρα καθυστέρηση, χαζοχάρηκα όταν άκουσα πως η διοργάνωση αποφάσισε να τους ξαναφέρει στη μεγάλη σκηνή. Με εισαγωγή το φρεσκότατο "Kevat" από το νέο τους EP και συνεχίζοντας με σφυροκόπημα κυρίως από το ασσύληπτο "Valonielu", με έκαναν να ανοίγω τα μάτια και να αναρωτιέμαι από ποια μεριά έρχονται οι σατανικοί εξωγήινοι. Οι Φινλανδοί είναι πραγματικά μία ξεχωριστή live εμπειρία και ό,τι πιο κοντινό σε space travel στην τιμή συναυλιακού εισιτηρίου.

Oranssi Pazuzu

Μετά τους Coven, οι Βρετανοί doomsters Warning ήταν μία ακόμη μπάντα που «δεν θα έπρεπε να είναι εκεί», πόσο μάλλον όταν ανακοινώθηκε εν μέσω δυσπιστίας πως θα ερμηνεύσουν ολόκληρο το κλασσικό "Watching From A Distance". Η ξεχωριστή φωνή του Patrick Walker (40 Watt Sun) και το χάωμα της ίδιας της μπάντας που έδειχνε βυθισμένη σε αυτό που κάνει πριν ακόμη ξεκινήσει το show, μας έσπρωχναν σε μία προοδευτικά επικίνδυνη λούπα μελαγχολίας, φροντίζοντας να μας ξυπνάνε λίγο πριν τρελαθούμε, μόνο για να το ξανακάνουν με το επόμενο κομμάτι. Σαδιστές όλοι σας. Ο κόσμος έδωσε μόνο αγάπη σε μία από τις πιο σπαρακτικές στιγμές του φετινού Roadburn. Βούρκωσαν κι οι πέτρες στους Warning, με τα πολλά.

Warning

Μία γρήγορη βόλτα για να ξεσκουριάσω το σβέρκο μου με τους (πλέον έμπειρους) Βορειοϊρλανδούς sludge/doomsters των Slomatics και στη συνέχεια Green Room για Ahab και την εκτέλεση του heavier-than-heavy "Call Of The Wretched Sea". Οι Γερμανοί nautical (!) funeral doomsters έχουν δύναμη και cojones αντιστρόφως ανάλογα των tempo τους και κάνουν εύκολα οποιονδήποτε άλλο έχει τραγουδήσει για το Moby Dick να θυμίζει Δημουλίδου που γράφει παραμύθια για παιδιά. Το μακρύ ταξίδι μας γέμισε τα πνευμόνια αλατόνερο και μας φούσκωσε την καρδιά με λίγο από θάρρος και πολύ από τρόμο - τελικά αποδείχτηκε πως απλά μας την ετοίμαζαν για να καρφωθεί στο δοξάρι των My Dying Bride.

Ahab

Μερικές μπάντες είναι οι μπάντες του σχολείου, και όταν τύχει να τις δεις παθαίνεις "18" (eighteen). Το ότι θα πάθω "18" (eighteen) όταν είσαι οι My Dying Bride και μου ξεκινήσεις τη συναυλία σου με το "Sear Me MCMXCIII", για να συνεχίσεις με τα υπόλοιπα κομμάτια του ιστορικού "Turn Loose The Swans", είναι δεδομένο κύριε. Με μία εμφάνιση που συνέθλιψε ψυχές και απέδειξε γιατί δεκαετίες μετά την ίδρυσή τους οι Βρετανοί doom μάστορες παραμένουν από τις πιο influential μπάντες της μουσικής που ακούμε, ο Aaron Stainthorpe μας έψαλλε/απήγγειλε/πένθησε/γρύλιζε την απώλεια υπό τους ήχους ενός εκ των πιο αναγνωρίσιμων goth/doom βιολιών και projections του θρυλικού πλέον Costin Chioreanu στο wall. Η εμφάνιση έκλεισε με "Sear Me", "Your Shameful Heaven", "Cry Of Mankind" και προαναγγελία νέου δίσκου. Όλα καλά, ωστόσο εννοείται πως θα μπορούσαν α) να μην έχουν playback πλήκτρα β) να βρουν όντως γυναίκα να τραγουδήσει το "Black God" (το οποίο και παρέλειψαν).

My Dying Bride

Δίπλα, στο Green Room, οι Γάλλοι Aluk Todolo (με drummer τον Αντουάν Χατζηιωάννου) παρουσίαζαν όλο το περσινό "Voix", με τη χαρακτηριστική τους λάμπα να κρέμεται στο κέντρο της σκηνής. Δεν πρόλαβα παρά να δω τη λάμπα και μόνο, αλλά άκουσα τα καλύτερα για το ambience που δημιουργούν επί σκηνής.

Η βραδιά έκλεινε με το εντυπωσιακό stage show των αναστημένων industrial blacksters Mysticum, ωστόσο δεν συμμετείχα καθώς είχα αποφασίσει να χορέψω το "Maniac" πριν κοιμηθώ.

Mysticum

Στο Green Room έγινε του Perturbator Pt. II, με αυτούς τους απίθανους τυπάδες των Carpenter Brut (συμμετοχή στο Hotline Miami 2) να έχουν τοποθετήσει ένα αόρατο τραμπολίνο στο δάπεδο του venue. Όχι, βάλτε ένα βιντεάκι στο YouTube και δείτε τι γίνεται όταν παίζουν το Maniac. Ε, αυτό ήθελα πριν τον ύπνο, δικάστε με.

 

Κυριακή, 23 Απριλίου: A Marriage of Assassinations

Η τελευταία -και πάντα πιο... χαλαρή- ημέρα ξεκίνησε με τους ψυχεδελικούς Gong στο Het Patronaat, λίγο αργά. Νωρίτερα, δεν καταφέραμε να προλάβουμε Oxbow, Pallbearer και Sumac (του πολύ Aaron Turner), ενώ είχε ανακοινωθεί και εμφάνιση-έκπληξη των Ισλανδών blacksters Mispyrming στο Cul de Sac (η πέμπτη σκηνή του φεστιβάλ, χωρητικότητας 150 ατόμων).

Pallbearer

Οι Gong (Het Patronaat) συνεχίζουν να ψυχεδελιάζουν τον κόσμο εδώ και δεκαετίες, ως εκπρόσωποι της παλιάς καλής Hawkwind σχολής (η αναβίωση και συνέχιση της μπάντας ήταν και η τελευταία επιθυμία του αποβιώσαντα καλλιτέχνη και μέλους τους Daevid Allen). Αν και έχουν χάσει αρκετή από τη δυναμική τους σε σχέση με τις εμφανίσεις τους στα '70s, μας άφησαν με χαμόγελα (και τους άρεσε η μυρωδιά του χώρου, όπως είπαν - έτσι πρέπει να μυρίζει ένας συναυλιακός χώρος, όπως μας είπαν). Είχε έρθει η ώρα των Ulver στην κεντρική σκηνή.

Gong

Οι Ulver με τρομοκράτησαν - το "Assassination Of Julius Caesar" είναι ένας δίσκος όταν τον ακούς, ένας άλλος όταν το βλέπεις ζωντανά. Τα "pop" ( :P ) φωνητικά του Kristoffer Rygg (του Garm, ντε) είναι σε υψηλότατο επίπεδο και το οπτικοακουστικό χαλί που έστησαν για να μας υπενθυμίσουν την παροδικότητα των αυτοκρατοριών τόσο σε πολιτικό όσο και σε προσωπικό επίπεδο ανατρίχιασε πολύ κόσμο. Μετά το "Marriage..." οι Ulver έχουν αποκτήσει status οραματιστών, και εδώ μας δίνουν κάθε λόγο να φοβόμαστε για το μέλλον έχοντας το παρελθόν για θλιβερή υπενθύμιση. Πόσο ρηχά φαντάζουν πλέον τα αστειάκια «οι Ulver έπαθαν Depeche Mode» για ένα τέτοιο έργο...

Ulver

Μία μέρα μετά την εμφάνιση των Candlemass στην Αθήνα, ο Leif Edling ήταν στο Tilburg για το πρώτο live της νέας του μπάντας, Doomsday Kingdom (κυκλοφόρησαν το ντεμπούτο τους πρόσφατα). Λίγο αγαπημένο, old school doom είναι πάντα καλοδεχούμενο, πόσο μάλλον όταν στο παίζει ο τύπος που εφηύρε το αγαπημένο, old school doom. Highlight, η αναπόφευκτη συγκίνηση και το θερμότατο χειροκρότημα όταν ο Leif μίλησε για το πρόβλημα υγείας του και το τι σημαίνει γι' αυτόν το να είναι στο σανίδι και να ροκάρει με φίλους.

Doomsday Kingdom

Οι Hypnopazuzu κατάφεραν να μετατρέψουν μία σύντομη βόλτα μου σε βίδωμα για ολόκληρο το show τους - είχα σίγουρα υποτιμήσει τη δύναμη των underground θρύλων David Tibet (Current 93) και Martin 'Youth' Glover (Killing Joke) και δεν θα μου το άφηναν ασυγχώρητο. Η θεατρικότητα στη φωνή και την εμφάνιση του κου Tibet σε συνδυασμό με τις όμορφες συνθέσεις του Create Christ, Sailor Boy αποτελούν ένα φρέσκο take στη μουσική των δύο καλλιτεχνών, που ωστόσο εξακολουθούν να είναι αναγνωρίσιμοι από χιλιόμετρα.

Hypnopazuzu

Οι Pillorian έκλεισαν το φεστιβάλ με εκμοντερνισμένο παραδοσιακό death/black, ερμηνεύοντας όλο το φετινό Obsidian Arc. Το νέο όχημα του John Haughm (Aggaloch) δείχνει να προσπαθεί να απομακρυνθεί ελαφρά από τη μουσική των πρώην ξεκινώντας ωστόσο από γνώριμα (και γι' αυτόν και για εμάς) μονοπάτια. Το Obsidian Arc σίγουρα δεν ανακαλύπτει την Αμερική αλλά η επαγγελματικότατη εμφάνισή τους ήταν ό,τι έπρεπε για την τελευταία μπύρα του φετινού Roadburn. Στο Patronaat σχολούσαν ταυτόχρονα οι Inter Arma για τους οποίους προφανώς ακούστηκε πως επίσης έδωσαν το post-sludge το καλό.

Pillorian

Ύπνος, αγκαλιές, αεροπλάνο, Αθήνα, report.

Τα λέμε το 2018 (Tom Waits και ISIS, καλέ θεούλη;)

Γιάννης Δημητρόπουλος

 

Roadburn. Ένα φεστιβάλ που καθώς κλείνει τη δεύτερη δεκαετία της ζωής του, φαίνεται να ανεβαίνει σε δημοτικότητα χρόνο με τον χρόνο. Η άριστη οργάνωση του, η επιλογή μπαντών (εδραιωμένων και ανερχόμενων) από όλο το φάσμα του πιο «πειραματικού» σκληρού ήχου, τα special event (εκθέσεις ζωγράφων, ανοιχτές συνεντεύξεις, κ.α.), καθώς και το γεγονός ότι λαμβάνει χώρα στην Ολλανδία -η οποία είναι γνωστή για τους χαλαρούς κανόνες της-, αποτελούν πόλο έλξης για μουσικόφιλους από όλο τον κόσμο (Νέα Ζηλανδία ή Βραζιλία είπατε;) και κάνουν τα εισιτήρια sold-out πολύ σύντομα μετά την έκδοσή τους.

Το ίδιο το φεστιβάλ έχει την έδρα του στο Tilburg, μια πόλη 200.000 κατοίκων, αρκετά κοντά στο Eindhoven και εύκολα προσβάσιμο επίσης από το Amsterdam, σε περίπτωση που κάποιος/κάποια θέλει να το συνδυάσει με τουρισμό. Η χωρητικότητα του είναι περίπου 3.000 άτομα και διαρκεί τέσσερεις μέρες, με τις μπάντες να μοιράζονται σε πέντε σκηνές οι οποίες είναι σε διάφορα κτήρια και club γύρω από μια εκκλησία στο κέντρο της πόλης. Το Main Stage όπου παίζουν τα μεγαλύτερα ονόματα, το Het Patronaat που έχει χτιστεί στο πίσω μέρος της εκκλησίας, το Green Room, το Extase και το Cul de Sac. Τα δύο τελευταία είναι στην ουσία μικρές pub που φιλοξενούν τις πιο «μικρές» μπάντες αλλά λόγω έλλειψης χώρου είναι πάντα πηγμένα!

Δεύτερη μου, λοιπόν, στο εν λόγω φεστιβάλ μιας και είχα παρευρεθεί και πέρυσι και είχα φύγει με τις καλύτερες εντυπώσεις. Αυτήν τη χρόνια είχα τη χαρά να μου ζητηθεί από το Rocking.gr να καλύψω και την εκδήλωση, οπότε ό,τι διαβάσετε στις επόμενες παραγράφους αποτελεί απλά μια προσωπική καταγραφή των όσων είδα αυτό το τετραήμερο. Εδώ θα πρέπει να διευκρινίσω ότι το προσωπικό μου γούστο στη σκληρή μουσική βρίσκεται σε πιο κλασσικούς χώρους οπότε ας μου συγχωρεθούν τυχόν λάθη στην περιγραφή των μπαντών που κατάφερα να δω. Τις περισσότερες τις ήξερα πριν μόνο ως όνομα ή δεν είχα καν την παραμικρή ιδέα ότι υπήρχαν. Ευκολάκι όταν πρόκειται για 120 μπάντες... Πάμε!

 

1η μέρα (Πέμπτη 20/4)

Αφού καταφέραμε μετά κόπων και βασάνων να φτάσουμε στο μέρος που θα μέναμε (ένα όμορφο camping λίγο έξω από την πόλη) ξεκινάμε την ημέρα μας με τους Wretch τους οποίους προλάβαμε στα τελευταία τους τραγούδια. Έπαιξαν δεμένο παραδοσιακό κλασσικό Doom Metal από το περσινό ντεμπούτο τους. Όχι κάτι το οποίο θα αλλάξει τον κόσμο, αλλά το set κύλησε όμορφα και μας άνοιξε την όρεξη για τη συνέχεια. Η οποία συνέχεια μας βρίσκει στους Crippled Black Phoenix των οποίων τη μουσική δεν είχα ξανακούσει. Δεν μπορώ να πω ότι ενθουσιάστηκα με τα μακροσκελή κομμάτια τους, αλλά ο κόσμος πέρναγε καλά οπότε το κάνω μόκο και συνεχίζω με τους/τις SubRosa που έπαιζαν στην ίδια σκηνή. Επίσης πρώτη μου γνωριμία και με αυτήν την μπάντα. Χωρίς «βαρβαρότητες», με έντονη χρήση του βιολιού και δημιουργία όμορφων ηχητικών τοπίων. Συμπαθητικοί ήταν!

Παραμένοντας στην ίδια σκηνή ήρθε η ώρα για τους Wolves In The Throne Room, μια μπάντα που ήθελα να δω live καθώς τα album τους ήταν καλή συντροφιά στο σπίτι και ήμουν περίεργος να δω αν μπορούσαν να αναπαράξουν αυτό το «ταξιδιάρικο» Black Metal και επί σκηνής. Και σιγά μη δεν μπορούσαν! Μία ώρα σκοτεινού ξεχειλώματος με τα Burzum-ικά riff να μας στέλνουν σε κόσμους ανήλιαγους.

Wolves In The Throne Room

Μικρή παύση και έρχεται η ώρα για την μπάντα που παίζει και να ταξίδευα μέχρι την Αλάσκα για να τους δω. Ευτυχώς, δεν χρειάστηκε μιας και οι καλοί κύριοι του Roadburn φρόντισαν να κάνουν το απίστευτο. Coven, κυρίες και κύριοι. Στην πρώτη τους φορά ever επί ευρωπαϊκού εδάφους και -αν δεν απατώμαι- στην πρώτη τους συναυλία γενικά εδώ και πάνω από σαράντα χρόνια! Η πρώτη Rock μπάντα με ξεκάθαρο Σατανικό image και πηγή έμπνευσης για όλες τις σύγχρονες occult rock καταστάσεις. Μια μπάντα που αν έλεγες πέρυσι ότι θα ήθελες να τους δεις ζωντανά θα είχε την ίδια απόδοση με το να ήθελες να δεις τους αυθεντικούς Queen! Η προσμονή στα ύψη, η συγκίνηση πριν βγουν σε ακόμα ψηλότερες σφαίρες ύπαρξης. Εισαγωγή με τη Σατανική Λειτουργία και ένα φέρετρο στη σκηνή από το οποίο βγαίνει η Αρχιέρεια Jinx. Εκεί σταματάει ο χρόνος. Το είδωλο κάθε female-fronted συγκροτήματος που ασχολήθηκε με το αποκρυφιστικό rock ήταν εκεί μπροστά μας να μας μαγέψει με ύμνους όπως τα "Coven In Charing Cross", "Wicked Woman" και "Black Sabbath". Η Dawson δεν γνωρίζει ηλικία, όπως και η φωνή της. Μαγική, σαγηνευτική και απόκοσμη. Στο setlist βρήκαν χώρο και καινούργια κομμάτια, κάτι που έκανε μια μικρή κοιλιά πριν τελειώσουν με το "Blood On The Snow". Βίωμα. Μόνη ένσταση το «φτωχό» show, τουλάχιστον γι' αυτό που περίμενα, με τελετές και άλλα «όμορφα» που έκαναν στα '60s. Φτωχά τα λόγια όμως! Διάλλειμα μπας και καταλάβουμε τη Μαγεία που μόλις ζήσαμε και βουρ στην επόμενη μπάντα.

Coven

Τους Bongzilla τους ήξερα μόνο κατ' όνομα και για την ευγενή συνήθεια να γεμίζουν τον χώρο «μυρωδιές» από σκηνής. Βαρύς κι ασήκωτος ήχος, οι οπαδοί τους το χάρηκαν αλλά εγώ έπρεπε να τρέξω μια βόλτα από τους Batushka, των οποίων το άλμπουμ είχα ιδιαίτερα συμπαθήσει. Μπαίνοντας στον χώρο, σου ερχόταν μπαμ μια λιβανίλα (από το κανονικό το λιβάνι, της Εκκλησίας!) και έβλεπες την μπάντα με τις κουκούλες και το video wall που έπαιζε σκηνές Ορθόδοξου «κάλλους». Φανταστική ατμόσφαιρα, πολύ καλή εκτέλεση του περίεργου Black Metal τους. Κρίμα που δεν μπόρεσα να είμαι εκεί σε όλη τη διάρκεια του set τους. Την επόμενη φορά. Μαζί μας θα είναι γιατί έχουν πολλά να δώσουν. Μαζεύουμε τα κομμάτια μας από την πρώτη μέρα και πάμε να τακτοποιήσουμε στο υποσυνείδητο μας τα όσα ζήσαμε.

 

2η μέρα (Παρασκευή 21/4)

Αφού ξυπνήσαμε με την παρέα των συμπαθέστατων πτηνών (πάπιες, κτλ) του camping, κατηφορίζουμε για τη δεύτερη μέρα. Ξεκίνημα με τους τεράστιους Magma. Δύσκολη, πειραματική μουσική από τους Γάλλους, ειδικά για πρώτη μπάντα και μεσημέρι. Η εμφάνιση τους, όμως, σε γέμιζε με δέος. Η πολυπληθής παρέα μοίραζε απλόχερα από σκηνής ηλεκτρονικούς/jazz/progressive rock ήχους των οποίων η ιστορική αξία σε καθήλωνε.

Magma

Ένα γρήγορο πέρασμα από Zhrine για να τσεκάρουμε το Black/Death τους το οποίο ακούστηκε δεμένο. Μικρό διάλλειμα μιας και στις μικρότερες σκηνές γινόταν ο κακός χαμός και δεν έμπαινες που να είχες τον Walter (διοργανωτής του φεστιβάλ) μπάρμπα.

Zhrine

Ήρθε και η ώρα για Chelsea Wolfe. Είχα ακούσει κάποια κομμάτια διάσπαρτα στο παρελθόν, έχει κάνει και ένα όνομα, είπαμε να δούμε και ζωντανά τι λέει. Μάπα το καρπούζι και αυτό είναι καθαρά υποκειμενική άποψη. Μάζεψε τον κόσμο της, καλά φαίνονταν να περνάνε αλλά η μουσική της μου φάνηκε τελείως άνευρη και ευνουχισμένη. Βαρεθήκαμε πολύ γρήγορα η αλήθεια είναι. Ίσως τα στούντιο πονήματα της να είναι όντως καλά, ίσως να φταίει και το γεγονός ότι είμαι άσχετος με το στυλ. Συμπαθητική ατμόσφαιρα, αλλά μέχρι εκεί. Αυτά. Next.

Chelsea Wolfe

Τρέξιμο στο «μικρό» Extase να προλάβουμε λίγο από τους Death-άδες Antropomorphia. Αμ, δεν! Οι τυπάρες έκαναν soundcheck την ώρα που έπρεπε να είχε ξεκινήσει το set τους και αφού δέησαν να τελειώσουν το κούρδισμα μας πετάνε και μια αχρείαστη 10-λεπτη εισαγωγή. Αποτέλεσμα να δούμε μόνο ένα τραγούδι μιας και έπρεπε να αλλάξουμε σκηνή για τους Amenra. Τους είχαμε δει και πέρυσι. Μόλις βγαίνει το συγκρότημα η φωτογραφική μου μηχανή με προδίδει χωρίς οίκτο και μένει από μπαταρία! Την αφήνω να φορτίζει και παραδίδομαι σε ένα φανταστικό show πειραγμένου/ελιτίστικου/δεν ξέρω από τέτοιες ταμπέλες ήχου. Ο συνδυασμός της μουσικής τους με τις εύστοχες επιλογές ασπρόμαυρων τοπίων στο background έδενε απίστευτα. Δεν ξέρω αν και στο στούντιο είναι τόσο ψαρωτικοί αλλά live οι Βέλγοι παρήγαγαν Τέχνη. Όμορφο. Μπράβο τους!

Εδώ θα ήθελα να παρατηρήσω την συνεχή χρήση video wall από πολλές από τις μπάντες του Roadburn. Φαντάζομαι ότι η ατμοσφαιρική φύση της μουσικής των συγκροτημάτων αυτών ίσως και να απαιτεί το να υπάρχει και οπτικό ερέθισμα κατά τη διάρκεια της συναυλίας. Από την άλλη δεν μπορώ παρά να αγχωθώ για την έλλειψη χαρισματικών frontmen οι οποίοι θα έπαιρναν το show πάνω τους και θα καθήλωναν τα βλέμματα του κόσμου. Λεπτομέρειες. Ή όχι και τόσο, όπως ανακάλυψα στην επόμενη μπάντα, τους Baroness. Οι Αμερικάνοι ακούστηκαν δεμένοι, γέμισαν την κεντρική σκηνή, έπαιξαν με όρεξη, αλλά κάτι έλλειπε. Δεν είμαι και ο μεγαλύτερος fan τους για να τους κρίνω αλλά όπως είπε και κάποιος από την παρέα «τους κατάπιε η σκηνή». Ίσως δεν φτάνουν μόνο τα πανέμορφα, η αλήθεια είναι, εξώφυλλα και κάποιες καλές κριτικές για να κερδίσεις τον οπαδό που σε παρακολουθεί.

Baroness

Και η ώρα του διλήμματος έφτασε. Perturbator ή Zaum; Οι μεν πρώτοι έπαιζαν στο «μεγάλο» Het Patronaat και είχα την περιέργεια να δω την πώρωση που έχει φάει ο κόσμος με την beat electronica τους. Από την άλλη κάτι με έτρωγε να πάω στους δεύτερους που έπαιζαν στο μικροσκοπικό Cul de Sac. Είπα να τα μοιράσω ξεκινώντας από τους Zaum. Μονολιθικό doom με πολλά κιλά καψίματος, μόνο ντραμς και μπάσο, αργό όσο δεν πάει και minimal σκηνική παρουσία με μόνο κεριά.

Zaum

Για ένα μισάωρο μας ταξίδεψαν σε ερήμους και έλη, μέχρι που με πολύ κόπο αποφάσισα να φύγω για να τσεκάρω και τους Perturbator. Μια πολύ λάθος κίνηση απ' ό,τι αποδείχθηκε καθώς η ουρά ήταν τεράστια, ακόμα και προς το τέλος του set τους. Απ' ό,τι άκουσα έπαιξαν πολύ καλά και ικανοποίησαν το κοινό τους. Κρίμα και για τους Zaum που θα μπορούσα να τους είχα δει ολόκληρους. Ας πρόσεχα!

 

3η μέρα (Σάββατο 22/4)

Ξημέρωσε και το Σάββατο, με τον καιρό να έχει αρχίσει να μην μας τα λέει καλά. Πολύ καλά μας τα είπαν όμως οι Oranssi Pazuzu με το ψυχεδελικό black metal τους. Όμορφα, ταξιδιάρικα θέματα. Πολύ καλό και το light show τους, το οποίο στο τέλος είχε γίνει κατακόκκινο και σε έστελνε κατευθείαν σε μια κόλαση φωτιάς και καπνού. Μπράβο στους Φινλανδούς. Μαγευτική παρουσία που τη χάρηκαν όλοι.

Oranssi Pazuzu

Αλλαγή σκηνικού για τους κλασσικούς doom-άδες Warning οι οποίοι θα έπαιζαν ολόκληρο το "Watching From A Distance", η πρώτη από τις μπάντες της ημέρας που θα έπαιζε ολόκληρο άλμπουμ της live. Μας άφησαν πολύ καλές εντυπώσεις με την απόδοση τους και σίγουρα κέρδισαν πολλούς νέους οπαδούς που δεν ήταν εξοικειωμένοι με το υλικό τους.

Σειρά είχαν οι σαφώς πιο ενεργητικοί Memoriam με μέλη των Bolt Thrower. Πολεμικό death για να μας ξυπνήσει και να επαναφέρει τους ρυθμούς ύπαρξης σε normal επίπεδα! Παλιές καραβάνες που ήξεραν να δώσουν στο υλικό τους τη σοβαρότητα και στιβαρότητα που του άρμοζε.

Memoriam

Δεύτερη μπάντα που παρουσίαζε ολόκληρο άλμπουμ της ήταν οι Ahab με το "The Call Of The Wretched Sea". Αργόσυρτο, βασανιστικό doom που μάζεψε πολλούς οπαδούς στο Green Room που έπαιζαν. Βασικά μάζεψε πολλούς περισσότερους απ' ό,τι χωρούσε με αποτέλεσμα να νιώθεις ότι βυθίζεσαι σε ωκεανούς υγρασίας και ασφυξίας. Ίσως και να κολλούσε με το «ναυτικό» στυλ τους όμως!

Πολύ ωραία και καλά όλα αυτά, αλλά ήρθε η ώρα όπου οι Μέγιστοι My Dying Bride θα δίδασκαν για ακόμα μια φορά τον πόνο παίζοντας ολόκληρο το τρισμέγιστο "Turn Loose the Swans" που για τον γράφοντα αποτελεί ένα από τα αριστουργήματα αυτής της μουσικής. Με τον Aaron να ανεβαίνει στη σκηνή για την εισαγωγή και την υπόλοιπη μπάντα να ακολουθεί, ξεκινά το ταξίδι στα μελαγχολικά μονοπάτια αυτού του Κολοσσού. Μόνο δέος, συγκίνηση και θαυμασμός. Η θεατρικότητα του frontman που φαινόταν να ζει κάθε στιγμή των στίχων που γράφτηκαν πριν από 25 χρόνια, η απόδοση των υπολοίπων και τα εύστοχα animation στο background κλείδωσαν κάθε έννοια χώρου και χρόνου και απαιτούσαν από τους παρευρισκόμενους την απόλυτη αφοσίωση τους στη Μαγεία που λάμβανε χώρα μπροστά στα μάτια τους. Μας έλλειψε το "Black God" καθώς δεν το έπαιξαν λόγω έλλειψης «πολύ καλής τραγουδίστριας» όπως είπαν, αλλά με την προσθήκη ενός "Your Shameful Heaven" ή ενός "The Cry Of Mankind" ούτε ο πιο γερογκρινιάρης του κόσμου δεν θα μπορούσε να μείνει με ψήγμα παραπόνου! Βίωμα και εδώ!

My Dying Bride

Διάλλειμα για να μαζευτούν οι σκέψεις και τα συναισθήματα, και πάμε στην τελευταία μπάντα για απόψε, τους Mysticum. Ανέκαθεν έτρεφα μια συμπάθεια για τους Νορβηγούς και το γεγονός ότι υπήρξαν τόσο πρωτοπόροι στα '90s, αλλά δεν περίμενα με τίποτα αυτό που είδαν τα ματάκια μου. Ο ΠΑΝΙΚΟΣ Ο ΙΔΙΟΣ! Άνετα το μεγαλύτερο light show του τετραημέρου με τα strobe light να δίνουν και να παίρνουν, η τριάδα των μουσικών σε βάθρα που δέσποζαν πάνω από το κοινό και ένα ισοπεδωτικό industrial black metal που μας έκοψε την ανάσα. Λουσμένοι σε ένα ασταμάτητο φως και με ρυθμούς που άγγιζαν πολλές φορές την techno μας έδωσαν τα μυαλά στο χέρι. Αν κάποιος δεν είχε ήδη επιληψία την απέκτησε τότε σίγουρα. Αλλά δεν μπορούσες να φύγεις. Όχι. Καθόμασταν εκεί ανίκανοι να αντιδράσουμε σε αυτήν την επίθεση στις αισθήσεις μας. Κάθαρση.

Mysticum

 

4η μέρα (Κυριακή 23/4)

Η τελευταία μέρα του φεστιβάλ έφτασε και το doom αίσθημα ότι κάτι όμορφο τελειώνει εδραιώθηκε, υποβοηθούμενο και από το συννεφιασμένο Tilburg. Ο κόσμος σαφώς λιγότερος αφού ήταν Κυριακή και πολλοί θα έπρεπε να ταξιδέψουν.

Οι Pallbearer με τους οποίους ξεκινήσαμε τη μέρα μας δεν με ενθουσίασαν προσωπικά. Μου φάνηκαν τετριμμένοι και τα φωνητικά τους άστοχα. Είναι μια μπάντα που δεν είχα ακούσει κάποια δουλειά της πιο πριν οπότε δεν μπορώ να ξέρω αν ήταν απλά μια κακή στιγμή τους. Περνώντας από τη διπλανή σκηνή έκανα μια στάση να δω ποιοι έπαιζαν. Ένας τυπάς ήταν οι ACB Of Caina, χωμένος στα synthesizer του και έπαιζε με συχνότητες. Επειδή λυπήθηκα τα όποια εγκεφαλικά κύτταρα προσπαθούσαν να επιβιώσουν, την έκανα γρήγορα από εκεί. Ιδιαίτερες καταστάσεις για κάποιους. Σεβαστό.

ACB Of Caina

Όπως και σεβασμός αρμόζει στους ιστορικούς Gong, τους πρωτοπόρους μαζί με τους Hawkwind του '70s ψυχεδελικού space rock. Περίεργες δομές, χαρακτηριστικές της εποχής τους, μεγαλύτερες ηλικίες στο κοινό, ωραία χρώματα στο video wall, και νοσταλγία. Χάρηκα που τους είδα.

Gong

Συνέχεια με Ulver οι οποίοι μας παρουσίασαν το ολοκαίνουριο "The Assassination Of Julius Caesar". Δεν έχω παρακολουθήσει την πορεία της μπάντας μετά το "The Marriage Of Heaven And Hell", οπότε δεν έχω γνώμη για το πού στέκονται σήμερα στην ηλεκτρονική τους περίοδο. Συμπαθητικό ήταν αυτό που είδα χωρίς να ενθουσιαστώ κιόλας. Ίσως σπίτι με ακουστικά να μου πει περισσότερα πράγματα.

Ulver

Τρέξιμο στους The Doomsday Kingdom του μπάρμπα-Leif Edling. Έντιμο, επικό doom metal, όπως μας έχει συνηθίσει ο master των Candlemass. Ο κόσμος δεν τους τίμησε ιδιαίτερα καθώς ο χώρος ήταν μισοάδειος αλλά αυτό δεν πτόησε τους παρευρισκόμενους να το διασκεδάσουν με τα βαριά riff και τα φωνητικά του τραγουδιστή των Wolf. Στο τελευταίο τραγούδι ο Leif πήρε το μικρόφωνο. Μάλιστα. Κάπου εδώ είχαμε παραδώσει πνεύμα και δεν ήξερα ούτε μια μπάντα από αυτές που ακολουθούσαν. Απαλλαγμένοι, λοιπόν, από το άγχος είπαμε να βολτάρουμε στις περισσότερες να πάρουμε μια γεύση.

Doomsday Kingdom

Πολύ ωραία έκπληξη οι Hypnopazuzu του David Tibet των Current 93. Πολύς κόσμος πάνω στη σκηνή, πολύπλοκη αλλά ευάκουστη μουσική, γενικά μια πολύ καλή παρουσία. Λίγο από Pontiak που μάλλον σε stoner μου έκαναν.

Pontiak

Δεύτερη ευχάριστη έκπληξη οι Pillorian με το ταξιδιάρικο black netal τους, κέρδισαν τις εντυπώσεις και μας έκαναν να κάτσουμε να τους δούμε για όλο το set τους. Τέλος, οι Radar Men from the Moon. Τριπαριστό stoner με μπόλικα ηλεκτρονικά στοιχεία, μας έκανε να περάσουμε καλά. Όμορφο κλείσιμο για άλλο ένα Roadburn.

Radar Men

Συνολικά ήταν μια πάρα πολύ καλή εμπειρία. Είδαμε μπάντες που δεν πιστεύαμε ότι θα δούμε ποτέ στη ζωή μας, αγαπημένες μπάντες σε special event, μπάντες που ήμασταν περίεργοι να δούμε τι λένε, και μπάντες που δεν είχαμε ιδέα ότι υπάρχουν αλλά μας εξέπληξαν. Πολλά για όλους λοιπόν τέτοια φεστιβάλ. Με φανταστική οργάνωση, πολύ καλή ατμόσφαιρα και γενικά μια αύρα ότι γίνεται κάτι το μοναδικό. Και του χρόνου λοιπόν να είμαστε καλά να ξαναπάμε. Αν κλείσουν και τους Black Widow οι διοργανωτές εγώ προσωπικά θα κατασκηνώσω απ' έξω! Χίλια ευχαριστώ στην Αθηνά και τον Γιάννη για το team, τα παιδιά στο Safari και την Becky για τη συνεργασία. Cheers!

Χρήστος Οικονόμου

  • SHARE
  • TWEET