Molly Nilsson, Lia Hide @ Death Disco, 27/11/15

«H Σουηδέζα τραγουδίστρια και παραγωγός υποστήριξε πετυχημένα την επιλογή της να εμφανίζεται χωρίς συγκρότημα»

02/12/2015 @ 11:44
Ανέκαθεν έβρισκα την ιδέα του προηχογραφημένου συναυλιακού performance προβληματική. Όχι μόνο σε επίπεδο αισθητικό -οπτικό ή ηχητικό- ή τεχνικό, αλλά στο πολύ βασικό γεγονός ότι δημιουργεί έναν πολύ διακριτό όριο στην ανάπτυξη ενός καλλιτέχνη. Την Παρασκευή βρέθηκα μπροστά σε δύο εκδοχές αυτού του σεναρίου: Μια ακούσια και μία εκούσια.

Ας τα πάρουμε όμως από την αρχή. Χωρίς ιδιαίτερες αποκλίσεις από το πρόγραμμα, ανοίγει η Lia Hide, της οποίας τη δουλειά δεν είχα υπ' όψιν μου. Με προηχογραφημένο υλικό πάνω στο οποίο τραγουδούσε, παίζοντας ωστόσο και συχνά πυκνά στα πλήκτρα γραμμές από τα κομμάτια, αμέσως έγινε φανερός ο λόγος της επιλογής της για support. Synthpop με κατεύθυνση ελαφρώς indie, με ευχάριστη ροή και αξιόλογο συνθετικά επίπεδο. Λίγο ψάξιμο εκ των υστέρων, με οδήγησε στο να δω πως κανονικά εμφανίζεται με full band - εικάζω πως ο πιο πιθανή αιτία για την επιλογή να βγει χωρίς αυτή ήταν η συνοχή με το main act καθώς και ενδεχομένως ο χρόνος εμφάνισης και αλλαγής. Αυτό ήταν και ένα από τα δύο βασικά αρνητικά σημεία τα οποία εντόπισα και θεωρώ κρίμα, τη στιγμή που είναι ήδη στημένο τέτοιο line-up να περιορίζεται σε μια τέτοια εμφάνιση, ειδικά όταν αυτή είναι support σε κατάμεστο μαγαζί.

Η διάθεση και η παρουσία της συντέλεσαν πολύ θετικά σε ένα ωραίο κλίμα και σε γενικές γραμμές ευχαριστήθηκα την ώρα που έπαιξε - θα ήταν επίσης παράλειψη να μην αναφέρω τις καλές της φωνητικές ικανότητες που πήγαιναν ένα κλικ παραπέρα αρκετά σημεία. Δίκοπο όμως μαχαίρι, καθώς φοβάμαι πως η Lia Hide δεν καταφέρνει να ξεφύγει εντελώς από την ίσως μεγαλύτερη για μένα παθογένεια της ελληνικής σκηνής σε οποιοδήποτε vocal-driven είδος μουσικής: τις μελωδίες των φωνητικών. Δεν είναι ότι δεν ήταν ωραίες ή ότι δεν υπήρχαν καλές στιγμές, αλλά ότι κάπου μετά από τρία - τέσσερα κομμάτια αρχίζει να υπάρχει ένας κορεσμός. Τέλος, αναλογικά με τη διάρκεια των κομματιών τα σημεία στα οποία τα φωνητικά είναι πιασάρικα, κολλητικά είναι πολύ λίγα, κάτι που καλώς ή κακώς αποτελεί βασική συνθήκη για την καλή pop.

Στο δεύτερο μέρος τη βραδιάς τώρα. Είναι ενδιαφέρουσα περίπτωση η Molly Nilsson. Παρ' όλο που ο κόσμος που την παρακολουθεί ανήκει στους χώρους του new wave / darkwave / post-punk, η μουσική της φλερτάρει περισσότερο με το chillwave τύπου Washed Out ή Toro Y Moi παρά με τη synth pop / darkwave ατμόσφαιρα των TR/ST ή των Wolfsheim ή ακόμα και των Hurts. Ενδιαφέρον επίσης αποτελεί το γεγονός πώς είναι ικανή να κλείσει sold out έναν χώρο όπως η Death Disco, λαμβάνοντας υπ' όψιν τα παραπάνω αλλά και τη σχετική ανωνυμία της - κρίνοντας πάντα από δικούς μου κύκλους γνωστών. Φυσικά, αυτό μόνο θετικό μπορεί να αποτελέσει. Το ότι ο κόσμος είχε αδημονία να τη δει είναι κάτι που έβγαινε τόσο στο γενικό κλίμα στο μαγαζί, όσο και στην αλληλεπίδραση με τα acts, ενισχύοντας τα performances.

Το ότι η Nilsson, όμως, βγήκε ως συνήθως μόνη, με προηχογραφημένα όλα εκτός φωνής, ήταν κάτι που αναπόφευκτα στην αρχή με βρήκε μουδιασμένο. Παρ' όλα αυτά τα κομμάτια της σε συνδυασμό με την παρουσία της εκπέμπουν άνεση και ζεστασιά που άμεσα δίνουν την αίσθηση μιας πιο «σπιτικής» και οικείας κατάστασης, πολύ περισσότερο από τη στιγμή που άνοιξε το στόμα της για να μιλήσει. Γλυκύτατη και χωρίς περιττά λόγια, έδινε το προσωπικό της context σχεδόν σε κάθε κομμάτι που πήγαινε να παίξει και κατάφερνε αυτό να το κάνει με τρόπο που προσέθετε αντί να αφαιρούσε από τη ροή και την ατμόσφαιρα, δίνοντας χώρο στο να απολαύσει κανείς το όλο σκηνικό.

Έγινε, δηλαδή, άμεσα φανερό πως όχι μόνο είναι εντελώς συνειδητή η επιλογή της να βγαίνει χωρίς μπάντα, αλλά και πως έχει αναπτύξει την ικανότητα να το αξιοποιεί θετικά, φέρνοντάς το στα μέτρα της και παράγοντας μια πολύ ευχάριστη εμπειρία, γνωρίζοντας τα όρια και τα δυνατά της σημεία και μένοντας σε αυτά. Στο set αναγνώρισα κυρίως κομμάτια από το φετινό "Zenith", το οποίο ενδεχομένως να άφησε κάποιους πιο έμπειρους να θέλουν ένα πιο απλωμένο δισκογραφικά σετ, προσωπικά όμως δεν με πείραξε καθόλου. Και οι εκτελέσεις της, έτσι και αλλιώς μη απαιτητικές, ήταν άψογες και τρυφερές - όπως άρμοζε στην περίσταση και στην προσέγγισή της.

Αυτό είναι και το ζητούμενο της δουλειάς της. Δεν έχει ανάγκη να φέρει δαίμονες, μεγάλα πάθη και κατάνυξη στα τραγούδια της. Και ακριβώς αυτή η πρόθεσή της είναι και το μεγάλο της χαρτί σε σχέση με το ότι βγαίνει με το live «κονσέρβα». Καλώς ή κακώς, αν ποτέ θελήσει να κάνει το κάτι παραπάνω δισκογραφικά, θα συναντήσει ένα νέο όριο, το οποίο χωρίς να στήσει ένα ζωντανό σχήμα δεν θα μπορέσει να ξεπεράσει.

Ηρακλής Χιονίδης (αναγνώστης)

  • SHARE
  • TWEET