March Metal Day 2008: Nightwish, Nevermore, Edguy, Annihilator, Tristania, Sodom, Anorimoi, Iron Maidens, Orion, Hannibal, Overgarven, De Profundis

Από τον Παναγιώτη Λουκά, 11/03/2008 @ 12:31
Το March Metal Day είναι πλέον θεσμός στα μάτια της ελληνικής «μεταλλικής» κοινότητας, παρά το γαλατικό γνωμικό: «ό,τι γίνεται για δεύτερη φορά, δεν αποτελεί απαραίτητα έθιμο». Το συναυλιακό ραντεβού του Μαρτίου επέστρεψε, λοιπόν, φέρνοντάς μας πολλά αγαπημένα γκρουπ, πολύ κέφι και πολύ έντονο πόνο στο σβέρκο. Η φιλόδοξη διοργάνωση εμπλούτισε τον γνωστό αντιπαθητικό χώρο των Ολυμπιακών Εγκαταστάσεων του Ελληνικού με διάφορα περίπτερα καταναλωτικής ευτυχίας και δύο αντικριστές σκηνές, «Angel's Stage» και «Demon's Stage», που θα επέτρεπαν τη γρηγορότερη εναλλαγή των συγκροτημάτων.

De Profundis



Πέρασαν 30 λεπτά από την προκαθορισμένη ώρα έναρξης, ώσπου ν' ανέβει επί σκηνής η πρώτη μπάντα του festival, οι Βρετανοί De Profundis. Κατ' αρχάς, το ιδίωμα στο οποίο υπόκεινται δεν «κολλούσε» ιδιαίτερα με τα λοιπά γκρουπ της μέρας.

Τα κομμάτια τους κυμαίνονται σε doom / death μονοπάτια, με black καταβολές να κάνουν συχνά - πυκνά την εμφάνισή τους στις κιθάρες. Τα φωνητικά ήταν ιδανικά για τα δεδομένα του ιδιώματος, ενώ γενικά ως σύνολο έδειχναν αρκετά δεμένοι επί σκηνής. Απ' την άλλη, οι δυνατότητες του χώρου (;) τους «χαντάκωσαν», μιας κι ο ήχος καθ' όλη την εμφάνισή τους ήταν κακός και δυνατός, με τ' αυτιά μας να νιώθουν μία ενόχληση.

Η μπάντα, απ' τη μεριά της, έκανε ό,τι καλύτερο μπορούσε. Η όλη σκηνική παρουσία ήταν άριστη και μετά από 40 (;) λεπτά μας αποχαιρέτησαν δίνοντας τη σκυτάλη στους Overgarven. Για την ιστορία, στις τάξεις τους έχουν και τον «δικό μας» Στέργιο Μόσχο, ο οποίος παίζει τύμπανα και στους Pantheist, ενώ στη συγκεκριμένη εμφάνιση συμμετείχε κι ο πρώην κιθαρίστας των Cradle Of Filth, James McIlroy.





Overgarven

Οι Έλληνες Overgarven διαδέχτηκαν τους De Profundis, στο «μεσημεριανό σκοτάδι», χαμηλώνοντας -λίγο- τους τόνους με το μελωδικό τους black metal. Οι παραδοσιακής νοοτροπίας heavy metal κιθάρες τους και η ευθύτητα του ήχου επέτρεψαν τη μουσική «συνεννόηση» με το κοινό και κέρδισαν τις εντυπώσεις μιας μερίδας του, παρά τις ατέλειες του ήχου.

Το τρακ και η έλλειψη πρωτοτυπίας θα μπορούσαν να είχαν αποτελέσει σημαντικό εμπόδιο για τη μπάντα, όμως ήταν εμφανές πως οι αδυναμίες τους χρησιμοποιήθηκαν έξυπνα και έγιναν όπλα μεταλλικής ουσίας, χωρίς όμως να καθηλώσουν τον ακροατή. Η εμφάνιση «δια-κερασάκι-στην-τουρτίστηκε» από τη γοτθική χάρη της τραγουδίστριας Morena, των Ιταλών Macbeth. Η ιδιαιτερότητα στη φωνή της απετέλεσε χρήσιμο συστατικό του ύφους και προσέφερε μια από τις πιο αξιομνημόνευτες στιγμές του set των Overgarven, με το κομμάτι "Bleeding World".







Hannibal



Επόμενοι στη σειρά ήταν οι επίσης Έλληνες Hannibal, οι οποίοι έχουν γίνει πια αρκετά αναγνωρίσιμοι, χάρη στην περσινή συμμετοχή τους στο festival των Scorpions. Το συγκρότημα είχε αρκετά καλή παρουσία επί σκηνής - κατά τη γνώμη μου καλύτερη από την προηγούμενη φορά που τους είδα, στους Scorpions.



Το κλασσικού ύφους, διανθισμένο με κάποια μοντέρνα στοιχεία, heavy metal που παίζουν σίγουρα ευχαρίστησε το κοινό που ήταν μπροστά στη σκηνή αλλά και όλους τους υπόλοιπους που άκουγαν από μακριά. Η μπάντα είχε και 2 αρκετά γνωστούς guest κιθαρίστες μαζί της στη σκηνή, τους Roland Grapow (ex-Helloween, νυν-Masterplan) και Θεόδωρο Ζήρα (Euroforce), οι οποίοι μαζί με το group απέδωσαν ζωντανά τα "Lost and Gone" των Masterplan, "If I Could Fly" των Helloween, "A Touch Of Evil / You 've Got Another Thing Coming" των Judas Priest και "Fear Of The Dark" των Iron Maiden.



Όταν αποχώρησε ο Grapow, οι Hannibal μας χάρισαν και τη διασκευή του "Du Hast" των Rammstein, δίνοντας ένα αρκετά καλό χρώμα και στην εμφάνιση τους, αλλά και στο όλο event γενικότερα.



Δυστυχώς δεν είχαν τον καλύτερο δυνατό ήχο, κάτι που όμως δεν τους πτόησε και κατέβαλαν πραγματικά φιλότιμες προσπάθειες για να διασκεδάσουν το κόσμο. Θεωρώ ότι πλέον οι Hannibal είναι ένα από τα «καλά χαρτιά» της Ελλάδας, κάτι που μάλλον απέδειξε και το ζεστό χειροκρότημα που δέχτηκαν από τον κόσμο. Εις το επανιδείν λοιπόν...







Iron Maidens & Orion

Iron Maiden ή Metallica; Το μεγαλύτερο δίλλημα του Έλληνα μεταλλά πήρε σάρκα και οστά μπροστά στα μάτια μας, με τρόπο αν μη τι άλλο πρωτότυπο. Τα δύο αντίστοιχα tribute bands, οι Iron Maidens και οι Orion, βρέθηκαν πραγματικά αντιμέτωπα στο χώρο του MMD, του οποίου η θερμοκρασία είχε αρχίσει να ανεβαίνει απότομα.

Οι δύο μπάντες ανέβηκαν στις αντικριστές σκηνές ταυτόχρονα και παραδόθηκαν σε ανταγωνιστικά παράλληλα show, καθώς έπαιζαν εναλλάξ και καλούσαν τον κόσμο να ψηφίσει -τηλεφωνικώς- τον καλύτερο.

Το μεγαλύτερο μέρος του κοινού επιδόθηκε σε ένα Felliniκό κωμικό μαζικό πηγαινέλα, ανάμεσα στις δύο σκηνές, ενώ λίγοι πιστοί παρέμεναν ριζωμένοι μπροστά στο κάγκελο του «δικού τους» σχήματος, ακόμα κι όταν έπαιζαν οι «απέναντι».

Ομολογουμένως, οι πέντε σιδηρές κυρίες κατατρόπωσαν τους Ιταλούς Orion, καθώς κέρδισαν εξ αρχής τις εντυπώσεις. Η εμφάνιση μιας εξ ολοκλήρου θηλυκής βερσιόν των Iron Maiden, με κότσια και κέφι, ξάφνιασε, ενώ η είσοδος, με το «ω-πόσο-θέλουμε-να-το-ακούσουμε!» "Alexander The Great" ενθουσίασε. Η δε παρουσία του Eddie γοήτευσε, όπως πάντα, όσο ξεχαρβαλωμένος κι αν ήταν.

Απέναντι, οι νεαροί Orion αγωνίστηκαν με πάθος σχολικής μπάντας, χτίζοντας τα υπέρβαρα κομμάτια της «προ-"Black Album"» εποχής. Πριν καταφέρουν να πείσουν τους ψηφοφόρους, δυστυχώς ο ήχος τους χάλασε και, στο αναγκαίο διάλειμμα, ο μπασίστας τους μας κράτησε παρέα, με ένα μάλλον ημιτελές "(Anesthesia) - Pulling Teeth".

Η κατάληξη της μουσικής μάχης ήταν αμφίρροπη, καθώς το κοινό έδειξε συμπάθεια στους «αδικημένους» Orion, οι οποίοι ανακηρύχτηκαν «επίσημα» ως νικητές, από μικροφώνου. Το πραγματικό «πάρτι», όμως, έλαβε χώρα από την άλλη πλευρά.

Setlist:
Alexander The Great (Iron Maidens) / Blackened (Orion) / The Trooper (Iron Maidens) / Flight Of Icarus (Iron Maidens) / Number Of The Beast (Iron Maidens) / Phantom Of The Opera (Iron Maidens) / Battery (Orion) / Master Of Puppets (Orion) / (Anesthesia) - Pulling Teeth (Orion) / For Whom The Bell Tolls (Orion) / Seek And Destroy (Orion) / Hallowed Be Thy Name (Iron Maidens) / Run To The Hills (Iron Maidens)







Anorimoi

Εν συνεχεία, ακολούθησαν οι σατυρικοί heavy metallers Anorimoi, οι οποίοι ξεκίνησαν -όπως πάντα άλλωστε- με τον παλαίμαχο αφηγητή / mascot Count Vargsteiner, να αναγγέλλει με λεπτές (;) δόσεις humor την έναρξη της εμφάνισης τους.



Οι Anorimoi έπαιξαν όσο επαγγελματικά όριζαν οι συνθήκες (και ο χαρακτήρας τους), δυνατά και «ορεξάτα», με αποτέλεσμα το κοινό να φωνάξει «κι άλλο», δύο φορές μάλιστα μετά το κλείσιμο του set! Η ανταπόκριση που δέχτηκαν ήταν η μέγιστη δυνατή και, τελικά, το festival αποδείχθηκε πως ήταν ένα μεγάλο «test». Βλέπετε, δεν αρκεί να έχεις τον χαβαλέ μέσα σου, πρέπει να μπορείς να τον μεταδόσεις και στους άλλους.



Μπράβο, λοιπόν, παίδες για την εξαιρετική εμφάνιση και απ' τη μεριά μας, καλή συνέχεια! Όσο για το setlist, επικεντρώθηκαν κυρίως στο νέο τους δίσκο με κομμάτια όπως τα "Ένα Κεφτεδάκι Τόσο Δα", "Στο Πρώτο Ραντεβού", "Ο Πανίσχυρος Μεγιστάνας Των Νίντζα", "Ο Κάλος", "Σπάσε Το Σπυρί", "Η Χοντρή Με Γουστάρει" και, φυσικά, το αγαπητό «hit» "Καριόλα".







Sodom

Μετά από τις δύο πολύ καλές tribute μπάντες σε δυο απο τα μεγαλύτερα συγκροτήματα που έχει αναδείξει το heavy metal, αλλά και τους Ανώριμους, σειρά είχαν οι Sodom, που αποτελούν από μόνοι τους ένα tribute κεφαλαίο στο thrash metal. Ο κόσμος ήταν έτοιμος για ένα πολύ καλό show και οι Sodom δε χάλασαν το χατίρι σε κανέναν.



Άνοιξαν το setlist τους με το "Blood On Your Lips" και συνέχισαν με το "Outbreak Of Evil", κάτι που έδωσε το έναυσμα στο κοινό για να αρχίσει να παραληρεί, εφόσον το εν λόγω κομμάτι αποτελεί ένα από τα «old time classics» της μπάντας. Άμεσα άρχισε να σχηματίζεται το γνωστό mosh-pit, μέσα στο οποίο έτρεχαν αλλόφρονες οι οπαδοί, εκστασιασμένοι από το τελικό ηχητικό αποτέλεσμα.

Το «πάρτι» συνεχίστηκε καθ' όλη τη διάρκεια της εμφάνισης τους, μιας και τα επιλεγμένα κομμάτια ήταν όλα ένα και ένα. Εκτός του "Blood On Your Lips" και του "City Of God", που είναι από τον ουσιαστικά τελευταίο ολοκληρωμένο δίσκο τους (αφού το μετέπειτα χρονικά "The Final Sign Of Evil" αποτελεί επανέκδοση του πρώτου ep, με επιπλέον κομμάτια), τα υπόλοιπα τραγούδια αποτέλεσαν ένα άτυπο «classics best of» της καριέρας τους, οπότε η πώρωση ήταν αναμενόμενη. Προσθέστε σε όλα τα παραπάνω και τη διασκευή του "Ace Of Spades" των Motorhead και θα καταλάβετε τι απόλαυσε όποιος ήταν παρών.

Το κοινό δε σταμάτησε ούτε λεπτό το «ξύλο» και το τραγούδι των στίχων, αποδεικνύοντας ότι οι Sodom αποτελούν ένα από τα πολύ αγαπημένα groups του ελληνικού κοινού. Σε συνδυασμό με το καπνογόνο, που άναψε και έκανε -ναι μεν, την ατμόσφαιρα κάπως αποπνικτική αλλά- το θέαμα μοναδικό, για όσους δεν το είχαν ξαναδεί, η απόδοση της μπάντας ήταν για άλλη μια φορά σε υψηλό επίπεδο, αν και η εμφάνιση τους δεν ξεκίνησε με τον καλύτερο δυνατό ήχο στο πρώτο κομμάτι. Ευτυχώς, στη συνέχεια ο ήχος βελτιώθηκε, οπότε όλα κύλησαν όπως έπρεπε.

Δυστυχώς έπαιξαν περίπου 65 λεπτά - πολύ λίγα για όσους τους αγαπούν, αλλά τί να κάνουμε, έτσι είναι τα festival. Αποχώρησαν καταχειροκροτούμενοι, κάτι που ήταν αναμενόμενο. Προσωπικά θα ήθελα να τους ξαναδώ σύντομα σε κλειστό χώρο. Μακάρι, γιατί τα show τους είναι... χάρμα οφθαλμών.



Setlist:
Blood On Your Lips / Outbreak Of Evil / Napalm Ιn Τhe Morning / Sodomy And Lust / City Of God Obsessed By Cruelty / The Saw Is The Law / Blasphemer / Agent Orange / Remember The Fallen / Ace Of Spades (Motorhead cover) / Bombenhagel





Tristania

H επιλογή των Tristania, για να παίξουν μετά από τους Sodom, με παραξένεψε ιδιαίτερα. Το αποτέλεσμα μάλιστα της επιλογής αυτής ήταν εμφανέστατο σε όλους. Ένα group όπως οι Sodom, που ανεβάζει κατακόρυφα την αδρεναλίνη, δίνει τη σκυτάλη σε ένα υποτονικό show όπως ήταν αυτό τον Tristania. Ομολογώ ότι δεν έχω καμία ιδιαίτερη επαφή με το group και περίμενα αυτό το live για να τους γνωρίσω ουσιαστικά. Πλήρης και ολοκληρωτική απογοήτευση...

Από το ναυάγιο που προκάλεσε ο προβληματικός ήχος δε διασώθηκε ούτε και η Mariangela Demurtas, που είχε προβληθεί ιδιαίτερα από το group, σαν το νέο μεγάλο αστέρι που θα έδινε στους Tristania μια νέα επαγγελματική και εμπορική ώθηση. Μια πολύ περιορισμένων δυνατοτήτων φωνή, που δε βλέπω πώς θα μπορούσε να προκαλέσει το οποιοδήποτε συναίσθημα, ενώ η εμφάνιση της δε συνάδει καθόλου με τα όσα οι φήμες έλεγαν.

Αυτό που συγκρατώ, λοιπόν, ως μη-οπαδός και μη-γνώστης της μουσικής των Tristania, είναι το γεγονός ότι το μόνο συναίσθημα που μπορεί να μου προκάλεσαν είναι η αδιαφορία. Αν και προσπαθούσαν επί σκηνής να δημιουργήσουν ένα κλίμα σχετικό με τα κομμάτια τους, σε καμία απολύτως στιγμή δεν κατάφεραν να «εγκλιματίσουν» όσους παρακολουθούσαν.



Μάλλον το αρνητικό «highlight» του festival... Ομολογώ πως ίσως φταίει και η πείνα για την κακή μου διάθεση, καθώς σ' αυτό το σημείο του φεστιβάλ είχαν αρχίσει να τελειώνουν οι προμήθειες τροφίμων, και στα δύο μπαρ του χώρου!





Annihilator

Μετά το μαρτύριο των Tristania, όλα ήταν έτοιμα για την εμφάνιση των Annihilator, για τρίτη φορά στη Ελλάδα. Όμως από την απέναντι σκηνή ακουγόταν ήχος από White Zombie. Δεν ξέρω για πιο λόγο οι Edguy δεν είχαν κάνει πρωτύτερα soundcheck, αλλά διάλεξαν τη χειρότερη ώρα για να το κάνουν. Βεβαία, από τη μια αυτό έδωσε μερικές ανάσες στον κόσμο που ήταν στο φεστιβάλ, αλλά από την άλλη παρέτεινε ακόμα περισσότερο την καθυστέρηση, σε σχέση με τον προγραμματισμό του festival.



Όταν επιτέλους ολοκληρώθηκε το soundcheck, στις 9, βγήκαν στη σκηνή οι Annihilator με το "King Of The Kill" και από τις πρώτες νότες καταλάβαμε ότι είχαν μακράν τον καλύτερο ήχο του festival και ότι ήρθαν για να ενσαρκώσουν το ρητό «να θυμούνται οι παλιοί, να μαθαίνουν οι νεότεροι». Οι Annihilator έκαναν εμφάνιση για σεμινάριο. Φοβερή όρεξη , καλή σκηνική παρουσία και ένα set list με μερικούς από τους καλύτερους ύμνους τους, όπως το "Clown Parade", "Set The World Of Fire", "Fun Palace", "WTYD", "Never Neverland", "I Am In Command".

Όλα τα φώτα πηγαίνανε δικαιωματικά στον Jeff Waters, που δε σταματούσε λεπτό το headbanging, καθώς και στον κιθαρίστα / τραγουδιστή τους Dave Padden, που στα ρυθμικά του μέρη ήταν αλάνθαστος, ενώ με τη βοήθεια του Waters και του session μπασίστα Russel Bergquist μοιράστηκαν τα φωνητικά. Τίμησαν, κατά το μεγαλύτερο μέρος, το σύνολο τις δισκογραφίας τους και μια από τις κορυφαίες στιγμές του set ήταν η φοβερή απόδοση του "Phantasmagoria".

Προς το τέλος της εμφάνισης τους, ο Waters προλογίζει έναν guest και ενώ πολλοί περίμεναν τον Jeff Loomis (Nevermore), καθώς έχουν συνεργαστεί στο τελευταίο album των Annihilator, ο Waters μας παρουσιάζει τον Μπάμπη "Bob" Κατσιώνη, που ανέλαβε τη ρυθμική κιθάρα στο αξεπέραστο "Alison Hell". Για να μας αποτελειώσουν κράτησαν για το τέλος το "Human Insecticide" και με αυτή την trash καταιγίδα μας καληνύχτισαν. Κατά τη γνώμη μου η καλύτερη εμφάνιση του festival και ελπίζουμε τώρα που ο Waters έχει βρει, για τα δεδομένα του, ένα σταθερό line-up να μας δώσουν και έναν δίσκο αντάξιο της ιστορίας τους.

Setlist:
King Of The Kill / Clown Parade / Set The World Of Fire / Fun Palace / WTYD / Never Neverland / I Am In Command / Alison Hell / Human Insecticide





Edguy

Την εξαιρετική παρουσία των Annihilator διαδέχτηκε ένα group που μάλλον απευθύνεται ως επί τω πλείστoν σε ένα διαφορετικό ηλικιακά κοινό. Δεν το κρύβω ότι είμαι ιδιαίτερα προσφιλής στο group, που πάντοτε ξυπνούσε τον έφηβο μέσα μου. Με αυτή τη σκέψη μάλιστα ανυπομονούσα να δω για πρώτη φορά τoν Tobias Sammet και την παρέα του. Δυστυχώς, όμως, δε μπορώ να πω ότι η παρουσία τους δικαιολόγησε την ανυπομονησία αυτή.



Η ακουστική του χώρου, που θα τον έκρινα ιδιαίτερα ακατάλληλο σε αυτό τον τομέα, δεν επέτρεπε την σωστή ακρόαση, από τα περισσότερα σημεία, παρά μόνο ίσως αν πλησίαζες την κονσόλα του ήχου. Έτσι, λοιπόν, η θέση μου στους Edguy το μόνο που μου επέτρεπε να ακούσω ήταν η φιλότιμη, κατά τ' άλλα, προσπάθεια του βραχύσωμου frontman να ακουστεί, ενώ ήταν εμφανές ότι δε βρισκόταν και στην καλύτερη δυνατή κατάσταση. Σίγουρα οι Γερμανοί όμως ξέρουν καλά πώς να ξεσηκώσουν το κοινό, το οποίο έμοιαζε ιδιαίτερα νωχελικό και υποτονικό. Ο Tobias ανέλαβε τον ρόλο του διασκεδαστή και με παιχνιδίσματα με το κοινό κατάφερε να δημιουργήσει μια σχετικά ζεστή ατμόσφαιρα. Το αρνητικό όμως είναι ότι όταν έχεις στη διάθεσή σου ένα ήδη αρκετά περιορισμένο χρονικό περιθώριο δε μπορείς να υπερβάλεις σε χαριεντισμούς με το κοινό, ανούσιες ανακοινώσεις και καυτηριασμό της υποτονικότητας όσων παρευρίσκονταν.



Η αλήθεια είναι, λοιπόν, ότι κομμάτια όπως τα "Lavatory Love Machine", "Vain Glory Opera", "Superheroes", "King Of Fools", αλλά και το πέρασμα από το "Trooper" (Iron Maiden) έσωσαν την παρτίδα για τους Edguy, οι οποίοι ως αριστούχοι μαθητές της σχολής των Helloween, γνωρίζουν πόσο σημαντικό είναι το να είσαι δραστήριος επί σκηνής, ειδικά όταν οι συνθήκες δε σου επιτρέπουν να επιβληθείς με τη μουσική σου.



Γνωρίζω πολύ καλά ότι οι Edguy μπορούν να δώσουν στο ελληνικό κοινό πολλά παραπάνω από αυτά που φειδωλά μας πρόσφεραν το βράδυ του Σαββάτου.

Setlist:
Catch Of The Century / Sacrifice / Babylon / Trooper (Iron Maiden cover) / Lavatory Love Machine / Vain Glory Opera / Tears Of A Mandrake / Mysteria / Superheroes / King Of Fools







Nevermore

Nevermore: Μεγάλο κεφάλαιο για τον τομέα «metal», αλλά και για τη χώρα «Ελλάδα». Άλλωστε, όπως φάνηκε και σε νούμερα, το ποσοστό των παρευρισκομένων οπαδών τους ήταν ιδιαίτερα υπολογίσιμο τη συγκεκριμένη ημέρα. Οι φίλοι του σχήματος άρχισαν νωρίς - νωρίς να μαζεύονται μπροστά από τη λεγόμενη Demon's Stage -για την ακρίβεια, απ' τα μισά της εμφάνισης των Edguy-, δείχνοντας εν μέρει (καλώς ή κακώς) την αδιαφορία τους για τα σκηνικά που διαδραματίζονταν απέναντι, ενώ απ' την άλλη η «δίψα» γινόταν αρκετά έκδηλη με τα συνθήματα που σποραδικά ακούγονταν. H ενεργητικότητά βέβαια αποδείχθηκε λίγο πεσμένη - κάτι αν μη τι άλλο λογικό! Όταν έχεις κλείσει 11 ώρες «στο πόδι» (με το pit στους Sodom να αποτελεί αποκορύφωση - κάψιμο μπαταρίας), οι εναπομένουσες δυνάμεις δε διαγράφουν θετικό το όποιο τοπίο. Ο κόσμος όμως έμεινε εκεί και, με το που ανέβηκε στη σκηνή η αγαπητή «τετράδα», άρχισε να ζωντανεύει και να φωνάζει ρυθμικά το όνομα «Nevermore», με τον ενθουσιασμό να μην καταλαγιάζει, καθ' όλη τη διάρκεια του set! Και ναι, καλά διαβάσατε. Ήρθαν ως τετραμελής σύνθεση.

Απ' ότι φαίνεται, η μπάντα δεν κατάφερε να αναπληρώσει εγκαίρως το κενό που άφησε ο Steve Smyth, με το βαρύ «κιθαριστικό» φορτίο να πέφτει στον αγαπητό «axeman» με τ' όνομα Jeff Loomis. Τα περισσότερα κομμάτια τους σίγουρα δεν αποδίδονται εξ' ίσου καλά με μία κιθάρα, και απ' ότι φάνηκε -στην αρχή ειδικά- τα solos ακούγονταν κάπως άδεια, καθώς δεν υπήρχε το αντίστοιχο ρυθμικό μέρος να τα «στηρίξει». Με λίγα λόγια, το γκρουπ πόνταρε στον ήχο, ή ακόμα καλύτερα, στον όγκο που θα μπορούσαν να τους δώσουν τα όποια υπάρχοντα μηχανήματα / ηχολήπτες.

Έλα όμως που στα 4-5 πρώτα κομμάτια περισσότερο «σκάγανε» οι «μπότες» και τα μπάσα, παρά ο όγκος της κιθάρας! Ο ήχος δεν ήταν απαραίτητα «χάλια», ήταν «απλά κακός», κάτι που στη συγκεκριμένη περίπτωση δυσχέραινε το ήδη υπαρκτό πρόβλημα. Επίσης -κάτι που παρατηρήθηκε καθ' όλη τη διάρκεια του festival- σε κάθε σημείο τα μπάσα «χτυπούσαν» με μεγαλύτερη βαρύτητα! Ο υπογράφων το κείμενο χρειάστηκε να προβεί σε κάμποσες μετακινήσεις ώστε να βρεθεί σε μία ευνοϊκή για τα δεδομένα θέση.

Οι Nevermore απ' την άλλη δεν έδειχναν να μασάνε τίποτα! Ο Loomis απέδειξε, γι' ακόμα μία φορά, πως είναι ένας από τους 3 μεγαλύτερους metal κιθαρίστες που αναδείχθηκαν στα '90s. Οι Van και Jim ήσαν σταθεροί όπως πάντα, ενώ ο Dane έδωσε την πιο αποστομωτική εμφάνιση ever. Το παρουσιαστικό του ήταν εμφανώς διαφορετικό (αρκετά πιο αδύνατος, με κόκκινα μαλλιά και μούσι), ενώ η ερμηνεία του άγγιζε την εκφραστικότητα που ακούει στο όνομα "Dreaming Neon Black", με το μάτι του να γυαλίζει σε βαθμό παραφροσύνης. Απ' την άλλη, προσιτός όσο ποτέ, έδωσε σε έναν οπαδό το μικρόφωνο για 1-2 στίχους του "Narcosynthesis", ανέβασε ένα μικρό παιδί στη σκηνή, ενώ σε μία άλλη φάση κατέβηκε ακόμα και κοντά στο κοινό για να τραγουδήσει στο πλάι του.

Σε γενικές γραμμές δε μπορώ να πω ότι είδα μία «κανονική» Nevermore εμφάνιση, εξαιτίας των προαναφερθέντων σκηνικών. Κακός ήχος, αλλά απίστευτη απόδοση του Jeff, που κυριολεκτικά «οργίασε» ολομόναχος, «σαλταρισμένος» Dane, μικρό set list. Όλα μαζί, ως συνδυασμός, δεν αποτελούν δα και την πιο τυπική περίπτωση συναυλίας. Το μόνο σίγουρο είναι πως ζήσαμε κάτι ξεχωριστό, με όποια έννοια προτιμάτε. Ένα μικρό παράπονό μου βέβαια είναι ότι έπαιξαν τρία κομμάτια από το "Enemies Of Reality" και το "Medicated Nation", ενώ άνετα μπορούσαν να προσθέσουν κάτι απ' το "Dreaming Neon Black" (που απουσίαζε παντελώς), ή κάποια έκπληξη τύπου "Gardens Of Grey" ή "In Memory". Για να πω όμως και την αμαρτία μου, στο τέλος έμεινα απίστευτα ικανοποιημένος και γούσταρα το κάθε λεπτό του set - ακόμα και το "Never Purify" που ποτέ δε πολυχώνεψα ως κομμάτι. Για τελευταίο αφήνω το «καλύτερο»: Μόνο 70 λεπτά; Το μεγαλύτερο μέρος του κοινού (όπως και φάνηκε) έδωσε το παρών για Nevermore και Nightwish!

Setlist:
Engines Of Hate / I, Voyager / The River Dragon Has Come / Never Purify / This Sacrament / The Seven Tongues Of God / Dead Heart In A Dead World / Enemies Of Reality / The Heart Collector / Medicated Nation / Narcosynthesis / This Godless Endeavor





Nightwish

Η σκηνή έχει στηθεί. Το artwork του "Dark Passion Play" βασική επιρροή για το «ντύσιμό της». Οι Nevermore άφησαν ευχαριστημένους οπαδούς και μη. Η στιγμή που περίμεναν οι περισσότεροι έφτασε και ένα από τα μεγαλύτερα στοιχήματα των τελευταίων ετών θα λάμβανε επιτέλους χώρα και στην Ελλάδα.

Οι Nightwish λατρεύτηκαν πραγματικά στον τόπο αυτό, είτε μέσω των πωλήσεων των album τους, είτε πιο άμεσα στις δύο προηγούμενες εμφανίσεις τους. Η λατρεία αυτή, όμως, είχε ως σημείο αναφοράς και μια σπουδαία καλλιτέχνιδα, όπως είναι η Tarja Turunen. Τα πράγματα πολύ διαφορετικά σήμερα, θέλουν το group να εμφανίζεται μπροστά στο ελληνικό κοινό, παρουσιάζοντας ουσιαστικά τη νέα του τραγουδίστρια Anette Olzon.

Η ακρόαση του τελευταίου album των Φινλανδών (πλην της μίας εξαιρέσεως) δίχασε τους οπαδούς. Άραγε η νέα αυτή φωνή μπορεί να υποστηρίξει όλο αυτό το εγχείρημα που λέγεται Nightwish; Η απάντηση, που δόθηκε μέσα από τις ηχογραφήσεις, έμοιαζε κάτι παραπάνω από επαρκής και καθησυχαστική. H Annette έδινε, για μένα, ένα χαρακτήρα στις συνθέσεις του Tuomas, που ισοδυναμούσε με μια νέα πνοή στο group, μετά την σοβαρή κρίση που πέρασε με το τέλος μιας ολόκληρης εποχής για τους Nightwish.



Όταν φτάνει η ώρα της ζωντανής εμφάνισης, τα κριτήρια αλλάζουν και οι αναμνήσεις του παρελθόντος μετουσιώνονται σε ακανθώδες μέτρο σύγκρισης, που δε θα μπορούσε να υποχωρήσει μπροστά σε ένα group, το οποίο δημιούργησε -ή οριστικοποίησε, αν θέλετε- μια ολόκληρη μουσική τάση. "Bye Bye Beautiful" φωνάζουν οι Nightwish στην Tarja, στην «εκκίνηση» κάθε live τους, και η γλυκύτατη Σουηδέζα παίρνει τη θέση της μπροστά στο μικρόφωνο.



Η παρουσία της ευχάριστη, η κίνησή της αναζωογονητική και η διάθεσή της ανεβασμένη. Δυστυχώς ο επιεικώς απαράδεκτος ήχος δε επιτρέπει, στην αρχή, να βγάλω το οποιοδήποτε συμπέρασμα. Η πομπώδης αισθητική των κομματιών χάνεται στη στεγνή απόσβεση των ηχητικών κυμάτων και γραμμών, εξαιτίας του χώρου, και ο Tuomas δε μπορεί να βρει με ποιό τρόπο θα κάνει το group να μοιάζει έστω και λίγο σε εκείνο που θα μπορούσε να λυγίσει οποιονδήποτε κριτικό με τον επαγγελματισμό του και την απόδοσή του.

"Dark Chest Of Wonders" και κάτι πάει να γίνει, με το κοινό να ζεσταίνεται ελαφρώς. Με σανίδα σωτηρίας έμοιαζαν τα κομμάτια που έχουν γραφτεί πάνω στην φωνή της Annette και η εκτέλεση του "Amaranth" ενίσχυσε τις απόψεις μου για το refrain της χρονιάς που μας πέρασε, ενώ και η Anette έμοιαζε να ερμηνεύει πολύ πιο άνετα ένα κομμάτι που πηγαίνει απόλυτα στον rock χαρακτήρα της.

Δε θα ήθελα σε καμία περίπτωση να μπω στη διαδικασία να παραθέσω μια άποψη για την εκτέλεση των παλιότερων κομματιών, καθώς το group έχει επιλέξει ένα καινούριο δρόμο και το σέβομαι απόλυτα. Δυστυχώς, όμως, το παρελθόν δεν ξεγράφεται και μάλιστα βγαίνει στο προσκήνιο σε κάθε live εμφάνιση, όπως έγινε και στη συγκεκριμένη. Η τυπική τελική στροφή με τα "Nemo" και "Ι Wish I Had An Angel" ήρθε να διαδεχτεί τη folk πλευρά του group, η οποία είχε εκφραστεί στο πρόσωπο του Marco Hietala και τα "Islander" και "Last Of The Wilds", που αν και για πολλούς θα χαρακτηρίζονταν σα μια κοιλιά στο πρόγραμμα, θεωρώ ότι εκφράζουν υπέροχα μια σπουδαία προσωπικότητα όπως είναι ο Marco.

Αναμνήσεις γλυκόπικρες από ένα πολύ μικρό setlist. Παράπονο, γιατί δε θέλω να ακούω τους Nightwish και να μην ξεχωρίζω τους στίχους. Προβληματισμός για το γεγονός ότι η Annette δε δύναται ακόμα να «γεμίσει» τη σκηνή όπως η «προκάτοχός» της. Αισιοδοξία για το μέλλον, γιατί πιστεύω στο αστείρευτο ταλέντο κάποιων ανθρώπων.

Setlist:
Bye Bye Beautiful / Dark Chest Of Wonders / Whoever Brings The Night / Siren / Amaranth / Islander / Poet And The Pendulum / Sacrament Of Wilderness / Last Of The Wilds / Nemo / I Wish I Had An Angel





Το δεύτερο March Metal Day μας άφησε μια παράξενη μεταλλική γεύση. Αυτήν που σου μένει όταν ακουμπήσεις τη γλώσσα σε εννιάβολτη μπαταρία (μην το κάνετε!). Είδαμε και απολαύσαμε μερικά από τα αγαπημένα γκρουπ των Ελλήνων οπαδών της metal μουσικής. Βρήκαμε έναν χώρο αρκετά προσεγμένο και κάποιες από τις ανέσεις που προσφέρουν τα φεστιβάλ του εξωτερικού. Εφαρμοσμένες μοντέρνες ιδέες, όπως ο υπερζήλος υπηρεσιών, που προϋπέθεταν τη συνεχή χρήση του κινητού τηλεφώνου και του bluetooth.

Από την άλλη, η διοργάνωση έφερε τα -δυστυχώς συνήθη, στην Ελλάδα- ψεγάδια, που μολύνουν τις αναμνήσεις. Ο χώρος του κτηρίου Ξιφασκίας του Ελληνικού έχει επανειλημμένα αποδείξει την ένδοξη ακαταλληλότητά της ακουστικής του. Τα soundcheck μοιάζουν πάντα ανεπαρκή και όσα από αυτά πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια του φεστιβάλ, διακόπτοντας τη ροή του προγράμματος, γίνονται Εφιάλτες των προσδοκιών. Περιμένω που περιμένω, λέω, γιατί δεν έχω και το αναμενόμενο αποτέλεσμα;



Είναι εμφανές πως το MMD έχει μεγάλες φιλοδοξίες και το ελληνικό κοινό της metal μουσικής τις στηρίζει. Δεν έχει όμως καταφέρει να ικανοποιήσει τις προσδοκίες που γεννούν τα οράματα για μια υψηλού επιπέδου διοργάνωση, με τόσα πολλά σημαντικά ονόματα. Οι λαβυρινθώδεις δυσκολίες που γεννιούνται από μια τόσο περίπλοκη Οδύσσεια μοιάζουν ακόμα ανίκητες. Ο μεγάλος κίνδυνος για το μεταλλικό έμβρυο, που ακούει στο όνομα MMD, είναι η πιθανότητα της μελλοντικής αποχής του κοινού, εξαιτίας των παρουσών συνθηκών.

  • SHARE
  • TWEET