Chucho Valdes & Archie Shepp @ Παλλάς, 07/11/11

Από τον Κώστα Σακκαλή, 10/11/2011 @ 14:12
Καλοντυμένοι κύριοι και κυρίες δίπλα σε κουλτουρέ διανοούμενους, ευγενέστατοι ταξιθέτες που σε καθίζουν σε αναπαυτικές καρέκλες, κουδούνια που σημαίνουν την έναρξη της παράστασης και διάλειμμα για τσιγάρο. Εγώ όμως το βράδυ της Δευτέρας θυμήθηκα όλους εκείνους τους λόγους που η jazz κάποτε ήταν η πιο αλήτικη μουσική που παιζόταν σε καπνισμένα καταγώγια, γεμάτα ιδρώτα και αλκοόλ, πριν περάσει στα αποστειρωμένα θέατρα και γίνει κοσμικό γεγονός.



Και πώς θα μπορούσε να ήταν διαφορετικά όταν μπροστά από τη λέξη jazz βάλεις και το πρόθεμα latin (ή cuban, ή afrocuban κ.ο.κ.). Αυτός ήταν ο κόσμος στον οποίο ο Chucho Valdes και το συγκρότημά του μάς μετέφερε. Με μία ρυθμική βάση που χτιζόταν επί τριών κρουστών (ένας ντράμερ, δύο περκασιονίστες), η χορευτική διάθεση ήταν αδιαμφισβήτητη, χωρίς όμως εκπτώσεις στον αντισυμβατικό χαρακτήρα της μουσικής. Γιατί, μπορεί τα πνευστά ειδικότερα (σαξόφωνο και τρομπέτα) να αλλέγραραν ελαφρώς την ατμόσφαιρα, πατώντας πάνω σε μελωδικές φράσεις την περισσότερη ώρα, αλλά ο ίδιος ο Valdes δεν είχε κανένα πρόβλημα να παίζει με τις έννοιες του αυτοσχεδιασμού και των ηχητικών ακροβατισμών, μετατρέποντας ακόμα και το απλοϊκότερο (λέμε τώρα) mambo σε μία ηχητική περιπέτεια. Διάλεγε τις νότες λες και πετούσαν γύρω του και αυτός τις προσγείωνε στα πλήκτρα του με απροσδιόριστη σειρά, ενώ, ως άνθρωπος με δύο δεξιά χέρια, έκανε το πιάνο του να ακούγεται δίφωνο με τον τόσο γεμάτο ήχο του.



Η άλλη του λειτουργία, ως αδιαφιλονίκητου ηγέτη, ήταν να οργανώνει αυτό το σύνολο και όντως το έκανε με απλές κινήσεις του αριστερού του χεριού, που άλλοτε σήμαιναν την επανάληψη κάποιου μοτίβου, άλλοτε την άδεια για να ξεφύγει κάποιος μουσικός, ενίοτε για να ρίξει ή να ανεβάσει του τόνους, ενώ κάποτε, συνήθως μετά από ένα εντυπωσιακό κρεσέντο, έδινε και το σήμα για το πέρας της μουσικής περιπλάνησης. Κι επειδή jazz συναυλία χωρίς να σε εντυπωσιάσει τουλάχιστον ένας από τους «συνοδευτικούς» μουσικούς δεν είναι jazz συναυλία, παρόλο που σαφώς τα μάτια των περισσοτέρων εστίαζαν στον κεντρικό περκασιονίστα, ο οποίος ήταν εντυπωσιακός τόσο σε παρουσία, όσο και σε συνεισφορά, προσωπικά ξεχώρισα τον καταπληκτικό μπασίστα, που ιδιαιτέρως με το ηλεκτρικό του μπάσο πολλές φορές ήταν υπεύθυνος για τη μελωδία και όχι το ρυθμό των συνθέσεων, ενώ δε δίσταζε ενίοτε να ροκάρει, πάντα σε απόλυτη συνάφεια με την υπόλοιπη μπάντα.



Όλα αυτά ήταν το κέντρο της προσοχής μας μέχρι να βγει και ο Archie Shepp στη σκηνή, στην οποία και κάθισε συνολικά περίπου στη μισή διάρκεια της συναυλίας. Ισχνός και με εμφανή τα σημάδια της ηλικίας, αρχικά μάς προβλημάτισε με την απόδοσή του στο πρώτο μέρος της παράστασης. Όχι ότι υπήρξε κάποιο συγκεκριμένο παράπονο, αλλά δεν εντυπωσίασε όσο ελπίζαμε, όχι ανάλογα με την αξία του ονόματός του, ενώ η, συναισθηματική μεν, εκτέλεση του "In A Sentimental Mood" δεν ήταν ακριβώς αυτό που περιμέναμε από έναν μουσικό που έκανε το όνομά του ως πρωτοπόρος της avant garde jazz σκηνής. Το δεύτερο μέρος όμως τον βρήκε σε σαφώς μεγαλύτερη φόρμα και όταν άρχισε να αποδίδει και τις δικές του συνθέσεις, που επέτρεπαν στο σαξόφωνό του να αγγίξει τα όριά του, ακολουθώντας μία Coltrane-ική παράδοση, είδαμε μπροστά μας και το θρύλο του να παίρνει σάρκα και οστά.



Τα χειροκροτήματα του κοινού, που σχεδόν γέμισε το Παλλάς, ήταν θερμά μεν, αλλά χωρίς ξεσπάσματα και αυτό μάλλον θα πρέπει να χρεωθεί σε κάποια μπλαζέ συμπεριφορά, καθώς οι εντυπώσεις όλων των παρευρισκομένων συνέκλιναν προς το άριστο. Κατά το ίδιο σκεπτικό, η ροή προς την έξοδο που παρατηρήθηκε κατά τις 12 παρά, θέλω να πιστεύω ότι πρέπει να αποδοθεί στη περιορισμένη νυχτερινή λειτουργία του μετρό, άντε και το εργάσιμο της ημέρας. Ειδάλλως, από κάθε άλλη άποψη, η συναυλία αυτή εντάσσεται στη μακρά λίστα των jazz συναυλιών που κάθε χρόνο αποτελούν την καλύτερη εγγύηση για ποιοτική μουσική απόλαυση στην Αθήνα.

Κώστας Σακκαλής
Φωτογραφίες: Χρήστος Κισατζεκιάν

  • SHARE
  • TWEET