Al Di Meola live στη Θεσσαλονίκη

Από τον Γιάννη Βόλκα, 28/09/2004 @ 04:32
Δευτέρα βράδυ, 20/09/2004, και μετά από ουκ ολίγη πεζοπορία στους δρόμους της Άνω πόλης και του Αγίου Παύλου, καταφθάνω παρέα με τον φίλο Γιάννη Βόλκα στο περιβόητο Θέατρο Δάσους. Λίγες μόνο μέρες μετά την τελευταία επίσκεψή μου στο συμπαθητικό αυτό χώρο πολιτισμού (όπου η συναυλία των «Stomp» ήταν πραγματικά συγκλονιστική), αγοράζω το φθηνό φοιτητικό μου εισιτήριο (μόλις 10 €) και παίρνω, μαζί με τον Γιάννη, την άγουσα για τα διαζώματα. Αφού σχολιάζουμε θετικά την αναβάθμιση του περιβάλλοντα χώρου σε σχέση με τα νοσταλγικά, πλην όμως «πρόχειρα», χρόνια των συναυλιών τύπου Iron Maiden (1998, never forget the metal roots), βολεύουμε τα κορμιά μας στο κέντρο του αμφιθεάτρου.

Η εξασφάλιση των θέσεων δεν είναι δύσκολη, αφού μισή ώρα πριν την έναρξη του live, ο κόσμος δεν ξεπερνάει τα σαράντα άτομα. Η απουσία του κόσμου μας δυσαρεστεί αλλά δεν μας εκπλήσσει, μιας και είναι γνωστό το «επίπεδο» των νεοελλήνων και η συστηματική αποχή των περισσοτέρων από συναυλίες σαν την αποψινή. Διότι απόψε δεν εμφανίζεται καμιά σύγχρονη μάγισσα της ελληνικής μουσικής βιομηχανίας ή κάποιο από τα φαντάσματα του ελληνικού μουσικού παρελθόντος. Αυτό το βράδυ θα έχουμε την τιμή να παρακολουθήσουμε έναν από τους πιο σπουδαίους βιρτουόζους της jazz κιθάρας, τον συγκινητικό και αναμφίβολα διαχρονικό, τον πανμέγιστο αμερικανό Al Di Meola. Καθώς η ώρα περνάει, ο κόσμος σταδιακά πληθαίνει και αγγίζει εν τέλει τα 1000 περίπου άτομα, αριθμός αν μη τι άλλο αξιοπρεπής για ένα jazz event. Είναι όλα έτοιμα και αναμένουμε πια την είσοδο του σπουδαίου ερμηνευτή εν μέσω συναντήσεων και συζητήσεων επί παντός επιστητού. Δέκα λεπτά μετά τις 21:00 η βοή του κόσμου καταλαγιάζει και αντικαθίσταται από ένα μεγαλοπρεπές χειροκρότημα για την εμφάνιση του quarteto, που παίρνει τις θέσεις του πίσω από τα όργανα.


Η δίχως εντυπωσιασμούς είσοδος, λιτή και σεμνή, ενδεικτική του low profile του αγαπημένου μουσικού, συνοδεύεται από το ευγενικό κάλεσμά προς τον κόσμο να πλησιάσει για να επιτευχθεί η αμεσότητα την οποία επιτάσσει η φύση της συναυλίας. Οι εκ του σύνεγγυς φωτογραφίες πέφτουν βροχή και μετά από την ελληνιστί καλησπέρα του Αl αρχίζει το πανδαιμόνιο. Με τις ονειρικές μελωδίες του, ο ημίθεος της κιθάρας θέλγει τις αισθήσεις και με κάθε νότα τα συναισθηματικά κέντρα μας αναρριχώνται σε επίπεδα, που μόνο η μουσική μπορεί να αποκαλύψει. Η αντίληψη διευρύνεται και οι φράσεις της κιθάρας κάνουν τις γύρω παρουσίες πιο οικείες ενώ το σκηνικό αρχίζει να μοιάζει βγαλμένο από όνειρα παιδικά, στιγμές προσωπικές, τόσο υπέροχα μοναδικές.

H αρμονία είναι αποφασισμένη να μην επιτρέψει την εισβολή της καθημερινότητας στην μουσική πανδαισία και ο Meola δημιουργεί με το πεντάγραμμο ένα νοητό αδράχτι στο οποίο παγιδεύει το συσσωρευμένο άγχος της πεζής καθημερινότητας εξακοντίζοντάς το μακριά από την αποψινή εμπειρία. Με την (διόλου αβάσταχτη) «ελαφρότητα» του δεξιού μαγικού του χεριού, ο άνθρωπος παραδίδει σεμινάρια σε όσους θέλουμε να λογίζουμε εαυτούς κιθαρίστες, υπενθυμίζοντας στους κατέχοντες την ιστορία του, τον μοναδικό δρόμο προς την επιτυχία, ήτοι τη σκληρή δουλειά. Οι πένες προστάζουν τις χορδές και αφήνονται η μια μετά την άλλη στα χέρια τυχερών οπαδών ενώ οι ασύλληπτες ταχύτητες και τα φρενήρη sequence μας κόβουν την ανάσα. Η ατμόσφαιρα είναι ηλεκτρισμένη και έχουμε συσσωρεύσει μέσα μας τεράστια ποσά ενέργειας, που εκλύονται στην αμέσως επόμενη μελωδία για να συμβάλουν και αυτά στην μεγάλη γιορτή.


Χειριζόμενος όλες τις θέσεις με την ίδια μαεστρία, ο Meola καταφέρνει να σαγηνεύσει και αυτήν ακόμα την φύση γύρω μας, η οποία είμαστε σίγουροι πως έχει αφεθεί προ πολλού στους ρυθμούς του. Η ένταση στο πρόσωπο του ερμηνευτή είναι μεγάλη καθώς μας αποκαλύπτονται ηχητικά σήματα υπερκόσμια μα και τόσο ανθρώπινα συνάμα. Ο κόσμος, αποσβολωμένος, συμμετέχει εγκεφαλικά μα δεν παραλείπει να χειροκροτεί θερμά, όταν οι παύσεις το επιτρέπουν κι ενώ αισθάνεται τα μάτια του υγρά από το ντελίριο, προσπαθεί να συνειδητοποιήσει ποιά υπέροχη έμπνευσή οδήγησε στην ασύλληπτη αυτή αρμονική άποψη. Όταν δε το παιχνίδισμα ανάμεσα στους μουσικούς αρχίζει, μπορεί να διαγνώσει την ανθρώπινη πλευρά των φαινομενικά απρόσιτων βιρτουόζων κι έτσι του δίνεται η ευκαιρία να αντιληφθεί την πηγή του σπουδαίου αυτού μουσικού έργου, κοινώς, τον Ανθρωπισμό. Με αυτοσχεδιασμούς που δικαιώνουν την αναγνώριση της οποίας τυγχάνει τα τελευταία τριάντα χρόνια και μια χαρακτηριστική άνεση στον παράλληλο «χαριεντισμό» με το ακροατήριο, o Al Di Meola έχει μια σχέση τηλεπαθητική με τους εξαίρετους μουσικούς που τον συνοδεύουν. Synth και midi ήχοι αποδεικνύουν, πως συμβατική και ηλεκτρονική μουσική μπορούν να συνυπάρξουν αρμονικά, αρκεί να βρίσκονται υπό την επίβλεψη ενός μουσικού τέτοιου βεληνεκούς, τα δε κρουστά πραγματικά μας ανατριχιάζουν. Στις μικρές ανάπαυλες, ο Meola ευχαριστεί τον κόσμο στα ελληνικά, άλλοτε πάλι αναφέρεται στον μεγάλο Astor Piazzolla του οποίου τα tango έχει, ως γνωστόν, διασκευάσει.


Όταν πια ούτε η υγρή και ψυχρή βραδιά καταφέρνουν να τον κάμψουν, αφού η κιθάρα υπακούει στον σύντροφό της κι όχι στις ύπουλες διαθέσεις των καιρικών φαινομένων, αποδεικνύει γιατί θεωρείται αυθεντία και οδηγείται στο grand finale της υπέροχης επίδειξης. Ο κόσμος αποθεώνει τον, πάντα χαμογελαστό και ευγενή, Al και τους επίσης ευδιάθετους συνοδούς του και ενώ το quarteto υποκλίνεται, είναι όλοι πολύ ευτυχισμένοι που είχαν την τιμή να παρευρεθούν σε αυτήν τη μεγαλειώδη συναυλία. Ευχόμενοι να έχουμε και πάλι την ευκαιρία να απολαύσουμε κάτι ανάλογο στο εγγύς μέλλον και ευχαριστώντας τους υπεύθυνους των Δημητρίων στα πλαίσια των οποίων διενεργήθηκε το συγκεκριμένο live, φεύγουμε από το θέατρο με την εικόνα των θαυμάσιων μουσικών να μας συντροφεύει. Ο Al Di Meola είναι σίγουρα ένας από τους σπουδαιότερους κιθαρίστες της jazz μουσικής ever! Πάντα avantgarde πνεύμα μα με βαθιά πίστη στην παράδοση, που αντικατοπτρίζεται πλήρως στα latin και ευρωπαικής επιρροής παιξίματα, ο άνθρωπος αυτός πρόσφερε και προσφέρει πλείστα όσα στην παγκόσμια σκηνή. Θα πρέπει, ως εκ τούτου, να τιμάται πάντα σε μουσικές συντροφιές και κουβέντες και να είναι παρών μέσω της μουσικής του σε εκείνες τις τόσο ιδιαίτερες στιγμές, που κάνουν την ζωή να φαντάζει όμορφη μέσα στην ματαιοδοξία της.

Κείμενο: Λευτέρης Δώλης
Φωτογραφίες: Γιάννης Βόλκας

  • SHARE
  • TWEET