Συνέντευξη Steven Wilson

«Έχω ξεφορτωθεί τις συμβάσεις, δε με απασχολεί η δομή του τραγουδιού στην υπηρεσία της φωνής»

Από τον Κώστα Σακκαλή, 09/12/2011 @ 13:05
Με διαφορά η πιο πολυσχιδής προσωπικότητα του σύγχρονου rock ήχου, ο Steven Wilson είναι πάντα στην επικαιρότητα με κάποια από τις εμπνεύσεις του. Αυτή τη χρονιά εντυπωσιάζει με τον δεύτερο προσωπικό του δίσκο, για τον οποίο είχε να μας πει πολλά και ενδιαφέροντα, σε μία συζήτηση που θα μπορούσε να μην τελειώσει ποτέ, καλύπτοντας κάθε πιθανό μουσικό θέμα.

Καλησπέρα Steven, σε ευχαριστώ για τη συνέντευξη αυτή.
Σε ευχαριστώ εγώ που την κάνουμε.

Ας ξεκινήσουμε με την πρώτη ερώτηση που νομίζω ότι είναι η δεδομένη που έρχεται στο μυαλό όλων. Ποιά πτυχή της μουσικής σου προσωπικότητας απηχεί το δεύτερο solo άλμπουμ σου που τα υπόλοιπα project σου δεν καλύπτουν;
Νομίζω ότι το πιο σημαντικό στη solo καριέρα μου είναι ότι είναι η μόνη περίπτωση στην οποία δείχνω τη συνολική εικόνα της μουσικής μου προσωπικότητας. Όλα τα άλλα πράγματα που κάνω, είτε είναι οι Porcupine Tree, ή οι Blackfield, ή οι Bass Communion, στην ουσία εστιάζουν σε μία μόνο πλευρά του μουσικού χαρακτήρα μου. Ένα solo άλμπουμ προσπαθεί να συγκεντρώσει όλα αυτά τα στοιχεία μαζί, έτσι ώστε να μπορεί αυτό το σύνολο να μπει κάτω από το όνομά μου. Να είναι πραγματικά ένα άλμπουμ του Steven Wilson. Λέγοντας αυτό, θα πρέπει να διευκρινίσω ότι το "Grace For Drowning" είναι διαφορετικό από το προηγούμενο. Οπότε προκύπτει το ερώτημα: «Πώς γίνεται να υπάρχουν δύο προσωπικότητες του Steven Wilson;». Η απάντηση είναι ότι το φετινό είναι πολύ περισσότερο ριζωμένο στην αγάπη μου για τη μουσική της δεκαετίας του '70 και ιδιαίτερα του prog rock της δεκαετίας αυτής. Αντίθετα, το "Insurgentes" ήταν κυρίως επηρεασμένο από τη μουσική με την οποία μεγάλωσα, δηλαδή αυτήν της δεκαετίας του '80. Γι' αυτό και θα βρει κανείς πολλές επιρροές από Joy Division, Cure, Cockteau Twins, My Bloody Valentine κτλ. Τη μουσική της δεκαετίας του '70 την ανακάλυψα αργότερα, όταν ως νέος ψάχτηκα γυρνώντας προς το παρελθόν. Σε κάθε περίπτωση, αυτό δεν είναι κάτι που θα μπορούσα να κάνω με τα υπόλοιπα συγκροτήματά μου. Είναι θα έλεγα κάτι το καθαρά εγωιστικό.

Ομολογώ ότι περίμενα μία ανάλογη απάντηση. Προχωρώντας, όμως, ακόμα παραπέρα, θα έλεγα ότι, ως ακροατής, όντως το προηγούμενο μου έδινε την αίσθηση του συνδυασμού όλων των project σου. Αντίθετα, το "Grace For Drowning", ενώ είναι αναντίρρητα «Steven Wilson», είναι λιγότερο εμφανώς συνδεδεμένο με οποιοδήποτε από αυτά. Δεν ξέρω αν συμφωνείς.
Πιθανόν. Αλλά από την άλλη, κι εγώ ως μουσικός εξελίσσομαι ακόμα. Ξέρεις, συχνά το πρόβλημα με τη μουσική και όσους την ακούνε είναι ότι περιμένουν πως ο καλλιτέχνης θα μείνει σταθερός σε αυτό που τους άρεσε και θα κάνει την ίδια μουσική πάντοτε. Στα τρία χρόνια ανάμεσα στο πρώτο και το δεύτερο solo άλμπουμ μου άλλαξα πολύ ως άνθρωπος. Έκανα διαφορετικά πράγματα, ταξίδεψα σε διαφορετικά μέρη, γνώρισα διαφορετικούς ανθρώπους, διάβασα βιβλία, είδα ταινίες και άκουσα μουσικές. Κατά μία έννοια, λοιπόν, είμαι διαφορετικός άνθρωπος από ότι πριν από τρία χρόνια. Επίσης, το περιβάλλον που διαμορφώνεται γύρω μου όταν δημιουργώ ένα δίσκο έχει κι αυτό τη σημασία του. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ξεκίνησα να δημιουργώ το "Grace For Drowning" όταν παράλληλα δούλευα τον κατάλογο των King Crimson προς επανέκδοση. Έτσι, το κεφάλι μου ήταν γεμάτο από τη μουσική αυτή και φαίνεται αυτό καθαρά. Θα έλεγα λοιπόν ότι οτιδήποτε κάνω στη ζωή μου την περίοδο εκείνη έχει ισχυρό αντίκρυσμα στη μουσική που δημιουργώ. Μερικές φορές αυτό μπορεί να είναι έκπληξη για τους οπαδούς, που φυσικά δε μπορούν να γνωρίζουν τις αλλαγές στη ζωή του μουσικού και το πόσο σημαντικές μπορεί να είναι. Για παράδειγμα, εγώ πρόσφατα μετακόμισα από την πόλη στην εξοχή. Πλέον κοιτάζω από το παράθυρό μου όσο συνθέτω και βλέπω δέντρα. Αυτό μου δημιουργεί άλλα συναισθήματα από όταν κοίταζα ένα αστικό περιβάλλον.

Πάνω σε αυτό που μόλις ανέφερες, θα έλεγες ότι η ενασχόλησή σου με τους King Crimson δημιούργησε κάτι αντίστοιχο με την ενασχόλησή σου με την παραγωγή των Opeth, όταν και προέκυψε η μεταλλική στροφή στον ήχο των Porcupine Tree;
Είναι πολύ σωστό αυτό που λες. Κάτι πολύ σημαντικό για μένα με το να βοηθάω άλλους με τους δίσκους τους είναι ότι μπορώ κι εγώ να μαθαίνω πάρα πολλά και να τα ενσωματώνω στη μουσική μου. Είναι μία αμοιβαία βοήθεια, γιατί έρχομαι κι εγώ σε επαφή με πολλές διαφορετικές μουσικές προσεγγίσεις και τρόπους για να είσαι δημιουργικός. Όλα αυτά λοιπόν σίγουρα έχουν ισχυρή επίδραση πάνω μου. Έχω αποκομίσει πολλά από τις συνεργασίες μου αυτές και νομίζω ότι σε ένα βαθμό είναι και αυτό που με κάνει να τις αναλαμβάνω, είναι κάτι το πολύ υγιές.  

Άρα λοιπόν θα μπορούμε να μαντέψουμε την επόμενη δουλειά σου βάσει των παραγωγών που αναλαμβάνεις!
Σίγουρα μπορείτε να λαμβάνετε ενδείξεις.

Όταν ξεκίνησες τους Porcupine Tree ήταν στην πραγματικότητα ένα solo project κρυμμένο πίσω από ένα όνομα. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ένιωσες κάπως νοσταλγικά σε ό,τι έχει να κάνει με το να δουλεύεις μόνος σου σε σχέση με το να δουλεύεις με συνεργάτες;
Ναι, είναι κατά μία έννοια πραγματικό. Νομίζω ότι το σημαντικό σε ένα συγκρότημα (και αυτό είναι και καλό και κακό ανά περίπτωση) είναι ότι βασικά πρέπει όλοι να συμφωνούν ως προς την κατεύθυνση της μουσικής. Αυτό είναι που διαμορφώνει και την ταυτότητα του συγκροτήματος, αλλά ταυτόχρονα γίνεται και περιοριστικό, κάτι στο οποίο δυσκολεύεσαι να βάλεις όλες τις ιδέες σου. Σκέψου τα γούστα των μελών του συγκροτήματος ως τέσσερις κύκλους που μπορούν να έχουν κοινή τομή σε ένα μικρό μόνο πεδίο. Αυτή η τομή είναι αυτό που πλέον ονομάζεται «ήχος των Porcupine Tree», για παράδειγμα. Παραμένει όμως για όλους μας μία μεγάλη περιοχή που θέλουμε να εκφράσουμε και δε μπορούμε. Αντίθετα, όταν δουλεύω στον προσωπικό μου δίσκο δεν έχω την υποχρέωση να ευχαριστήσω κανέναν άλλον εκτός από εμένα και αυτό είναι ένα ωραίο συναίσθημα. Είναι ωραίο να δουλεύεις με ανθρώπους που σε οδηγούν προς μία κατεύθυνση, αλλά είναι εξίσου ωραίο το να δουλεύεις χωρίς καμία κατεύθυνση, βασισμένος μόνο στο ένστικτο. Κατά μία έννοια, λοιπόν, ναι, μου είχε λείψει αυτό. Πρέπει να τονίσω όμως ότι και οι Porcupine Tree στην αρχή, ακόμα και ως solo project, είχαν τους δικούς τους περιορισμούς. Ήταν ένα πείραμα πάνω σε ένα συγκεκριμένο ήχο. Δε νιώθω έτσι με τους δίσκους που βγαίνουν υπό το όνομά μου, εκεί νιώθω ότι μπορώ να κατευθυνθώ οπουδήποτε.

Ουσιαστικά δηλαδή αυτοπεριοριζόσουν με τους Porcupine Tree;
Ναι. Υποτίθεται, όταν ξεκίνησαν, ότι θα είχαν έναν ψυχεδελικό ήχο. Μετά ήρθαν τα progressive στοιχεία, μετά σκέφτηκα ότι ήθελα να είμαι λίγο πιο σύγχρονος και έτσι αναπτύχθηκαν τα πράγματα. Στην αρχή όμως είχα έναν πολύ αυστηρό ορισμό. Θα έπαιζα παλαιάς σχολής ψυχεδελικό rock. Αντίθετα, αν κοιτάξεις τους δύο solo δίσκους μου θα δεις πολλά είδη να εμφανίζονται.

Θυμάμαι μία εποχή που διαρκώς σε συνεντεύξεις σε ρωτούσαν αν οι Porcupine Tree είναι ένα progressive rock συγκρότημα και εσύ το διέψευδες. Τώρα βλέπουμε ότι και το τελευταίο άλμπουμ της μπάντας ("The Incident") είχε αναφορές στο "Animals" των Pink Floyd και το "Grace For Drowning" έχει επηρεαστεί κυρίως από το '70s prog. Νιώθεις πιο σίγουρος πλέον να αποδεχτείς αυτή τη μουσική;
Νομίζω πως ναι. Ξέρεις, δεν είμαι και μόνος μου σε αυτό. Ολόκληρο το κλίμα στη μουσική είναι πλέον πολύ πιο θετικό προς αυτόν τον ήχο. Οι αναφορές στους Pink Floyd ήταν, προφανώς, απολύτως εσκεμμένες ως φόρος τιμής στον πρώτο δίσκο που αγόρασα ποτέ μου. Αντίθετα, στο φετινό μου άλμπουμ νομίζω ότι οι επιρροές είναι πολύ πιο δύσκολο να καθοριστούν. Απλά αυτή τη φορά πήρα την απόφαση να εστιάσω σε έναν πιο ρετρό ήχο, αγνοώντας εντελώς τα πιο σύγχρονα στοιχεία. Για αυτό και έχω προσθέσει mellotron, woodwinds, ορχηστρικά περάσματα, χορωδιακά μέρη, Fender Rhoads, hammond κτλ. Στοιχεία δηλαδή που ήταν δομικά στις απαρχές του είδους. Αλλά κάτι εξίσου σημαντικό είναι και η εμπιστοσύνη που πλέον έχω πως ό,τι και να κάνω θα εξακολουθεί να ακούγεται ο εαυτός μου. Αυτό δεν το είχα πριν από 10 χρόνια. Θα έλεγα μάλιστα ότι συνειδητά προσπαθούσα να αποφύγω τις αναφορές στο παρελθόν, γιατί φοβόμουν ότι ο κόσμος θα έλεγε «μοιάζει σαν...», με την έννοια της αντιγραφής. Δεν το νιώθω αυτό πλέον. Έχω την αυτοπεποίθηση ότι μπορώ να δανειστώ πλέον από το παρελθόν και να ακούγεται και πάλι σαν εμένα. Και αυτό επιβεβαιώνεται από το τι λέει το κοινό. Φυσικά και μπορούν να ακούσουν τις επιρροές από King Crismon, Van Der Graaf Generator, Pink Floyd, Soft Machine κτλ. Αλλά αναγνωρίζουν ότι ακούγεται σαν Steven Wilson. Αυτό μου δίνει εμπιστοσύνη ότι δε θα κατηγορηθώ για πλιάτσικο, αλλά θα αναγνωριστεί απλά ο φόρος τιμής μου.

Θα έλεγα ότι σε αυτόν το δίσκο υπάρχουν δύο βασικές δομές. Μία πιο μελωδική και μία πιο κοφτερή και jazzy. Υπάρχουν συνθέσεις που ακολουθούν μόνο τη μία ή μόνο την άλλη, αλλά οι περισσότερες έχουν αυτές τις δύο να συγκρούονται ή να εξελίσσονται η μία μετά την άλλη. Ήταν αυτό συνειδητό ή απλά προέκυψε κατά τη σύνθεση;
Αυτό είναι δύσκολο να το απαντήσω, μάλλον ισχύουν και τα δύο. Από τη μία μου έρχεται φυσικό να συνθέτω τραγούδια που εκφράζουν διαφορετικά συναισθήματα και ατμόσφαιρες. Πιθανότατα αυτό είναι και που οι περισσότεροι αναγνωρίζουν ως την progressive rock προσέγγιση, καθώς μία από τις βασικές αρχές αυτού του είδους είναι ότι δε γράφεις κάτι με μία και μόνη λογική. Αντίθετα, γράφεις κάτι που να μοιάζει περισσότερο με ένα ταξίδι. Αυτό μου αρέσει, είναι θεμελιώδες για μένα. Από την άλλη, είναι μάλλον αληθές το να ισχυριστώ ότι υποσυνείδητα, επειδή μου αρέσουν πολλά είδη μουσικής, από την jazz μέχρι τη noise, είναι λογικό να προκύπτει κάποια ανάμιξη παραπάνω του ενός στοιχείων. Οπότε μάλλον είναι συνειδητό και ασυνείδητο. Το jazz στοιχείο είναι νέο για μένα, αλλά πάντοτε αγαπούσα τη jazz. Απλά ήταν η πρώτη φορά που άφησα τον εαυτό μου να την ενσωματώσει στη μουσική μου. Αυτό νομίζω ότι είναι ένα από τα πιο νέα στοιχεία που παρουσιάζει αυτός ο δίσκος. Αυτό το spiritual jazz στοιχείο. Και φυσικά και αυτό ήταν μία απολύτως συνειδητή επιλογή.

Και πάλι θα επικαλεστώ μία εντύπωση που μου δημιουργήθηκε. Ορισμένες φορές ακούγοντας το άλμπουμ μου δινόταν η εντύπωση ότι ήταν ένα instrumental άλμπουμ, ότι δεν υπήρχαν φωνητικά. Φυσικά αυτό δεν είναι αλήθεια, αλλά τα φωνητικά δείχνουν να μην παίζουν σημαντικό ρόλο, εκτός, ίσως, από τραγούδια όπως το "Deform To Form A Star", που έχει ξεκάθαρη και πολύ μελωδική φωνητική γραμμή.
Δεν το έχω αναλύσει στην πραγματικότητα, αλλά δε νομίζω ότι έχεις άδικο. Δεν προσπαθώ να γράψω τραγούδια στο "Grace For Drowning". Υπάρχουν κανα-δύο, όπως αυτό που αναφέρεις, αλλά νομίζω ότι σχεδόν σε όλα τα άλλα η σύνθεση δεν είχε σκοπό να εξυπηρετεί αυτό που θα λέγαμε φόρμα συμβατικού εμπορικού τραγουδιού. Και νομίζω ότι αυτό είναι αληθές περισσότερο σε αυτό το δίσκο από ό,τι σε προηγούμενους. Έχω ξεφορτωθεί εντελώς τις συμβάσεις. Δε με απασχολούν τα ρεφρέν, δε με απασχολεί τα φωνητικά να ηγούνται, δε με απασχολεί η δομή του τραγουδιού στην υπηρεσία της φωνής. Οπότε, ναι, έχεις δίκιο, υπάρχουν τραγούδια όπου η φωνή έρχεται κάπου στην αρχή για 1-2 λεπτά και στη συνέχεια χάνεται για να μην εμφανιστεί ξανά. Οπότε το τραγούδι γίνεται ορχηστρικό.

Θα έλεγα ότι δε λείπουν κιόλας. Η μουσική είναι τόσο ενδιαφέρουσα που δεν τα χρειάζεσαι.  
Ναι... Σίγουρα δεν το σχεδίασα έτσι. Η φωνή είναι ένα ακόμα μουσικό όργανο. Αυτό δε σημαίνει ότι δεν είμαι περήφανος για τα φωνητικά ή τους στίχους. Απλά δεν έχει και μεγαλύτερη ή μικρότερη αξία από τα άλλα όργανα. Κατά μία έννοια, αυτό κάνει και το δίσκο να είναι πιο απρόβλεπτος. Πολύ συχνά τα φωνητικά είναι αυτά που δίνουν στη μουσική την προβλεψιμότητά τους. Καταλαβαίνεις το ρεφρέν όταν έρχεται, την επόμενη στροφή πότε έρχεται... Κι αυτό είναι ένα βασικό πρόβλημα που έχω με το μεγαλύτερο μέρος της εμπορικής μουσικής, με την κλισαρισμένη δομή της. Αυτό λοιπόν συμβαίνει σε μεγάλο ποσοστό εξαιτίας των κυρίαρχων φωνητικών. Και τώρα έχουμε το X-factor και όλα αυτά τα σκατά που είναι ακόμα περισσότερο σε αυτή τη λογική. Είναι πραγματικά πολύ δύσκολο πλέον να παρακολουθείς τη mainstream σκηνή όταν δε μπορείς καλά-καλά να ακούσεις τι παίζει η μουσική κάτω από τη φωνή. Όλα έχουν να κάνουν με τη φωνή. Είναι κρίμα.

Ας πάμε λίγο και στους μουσικούς που συμμετέχουν, καθώς δεν υπήρχαν πληροφορίες για αυτούς ούτε στο website, ούτε στο promo υλικό που παραλάβαμε. Από διάφορες πηγές μαζεύονται πληροφορίες για πρώην ή και νυν μέλη των King Crimson ή του συγκροτήματος του Steve Hackett. Ξεκίνησες λέγοντας «θέλω να δουλέψω με αυτούς τους μουσικούς» ή απλά σκέφτηκες ότι αυτοί μπορούν να αποδώσουν αυτό που έχεις στο μυαλό σου;
Θα πρέπει για άλλη μία φορά να απαντήσω ότι ισχύουν και τα δύο. Υπήρχε, όταν ξεκίνησα το δίσκο, μία αίσθηση του να ξέρω το είδος των μουσικών που ήθελα. Και κυρίως ήμουν πολύ αποφασισμένος ότι δεν ήθελα να χρησιμοποιήσω rock μουσικούς όσο στο παρελθόν, αλλά αντίθετα μουσικούς που προέρχονται από jazz και κλασικό παρελθόν. Γιατί, κάτι για το οποίο ήμουν σίγουρος όταν δούλευα για τους King Crimson, το πιο ενδιαφέρον στοιχείο των αυθεντικών φιλόδοξων συγκροτημάτων της δεκαετίας του '70 ήταν ότι δεν ήταν μουσικοί που μεγάλωσαν με το rock. Ήταν μουσικοί που μεγάλωσαν και έμαθαν να παίζουν με jazz, folk και κλασική μουσική. Από αυτούς προέκυψε και η ενδιαφέρουσα εκείνη περίοδος της rock μουσικής, αφού εκείνοι οι τύποι δεν έπαιζαν σύμφωνα με τους κανόνες. Ήθελα λοιπόν να αναπλάσω μέρος εκείνης της εποχής. Για παράδειγμα, θα μου ήταν πολύ εύκολο να χρησιμοποιήσω έναν rock drummer στο άλμπουμ αυτό, που θα κρατούσε το groove και το ρυθμό και θα έθετε τον εαυτό του στην υπηρεσία του τραγουδιού. Οι jazz drummer δε σκέφτονται έτσι. Στην πραγματικότητα σολάρουν καθ' όλη τη διάρκεια, δημιουργώντας έτσι τη ροή της μουσικής και παρασύροντας και τους υπόλοιπους. Συνειδητοποίησα ότι αυτό ακριβώς είναι που μου άρεσε στους δίσκους των πρώιμων '70s. Ο Bill Bruford, ο Michael Giles ήταν jazz drummer, ή, αν θες αυτό, ήθελαν να είναι, αλλά βρέθηκαν να παίζουν rock μουσική. Ήθελα λοιπόν αυτό, αλλά ταυτόχρονα ήθελα να με εκπλήξουν και οι υπόλοιποι μουσικοί. Γι' αυτό και χρησιμοποίησα συνεργάτες από το παρελθόν που ξέρω τις ικανότητές τους, όπως τον Theo Travis ή τον Pat Mastelotto, και τους εμπιστευόμουν απολύτως να με ξαφνιάσουν και να δημιουργήσουν κάτι που δε θα είχα καν σκεφτεί. Αυτό θέλω από τους μουσικούς σε έναν δίσκο μου, να πηγαίνουν σε κατευθύνσεις που δε φανταζόμουν ποτέ. Για να απαντήσω λοιπόν στην ερώτησή σου, είναι και τα δύο, είχα κάποια ιδέα, αλλά ήθελα και να επεκτείνω την πρόσκληση προς όποιον ήξερα και πίστευα ότι μπορούσε να συνεισφέρει.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι είσαι και σε ένα επίπεδο πλέον που μπορείς να φωνάξεις τους «ήρωές» σου και να πετύχεις να εμφανιστούν στους δίσκους σου;
Είναι αλήθεια μεν, αλλά αυτό από μόνο του δεν είναι ικανός λόγος να παίξουν σε ένα δίσκο. Πρέπει και πάλι να κάνουν το σωστό. Σε όσες περιπτώσεις το έχω κάνει, οι άνθρωποι αυτοί το πέτυχαν. Αλλά δε σκέφτομαι «με ποιόν ήρωά μου θα ήθελα να παίξω φέτος;». Σκέφτομαι «ποιός μουσικός είναι κατάλληλος να με ξαφνιάσει στο τραγούδι αυτό;». Υπάρχουν πολλοί ακόμα εκεί έξω που θα υπολόγιζα για ήρωές μου και δεν έχω ακόμα νιώσει ότι θα ταίριαζαν σε κάτι που δημιούργησα. Επιπλέον, οι περισσότεροι είναι μουσικοί που και εγώ βοήθησα στη μουσική τους. Και μου αρέσει αυτό το αμοιβαίο του θέματος. Δεν είναι ότι απλά πήρα τηλέφωνο τον Steve Hackett και είπα «ω Steve, είσαι ο ήρωάς μου, έλα και παίξε μαζί μου». Είναι κάποιος που με ξέρει και έχουμε συνεργαστεί.

Θα περιοδεύσεις για το δίσκο αυτό;
Ναι, κάνουμε πρόβες τώρα. Ξεκινάει 20 Οκτωβρίου (σ.σ.: η συνέντευξη έγινε στις αρχές του Οκτώβρη) και θα κάνουμε μόλις 10 συναυλίες στην Ευρώπη και άλλες 10 στην Αμερική, για να δούμε πώς θα πάνε. Έχω μία εξαιρετική μπάντα με κάποιους μουσικούς που συμμετέχουν και στο δίσκο. Είναι ο Theo Travis στα πνευστά, ο Nick Briggs στο μπάσο, ο Marco Minnemann στα drums, ο Aziz Ibrahim στην κιθάρα και στα πλήκτρα είναι ο τελευταίος μουσικός διευθυντής του Miles Davis, ο Adam Holtzman.

Ακούγεται πολύ ενδιαφέρον. Υπάρχουν σκέψεις και για Ελλάδα;
Το ελπίζω. Όπως σου είπα, τώρα θα κάνουμε περιορισμένες εμφανίσεις, αλλά ελπίζω να συνεχίσουμε με ένα δεύτερο ευρωπαϊκό σκέλος, πιθανότατα στην αρχή του επόμενου έτους. Αν συμβεί αυτό, η Ελλάδα σαφώς και είναι ένα από τα μέρη που θα ήθελα πολύ να πάω.

Υπήρχε και ένα project με τον Akerfeld των Opeth. Τι γίνεται με αυτό και τι να περιμένουμε;
Έχει τελειώσει αυτό, θα κυκλοφορήσει την άνοιξη από τη Roadrunner. Όσο για το τι να περιμένετε, όπως συνηθίζω να λέω, να περιμένετε το αναπάντεχο. Δεν έχει σχέση με αυτό που θα περίμενε ο κόσμος.

Αλήθεια; Γιατί φαίνεται ότι με αυτό το δίσκο και το "Heritage" των Opeth έρχεστε πιο κοντά από ποτέ.
Η αλήθεια είναι ότι ένα μήνα πριν, όταν ο κόσμος δεν είχε ακούσει κανέναν από τους δύο δίσκους, μπορεί το «αναπάντεχο» να ίσχυε πιο πολύ. Αλλά πλέον όντως υπάρχουν κάποια ισχυρά στοιχεία, ίσως να μην είναι τόσο αναπάντεχο.

Πάντα είχα την απορία, με τόσα project που έχεις, πώς μπορείς να μιλάς, να προωθείς και να παίζεις ένα άλμπουμ, όταν στην πραγματικότητα έχεις ήδη προχωρήσει και ολοκληρώσει το επόμενο.
Είμαι πάντα εστιασμένος. Όταν ξεκίνησα το "Grace For Drowning", για έναμιση χρόνο δεν ασχολήθηκα με τίποτα άλλο. Η μουσική για το "Storm Corrosion" που γράψαμε με τον Michael αναπτύχθηκε πολύ αργά και μάλιστα εξαρχής θεωρήθηκε κάτι που δεν πρόκειται να παιχθεί ζωντανά. Προέκυψε πολύ φυσικά, θα πρέπει να πω, μόλις βρήκαμε το κοινό έδαφος. Η μουσική αυτή μου φαίνεται ακόμα πολύ φρέσκια. Για το προσωπικό μου άλμπουμ έζησα με τη μουσική του κάθε μέρα για 18 μήνες και την ξέρω σαν την παλάμη του χεριού μου και τώρα θα πρέπει να μάθω και να την παίζω ζωντανά. Κατά κάποιον τρόπο, η μουσική που φτιάξαμε με τον Michael, ενώ έχει ήδη ολοκληρωθεί, μου φαίνεται ακόμα πολύ νέα και δε θα χρειαστεί να ξανασχοληθώ μαζί της μέχρι να κυκλοφορήσει ο δίσκος, οπότε και θα πρέπει να την ξαναγνωρίσω, ώστε να μπορώ να αρχίσω να μιλάω για αυτήν. Αυτή τη στιγμή ζω και αναπνέω μόνο για το "Grace For Drowning".

Θα ήθελα να ρωτήσω και για τις διαφορετικές εκδόσεις που πάντοτε φροντίζεις να προσφέρεις στους οπαδούς σου. Έχουμε από διάφορες limited εκδόσεις, μέχρι βινύλιο, 5.1 surround κτλ. Ποιανού ανάγκη ουσιαστικά θεωρείς ότι εκπληρώνεις; Είναι των οπαδών ή του καλλιτέχνη τελικά;
Όπως και στις υπόλοιπες ερωτήσεις σου, μου δίνεις δύο επιλογές και βασικά ισχύουν και οι δύο! Πολλά από όσα κάνω σχετικά με τον ήχο έχουν να κάνουν με τις δικές μου εμμονές. Για παράδειγμα, λατρεύω το βινύλιο. Συλλέγω βινύλιο. Αλλά από την άλλη, λατρεύω τον hi-end 5.1 surround ήχο. Για αυτό για παράδειγμα εκδίδεται ο συγκεκριμένος δίσκος και σε Blu-ray, που μου επιτρέπει να βάλω και πολλά κινηματογραφικά στοιχεία, αφού μου αρέσει πάρα πολύ ο συνδυασμός εικόνας και ήχου. Οπότε αμέσως-αμέσως έχεις δύο εκδόσεις και μαζί με την απλή, τρεις. Οι special εκδόσεις προέρχονται από τη λογική ότι αν πιστεύεις ότι η τέχνη σου είναι όμορφη, θα πρέπει και να την παρουσιάζεις με τον πιο όμορφο και καλλιτεχνικό τρόπο. Αυτό το ξεκίνησα με το προηγούμενο solo άλμπουμ μου και οι οπαδοί το λάτρεψαν. Εξάλλου, πλέον στον 21ο αιώνα, έχουμε περισσότερους τρόπους να ακούς μουσική από οποιαδήποτε άλλη εποχή.

Αλλά λιγότερες πωλήσεις!
Όντως, και αυτό είναι περίεργο. Αλλά από την άλλη, αν φτιάχνεις μουσική στην εποχή μας θα πρέπει να τους καλύπτεις όλους.

Σε ευχαριστώ Steven και εύχομαι να σε δούμε στην Ελλάδα.
Ευχαριστώ πολύ, το εύχομαι κι εγώ.

Κώστας Σακκαλής
  • SHARE
  • TWEET