Συνέντευξη The Cave Children (Βασίλης Βλαχάκος)

«Οι εγχώριες μπάντες δεν έχουν τόση ομοιογένεια στο ύφος ώστε να προκύψει μια σκηνή με συγκεκριμένη υπογραφή... Οι μόδες έρχονται και παρέρχονται...»

Από την Κατερίνα Μυτιληναίου, 04/06/2015 @ 10:39
Αν και με μόλις δύο χρόνια εμπειρίας ως συγκρότημα, οι Αθηναίοι The Cave Children φαίνεται πως ήρθαν για να κατοικήσουν μόνιμα στις indie σπηλιές της εγχώριας μουσικής ελίτ. Εμπνέονται από τον Πλάτωνα, τον Elfman, την οικονομική κρίση, αλλά και την προσωπική τους ζωή. Ακολουθώντας λοιπόν τα ψυχεδελικά ηχητικά μονοπάτια του ντεμπούτου τους, "Quasiland", που μόλις κυκλοφόρησε, ολοένα και ανεβαίνουμε το βουνό της Προσδοκίας της «Χώρας του Περίπου».

Μην χάσετε την επίσημη ζωντανή παρουσίαση του δίσκου τους, στις 17 Ιουνίου, στις 22.00, στο Six D.O.G.S.. Οι πιο τολμηροί δείτε τους και στα Κουφονήσια, στο φετινό Up Festival στα μέσα του Ιουλίου.

Με χαρά και προσδοκία για το μέλλον,  λοιπόν, σας συστήνω τα πιο ευγενικά «Παιδιά των Σπηλαίων» που έχω γνωρίσει, εκπροσωπούμενα από τη Φωνή των Σπηλαίων, τον Βασίλη Βλαχάκο.

Οι The Cave Children είναι:
Βασίλης Βλαχάκος - κιθάρες / φωνή
Βασίλης Νιτσάκης - μπάσο
Δημήτρης Στεργίου  - ντράμς / percussion
Ορέστης Μπενέκας - πλήκτρα

Η αναβίωση του ήχου των '60s και το ρετρό κίνημα στο rock οδηγεί πολλές νέες μπάντες προς αυτό που ονομάζουμε νεο-ψυχεδέλεια. Εσείς έχετε προσθέσει και κάποιες ηλεκτρονικές πινελιές. Πώς καταλήξατε στον ήχο του δίσκου;
Αρχικά σας ευχαριστούμε πολύ που μας προτείνατε αυτή τη συνέντευξη!

Βασική μας προτεραιότητα ήταν ο ήχος του δίσκου μας να κολακεύει τις συνθέσεις. Επηρεαστήκαμε σίγουρα από αγαπημένες μας μπάντες και παραγωγούς. Δεν θελήσαμε όμως να κάνουμε έναν δίσκο «αναβίωσης» μιας '60s αισθητικής, παρ' όλο που πολλά τραγούδια μας παραπέμπουν σε αυτή τη δεκαετία.

The Cave Children

Ποιός γράφει τους στίχους και ποιός την μουσική; Ποιά είναι η διαδικασία που ακολουθείτε για να φτιάξετε ένα τραγούδι;
Συνήθως κάποιο μέλος της μπάντας φέρνει στο στούντιο μια μελωδία που αξίζει να εξελιχθεί σε κομμάτι. Πειραματιζόμαστε λοιπόν με τη μελωδία αυτή ώσπου να μας αρέσει αυτό που ακούμε. Στο τέλος έρχονται οι στίχοι, που συνήθως τους ολοκληρώνω μια μέρα πριν την ηχογράφηση.

Από πού αντλείτε έμπνευση για να γράψετε; Τι ρόλο έχει παίξει η κρίση στον τρόπο ή τους λόγους που γράφετε μουσική;
Σίγουρα η κρίση έχει παίξει καταλυτικό ρόλο στη δημιουργία του "Quasiland". Στο χέρι μας είναι να χρησιμοποιήσουμε δημιουργικά μια κακή κατάσταση που μας επιβάλλεται. Γενικά, όμως, η έμπνευση για να γράψει κανείς ένα τραγούδι θεωρώ ότι έρχεται από τις εμπειρίες του και την προσωπική του ζωή, ανεξαρτήτως κοινωνικών συνθηκών.

Δεν μπορώ να αποφασίσω αν ρέπετε περισσότερο προς Λονδίνο ή προς Καλιφόρνια. Μίλησέ μας για τις μουσικές επιρροές σας που φέρουν διαβατήριο.
Ο κάθε ένας από μας έχει τις επιρροές του, αλλά αυτό μπορεί και να μην φαίνεται στο τελικό αποτέλεσμα. Για παράδειγμα, ο Στεργίου ξεκίνησε ως punk-ska ντράμερ, ο Μπενέκας έχει ένα πιο '70s στυλ, ο Νιτσάκης είναι της funk σχολής. Εγώ (σ.σ.: Βασίλης Βλαχάκος: κιθάρες / φωνή) έμαθα να παίζω κιθάρα ακούγοντας τη '90s σκηνή της Καλιφόρνια και τους δίσκους του Hendrix. Ο δίσκος μας ίσως παραπέμπει περισσότερο στην «αγγλική» σχολή, αλλά όλες αυτές οι τεχνοκρατικές λεπτομέρειες πάντα μας μπέρδευαν. Πάντως σίγουρα έχουμε παρακολουθήσει πολύ και τη μουσική σκηνή του Λονδίνου και της Καλιφόρνια. Και τις κλέβουμε όσο μπορούμε. (γέλια)

Πώς θα περιέγραφες την μουσική σας με τρεις λέξεις;
Pop και rock.

Είμαστε όλοι μάρτυρες -κι εσείς είστε και μέρος- μιας πολύ μεγάλης άνθησης της ελληνικής εναλλακτικής μουσικής. Θεωρείς ότι έχουμε φτάσει πλέον στο σημείο να διαθέτουμε κι εμείς σαν χώρα μια σκηνή με συγκεκριμένη υπογραφή κι, αν ναι, ποιός είναι ο κυρίαρχος ήχος σ' αυτήν; Ποιό πιστεύεις ότι θα είναι το μέλλον της;
Πιστεύω ότι, παρ' όλο που τα τελευταία χρόνια έχουν εμφανιστεί πολύ αξιόλογα συγκροτήματα στην Ελλάδα, δεν έχουμε έναν αντιπροσωπευτικό «ήχο», δεν έχουν οι μπάντες τόση ομοιογένεια στο ύφος ώστε να προκύψει μια σκηνή με συγκεκριμένη υπογραφή, όπως λες. Οι μόδες έρχονται και παρέρχονται... Δεν ξέρω κατά πόσο θα αντέξει ένα στυλ για να γίνει αντιπροσωπευτικό της σκηνής, προς το παρόν.

The Cave Children

Έχει ήδη κυκλοφορήσει η ψηφιακή έκδοση του πρώτου σας δίσκου και στις 25 Μαΐου αναμένεται και το βινύλιο, από την Inner Ear. Καταρχάς, μοιράσου μαζί μας την οπτική σας πάνω σε όλο αυτό το ρεύμα γύρω από το βινύλιο... Όντως με αναλογικά μέσα η μουσική ακούγεται καλύτερα;
Σίγουρα το να ακούει κάποιος μουσική με αναλογικά μέσα είναι διαφορετικό από το να ακούει CD ή mp3 από πλευράς ήχου. Η αγορά του CD περιορίζεται τα τελευταία χρόνια, ενώ αυξάνονται οι κυκλοφορίες σε δίσκους βινυλίου, κάτι που σίγουρα είναι μια ενδιαφέρουσα στροφή της αγοράς. Με το YouTube, το Spotify και άλλες εφαρμογές, ο σύγχρονος μουσικόφιλος έχει τη δυνατότητα να ακούσει περισσότερη μουσική από ποτέ. Αυτή η «υπερπληροφόρηση» βρίσκει το αντίβαρό της στην αγορά του βινυλίου. Αν π.χ. εγώ ακούσω έναν δίσκο διαδικτυακά και μου αρέσει πολύ, με την αγορά του βινυλίου μπορώ να μετατρέψω την ακρόαση του σε μια ιεροτελεστία. Θα βάλω τον δίσκο να παίξει, θα τον ξεσκονίσω, θα προσέξω λεπτομερώς το artwork, θα ξέρω ότι δεν θα φθαρεί τόσο εύκολα. Ακόμα, δημιουργείται και μια παράδοξη αίσθηση «νοσταλγίας» για μια εποχή που η δική μας γενιά δεν έζησε. Τη ζεστασιά του ήχου του βινυλίου την καταλαβαίνουν πολύ εξασκημένα αυτιά, αλλά όσο πιο πολύ εκτίθεσαι σε αυτόν τον ήχο, τόσο περισσότερο τον απολαμβάνεις.

Στα του δίσκου τώρα: Είστε ήδη δυο χρόνια μπάντα. Γιατί άργησε ο πρώτος δίσκος; Ή δεν άργησε;
Ο δίσκος όντως άργησε να ολοκληρωθεί, και μέχρι τον τελευταίο μήνα των ηχογραφήσεων δεν ξέραμε ποια τραγούδια θα μπουν στο "Quasiland". Ξεκινήσαμε να ηχογραφούμε χωρίς να ξέρουμε καν την τελική σύνθεση του συγκροτήματος. Ο Ορέστης Μπενέκας έγινε μέλος των Cave Children ενώ είχαμε ήδη μπει στο στούντιο και έπρεπε να ξαναγράψουμε τα ίδια κομμάτια σχεδόν από την αρχή. Ήταν μια ωραία περιπετειούλα και περάσαμε πολύ καλά στη διαδικασία. Ο επόμενος δίσκος πιστεύω θα έρθει πιο γρήγορα και ομαλά.

Ο δίσκος τιτλοφορείται "Quasiland": «Οιονεί Χώρα»; Εξήγησέ μας λίγο πώς προέκυψε και τι προσπαθεί να συμβολίσει ο τίτλος του, όπως και πώς καταλήξατε στο δικό σας όνομα, «The Cave Children».
Η Quasiland είναι η «χώρα του περίπου» και περιγράφει μια κατάσταση λήψης αποφάσεων. Περιγράφει σε μεγάλο βαθμό τις συνθήκες υπό τις οποίες δουλέψαμε και ηχογραφήσαμε. Όσο για το όνομά μας, μας άρεσε και θεωρήσαμε ότι μας ταίριαζε για κάποιον λόγο. Δεν αναφέρεται βέβαια ούτε σε σπηλιές ούτε σε παιδιά. (γέλια) Σε κάποιον από εμάς θύμισε τον «μύθο του σπηλαίου» του Πλάτωνα και μας ικανοποίησε αυτός ο συνειρμός. Αργότερα γράψαμε και ένα τραγούδι, το "Pelorian", με αυτή τη θεματολογία.

Κι εμένα με ικανοποιεί αυτός ο συνειρμός! Ο δίσκος βρίθει κινηματογραφικών αναφορών. Ποιές οι βασικότερες επιρροές σας από την 7η Τέχνη;
Είμαστε fan του Elfman και του Williams αλλά και πολλών άλλων συνθετών κινηματογραφικής μουσικής. Η αίσθηση μεγαλείου των soundtrack έχει στιγματίσει τις πρώτες μας μουσικές αναμνήσεις.

Παρότι μόλις βγάλατε τον πρώτο σας δίσκο, έχετε ήδη μεγάλη εμπειρία στις ζωντανές εμφανίσεις. Ποιά πρέπει είναι ιδανικά η ατμόσφαιρα σ' ένα live; Για σένα...
Έχει τύχει σε όλους μας να πάμε σε συναυλίες και να τις θυμόμαστε για μέρες ή χρόνια μετά. Τα καλύτερα live για μένα είναι αυτά που σε κρατούν προσηλωμένο στον κόσμο που πιστεύεις ότι ζει ο εκάστοτε performer. Χρειάζεται πολλή δουλειά και ειλικρίνεια για να το πετύχει αυτό μια live μπάντα, αλλά πιστεύω ότι αξίζει τον κόπο.

The Cave Children

Προτιμάτε τους μικρούς κλειστούς χώρους ή τους μεγάλους και ανοιχτούς;
To κοινό του μικρού underground club δίνει άλλη ενέργεια από το κοινό του μεγάλου και ανοιχτού χώρου. Μέχρι τώρα έχουμε εμπειρία από κλειστούς χώρους κυρίως, όπου βλέπεις άμεσα τις αντιδράσεις του κοινού και παίρνεις feedback για το πώς παίζεις.

Ποιά είναι τα μελλοντικά σας σχέδια - άμεσα και πιο μακρινά;
Στα άμεσά μας σχέδια είναι να οργανώσουμε όσο καλύτερα γίνεται το release του δίσκου μας, στις 17 Ιουνίου στο Six D.O.G.S. και τις καλοκαιρινές συναυλίες μας σε Ελλάδα και Κύπρο. Συλλέγουμε υλικό για επόμενο δίσκο και παραμένουμε αισιόδοξοι.

Η θετική ενέργεια είναι το παν! Τι προσδοκίες έχετε από τους εαυτούς σας, σαν μπάντα;
Να μην απομυθοποιήσουμε τη χαρά που νιώθουμε όταν βλέπουμε ένα τραγούδι να ολοκληρώνεται.

Τι πιστεύεις ότι κάνει μια μπάντα να διαρκέσει στον χρόνο και τι πρέπει να έχει ένα τραγούδι για να γίνει «κλασικό»;
Μια μπάντα για να διαρκέσει στον χρόνο χρειάζεται να δουλέψει σκληρά και να ρισκάρει. Υπάρχουν πολλά συγκροτήματα που μπορεί να μην έγιναν ποτέ «one-hit-wonder» ή να μην γέμισαν ποτέ ένα στάδιο, αλλά είναι κάθε χρόνο σε περιοδεία και πετυχαίνουν τον στόχο τους ως επαγγελματίες. Η ειλικρίνεια και η επιμονή φέρνουν και το fanbase και τις ευκαιρίες. Όσο για ένα τραγούδι που γίνεται κλασικό, δεν υπάρχει συνταγή. Ένα τραγούδι που αντέχει στον χρόνο είναι ένα τραγούδι που «περιγράφει» πολλούς ανθρώπους ταυτόχρονα.

Έτσι νομίζω κι εγώ... Παιδιά, σας ευχαριστώ  πολύ για τον χρόνο σας και σας εύχομαι ό,τι καλύτερο!
Εμείς σας ευχαριστούμε πολύ για αυτή τη συνέντευξη και για το ενδιαφέρον σας!
  • SHARE
  • TWEET