Συνέντευξη Gravitysays_i

«Ο καθένας προσπαθεί να σώσει τη φάση του, να υπάρξει»

Από τον Κώστα Σακκαλή, 17/04/2015 @ 11:41
Είναι κάποιοι δίσκοι που το μόνο που χρειάζονται για να σε συναρπάσουν είναι μία ευκαιρία στην ακρόαση. Ένας τέτοιος ήταν και το "The Figures Of Enormous Grey And The Patterns Of Fraud", που ευτυχώς ειδικά με την από στόμα σε στόμα διάδοση έτυχε της αναγνώρισης που του άξιζε. Πέρα από τον δίσκο αυτόν, όμως, οι Gravitysays_i έχουν και παρελθόν και κυρίως μέλλον. Με την ευκαιρία του πολύ ταιριαστού παντρέματός τους με τους Electric Litany στις 18/4 στο Gagarin, μιλήσαμε και για τα δύο με τον πυρήνα του συγκροτήματος, τον Μάνο Πατεράκη και τον Νίκο Ρέτσο.

Πριν το πρώτο ερώτημα, ένα άλλο ερώτημα, πώς προφέρεται το Gravitysays_I; Πού βάζουμε το κόμμα;
Μ.Π.: Δεν βάζουμε κόμμα, μία λέξη

Σας το έχουν ρωτήσει κι άλλοι, αλλά επειδή είναι η πρώτη σας συνέντευξη σε εμάς, είναι εμπνευσμένο από κάπου;
Ν.Ρ.: Κάθε φορά που μας ρωτάνε ψάχνουμε να βρούμε την απάντηση, οπότε τελικά είναι κρίμα να δίνουμε καν απάντηση. Γιατί είναι κάτι που σου έρχεται και δεν ξέρεις καν γιατί. Του Μάνου ήταν η ιδέα.
Μ.Π.: Δεν έχει και σημασία κιόλας. Το κριτήριο που μπήκε το όνομα ήταν το πώς ηχεί.

Ωραία, η συνέντευξη ουσιαστικά ξεκινάει λοιπόν από την ακόλουθη ερώτηση. Λέμε συγκρότημα, είναι όντως έτσι ή είστε εσείς οι δύο μόνο;
Μ.Π.: Κοίταξε, θα έλεγα ότι τα τραγούδια τα φτάνουμε σε ένα σημείο εγώ με το Νίκο πριν μπορέσουμε να τα μοιραστούμε με άλλους και να προσθέσουν και οι άλλοι κάποια πράγματα.
Ν.Ρ.: Η αλήθεια είναι ότι είμαστε σε ένα κομβικό σημείο αυτή τη στιγμή. Μέχρι πριν λίγους μήνες όλα τα κάναμε οι δυο μας. Στίχους γράφει ο Μάνος, οι ιδέες ξεκινάνε από το Μάνο και τις δουλεύω εγώ μετά και ο καθένας μετά αλλάζει πράγματα από αυτά που ήδη υπάρχουν. Και αυτό έγινε και μέχρι το “The Figures Of Enormous Grey And The Patterns Of Fraud”. Στο πρώτο άλμπουμ υπήρχαν τρία κομμάτια που είχαν δουλευτεί με δύο μέλη από προηγούμενη μπάντα. Το δεύτερο είναι σε όλα τα επίπεδα αμιγώς μέχρι και την παραμικρή νότα από εμάς. Εκεί ήταν η πρώτη προσπάθεια να κάνουμε συγκρότημα, είχαμε βρει για τα live και δε μας έκατσε, διαλύθηκε και τώρα όμως υπάρχει νέο συγκρότημα που θα αρχίσει να βάζει ιδέες. Δηλαδή στο επόμενο άλμπουμ ήδη έχουν μπει ιδέες από τα νέα μέλη. Γι αυτό και η καθυστέρηση. Θέλουμε να είμαστε μπάντα.

Θεωρώ, διορθώστε με αν κάνω λάθος, ότι ουσιαστικά η αναγνώριση και, όσο μπορεί να υπάρξει, εμπορική επιτυχία, ήρθε με τον δεύτερο δίσκο. Εντοπίζετε κάτι που έγινε διαφορετικά στο δεύτερο σε σχέση με τον πρώτο;
Μ.Π.: Φαντάσου ότι ξεκινήσαμε να δουλεύουμε το δεύτερο δίσκο πριν βγει ο πρώτος. Και δεν κάναμε κανένα live για τον πρώτο, δεν υπήρχαμε σα συγκρότημα. Απλά κυκλοφόρησε ο Σείριος το άλμπουμ. Αυτό.
Ν.Ρ.: Πήραμε καμια-δυο καλές κριτικές και τίποτα άλλο. Δεν το σπρώξαμε καθόλου. Σίγουρα όμως και το “...Patterns” ήταν πιο ολοκληρωμένο μουσικά. Marketing δεν έγινε, με την έννοια του «σπρώχνω και διαφημίζω». Έγινε περισσότερο μέσω των live. Είχαμε πολύ καλές κριτικές και ο κόσμος από περιέργεια ήρθε να δει στην αρχή. Υπήρχαν και τα εύσημα από το προηγούμενο άλμπουμ και ήταν πιο διαφορετικό και πιο συγκεκριμένο αυτό που κάναμε με το “...Patterns”. Ξέραμε τι θέλαμε να κάνουμε. Το προηγούμενο ήταν λίγο πείραμα. Σα να λέμε «για να δούμε τι μπορούμε να γράψουμε».

Η κυκλοφορία του δίσκου σε βινύλιο θεωρείτε ότι βοήθησε; Θέλω να πω ότι υπάρχει ένα κύκλωμα αγοραστικού κοινού που τον ίδιο δίσκο σε CD δεν θα τον αγόραζε. Κι αυτό από μόνο του σπρώχνει έναν δίσκο να γίνει πιο αναγνωρίσιμος, ας πούμε.
Μ.Π.: Νομίζω ότι όταν βγαίνει ένας δίσκος σε βινύλιο πια, είναι για αυτούς που ασχολούνται και σημαίνει κάτι για αυτούς. Αποκτά ίσως μεγαλύτερο κύρος και εκτόπισμα.
Ν.Ρ.: Πρακτικά το βινύλιο το βγάζεις όταν η εταιρία έρθει και σου πει «να σου πω, μπορούμε να πουλήσουμε 200 βινύλια, θες;»

Άρα έχεις γίνει πρώτα πιο αναγνωρίσιμος και στη συνέχεια έρχεται το βινύλιο.
Ν.Ρ.: Ναι αλλά σε ένα μέτρο που δεν ξέρω αν μπορείς να πεις «έγινα αναγνωρίσιμος» επειδή έβγαλες 200-300 κομμάτια. Να ήταν 2000 τα βινύλια να πεις, εντάξει, είσαι ένα κεφάλαιο στην αγορά. Απλά εξυπηρετούν ένα κοινό που είναι πιο «true».

Προσωπικά σας έμαθα από το support στους Tuxedomoon. Γενικά η λογική του support στην Ελλάδα, που είναι από τις βασικές διεξόδους ενός ελληνικού συγκροτήματος, πώς το βλέπετε, λειτουργεί;
Μ.Π.: Για μία νεοσύστατη μπάντα που κάνει τα πρώτα της βήματα, ναι, μπορεί να λειτουργήσει.
Ν.Ρ.: Απευθύνεσαι σε λίγο παραπάνω κοινό από τη στιγμή που δεν έχεις ήδη το δικό σου.
Μ.Π.: Ακόμα και να μην είναι καλή η εμπειρία η μπάντα έχει μάθει κάποια πράγματα. Και σε τεχνικό επίπεδο και πώς να διαχειριστεί μία τέτοια κατάσταση. Που είναι περίεργη, σε φάση αν θα προλάβεις να κάνεις καν soundcheck και άλλα τεχνικά θέματα.

Μπορεί κανείς να ξεφύγεις εύκολα από «το κύκλωμα του support»; Να ανεξαρτητοποιηθείς και να πεις «τώρα έχω δική μου υπόσταση, δε θέλω πλέον να μένω εκεί».
Μ.Π.: Κοίτα αν η μπάντα το πιστεύει για τον εαυτό της, ναι. Δεν ξέρω αν θα ισχύσει στην πράξη αλλά ένας που έχει συγκρότημα 15-20 χρόνια, ε, δεν θα τρέξει να κάνει ένα support.

Έχω δει πάντως αρκετά συγκροτήματα που τα βλέπεις μόνιμα σαν support και όταν πάνε να κάνουν κάτι μόνοι τους, δεν...
Ν.Ρ.: Είναι ένα τεστ το support. Δεν είναι κάτι παραπάνω. Ίσως κάνει τη διαδικασία πιο γρήγορη αλλά αν αξίζει η μπάντα σου το πολύ πολύ να σου πάρει ένα χρόνο παραπάνω να σε μάθουν τα 100 άτομα που θα σε ακλουθούν. Τώρα με το Facebook μπορείς και να βλέπεις πόσα like έχει η σελίδα σου μετά από κάθε πράγμα που κάνεις. Κάτι έγινε με τα support. Αλλά εμάς την περισσότερη άνοδο την είχαμε μετά από μία καλή συναυλία που κάναμε στο Πλανητάριο. Είχαμε 1000 like μετά, σε ένα μήνα. Η ουσία είναι η φάση, μουσική παίζεις όπου και αν παίξεις, κάποια στιγμή θα σου δοθεί και η ευκαιρία να παίξεις κάπου παραπάνω. Τα φεστιβάλ είναι καλή φάση, καλύτερη από τα support. Στα support πάει ο άλλος να δει το αγαπημένο του συγκρότημα και βλέπει το support ως καθυστέρηση. Πρέπει να είναι πολύ ανοιχτόμυαλος. Βέβαια οι Tuxedomoon ήταν καλή φάση γιατί ήταν αρκετά ανοιχτόμυαλο το κοινό εκεί, καλύτερο από τους Anathema ας πούμε.

Αν θέλατε να διαλέξετε εσείς ένα συγκρότημα να είστε support και πραγματικά πιστεύετε ότι θα σας έδινε το κάτι παραπάνω γιατί το κοινό τους σας ταιριάζει, θα μπορούσατε να πείτε κάποιο;
Ν.Ρ.: Κοίτα, αν έρχονταν οι Other Lives στην Ελλάδα ή ήμασταν τόσο κωλόφαρδοι να μας καλούσαν να παίξουμε έξω θα ήταν καλή φάση. Το έχουμε συζητήσει ότι αυτή η μπάντα μας ταιριάζει πολύ.

Εγώ θα έλεγα και τους Crippled Black Phoenix.
M.Π.: Ναι, κι αυτό μας το λένε.
Ν.Ρ.: Υπάρχουν κι άλλοι. Και με τους Porcupine Tree θα μπορούσαμε να παίξουμε. Απλά νομίζω ότι οι Other Lives έχουν κάτι, για μας είναι πολύ respect.

Gravitysays_i

Πώς θα θέλατε ο ακροατής που έχει πάρει την όποια σας δουλειά να την ακούει και πώς φαντάζεστε ότι αυτό πραγματικά γίνεται;
Ν.Ρ.: Να είσαι μόνος σου. Κάπως σα να διαβάζεις ένα βιβλίο ή να βλέπεις μία ταινία, να αφεθείς.
Μ.Π.: Συμφωνώ. Δεν ξέρω όμως τι να πιστέψω (ότι πραγματικά γίνεται). Άλλος  μπορεί να το ακούει στο αμάξι του, άλλος το βράδυ και να κάνει τζόκιν ή να πίνει ένα τσιγάρο ή να είναι στην εθνική και να ταξιδεύει.
Ν.Ρ.: Μπορεί και στο λεωφορείο την ώρα που κάνεις την χιλιοταξιδεμένη διαδρομή που βαριέσαι, να χάνεσαι με μία μουσική. Κι αυτό ωραίο θα ήταν.
Μ.Π.: Από τη στιγμή που βγαίνει ένας δίσκος μπορεί ο άλλος να τον κακοποιήσει απίστευτα. Να τον ακούσει μετά από σκυλάδικο ας πούμε. Δεν μπορείς να έχεις λόγο.
Ν.Ρ.: Ένα πράγμα πονάω μόνο, να τον ακούει στα ηχεία του laptop. Αυτό μόνο, να τον ακούσει ο άλλος από μία πηγή στην οποία χάνει τα μισά μέρη από αυτά που έχουν ηχογραφηθεί. Το βλέπω αυτό με τα laptop, βαριούνται να συνδέσουν ένα ηχείο.

Πάμε στα καινούργια. Είστε σε πορεία ηχογραφήσεων, μίξης πού ακριβώς;
Μ.Π.: Γίνονται όλα ταυτόχρονα. Αυτός είναι ο σχιζοφρενικός τρόπος με τον οποίο δουλεύουμε. Γίνονται όλα ταυτόχρονα, η σύνθεση, η ηχογράφηση, η παραγωγή, τα πάντα.

Υπάρχει κάτι στον ήχο που μπορείτε να φανερώσετε; Μία κατεύθυνση;
Μ.Π.: Στιχουργικά, μπορεί να έχει και μπορεί και να μην έχει concept. Εξαρτάται από τον ακροατή.

Υπάρχει concept συναισθηματικό ανεξάρτητα από αφηγηματικό;
Μ.Π.: Υπαρξιακό θα έλεγα. (γέλια) Όχι με την έννοια του «τι κάνουμε σε αυτόν τον κόσμο;».
Ν.Ρ.: Επειδή ήταν πολύ αυστηρό και σφιχτό αυτό που κάναμε την προηγούμενη φορά θέλαμε να απελευθερωθούμε λίγο. Λέγαμε και να μην κάνουμε καθόλου στίχους να είναι ορχηστρικό αυτή τη φορά. Μετά είπαμε ότι μας ταιριάζει στη δημιουργία να υπάρχει η έξαρση και η συναισθηματική φόρτιση με το στίχο. Και μετά απλά θέλαμε να απελευθερωθούμε κοιτάζοντας το διάστημα και τα παράλληλα σύμπαντα. Ξέρεις, ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο και ότι όλα ισχύουν. Και τελικά αυτό είναι το concept, της πολλαπλής ερμηνείας των πραγμάτων. Της κβαντικής ερμηνείας της ύπαρξης. Εξ ου και το “Quantum Unknown”, ο τίτλος του άλμπουμ.

Ηχητικά;
Μ.Π.: Δεν ξέρω αν λέει κάτι το να πούμε «είναι λίγο πιο ηλεκτρονικό». Κάνουμε αυτό που κάνουμε και προσπαθούμε να είμαστε όσο καλύτεροι γίνεται και να περάσουμε καλά. Αυτό μπορεί να είναι η τσαμπούνα ή ένας ζεϊμπέκικος ρυθμός.
Ν.Ρ.: Υπάρχει μία προσπάθεια για κάτι πιο ελεύθερο, να μην είναι τόσο συγκεκριμένο και κιθαριστικό όσο το προηγούμενο.

Επηρεάζεστε από ακούσματα που έχετε όσο ηχογραφείτε; Ακούτε άλλα πράγματα όσο ηχογραφείτε;
Μ.Π.: Η διαδικασία που γράφουμε είναι τόσο απλωμένη που δε γίνεται να περάσουν 2-3 χρόνια χωρίς να ακούς μουσική.
Ν.Ρ.: Δεν έχουμε αναφορά καθόλου όταν κάνουμε κάτι. Αυτά που έχουν αφομοιωθεί βγαίνουν μόνο. Εμένα μου βγαίνουν πράγματα που άκουγα όταν ήμουν 15, τέτοια φάση.

Μπορεί κάποια στιγμή όμως συνειδητά να θέλετε να περάστε περισσότερα ελληνικά στοιχεία, π.χ.
Ν.Ρ.: Αυθόρμητα θα βγει κι αυτό.

Πάμε στο ελληνικό στοιχείο που είναι το σαντούρι. Όταν σας είχα πρωτοδεί  με το σαντούρι είχα σκεφτεί «επιτέλους» γιατί θεωρούσα ότι το σαντούρι έχει πολύ «ηλεκτρικό» ήχο και θα έπρεπε κάποιο συγκρότημα να το εκμεταλλευτεί.
Ν.Ρ.: Ναι, έχει sustain και drive.
Μ.Π.: Για εμένα έχει από τους πιο όμορφους ήχους από όργανο που έχω ακούσει. Έχει να κάνει βέβαια και με το ότι είμαι Έλληνας και έχω ακούσει το σαντούρι και έχω δει το γαλάζιο του Αιγαίου και το έχω συνδυάσει. Αυτός ήταν και ο κυριότερος λόγος που εγώ ήθελα να πάρω ένα σαντούρι. Για μεγάλο διάστημα δεν το είχα πει στο Νίκο ότι έχω αγοράσει και δε σκόπευα να το βάλω στο “…Patterns” γιατί ήθελα να το μάθω πρώτα. Αλλά όπως ολοκληρωνόταν ο δίσκος, το δράμα, εντός και εκτός εισαγωγικών που είχε ταίριαζε πολύ με το ηχόχρωμα του σαντουριού.

Gravitysays_i

Θα είναι πλέον και για τον επόμενο δίσκο και για το μέλλον ένα από τα χαρακτηριστικά στοιχεία σας; Θα παραμείνει να δίνει ταυτότητα στο συγκρότημα.
Μ.Π.: Κοίτα, εγώ θα το ήθελα πάρα πολύ να μην παίζω πια κιθάρες και οτιδήποτε άλλο και να παίζω μόνο σαντούρι. Ή να αντιστραφεί κάπως το πράγμα γιατί παίζω τώρα λιγότερο σαντούρι και περισσότερο κιθάρες. Νομίζω ότι είναι πιο ενδιαφέρον για εμένα. Αλλά να σου πω και κάτι, δεν έχει βγει και ποτέ κάτι όπως το λέγαμε πριν ξεκινήσει, να ολοκληρωθεί όπως το σκεφτόμασταν.

Υπάρχει κάποια βαρεμάρα προς τα πιο παραδοσιακά rock όργανα όπως την κιθάρα; Είναι ότι μπορεί να την παίξει και κάποιος άλλος ή ότι θες να δημιουργήσεις κάτι που να μην έχει κιθάρα;
Μ.Π.: Δεν έχει να κάνει τόσο με τη δημιουργία, είναι λίγο βαριά η λέξη. Μου αρέσει, με συγκινεί το σαντούρι.

Στην ενορχήστρωση έχετε σκεφτεί να πάμε σε κάτι διαφορετικό, να ξεφύγουμε από τα rock πρότυπα;
Μ.Π.: Είναι τελείως εφηβικό αυτό, να κάνεις τέτοιες επιλογές στη ζωή σου. Στη φάση έχω ξανθιές γκόμενες συνέχεια, ας πάω και με μια μελαχρινή.
Ν.Ρ.: Ξέρεις κάτι, όταν φτιάχνεις μουσική για μία ορχήστρα, γιατί όταν έχεις πάνω από δύο όργανα, έχεις μία ορχήστρα, συνήθως ψάχνεις ηχοχρώματα. Σκοπός δεν είναι το να υπάρχει ο ήχος της rock μπάντας. Ακόμα και το “...Patterns” που ήταν αρκετά rock γιατί ταίριαζε στο στίχο είχε έγχορδα, σημεία με ακουστικά όργανα, χορωδία... Ας πούμε, τώρα στο καινούργιο άλμπουμ που θα περίμενε κανείς να έχουμε παραπάνω σαντούρι, έχουμε τελικά παραπάνω σύνθια.

Το χορωδιακό κομμάτι;
Μ.Π.: Δεν υπάρχει λόγος να υπάρχει χορωδία σε αυτόν τον δίσκο. Είχε λόγο που είχε μπει στον προηγούμενο.
Ν.Ρ.: Εξέφραζε κάτι το συλλογικό ενώ στο νέο δίσκο έχουμε το τριπάρισμα κάποιου που απλά σκέφτεται και είναι μόνος του. Η χορωδία είχε νόημα, δεν ήταν θέμα sound design. Δεν είναι αυτοσκοπός το να διαφέρουμε.

Πέρα από τη μουσική, θέλετε να τη δένετε και με άλλα πράγματα όπως το artwork του δίσκου και τις προβολές που θα παίζουν πίσω σας;
Μ.Π.: Κοίταξε, κάναμε αρκετά live όπου είχαμε προβολές πίσω. Αν υπάρχει χρόνος και χρήμα να τα κινεί και να τα τρέχει κάποιος είναι πολύ ωραία. Δεν είναι το κεντρικό όμως.
Ν.Ρ.: Πρώτα είναι να παίξεις καλή μουσική. Και με έναν ωραίο φωτισμό μια χαρά είναι τα πράγματα.

Τέσσερα χρόνια ανάμεσα στον πρώτο και το δεύτερο δίσκο. Άλλα τέσσερα ανάμεσα στον δεύτερο και τον επερχόμενο τρίτο. Υπάρχει σκέψη να ενταθεί η διαδικασία της ηχογράφησης και της κυκλοφορίας ώστε να είστε καλύτερα εδραιωμένοι σαν ενεργό συγκρότημα; Ακόμα και από συναυλίες είχατε κενό διάστημα.
Ν.Ρ.: Συναυλίες ναι.
Μ.Π.: Και πάλι δεν το ξέρεις. Πόσο χρονικό διάστημα σου δίνει ένας νέος δίσκος για να είσαι ενεργός συναυλιακά; Ένα εξάμηνο; Μετά πρέπει να βγάλεις νέο δίσκο.
Ν.Ρ.: Αν δεν βιοπορίζεσαι από την μπάντα σου μένει μόνο ο ελεύθερος χρόνος σου. Τα τέσσερα χρόνια που λες και οι μη συναυλίες έχουν πολύ να κάνουν με αυτό. Οπότε ό,τι μπορείς κάνεις. Και πολλά κάνουμε...
Μ.Π.: Η αλήθεια είναι ότι και ο τρόπος που γράφουμε θέλει πάρα πολύ χρόνο. Βασικά να γραφτούνε εντός μας και να τα νιώσουμε σε βάθος χρόνου.
Ν.Ρ.: Αν δεν περάσουν δύο χρόνια, δε βγάζουμε τα κομμάτια μας έξω.
Μ.Π.: Είναι το να έχεις την απόλυτη αίσθηση του τι κυκλοφορείς. Αυτός νιώθουμε ότι είναι ο πιο σωστός τρόπος να δουλεύεις. Η παρουσία είναι πάρα πολύ σημαντική για τον κόσμο αλλά μάλλον τελικά δεν είναι και τόσο σημαντική και δεν το ξέρει και ο κόσμος ακόμα. Δεν έχει νόημα να παίζεις μόνο για να παίζεις. Από τα αγαπημένα μου συγκροτήματα ας πούμε, οι Pearl jam, πραγματικά θα ήθελα να είχαν λιγότερα άλμπουμ. Να είχαν κάτσει, να τα είχαν ακούσει λίγο παραπάνω.
Ν.Ρ.: Σε σπρώχνει το marketing.
Μ.Π.: Ναι, αλλά και ο ακροατής έχει την προέκταση του marketing. Δηλαδή θα αδικήσει μία μπάντα και μπορεί και να την ξεχάσει. Αυτός που δεν έχει εμβαθύνει.

Υπάρχει και ο κίνδυνος, όμως, αυτός που εμβαθύνει να παρακολουθεί τις εξελίξεις γενικά και μέσα από τα πολλά πράγματα που ακούει μπορεί σύντομα να αποκτήσει άλλα ενδιαφέροντα και να αφήσει πίσω του μία μπάντα που δεν δισκογραφεί συχνά.
Μ.Π.: Ε, δεν πειράζει, καλά να είναι! (γέλια)

Ποιά είναι αλήθεια η μοίρα ενός μουσικού; Αν δεν επιλέξει αυτό που κάνει να είναι και επάγγελμα και βιοποριστικό, αυτό σημαίνει ότι θα μείνει πίσω και θα το ασκεί όποτε μπορεί. Αν από την άλλη το προχωρήσει και το κάνει επάγγελμα χάνεται όλη η έννοια της Τέχνης και της δημιουργίας. Τι πρέπει να κάνει ένας μουσικός;
Ν.Ρ.: Εμείς το ψάχνουμε ακόμα.
Μ.Π.: Τη χρυσή τομή. Τώρα που στη μουσική δεν υπάρχει το format και οι εταιρίες έχει αλλάξει αυτό που η ίδια η μουσική βιομηχανία δημιούργησε, το μουσικό που ζει από αυτό που κάνει και γίνεται εκατομμυριούχος. Οπότε η σχέση του με τη δημιουργικότητά του άλλαζε.
Ν.Ρ.: Είναι διαφορετικό το να παίρνεις ένα μεροκάματο επειδή παίζεις και διαφορετικό να γίνεσαι μεγιστάνας.
Μ.Π.: Τώρα που, όλο αυτό που ζήσαμε εμείς που είμαστε γύρω στα 35,έχει πεθάνει πιστεύω ότι θα έρχονται οι μουσικοί που δε θα έχουν τέτοια εξάρτηση με τη δημιουργικότητά τους.
Ν.Ρ.: Η γενιά μας έχει ακόμα τη νοοτροπία «θα γίνω μουσικός και θα βρω μία εταιρία να κυκλοφορήσει τη δουλειά μου». Ενδεχομένως αυτοί που είναι τώρα 15 να έχουν άλλη νοοτροπία.

Το μέλλον λοιπόν είναι η αυτοδιαχείριση;
Ν.Ρ.: Ναι, σε όλους τους κλάδους της ζωής, όχι μόνο στη μουσική

Υπάρχει κάποια οικογένεια συγκροτημάτων με την οποία να νιώθετε συγγένεια, ηχητική ή νοοτροπίας, και με την οποία θα μπορούσατε να δημιουργήσετε αυτό που λέμε «σκηνή».
Ν.Ρ.: Εγώ αισθάνομαι ότι πορευόμαστε μόνοι μας. Υπάρχουν μπάντες με τις οποίες είμαστε στο ίδιο καζάνι. Αλλά πιστεύω ότι δεν υπάρχει σκηνή που θα κάνει κάποιον να ασχοληθεί με ένα συγκρότημα απλά και μόνο επειδή είναι στην ίδια σκηνή.

Οι Electric Litany δε θα μπορούσαν να είναι;
Ν.Ρ.: Ναι, και οι Electric Litany και οι Misuse και οι No Clear Mind, είναι αρκετές μπάντες. Ο καθένας όμως προσπαθεί να σώσει τη φάση του, να υπάρξει.
Μ.Π.: Η σκηνή υπάρχει, απλά δεν υπάρχει ο μηχανισμός που θα το βγάλει αυτό και θα του δώσει μία εικόνα. Για παράδειγμα όταν έσκασε το grunge υπήρχε μία μουσική βιομηχανία που στο παρουσίασε, το έφαγες στη μούρη όλο. Υπήρχε το κύκλωμα. Εδώ ενώ υπάρχουν πολλές μπάντες, αυτό δεν έχει στηθεί καλά.
  • SHARE
  • TWEET