Last Drive: «Το 1994 κάλπαζε μία νέα μορφή Ελλάδας όπου δεν χωρούσαμε πια»

Tο δεύτερο μέρος μίας ιστορικής συνέντευξης ξεκινά με τη δεύτερη ευρωπαϊκή περιοδεία και φτάνει (σχεδόν) μέχρι το σήμερα

Από τους Κώστα Σακκαλή, Μανώλη Γεωργακάκη, 14/12/2015 @ 12:23
Το πρώτο μέρος της συνέντευξής μας με τον πυρήνα των Last Drive έχει σχεδόν την ίδια έκταση κι ας καλύπτει χρονικά πολύ μικρότερο χρονικό διάστημα από το κείμενο που έχετε μπροστά σας. Κι αυτό είναι επειδή θέτει τις βάσεις του ποιοι είναι οι Last Drive. Η συνέχεια όπως θα διαβάσετε είναι διαφορετική. Μέσα από την καταγραφή των γεγονότων και μία ανάλαφρα παρεΐστικη, αν όχι και εξομολογητική, ατμόσφαιρα, ζούμε και εμείς τις εξωτερικές αλλά και εσωτερικές δυσκολίες του να διατηρήσεις ένα συγκρότημα επιτυχημένο, την διάλυση, την πίστη, τη φλόγα που σιγοκαίει και την τελική λύτρωση της επανασύστασης. Και σε πρώτο πλάνο η μουσική. Πάντα η μουσική.

Μ.Γ.: Πάμε τώρα στην νέα περιοδεία που ακολουθεί. Έχει αλλάξει κάτι σε σχέση με την προηγούμενη;
Γ.Κ.: Στον κύκλο αυτής της περιόδου έρχεται πολύ γρήγορα και το "Time" που ηχογραφούμε μάλιστα στο Βερολίνο.

Α.Κ.: Στο Βερολίνο μας κάλεσαν να παίξουμε στα πλαίσια ενός μεγάλου φεστιβάλ που γινόταν σε όλη την πόλη, συμμετείχαμε μάλιστα στην εναρκτήρια συναυλία. Έγινε μέσω της Hitch Hyke τότε αφού ήδη είχε κυκλοφορήσει ο δίσκος μας και από τη Music Maniac.

Χ.Μ.: Παίζουμε στο Ecstasy Club μαζί με τους Bitch Magnet, St. Vitus, American Music Club και Deja Voodoo, και η αμοιβή μας ήταν η δυνατότητα ηχογραφήσουμε σε ένα στούντιο στο Βερολίνο.

Α.Κ.: Όπου η έλλειψη ύπνου δημιουργεί περίεργες καταστάσεις (γέλια). Εντάξει, είχαμε πέντε ημέρες μόνο στη διάθεσή μας και θέλαμε να ζήσουμε το κάθε λεπτό. Είχαμε αρχίσει να γινόμαστε γνωστοί σε έναν κύκλο. Θυμάμαι μία φάση που παίρνουμε ένα ταξί στο Βερολίνο και πάνω στη συζήτηση γυρνάει ο οδηγός, τυχαία γκαραζόβιος, και μας λέει «οι Last Drive δεν είσαστε;». To θυμάμαι χαρακτηριστικά, κάτι τέτοια μας έκαναν να νιώθουμε μέρος μίας ευρωπαϊκής σκηνής.

Μ.Γ.: Και το ότι ζήσατε την κάθε στιγμή μας στοίχισε ένα άλμπουμ το οποίο τελικά έγινε EP;
Α.Κ.: Όχι, αυτό ήταν ακριβώς το υλικό που θέλαμε να ηχογραφήσουμε. Απέκτησε έναν δυνατό συμβολισμό τελικά, γιατί λίγο μετά έπεσε το Τείχος.

Χ.Μ.: Ήδη όσο βρισκόμαστε εκεί γίνονταν διαδηλώσεις στο Αν. Βερολίνο. Είχε γίνει μία με συμμετοχή ένα εκατομμύριο κόσμο.

Κ.Σ.: Οι διασκευές που επιλέγετε, φανερώνουν και σε ποια μουσική φάση είστε; Θέλω να πω ξεκινάμε με "Blue Moon", μετά "It's All Over Now", το "Time Has Come Today" και καταλήγουμε πιο πρόσφατα σε J.B. Lenoir. Μπορούμε μέσω των διασκευών σας να ιχνηλατήσουμε το πού βρίσκονται οι Last Drive τη δεδομένη χρονική στιγμή;
Α.Κ.: Όχι με τόση ασφάλεια, γιατί πάντα το κάναμε αυτό, το να πηδάμε σε διάφορα μουσικά είδη. Εκεί τη δεκαετία του '80 υπήρχε ένας αριθμός συγκροτημάτων που εκ των υστέρων δεν μπορείς να τα κατατάξεις σε ένα είδος πέρα από το rock 'n' roll με την ευρεία έννοια. Έρχονται από ένα συνονθύλευμα επιρροών και δε επεδίωξαν να καταταγούν κάπου συγκεκριμένα. Εκεί νομίζω ανήκουν και οι Last Drive. Αυτός ίσως είναι και ο δύσκολος δρόμος γιατί αν κατατάσσεσαι κάπου εύκολα μπορείς να το κάνεις και αγοραστικά.

The Last Drive (1998)

Κ.Σ.: Αυτό είναι κατανοητό που λες αλλά αφορά το αποτέλεσμα. Αναφέρομαι κυρίως στο από πού έρχεσαι και όχι τόσο στο πού καταλήγεις.
Α.Κ.: Είναι και η επιρροή του Zaremba που λέγαμε. Ακούγαμε όντως πάρα πολύ soul μουσική εκείνη την εποχή, το θυμάμαι πολύ έντονα.

Κ.Σ.: Αλήθεια όλες αυτές τις κυκλοφορίες σας και τα single και τις συλλογές, τις έχετε; Πώς νιώθετε που κυκλοφορούν στα δισκάδικα όχι μόνο σε υψηλές τιμές από τις οποίες δεν παίρνετε λεφτά αλλά και οι οπαδοί σας πρέπει να τα σκάσουν για να τις αποκτήσουν;
Α.Κ.: Απ' ό,τι ξέρω, δεν τις έχουμε όλες, όχι. Τις περισσότερες αρχίζεις να τις χαρίζεις μέχρι που καταλαβαίνεις πόσο δύσκολο είναι να τις ξαναβρείς. Σίγουρα δεν μας αρέσουν οι υψηλές τιμές αλλά υπάρχει ένα παράλληλο μυστήριο σύμπαν -το κύκλωμα των συλλεκτών- που δίνει αξία σε κάποιους δίσκους.

Χ.Μ.: Ναι, αλλά επηρεάζουν όλο τον κόσμο.

Α.Κ.: Σίγουρα, γίνεται δυσπρόσιτο κάτι που βγήκε για να είναι προσιτό. Το μόνο που μπορείς να κάνεις για να το σπάσεις αυτό είναι να επανεκδώσεις ο ίδιος τα δισκάκια σου.

Κ.Σ.: Πώς τα καταφέρατε μετά από τόσο καιρό να κάνετε τις επανεκδόσεις αυτές, τι εμπόδια σας απαγόρευαν να το κάνετε νωρίτερα και είναι μόνο η αρχή ή θα πρέπει να περιμένουμε κι άλλες επανεκδόσεις των επόμενων δίσκων κτλ. Τι ρόλο έπαιξε σε αυτό η Lab Records;
Α.Κ.: Η περίοδος της διάλυσής μας ήταν τραυματική σε όλα τα επίπεδα- οι σχέσεις μας με την Hitch-Hyke είχαν διαταραχτεί, και πήραν καιρό να αποκατασταθούν. Δεν έχει σημασία τι και πως, στο κάτω κάτω τότε μαθαίναμε όλοι. Σημασία έχει ότι έπρεπε να αποκατασταθεί και αυτό όπως όλα τα υπόλοιπα, ο κύκλος έπρεπε να κλείσει γιατί η Hitch-Hyke ήταν ένα μεγάλο κομμάτι της ιστορίας των Drive και οι Drive ένα μεγάλο κομμάτι της ιστορίας της Hitch-Hyke. Μέσω του Σταύρου από τη Lab που ήταν και στην ομάδα της Hitch-Hyke ήρθαμε σε επαφή με τον Αιμίλιο και έτσι κυκλοφόρησε το "Heatwave", και στη συνέχεια το "Underworld" και το "Time", μάλιστα με κάποια extra κομμάτια, outtakes του "Heatwave". Το σχέδιο είναι να κυκλοφορήσουν όλα. Νιώθουμε υπέροχα βλέποντας τους δίσκους μας να κυκλοφορούν στην αρχική τους μορφή.

Μ.Γ.: Γυρνώντας στο "Time" θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχει μία εξέλιξη ηχητική που σας διαφοροποιεί από εκεί και έπειτα για το υπόλοιπο της καριέρας σας. Υπάρχει κόσμος που γκρινιάζει γι αυτό. Τι του λέτε αυτού του κόσμου;
Α.Κ.: Μετά από τόσα χρόνια, τι να του πούμε! Η Ιστορία έχει αποφασίσει! Νομίζω ότι μουσικό είδος με το οποίο πρωτοξεκινάς και ασχολείσαι είναι μία πόρτα. Είναι δύσκολο να στέκεσαι συνέχεια κάτω από την πόρτα, κάποια στιγμή θα την περάσεις. Βγαίναμε τότε στην Ευρώπη, βρισκόμαστε με άλλα γκρουπ και μπαίναμε σ' αυτό το τριπάκι να παίξουμε πιο σκληρά. Αν κι εμείς πάντα παίζαμε σκληρά, δεν θυμάμαι ποτέ να παίζουμε «τυπικό» '60s garage.

Μ.Γ.: Ποιές είναι οι επιρροές που σας φέρνουν καινούργιους ήχους;
Α.Κ.: Τι ακούγαμε εκείνη την εποχή; Stooges που δεν ήταν νέα επιρροή αλλά στραφήκαμε πολύ προς τα εκεί τότε, MC5, Blue Oyster Cult, αλλά και power pop.

Γ.Κ.: Συχνά παραβλέπουμε ότι το hard rock, τουλάχιστον από τη μεριά μου, έχει παίξει σημαντικό ρόλο. Το hard rock επαναλαμβάνω, και σε αυτό περιλαμβάνω πολλά πράγματα, δεν το λέω με τον όρο των περιοδικών. Από τον πρώτο δίσκο Alice Cooper μέχρι Blue Cheer. Αυτά υπήρχαν και το timing ήταν τέτοιο που βγήκαν εκεί. Συν ότι αν φέρνεις κάποιον άνθρωπο να σου κάνει την παραγωγή, δέχεσαι και την επιρροή της άποψής του.

Χ.Μ.: Ήταν και το artwork του δίσκου με το οποίο πολλοί είχαν πρόβλημα πάντως. Το οποίο το είχε κάνει ο Πάνος, ο κιθαρίστας μας και δεν σήμαινε φυσικά κάτι. Ο συνδυασμός του artwork με την αλλαγή του ήχου που έγινε πιο σκληρός ήταν που δημιούργησε το όλο σκηνικό.

The Last Drive

Μ.Γ.: Πόσο σας επηρέασαν αυτές οι αντιδράσεις;
Χ.Μ.: Δεν νομίζω ότι το σκεφτήκαμε καν.

Α.Κ.: Νομίζω ότι όλο το γκρουπ πέρασε μία σκοτεινή περίοδο τότε. Συνέβησαν πράγματα. Εγώ προσπαθούσα να ξεπεράσω την απώλεια ενός πολύ αγαπημένου προσώπου. Μετά, ορισμένα πράγματα που πιστεύαμε ότι θα έμεναν κάπως για πάντα, άλλαξαν, χάσαμε πολλούς φίλους... Ήταν η περίοδος που μάθαινες την άλλη πλευρά του νομίσματος. Για μένα ο δίσκος δεν θα ήταν αληθινός αν δεν το αποτυπώναμε όλο αυτό. Έτσι το "Blood Nirvana" βγήκε ένας δίσκος που έχει πολύ «σκοτεινιά». Είναι ειλικρινής. Θα ήταν ψεύτικο αν προσπαθούσαμε να ξανακάνουμε το "Heatwave". Κοιτάζοντας και άλλες μπάντες ευρωπαϊκές που ξεκινήσαμε μαζί, υπήρχε αυτό το πράγμα, ήταν σαν να πήγαμε όλοι μαζί προς τα εκεί. Ήταν κάτι που μουσικά μπορούσαμε να διαχειριστούμε πολύ εύκολα γιατί από τότε που ξεκινήσαμε όταν ανεβαίναμε στη σκηνή οι κιθάρες ουρλιάζανε. Δεν μας τρόμαξε ποτέ ο θόρυβος.

Κ.Σ.: Από την ώρα που ξεκινήσατε όμως είχατε συνέχεια την αποδοχή και τώρα πρώτη φορά κάποιοι γκρινιάζουν.
Χ.Μ.: Μην το λες αυτό, δεν είναι έτσι.

Α.Κ.: Κάποιοι ας πούμε μας θεωρούσαν κακούς παίκτες. Υπήρχαν πάντα αυτοί που ταυτίζονταν με τους Last Drive και αυτοί που όχι. Δεν μας πείραζε αυτό, ήταν πολύ φυσικό, είχαμε μάθει να λειτουργούμε σε εχθρικό έδαφος. Ξεκινήσαμε να παίζουμε rock στην Ελλάδα της δεκαετίας του '80. Αυτό μας είχε κάνει καλούς αμυντικούς ας πούμε. Ξέραμε τι κάναμε και δε χρειαζόμασταν κάποιον για να μας το πει. Για ένα διάστημα είχαμε μείνει σχεδόν χωρίς συντρόφους στη σκηνή, για κανα δύο χρόνια δεν υπήρχαν πολλές μπάντες που έπαιζαν αυτό το είδος με την ευρύτερη έννοια, εμείς, οι Villa, οι Mushrooms και μερικοί άλλοι. Μετά άρχισαν να εμφανίζονται γκρουπ όπως οι Deus Ex Machina και αργότερα οι Honeydive, κτλ. Αυτό ήταν μία παράλληλη πραγματικότητα στην Ελλάδα γιατί στο εξωτερικό ζούσαμε κάτι άλλο, μία κοινότητα από garage μπάντες που έκοβε τις γέφυρες με το swinging κλίμα του ’60. Αυτό που μας έκανε εντύπωση ήταν ότι περάσαμε σε μία αποξένωση με την εταιρία μας στη Γερμανία ίσως γιατί τους φάνηκε υπερβολικά heavy αυτό που κάναμε, δεν κατάλαβα ποτέ.

Μ.Γ.: Στο "Blood Nirvana" έχετε για παραγωγό τον Paul Cutler.
Χ.Μ.: Η σχέση μας με τον Cutler αποτυπώθηκε σε αυτό το πράγμα. Αυτό που ακούς ως δίσκο είναι και ο Cutler μέσα.

Γ.Κ.: Ο Cutler είναι εδώ από την εποχή που κάνουμε πρόβες για τον δίσκο. Είναι μέλος του γκρουπ.

Μ.Γ.: Πώς προέκυψε η συνεργασία;
Γ.Κ.: Σε μία τρελαμένη φάση μετά από ένα live Dream Syndicate.

Χ.Μ.: Είχαμε παίξει μαζί, νομίζω το '89, τους είχαμε ανοίξει στο Ρόδον. Τότε παίζαμε νομίζω και το "Time" και το είχε ακούσει και αυτό ήταν το πρώτο πράγμα που μας είπε νομίζω, ένα σχόλιο για αυτό. Τον θαυμάζαμε ως κιθαρίστα και γενικότερα γουστάραμε Dream Syndicate, ήταν από τα γκρουπ που ακούγαμε πολύ εκείνη την εποχή. Μας είχαν επηρεάσει, τους βλέπαμε λίγο σαν τη συνέχεια των Velvet Underground.

The Last Drive (2009)

Κ.Σ.: Και λειτουργεί ουσιαστικά ως πέμπτο μέλος του συγκροτήματος;
Χ.Μ.: Ε, όταν βάζεις έναν άνθρωπο τόσο μέσα στη δουλειά σου και τη διαδικασία της δημιουργίας, εννοείται.

Γ.Κ.: Ο οποίος επίσης είναι και γαμώ τα άτομα, και γενικά ζούσαμε μαζί.

Α.Κ.: Ναι, ήταν λίγο κοινοβιακό, έμενε στα σπίτια μας... Και ήταν πολύ συνειδητός σε αυτό, με το που ήρθε μας είπε από την πρώτη μέρα, «Τώρα είμαι το πέμπτο μέλος της μπάντας. Καλύτερα να το συνηθίσετε».

Κ.Σ.: Και το αποδεχτήκατε εύκολα;
Α.Κ.: Ναι, ναι. Ειδικά για το συγκεκριμένο άνθρωπο. Καταρχάς το βεληνεκές του. Ήταν για μας η άλλη πλευρά της Αμερικής. Με τον Zaremba γνωρίσαμε τη Νέα Υόρκη, με τον Cutler τη Δυτική Ακτή. Ήταν ένας από τους μοχλούς στην έκρηξη του punk στο Los Angeles. Μάθαμε ιστορίες για το πόσο δύσκολο ήταν για όλους αυτούς τους ανθρώπους που ξεκίνησαν το punk όταν ήρθε το hardcore με μπάντες σαν Black Flag, πόσο δύσκολο ήταν να συνεχίσουν να τοποθετούνται μέσα σε αυτό το πράγμα γιατί το punk είχε περισσότερο χαρακτήρα καλλιτεχνικής έκφρασης ενώ το πρώιμο hardcore μετέφερε μέσα του ένα βίαιο ξέσπασμα των παιδιών από τα προάστια, ήταν κάπως πιο μιλιτέρ, ας πούμε. Και βέβαια ο Cutler είχε και μία άλλη πλευρά, που αφορούσε το τεχνικό κομμάτι. Μαζί του μάθαμε τι σημαίνει διαδικασία παραγωγής ενός δίσκου από την αρχή. Ήταν τελειομανής.

Γ.Κ.: Ήταν ένας άνθρωπος που μπορούσε να μπει σε ένα στούντιο και να το λύσει και να το δέσει από την αρχή.

Μ.Γ.: Σας ταλαιπώρησε;
Α.Κ.: Ναι

Μ.Γ.: Αλλά δεν το μετανιώνετε;
Α.Κ.: Σε καμία περίπτωση.

Μ.Γ.: Υπήρχαν σημεία που σας έκρινε;
Α.Κ.: Yπήρχε άπειρος σεβασμός εκ μέρους του. Και είναι ένα από τα μαθήματα που παίρνεις αυτό, μόνο με το σεβασμό γίνεται πραγματική δουλειά. Γιατί ο μουσικός πρέπει να δοθεί ολόκληρος σε αυτό που κάνει.

Χ.Μ.: Ο Cutler δεν ήταν παραγωγός της σχολής «παίρνω session μουσικούς και φτιάχνω τα μέρη». Ήταν της λογικής «έχω ένα γκρουπ και από αυτό προσπαθώ να βγάλω το καλύτερο».

Α.Κ.: Και ήταν πολύ δύσκολο την εποχή αυτή για τον Cutler να το κάνει γιατί δεν ήμασταν στην καλύτερη φάση μας κι εμείς. Υπήρχαν πολλά πράγματα που μας τράβαγαν μακριά από τον πυρήνα μας και ο Cutler υπήρχαν στιγμές που έπρεπε να δέσει το γκρουπ για να πάρει το κατάλληλο performance.

Κ.Σ.: Είναι η πρώτη φορά που νιώθετε την πίεση του να είστε επαγγελματίες και να πρέπει να παίξετε είτε έχετε όρεξη είτε όχι;
Γ.Κ.: Ο Cutler ήταν τελειομανής. Το κιθαριστικό μέρος του "Killhead Therapy" (σ.σ.: από τον επόμενο δίσκο) πρέπει να το έπαιξα 50 φορές. Για κάποιον έξω δεν θα είχε καμία σημασία αλλά για εκείνον είχε. Κάτι άκουγε και ήθελε να πιάσει αυτό που ήθελε. Αυτό ήταν γενικό. Δεν άφηνε τα πράγματα να πέσουν κάτω.

Α.Κ.: Μαζί του μάθαμε να εκτιμάμε τη διαδικασία εξίσου με το αποτέλεσμα. Μας έλεγε τα σύκα-σύκα και τη σκάφη-σκάφη, πράγμα που ήταν πολύ σημαντικό. Και ταυτόχρονα σε όλη αυτή τη διαδικασία υπήρχε και πολλή εκτίμηση για αυτό που κάναμε. Δηλαδή το «well done» που ακούγαμε δεν ήταν για να πάμε παρακάτω. Είχες ιδρώσει γι αυτό. Δεν ήταν εύκολος, κρατούσε τη μπάντα συνεχώς στην τσίτα. Θυμάμαι μία φορά στο αυτοκίνητο να μου λέει «Πωπω! Τι σόλο ήταν αυτό που έπαιξε ο Γιώργος! Δεν του το είπα γιατί έχουμε και αύριο ηχογράφηση».

The Last Drive (1985)

Μ.Γ.: Κυκλοφορεί ο δίσκος και στην Αμερική.
Α.Κ.: Κυκλοφορεί στην Restless και ενώ είχαμε επαφή με αυτό το πράγμα και ετοιμαζόμασταν να κάνουμε κάποιες κινήσεις γιατί πήγαινε καλά όταν πρωτοβγήκε, άλλαξε η διεύθυνση της εταιρίας και εμείς τελικά βρεθήκαμε στο κενό, ήμαστε η κληρονομιά της παλιάς.

Γ.Κ.: Έγινε μια εκ βάθρων αλλαγή, «έσπασαν» τα rock τμήματα της εταιρίας...

Μ.Γ.: Η συνέχεια περιλαμβάνει την περιοδεία του '91 με τους Dead Moon.
Α.Κ.: Μεγάλο κεφάλαιο. Ήταν ο τρίτος πόλος εκτός Ελλάδας που μας καθόρισε, ο Fred και η παρέα του. Μείναμε μαζί στη Γερμανία ένα μήνα και βάλε. Ξέραμε από τη ζωή στο δρόμο αλλά το σθένος και οι δυνάμεις που είχε αυτό το συγκρότημα μας έκαναν να καταλάβουμε ότι δεν υπάρχει ορατό τέλος σε αυτό που κάνουμε. Αν δηλαδή μπορεί να το κάνει ο Fred στα 50 του... Καταλάβαμε και με ποιους ανθρώπους γουστάραμε να κάνουμε παρέα. Ήμασταν εμείς οι Dead Moon και οι Lemonheads και με τους τελευταίους δεν είχαμε τίποτα να πούμε. Ήμαστε μονίμως μαζί με τους Dead Moon.

Κ.Σ.: Νιώσατε κάποια στιγμή έναν ανταγωνισμό ότι θα πρέπει να τα δώσετε όλα γιατί παίζετε μαζί με τους Dead Moon και πρέπει να φτάσετε στο επίπεδό τους;
Γ.Κ.: Καλά ότι πρέπει να τα δώσεις όλα ισχύει πάντα. Ανταγωνισμός όμως όχι, γιατί με το που παίζουμε στη πρώτη συναυλία και γνωριζόμαστε στο Μόναχο, έχουμε πιάσει συζήτηση και είναι ο Fred Cole τόσο άνετος και φιλικός που λες εδώ υπάρχει θέμα, θα περάσεις καλά.

Α.Κ.: Ακούγεται λίγο μελό τώρα, αλλά σε μία συναυλία που δε μας πλήρωσαν επειδή κάτι δεν είχε κανονιστεί καλά, οι Dead Moon έβγαλαν χρήματα και μας έδωσαν για να πάμε στον επόμενο σταθμό και κοιμηθήκαμε και στα δωμάτιά τους. Όταν είσαι στο δρόμο, αυτά μετράνε. Ο roadie μας, ο Γιάννης ήταν και δικός τους και ο ηχολήπτης τους, ο Edwin, ήταν και δικός μας. Ο Andrew, ο drummer τους περισσότερο καιρό ταξίδευε με το δικό μας λεωφορειάκι, παρά με το δικό τους.

Κ.Σ.: Είναι μετά από την περιοδεία αυτή που ο Πάνος ψυχικά κλατάρει;
Γ.Κ.: Aπό πριν που έχει κάποιους δισταγμούς. Είναι και μία ηλικία πλέον που λες «τι κάνω μεγάλε; που βρίσκομαι;». Η περιοδεία βέβαια ήταν σούπερ και ο Πάνος γούσταρε πολύ, αλλά αυτοί οι δισταγμοί όταν γυρίσαμε τον έκαναν να πει ότι δεν μπορεί να ακολουθήσει 100% πλέον και αφού δεν μπορεί 100% καλύτερα να αποχωρήσει από τη μουσική. Γιατί ο Πάνος αποχώρησε από τη μουσική γενικώς που εγώ το θεωρώ λάθος για το συγκεκριμένο πρόσωπο. Έγινε πολύ χαλαρά γιατί ήμασταν και σε ένα επίπεδο ζωής μετά από όλα αυτά που μπορούσε να καταλάβει ο ένας τον άλλον. Έχεις απεριόριστα περιθώρια κατανόησης αλλά δεν υπήρχε και κάτι που θα μπορούσε να σταματήσει τους υπόλοιπους.

Κ.Σ.: Ζοριστήκατε και εδώ όσο και με την αποχώρηση του Νίκου ή είχατε πλέον συνηθίσει;
Α.Κ.: Ζοριστήκαμε. Κάποια στιγμή μάλιστα σκεφτήκαμε να συνεχίσουμε ως τρίο. Να αναλάμβανε δηλαδή ο Γιώργος όλες τις κιθάρες, όχι για τίποτα άλλο αλλά γιατί δεν ήμασταν σίγουροι ότι όλη αυτή τη χημεία και το δέσιμο που είχε φτιαχτεί από όλες τις καταστάσεις που είχαμε ζήσει μέχρι τότε θα μπορούσαμε να τα μοιραστούμε με κάποιον άλλον.

Γ.Κ.: Θυμήσου ότι ο Πάνος ήταν ο roadie στην πρώτη τουρνέ που κάναμε με το Νίκο.

Α.Κ.: Ήταν ήδη ένας από εμάς, από την Παραλία ακόμα. Τώρα θα έπρεπε να μπει κάποιος άλλος στην ομάδα. Και μπήκε ο Θάνος. Ο Θάνος είχε αυτό το drive, το κίνητρο, που χαρήκαμε πολύ όταν το είδαμε.

Κ.Σ.: Ήταν fan από πριν;
Α.Κ.: Όχι, δεν είχε ασχοληθεί με τους Drive πιο πριν. Ήταν φίλος των Cosmic Teds που ήταν φιλαράκια μας και όταν έμαθε ότι ψάχνουμε κιθαρίστα μας προσέγγισε ο ίδιος.

Κ.Σ.: Τι θα έλεγες ότι έφερε στο συγκρότημα σε σχέση με τους προηγούμενους;
Α.Κ.: Έφερε ένα street rock 'n' roll vibe που είχε διαμορφωθεί στην Αθήνα αφότου είχαμε ξεκινήσει εμείς. Όλη αυτή η παρέα γύρω από τους Rockin' Bones, τους Teds... Παιδιά από τους Αμπελόκηπους, σαν και μας. Και ο Θάνος είχε ένα drive που το είχαμε κι εμείς, αυτό το «πάμε». Σαν κιθαρίστας, το επίπεδό του ήταν εξαιρετικό.

Χ.Μ.: Είχε και τα ακούσματα που έπρεπε. New York Dolls, Johnny Thunders κτλ...

The Last Drive (Freiburg 1991)

Κ.Σ.: Τα τραγούδια για τον επόμενο δίσκο τα συνδιαμορφώνετε ή ήταν ήδη έτοιμα;
Γ.Κ.: Ε, εντάξει ήταν μουδιασμένος. Πιτσιρικάς 19 χρονών... περιμένει να δει τις κατευθύνσεις. Και πρέπει να του δώσεις κατευθύνσεις.

Χ.Μ.: Έπεσε και στην περίπτωση του πιο σύνθετου δίσκου των Drive. Και από συνθέσεις και στιχουργικά και γενικά. Είναι ό,τι πιο «ανώμαλο» έχουν βγάλει οι Drive.

Α.Κ.: Αντέδρασε όμως πραγματικά πολύ καλά. Ο Cutler το έκανε αυτό, τον κέντριζε επειδή έβλεπε ότι για τον Θάνο η ηχογράφηση ήταν μία διαδικασία μύησης και ότι έπρεπε να ανταποκριθεί στον ρόλο του. Δεν του χαρίστηκε σε τίποτα. Και ο Θάνος δέχτηκε τις προκλήσεις και τις έβγαλε πέρα με τον καλύτερο τρόπο. Αυτό ήταν πολύ καλό και για μας, γιατί νιώσαμε πολύ όμορφα για το νέο μας μέλος.

Κ.Σ.: Ηχητικά το νέο άλμπουμ σε σχέση με τους προηγούμενους; Εκεί είναι που πλέον ο περισσότερος το χάνει και δεν ξέρει πώς να σας χαρακτηρίσει;
Α.Κ.: Ηχητικά το "F*head Entropy" δεν πατάει πουθενά. Πατάει μόνο στα μυαλά μας και στη μούρλα του Cutler.

Κ.Σ.: Νομίζω ότι μετέπειτα, όταν ανέβηκε το grunge και το stoner κτλ είναι πιο εύκολο να το δεις και να το τοποθετήσεις κάπου. Εκείνη την εποχή ήταν πιο δύσκολο.
Α.Κ.: Οι αρχές εκείνης της δεκαετίας είναι σε μία εποχή με πολύ καθοριστικούς δίσκους για το rock. Όλα τα διαμάντια του grunge, οι Peppers, οι Jane's Addiction... Γενικά σε επίπεδο αναφορών βλέπεις ότι πράγμα πάει αλλού πια, διευρύνεται κι άλλο.

Μ.Γ.: Κατόπιν έρχεται και η διαφοροποίηση με την Hitch-Hyke.
Α.Κ.: Η Hitch-Hyke μας είπε ότι είχαμε γίνει πια πολυέξοδοι, και αυτό είχε βάση. Δεν ήταν οι εποχές που έμπαινες στο ψηφιακό στούντιο του φίλου σου και ηχογραφούσες. Κάποια στιγμή βρεθήκαμε σε αδιέξοδο. Η Hitch Hyke μας είχε ήδη πει ουσιαστικά ότι θα ήταν πολύ δύσκολο να συνεχίσουμε να είμαστε μαζί και κάπου εκεί ήρθε η BMG και πήγαμε σε πολυεθνική.

Μ.Γ.: Και τελικά το πέρασμα σε πολυεθνική βοήθησε;
Α.Κ.: Τραυματική εμπειρία. Το βασικό σφάλμα που προκάλεσε μεγάλη δυσχέρεια στο γκρουπ ήταν ότι αποκόπηκε από τις «υπόγειες» ρίζες του. Έμπαινες σε έναν χώρο όπου οι άνθρωποι που υποτίθεται πως δούλευαν μαζί σου δεν είχαν ιδέα από αυτό που έκανες. Οι εταιρίες πουλούσαν λαϊκά πράγματα και όσο κι αν ήθελαν να λένε ότι μπορούν να ασχοληθούν και με το rock, στην πραγματικότητα δεν μπορούσαν.

Χ.Μ.: Θέλαμε να δοκιμάσουμε να συνεργαστούμε με μία πολυεθνική κι ας ξέραμε πως είναι ρίσκο. Το φοβόμασταν από την αρχή και τελικά όντως το καταλάβαμε και στην πορεία ότι δεν δούλευε.

Μ.Γ.: Αυτό περιγράφει ένα αδιέξοδο όμως. Από την μία η Hitch Hyke είναι πολύ μικρή να σας αντέξει και από την άλλη η πολυεθνική δεν μπορεί να ανταποκριθεί.
Χ.Μ.: Δεν υπήρχε και άλλη εναλλακτική τότε. Όντως με τη Hitch Hyke δε θα μπορούσε να δουλέψουμε άλλο οπότε είπαμε ας δοκιμάσουμε την BMG και ό,τι βγει.

Κ.Σ.: Αυτές τις δυσκολίες, ένας τρίτος που δεν ξέρει από μέσα τι έχει συμβεί, μπορεί να τις εντοπίσει κάπου στο αποτέλεσμα;
Γ.Κ.: Είχαμε ένα συναισθηματικό κενό. Όπως καταλαβαίνεις από αυτά που λέμε, οτιδήποτε συνέβαινε γύρω μας ήταν μέρος του γκρουπ. Ήταν άνθρωποι που καταλαβαινόμασταν και είχαμε κοινές εμπειρίες. Ξαφνικά νιώθουμε ότι πρέπει να κάνουμε μία αυστηρά επαγγελματική συναλλαγή την οποία εμείς θα χρησιμοποιήσουμε για το καλό του συγκροτήματος αλλά δεν είχαμε χωνέψει ότι θα έπρεπε να ενεργήσουμε κυνικά. Και επιπλέον δε μας έδιναν την ελευθερία να κανονίσουμε πώς θα πάει το γκρουπ και το έκαναν αυτοί, μη ξέροντας όμως πώς να το κάνουν.

Α.Κ.: Σκέψου όλο αυτό το σκηνικό και σκέψου ότι στο παρελθόν όλες τις δυσκολίες τις αντιμετωπίζαμε με μία -υγιή, θα έλεγα- εσωστρέφεια. Δηλαδή στρεφόμαστε προς το κέντρο του κύκλου όπου εκεί υπήρχαμε απλώς εμάς οι τέσσερις που παίζαμε τη μουσική μας. Ε, αυτή τη φορά όταν γυρίσαμε στο κέντρο του κύκλου είδαμε ότι όλα αυτά είχαν διαρρηχθεί, οι συνθήκες είχαν αρχίσει να υπονομεύουν την ουσία του γκρουπ.

Γ.Κ.: Σκέψου ότι την εποχή εκείνη όλα τα μεγάλα ξένα συγκροτήματα, Nirvana, Pearl Jam, Alice In Chains, κυκλοφορούν σε μεγάλες πολυεθνικές εταιρίες. Κάπου πιστεύεις ότι μπορείς και στην Ελλάδα να λειτουργήσεις με αυτό τον τρόπο. Δεν ήταν έτσι όμως. Γιατί στην Epic π.χ. αυτός που θα είχε να διαχειριστεί τους Pearl Jam ήταν σχετικός με το rock. Εδώ δεν ήταν. Ο ίδιος που ήταν υπεύθυνος για την Άννα Βίσση θα ήταν και για σένα.

Α.Κ.: Και είχαμε πάλι την ατυχία με τον Αλέξανδρο τον Ριχάρδο που ήταν αυτός που μας έφερε στην BMG και που ήταν σχετικός και θα μπορούσε να δουλέψει μαζί μας: με το υπογράψαμε, έφυγε από την εταιρία.

The Last Drive (1994)

Μ.Γ.: Φταίει δηλαδή η φύση της εταιρίας;
Α.Κ.: Ε, ναι. Δεν μπορεί να είσαι σε μία εταιρία που έχει την Άντζελα Δημητρίου να πουλάει 80.000 αντίτυπα και εσύ να πουλάς 3.000. Γιατί σε έχουν; Δεν ξέρουν τι να σε κάνουν .

Γ.Κ.: Σύμφωνα με τον Ριχάρδο με τον οποίο μίλησα πολύ πρόσφατα, δεν τους ενδιέφερε. Απόδειξη ότι δεν έστειλαν ποτέ τον δίσκο στα αντίστοιχα τμήματα του εξωτερικού.

Χ.Μ.: Πολλές φορές έχουν συγκροτήματα για φορολογικού λόγους, για να παρουσιάζουν παθητικό.

Γ.Κ.: Αλλά ταυτόχρονα να παρουσιάζουν και ένα πρόσωπο, να λένε ότι «έχουμε και τους Last Drive».

Χ.Μ.: Προς τα έξω δείχνουν ότι έχουν ρεπερτόριο αλλά μέσα αδιαφορούν.

Μ.Γ.: Συνεπώς κατάφερε η ανεξάρτητη εταιρεία να σας προωθεί καλύτερα στο εξωτερικό από ότι η πολυεθνική.
Χ.Μ.: Εννοείται.

Μ.Γ.: Αυτή η κατάσταση σας απέβαλλε ή εσείς αρνηθήκατε να πάρετε μέρος;
Α.Κ.: Τώρα που το σκέφτομαι, το δεύτερο. Ήταν η εποχή που η βιομηχανία της διασκέδασης «φούσκωνε», μία εικονική πραγματικότητα εισέβαλλε στην Ελλάδα, ξέφευγε η κατάσταση. Εμείς δεν μπορούσαμε να τα διαχειριστούμε όλο αυτό, είχαμε και προβλήματα που πήγαζαν από τον τρόπο που ζούσαμε. Είχαμε κουραστεί κιόλας με τα μικρά πράγματα που συσσωρεύονταν και δημιουργούσαν τριβές. Οι Last Drive είχαν πάντα μία επικοινωνία ενστικτώδη. Για να μπορέσουμε να κάνουμε τη σχέση μας να ξεπεράσει το ενστικτώδες και να έρθει σε συνειδητό επίπεδο χρειάστηκε να ξαναφτιαχτούμε το 2007.

Μ.Γ.: Σε ένα θέμα που ρωτάμε γενικά: Λέμε ότι οι Last Drive είναι underground συγκρότημα, εναλλακτικό σε σχέση με το mainstream που βλέπουμε σε τηλεοράσεις και ακούμε στο ραδιόφωνο. Θεωρείτε ότι στην Ελλάδα το underground θέλει και μένει έτσι ή το κρατάνε underground;
Α.Κ.: Θεωρώ ότι αν οι Last Drive δουλεύουν σε μία τέτοια κλίμακα, αυτό συμβαίνει επειδή αυτή είναι μία ανθρώπινη κλίμακα για να δουλέψει κάποιος. Σου δίνει την αίσθηση ότι είσαι κυρίαρχος του δικού σου παιχνιδιού, όσο αυτοαναφορικό και αν ακούγεται αυτό. Πιστεύω ότι είναι συνειδητό. Και οι Last Drive πήγαν σε μία πολυεθνική, το πράγμα δεν λειτούργησε. Δεν είχαμε καμία όρεξη να πηγαίνουμε να βλέπουμε αυτούς τους ανθρώπους και να κάνουμε μαζί τους σχέδια για την πορεία μας, υπήρχε μια άρνηση που μας καθήλωνε.

Χ.Μ.: Εγώ τους Last Drive δεν θέλω να τους χαρακτηρίσω ούτε underground ούτε εναλλακτικούς, ούτε οτιδήποτε. Θέλω να πιστεύω, και νομίζω ότι έτσι είναι τα πράγματα, ότι είμαστε ένα γκρουπ που είναι τίμιο σε αυτό που ξεκινήσαμε να κάνουμε και αυτό που σκεφτόμαστε. Αυτός είναι ο ορισμός που προτείνω εγώ.

Μ.Γ.: Η κρίση που διέρχεται το συγκρότημα εκείνη την περίοδο είναι συνέπεια της πολυεθνικής ή είναι και άλλα πράγματα;
Α.Κ.: Είναι και άλλα, πιο προσωπικά. Είναι ο τρόπος ζωής, είναι ότι φτάνεις σε μία ηλικία, στα τριάντα πλέον, όπου βλέπεις ότι υπάρχει μια διάψευση σε σχέση με τις προοπτικές. Τις προοπτικές όχι τόσο τις δικές μας που όπως είπαμε ήταν πάντα βραχυπρόθεσμες, αλλά της όλης φάσης. Έβλεπες ότι κάλπαζε μία νέα μορφή Ελλάδας που δε χωρούσε πια αυτό που κάναμε.

Χ.Μ.: Πρωταρχικό ρόλο έπαιξαν οι σχέσεις μέσα στο γκρουπ, μεταξύ μας. Όλα τα υπόλοιπα ήταν πράγματα που συνέτειναν. Είχαμε φτάσει σε ένα σημείο που οι ζωές μας είχαν αρχίσει να φεύγουν σε διαφορετικές κατευθύνσεις.

Μ.Γ.: Αυτό το άσχημο κλίμα οδηγεί και στη διάλυση;
Α.Κ.: Μέσα σε αυτό υπάρχει ένα πολύ φωτεινό σημείο που είναι το "Subliminal". Έχει μεγάλη σημασία. Είναι φοβερό πώς μπορείς να μετασχηματίσεις όλη αυτή την περίοδο που είναι πολύ άσχημη και να βγάλεις κάτι που να το ακούς μετά από καιρό αι να σε ικανοποιεί. Το "Subliminal" με ικανοποιεί ακόμα.

Χ.Μ.: Το "F*head Entropy" είναι πιο σκοτεινό. Το "Subliminal" είναι πραγματικά «positive» δίσκος.

Κ.Σ.: Και η διάλυση πώς έγινε; Μαζευτήκατε και είπατε «παιδιά, δεν πάει»;
Α.Κ.: Όχι, ήταν πολύ πιο δύσκολη, κράτησε ουσιαστικά περίπου ενάμιση χρόνο. Ήταν πολύ βαρύ το κλίμα, χωρίς επικοινωνία, με μία φυγόκεντρη κατάσταση η οποία έπαυε να υπάρχει μόνο όταν παίζαμε, και μαζί με άλλα που συνέβησαν, ήταν για μένα μία περίοδος της ζωής μου που δεν θα ήθελα να ξαναζήσω.

The Last Drive (1993)

Μ.Γ.: Το τέλος έρχεται όταν ο Γιώργος ανακοινώνει ότι αποχωρεί;
Α.Κ.: Είχαμε ήδη διαλύσει βασικά. Ο Γιώργος το λέει γιατί σε κάποια φάση ο δρόμος του πάει προς τα εκεί, αλλά το νιώθουμε όλοι ότι αυτό το πράγμα δεν είναι γκρουπ πια, δεν είναι οι Last Drive. Μας φέρνει μεγαλύτερη δυστυχία πια παρά χαρά. Οι άνθρωποι γύρω από το γκρουπ έχουν φύγει όλοι. Έχουμε μείνει μόνο με τον Jim (Spliff) τον ηχολήπτη μας και όλη τη δουλειά την κάνουμε μαζί του. Έπρεπε να περάσουμε στο επόμενο επίπεδο όσο κι αν ξέραμε ότι θα πονέσει.

Μ.Γ.: Ας μεταφερθούμε έναν χρόνο μετά τη διάλυση και, προτού πούμε τι έκανε ο καθένας προσωπικά, πείτε μας πώς αισθάνεστε έναν χρόνο χωρίς τους Last Drive.
Α.Κ.: Εγώ βίωσα μία διαλυτική φάση γιατί είχα μάθει να τη στηρίζω την ταυτότητά μου πάνω στο γκρουπ. Όταν διέλυσαν οι Last Drive συνειδητοποίησα πόσο πολύ είχα βυθιστεί σε αυτό το πράγμα. Έζησα μία περίοδο αποχής από τη μουσική που κράτησε περίπου δύο χρόνια και μετά σιγά σιγά άρχισα να αντιλαμβάνομαι ότι αυτό το πράγμα έπρεπε να το γυρίσω καπάκι, να βρω τα θετικά του. Η επαφή με τον κόσμο και τον απόηχο αυτού που είχαμε κάνει, η πίστη στην ιστορία που λεγόταν Last Drive, βοήθησε πολύ.

Μ.Γ.: Σωστά, γιατί ο κόσμος δεν έφυγε ποτέ.
Α.Κ.: Αυτό είναι αλήθεια, δεν υπήρχε στιγμή που να μην είχαμε τον κόσμο μαζί μας.

Μ.Γ.: Και τι έκανες στη συνέχεια;
Α.Κ.: Από το '98 αρχίσαμε και παίζαμε με τους Earthbound. Οι οποίοι είναι άλλη μία θαυμάσια ιστορία που έκλεισε τον κύκλο της αλλά, εντάξει, όχι με το ίδιο δράμα. Οι Earthbound ήταν για μένα κάτι που με απελευθέρωσε από την εικόνα που είχα για τον εαυτό μου, υπήρχαν μόνο οι αναφορές που έβγαζε η παρέα εκείνη τη στιγμή, η μουσική και η δημιουργία.

Κ.Σ.: Οι αντίστοιχες ερωτήσεις σε εσένα Γιώργο;
Γ.Κ.: Περνάω μία φάση που περνάω πολύ χρόνο στην Αμερική, έρχεται στη συνέχεια και η κόρη μου και βασικά θέλω να αποστασιοποιηθώ από το ελληνικό περιβάλλον. Να αποτοξινωθώ. Και οτιδήποτε με βαραίνει βλέπω ότι προέρχεται από το ελληνικό περιβάλλον και κάπου δεν σε ενδιαφέρει ακόμα και η μουσική, δεν είναι θέμα ζωτικής ανάγκης δηλαδή. Ε, τα υπόλοιπα με τους Blackmail τα έχουμε πει.

Κ.Σ.: Χρήστο;
Χ.Μ.: Ήταν μία μαύρη περίοδος της ζωής μου τότε. Για ένα διάστημα δεν ασχολήθηκα καθόλου με τη μουσική. Μετά με κάποιους φίλους φτιάχνουμε ένα psychobilly σχήμα για ένα-δύο χρόνια, τους Speedballs, αλλά γενικά για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα δεν ήθελα να ασχοληθώ καθόλου. Δεν μπορούσα και να ασχοληθώ να σου πω την αλήθεια.

Κ.Σ.: Αυτά που μας λέτε και οι τρεις αποδεικνύουν ότι οι Last Drive είχαν γίνει bigger than life;
Α.Κ.: Ναι, αλλά τελικά δεν μπορεί να σε νοιάζει τόσο πολύ ένα συγκρότημα∙ πρέπει να είσαι περισσότερο αποστασιοποιημένος, να μπορείς να το βλέπεις κι απ' έξω.

Μ.Γ.: Πώς είδατε οι άλλοι δύο τους Blackmail όταν φτιάχτηκαν; Το είδατε καθόλου ανταγωνιστικά;
Α.Κ.: Την εποχή που υπήρχαν και οι Drive δηλαδή; Όταν κυκλοφόρησε ο πρώτος δίσκος των Blackmail οι Drive είχαν τόσο ισχυρό focus στο "F*head Entropy" που δεν χωρούσε να μπει τέτοιο θέμα.

Χ.Μ.: Παρ' όλο που οι Drive είναι μία ομάδα που μας χαρακτηρίζει όλους, πάντα υπάρχουν πράγματα τα οποία μπορεί να μην χωράνε σε αυτή την οντότητα. Και ο καθένας έχει...

Α.Κ: ...κάποιες ιδιαίτερες «γωνίες» που μπορεί να εκφράσει.

Γ.Κ.: Ούτως ή άλλως ο όλος κύκλος του πρώτου δίσκου των Blackmail ήταν δύο μήνες.

Α.Κ.: Εντάξει εκ των υστέρων πιστεύω ότι οι Blackmail ώθησαν το πράγμα στην τελική του έκβαση. Είναι λογικό. Υπάρχει μία ομάδα που κλυδωνίζεται, κάποιος κάνει ένα βήμα, οι άλλοι συνειδητοποιούν ότι το πράγμα έχει αρχίσει να αποσυντίθεται. Αλλά σα γεγονός τη συγκεκριμένη περίοδο που ήρθε ήταν θετικό. Γιατί ώθησε τα πράγματα πιο γρήγορα προς μία κατεύθυνση... Αν κάναμε άλλον έναν δίσκο με τους Drive πιστεύω ότι θα ήταν καταστροφικό για μας. Τα πόδια μας δεν πατάγανε στη γη.

Μ.Γ.: Ας περάσουμε λοιπόν στο πολύ ευχάριστο γεγονός της επιστροφής σας που δεν την περίμενε κανείς.
Κ.Σ.: Έγινε στη βάση του μαζευόμαστε και παίζουμε ή στη βάση του μαζευόμαστε και ξαναηχογραφούμε;
Γ.Κ.: Κανένα σχέδιο. Ακριβώς όπως το ακούς. Μιλούσαμε με τα παιδιά από την Blind Bastard για να βγει ξανά το "Midnight Hop" και είπαμε να κάνουμε μία μικρή συναυλία.

Α.Κ.: Έτσι θέλαμε να λέμε στους εαυτούς μας. Στην πραγματικότητα το βλέπαμε, ξέραμε. Ξέραμε ότι αν βρεθούμε στο ίδιο δωμάτιο και πιάσουμε τα όργανα, το συναισθηματικό θωρηκτό θα έκανε την εμφάνισή του. Τη φοβόμουν και τη λαχταρούσα αυτή τη στιγμή. Ήξερα ότι θα ήταν κάτι πολύ δυνατό, ένα βήμα που θα ήταν πολύ καθοριστικό. Γι' αυτό και όταν μου το είπε ο Χρήστος στο τηλέφωνο ότι υπάρχει αυτή η σκέψη ένιωσα ότι δεν είχε σημασία πια το «ναι» το δικό μου. Ένιωσα ότι είχε ήδη γίνει.

Γ.Κ.: Υπήρχε και πίεση γενικά. Από πολύ κόσμο που ερχόταν και εδώ (σ.σ.: το μαγαζί Tilt με τα κόμικς που διατηρεί ο Γιώργος στο κέντρο της Αθήνας). Το βασικό είναι ότι νιώθεις ότι έχεις διώξει τόσο πολύ το βάρος, αυτό που λέγαμε της εποχής "Subliminal", που αυτός είναι ο λόγος που λες «πρέπει να γίνει».

Α.Κ.: Και στην αρχή σε τρομάζει αυτό γιατί πας να το κάνεις πιο αποστασιοποιημένα, δεν πας να το κάνεις όπως το έκανες τότε.

Γ.Κ.: Είχε παίξει σημαντικό ρόλο και ο Andrew από τους Dead Moon που είχε έρθει και τον είχαμε δει με τον Χρήστο.

The Last Drive

Μ.Γ.: Πριν μπείτε στο δωμάτιο να παίξετε μαζί, πώς νιώθατε;
Α.Κ.: Για μένα υπήρχε μια παράξενη χαρά γιατί ήξερα πως ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής μου το οποίο δεν είχε εξομαλυνθεί βάδιζε προς ενός είδους εξομάλυνση. Γιατί όπως σου είπε η περίοδος διάλυσής μας ήταν τόσο δύσκολη που δυσκολευτήκαμε να την υπερβούμε και να γυρίσουμε σελίδα. Από τη στιγμή που έγινε αυτή η κλήση ένιωσα σίγουρος ότι αυτό ήταν πολύ καλό για τις ζωές μας, σαν άτομα, σαν προσωπικότητες. Και ακόμα μεγαλύτερη χαρά πήρα όταν είδα ότι το πράγμα λειτουργούσε και μουσικά.

Κ.Σ.: Εμείς που είμαστε απ' έξω, ακροατές, όταν επανενώνεται ένα συγκρότημα έχουμε πολύ ρομαντικές ιδέες. Νομίζουμε ότι μπαίνουν όλοι σε ένα δωμάτιο και έχουμε αγκαλιές φιλιά κτλ (γέλια). Υπάρχει όμως και ένα επίπεδο διαπραγμάτευσης; Π.χ. «εγώ μπορώ δέκα συναυλίες τον χρόνο» - «εγώ θέλω τουλάχιστον πενήντα» κτλ;
Α.Κ.: Όχι, κανένα.

Γ.Κ.: Μα δεν ξέραμε!

Α.Κ.: Είναι λογικό αυτό που λες, θα μπορούσε να υπάρχει μία διαπραγμάτευση, αλλά όχι.

Μ.Γ.: Αναρωτιέμαι αν αποτελεί έκπληξη τη στιγμή που ανεβαίνετε στη σκηνή το ότι ο κόσμος είναι από κάτω μετά από τόσα χρόνια. Και τραγουδάει και ξέρει τους στίχους... Και νεότεροι μάλιστα.
Α.Κ.: Για μένα ήταν από τις καλύτερες εμπειρίες που έχω βιώσει στη σκηνή. Νομίζω για όλους μας. Το περιμέναμε, είδαμε την αντίδραση στην ανακοίνωση που κάναμε.

Χ.Μ.: Θυμάμαι στο πρώτο βράδυ που παίζουμε, στο πρώτο ή το δεύτερο κομμάτι που γυρνάει ο Αλέξης και μου κάνει μία έκφραση σε στυλ «μαλάκα, δεν το πιστεύω!». Όλη τη βραδιά μπορούμε να τη συμπυκνώσουμε σε αυτή την έκφραση.

Μ.Γ.: Το βλέπουμε και σε όλες σας τις συναυλίες από τότε ότι το χαίρεστε.
Α.Κ.: Και σε προσωπικό επίπεδο αν θες, είναι μία μεγάλη νίκη που παίζω ακόμα με αυτούς τους ανθρώπους. Και γιατί, παρά τα όσα περάσαμε, βρισκόμαστε στο ίδιο σημείο και γιατί αποδεικνύεται ότι κάποιες από τις επιλογές που έκανα και δεν είχα την απαραίτητη ωριμότητα τελικά αποδεικνύονται σωστές. Είναι μία δικαίωση.

Μ.Γ.: Μας φαίνεται και στους δυο μας ότι το "Heavy Liquid" είναι πιθανότατα ο καλύτερος δίσκος των Drive.
Α.Κ.: Για μένα ήταν ο πιο απολαυστικός στο studio από την άποψη ότι κάναμε κάτι αποδεσμευμένο από την πορεία μας, ήταν για τη μουσική. Το κλειδί ήταν η απλότητα. Απλώς θέλαμε να αποτυπώσουμε τα μουσικά σχήματα που είχαμε στο μυαλό μας. Στο στιχουργικό μέρος έπαιξε μεγάλο ρόλο ότι την προπαραγωγή την κάναμε το Δεκέμβρη του 2008, όταν και υπήρχε μία τεταμένη ατμόσφαιρα, ένα είδος κοινωνικού πολέμου που δεν μπορούσες να αγνοήσεις και το οποίο σε καθόριζε ως προς την πλευρά που θα τοποθετηθείς και πώς θα εκφραστείς.

Κ.Σ.: Μία ερώτηση που θέλω να κάνω σε πολλούς μουσικούς, σε εσάς με αφορμή τραγούδια όπως το "Alabam Blues". Είναι τα blues το πεπρωμένο των rock μουσικών; Όλοι εκεί δείχνουν να καταλήγουν (γέλια).
Γ.Κ.: Αν δεις τραγούδια όπως το "Chain Train", θα βρεις πολλές ομοιότητες με το "Alabama Blues". Είναι όλες οι αναφορές μας.

Α.Κ.: Δεν ξέρω αν μπορείς να το πεις αυτό για τον Έλληνα rock μουσικό. Ο Αμερικάνος γυρνάει στα blues και γυρνάει στις ρίζες του, στη λαϊκή του τόπου που γεννήθηκε. Όταν εμείς γυρίζουμε στις ρίζες μας, γυρνάμε σε μία εφηβεία που έχει χιλιάδες επιρροές, που δομήθηκε σε ένα συγκεκριμένο περιβάλλον, αλλά σίγουρα δεν είναι το περιβάλλον του "Alabama Blues". Για μένα, λοιπόν, όταν μιλάς για μουσικούς της περιφέρειας, γιατί αυτό είμαστε, μουσικοί της rock περιφέρειας, μιλάμε για ένα διαφορετικό σύνολο επιρροών και διαφορετικές ρίζες που έχουν εξίσου τις βάσεις τους στο πραγματικό αλλά και το φαντασιακό. Στην ουσία κάναμε μία σύνθεση. Όταν λοιπόν θέλουμε εμείς να γυρίσουμε στις ρίζες μας, δεν γυρνάμε στο blues, γυρνάμε σε αυτή τη σύνθεση που έχει και blues και surf και rock 'n' roll και διάφορα πράγματα. Άρα η δήλωσή σου είναι σωστή αλλά χρειάζεται μία διάκριση. Γιατί οι Αμερικάνοι γυρίζουν στο blues; Δεν είναι το πεπρωμένο, είναι οι ρίζες τους. Γιατί ο Έλληνας γυρνάει στο blues; Κάνει μία υφολογική αναφορά; Όχι. Γιατί είναι και αυτό μέσα στη σύνθεση των επιρροών του.

Μ.Γ.: Έχουμε στη συνέχεια το "News From Nowhere" που δεν ηχεί σαν το "Heavy Liquid".
Γ.Κ.: Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το "Heavy Liquid" είναι άλμπουμ. Και το EP για μένα είναι κάτι το διαφορετικό. Στο EP πιάνεις τη συγκεκριμένη στιγμή το συγκεκριμένο πράγμα που θέλεις να κάνεις χωρίς πολλά πολλά.

The Last Drive (1986)

Κ.Σ.: Ένα άλμπουμ είναι περισσότερο «δήλωση»;
Γ.Κ.: Λέμε μερικές φορές ότι υπάρχουν concept άλμπουμ. Στην ουσία όλα τα άλμπουμ είναι concept. Δες και το "Time". Προηγείται το "Heatwave" και ακολουθεί το "Blood Nirvana" αλλά έχει τον δικό του χώρο. Δεν θες να δώσεις την προέκταση ενός άλμπουμ, δεν θα το σκεφτείς και πολύ. Πιάνεις τη στιγμή, ενώ στο άλμπουμ πιάνεις την περίοδο.

Κ.Σ.: Λέγαμε ότι τους προηγούμενους κιθαρίστες σας τους εξάντλησαν οι περιοδείες. Τι συνέβη με το Θάνο και αποχώρησε;
Α.Κ.: Τον κούρασε η ζωή στο γκρουπ, που ό,τι και να λέμε δεν είναι εύκολη υπόθεση. Μας ανακοίνωσε ότι είχε φτάσει η ώρα να αποχωρήσει, και το σεβαστήκαμε. Η απόφασή του μας ξάφνιασε, αλλά δεν μας αποπροσανατόλισε. Του αξίζει ό,τι πιο όμορφο, είναι εκπληκτικός μουσικός και θα μείνει για πάντα ένας Last Drive.

Κ.Σ.: Πώς βρήκατε και τι στοιχεία εκτιμήσατε στον Στέφανο; Είναι πλέον μετά από τόσα χρόνια δύσκολο για έναν νέο και νεότερο (σε ηλικία) να «διεισδύσει» ως ισότιμο μέλος σε μία παγιωμένη παρέα με κάμποση (και προσωπική) ιστορία πίσω της;
Α.Κ.: Ο Στέφανος ήταν κοντά μας πριν μπει στο συγκρότημα μέσα από τον ρόλο του στους Screaming Fly, με τους οποίους είχαμε παίξει μαζί. Μας άρεσε σαν «τύπος», όπως και η προσέγγιση του. Ήξερε τα τραγούδια και είχε παρακολουθήσει την πορεία της μπάντας, έτσι δεν χρειάστηκε να πούμε και πολλά. Η χημεία μας ήταν από την πρώτη στιγμή κάτι παραπάνω από καλή, και έπεσε αμέσως στη «φωτιά», κάναμε live λίγο καιρό μετά την είσοδό του στην μπάντα. Από τότε έχει ξεκινήσει μια νέα φάση για το συγκρότημα, αρχίσαμε να χτίζουμε έναν νέο ήχο που βασίζεται πολύ σε αυτή την «ελεύθερη» προσέγγιση που έχει το παίξιμό του, και ο οποίος, αν όλα πάνε καλά, την άνοιξη θα μας οδηγήσει σε ένα νέο άλμπουμ.

Μ.Γ.: Μία τελευταία ερώτηση. Ποιό άλμπουμ θα επιλέγατε ως αγαπημένο και γιατί; Ο καθένας το δικό του.
Γ.Κ.: Υπάρχει η γνωστή απάντηση ότι «δεν μπορώ να ξεχωρίσω κτλ» αλλά αν με πιέσεις θα πω το "Heatwave". Έχω ένα happy feeling για αυτόν τον δίσκο που δεν θέλω να το εξερευνήσω περισσότερο. Ίσως έχει να κάνει και με άλλα πράγματα που συνέβαιναν παράλληλα στη ζωή μου τότε.

Χ.Μ.: Εγώ έχω δύο άλμπουμ που τα έχω ξεχωρίσει εδώ και καιρό, το "Heatwave" και το "Subliminal". Θα με ενδιέφερε πιο πολύ όμως να σου πω ότι αυτή τη στιγμή ακούω δύο κομμάτια των Drive. Το ένα είναι το "Get Off" από το "Heavy Liquid" που με χαρακτηρίζει απόλυτα και το άλλο το "Never Let It Go" από το "News From Nowhere" κυρίως για τους στίχους.

Α.Κ.: Εμένα το αγαπημένο μου είναι το "Subliminal". Ο λόγος είναι ότι ήταν μία προσπάθεια πολύ συγκινητική για μένα, όπως εκ των υστέρων το βλέπω, να τουμπάρουμε μία κατάσταση και το μοναδικό όπλο που είχαμε για να το κάνουμε ήταν η μουσική. Η δουλειά μου με τους στίχους εκείνη την εποχή με βοήθησε να βρω τις απαντήσεις για πράγματα που αν οι απαντήσεις δεν είχαν έρθει τότε, θα δυσκολευόμουν πολύ να τις βρω στο μέλλον. Τελικά ήταν το άλμπουμ αυτό που με δίδαξε ότι η μουσική είναι ένας διάλογος με τον εαυτό σου και με τους άλλους και ο ένας διάλογος πλουτίζει τον άλλον.

  • SHARE
  • TWEET