Illusory: «Στην Ελλάδα των '90s δεν υπήρχε η τεχνογνωσία για μια σωστή παραγωγή»

Η αθηναϊκή μπάντα μας μιλά για το παρελθόν και το παρόν της εγχώριας σκηνής και τους μουσικούς της στόχους.

Από τον Σπύρο Κούκα, 29/03/2017 @ 15:06

Η υπομονή, η επιμονή και η θέληση είναι γνωρίσματα που δεδομένα συμβάλλουν στην πραγματοποίηση των όποιων ονείρων και οι Illusory αποτελούν ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα επ’ αυτού. Οι Αθηναίοι παραδοσιακοί metallers, από τις αρχές των '90s κιόλας, προσπαθούν να διεκδικήσουν τις πιθανότητες τους για μια μουσική καριέρα, με προσόντα το ταλέντο τους, το πείσμα να συνεχίσουν παρά τις όποιες αναποδιές και τη δεδομένη αγάπη τους για τις πιο σκληρές εκφάνσεις της μουσικής. Έτσι, με αφορμή το σχετικά πρόσφατο νέο άλμπουμ τους, το ενδιαφέρον "Polysyllabic", επικοινωνήσαμε μαζί τους ώστε να μάθουμε περισσότερα για τα έως τώρα πεπραγμένα τους, αλλά και για τα σχέδια τους για το μέλλον.

Illusory

Γεια σας παιδιά! Χαίρομαι που έχουμε την ευκαιρία γι' αυτήν τη συνέντευξη!

Ας ξεκινήσουμε, λοιπόν, με τις ερωτήσεις. Καταρχάς, θυμάμαι πριν περίπου δέκα χρόνια είχε πάρει το αυτί μου τον ομώνυμο δίσκο των The Ivory Tower, τον οποίο παρουσιάσατε ξανά στο ντεμπούτο σας ως Illusory. Τι συνέβη στο μεσοδιάστημα από την ίδρυση σας, πίσω στις αρχές των '90s, μέχρι και τη νέα σας αρχή ως Illusory πια και γιατί αποφασίσατε να καταπιαστείτε ξανά με εκείνα τα τραγούδια του άλμπουμ του 2006;

Δημήτρης: Ευχαριστούμε πολύ για τη φιλοξενία! Η πρώτη περίοδος της μπάντας, κάτω από το όνομα Ivory Tower βέβαια, κράτησε από το 1992 μέχρι το 1998 περίπου. Μετά και για αρκετά χρόνια ακολούθησε μία παύση μιας και υπήρχαν αρκετές σπουδαστικές αλλά και στρατιωτικές υποχρεώσεις για τα μέλη της μπάντας. Γύρω στο 2003 βρεθήκαμε και ξαναβάλαμε μπροστά. Βεβαίως έπρεπε να βρεθούν νέα μέλη, μετά να αρχίσουν πρόβες, ξανά πρόβες, πολλά live και τότε ήταν που παράλληλα αρχίσαμε να γράφουμε υλικό για ένα άλμπουμ. Το 2006 η μπάντα μας κυκλοφόρησε ένα αυτο-χρηματοδοτούμενο promo άλμπουμ, με τίτλο "The Ivory Tower", με κύριο σκοπό την εύρεση δισκογραφικής εταιρίας. Εκτός αυτού, είχαμε από χρόνια έτοιμα αρκετά τραγούδια και αποφασίσαμε να τα ηχογραφήσουμε και να δούμε τι «γκελ» θα έκαναν στον κόσμο. Η ηχογράφηση και η μίξη αυτού του άλμπουμ έγιναν στο τότε home studio μου και μάλιστα με έναν πολύ βασικό εξοπλισμό. Η αποδοχή ήταν φανταστική, τόσο από τον κόσμο που αγόρασε το άλμπουμ μας, αλλά και από όλα τα μέσα, τα οποία έγραψαν τις τότε κριτικές. Είχαμε εξαρχής συμφωνήσει ότι από τη στιγμή που θα υπογράφαμε ένα επαγγελματικό συμβόλαιο, θα ηχογραφούσαμε τον ίδιο δίσκο, αλλά αυτήν τη φορά κάτω από πλήρη επαγγελματική βάση και συνθήκες. Έτσι και έγινε... Μετά την εύρεση της πρώτης μας εταιρίας και την αναγκαστική αλλαγή του ονόματός μας, μπήκαμε στο studio και ηχογραφήσαμε από την αρχή τα τραγούδια του "The Ivory Tower", βεβαίως αλλαγμένα σε αρκετά μεγάλο βαθμό, ειδικά στο κομμάτι της ενορχήστρωσης. Έτσι, λοιπόν, το πρώτο μας ουσιαστικά επίσιμο άλμπουμ κυκλοφόρησε τον Μάιο του 2013 σε παραγωγή και μίξη των Δημήτρη Λιαπάκη και Cristian Schmid στα Music Factory & Prophecy Studios στη Γερμανία.

Έχοντας πλέον περάσει ένα εύλογο χρονικό διάστημα από την κυκλοφορία του "Polysyllabic", μπορείτε να μας μιλήσετε για τη διαδικασία δημιουργίας του και για τις αντιδράσεις που έχετε εισπράξει έως τώρα;

Δημήτρης: Την επόμενη μέρα της κυκλοφορίας του "The Ivory Tower" μπήκαμε στο studio για τις ηχογραφήσεις των τυμπάνων του "Polysyllabic". Είχαμε τη χαρά να έχουμε ήδη από το στάδιο της προ-παραγωγής δεκαεννιά τραγούδια προς επιλογή. Βεβαίως ο σκοπός μας ήταν το άλμπουμ να κυκλοφορήσει πολύ συντομότερα, αλλά κάποια πολύ σοβαρά προβλήματα που είχαμε με την πρώτη μας εταιρία, κυρίως όσον αφορά το κομμάτι του live promotion για τον πρώτο μας δίσκο, μας κράτησαν αρκετά πίσω... Το μεγαλύτερο μέρος του "Polysyllabic" ηχογραφήθηκε στο Studio της μπάντας (iCave Studio), εκτός από τα τύμπανα και τα φωνητικά, των οποίων η ηχογράφηση έγινε στα Matrix Studios. Στα Matrix έγιναν η μίξη και το mastering. Ήταν μια αρκετά χρονοβόρα και απαιτητική διαδικασία, διότι το απαιτούσε το πρωτογενές υλικό, αλλά και ένα αξέχαστο ταξίδι, μια μοναδική και ευχάριστη εμπειρία για όλους μας. Οι έως τώρα αντιδράσεις είναι πολύ καλές, ο κόσμος δείχνει να απολαμβάνει τη μουσική μας και να έρχονται όλο και περισσότεροι πιο κοντά στην μπάντα. Βεβαίως, εξίσου σημαντική είναι και η αποδοχή του εγχώριου αλλά και του ξένου Τύπου, με αποκορύφωση τις έως τώρα εξαιρετικές κριτικές του ελληνικού Metal Hammer αλλά και του γερμανικού Legacy!

Η δημιουργία του νέου δίσκου ήταν μια απαιτητική μα αξέχαστη εμπειρία για όλους μας.

Ας περάσουμε στο κομμάτι των επιρροών σας. Έχοντας εικόνα από τις Ivory Tower μέρες σας μέχρι και σήμερα, προσωπικά θεωρώ πως, ενώ είστε μια κατά βάση heavy/power μπάντα, ορισμένα πιο prog στοιχεία από τις πρώτες μέρες των Queensryche ή των Fates Warning δίνουν μια πιο προοδευτική πνοή στο υλικό σας. Εσείς, ποιες μπάντες θα κατονομάζατε ως τις κυριότερες επιρροές σας και κατά πόσο ενστερνίζεστε τον ανωτέρω χαρακτηρισμό για τη μουσική σας κατεύθυνση;

Κώστας: Η μουσική που παίζουμε είναι Heavy Metal. Καταλαβαίνουμε απόλυτα αυτό που λες, πολλοί φίλοι και άνθρωποι που ακούνε τα τραγούδια μας, θεωρούν πως έχουμε και Power στοιχεία και Prog στοιχεία. Στην ουσία, με το αμερικάνικο Power υπάρχει επαφή, μια και το συγκεκριμένο «είδος» είναι το Heavy Metal τους, εννοώ πως δεν έχει ομοιότητες με το ευρωπαϊκό. Θα μπορούσαμε να μιλάμε για ώρες για τις μπάντες που μας έχουν επηρεάσει, που θαυμάζουμε και που έχουν παίξει τον ρόλο τους στην έμπνευσή μας και πίστεψέ με, κάτι τέτοιο θα μας έδινε μεγάλη χαρά. Πέρα από την αναφορά των ονομάτων, όμως, αυτό στο οποίο θέλουμε να σταθούμε είναι η πολυσυλλεκτικότητα και η βούληση του κάθε μέλους. Είμαστε έξι άτομα στην μπάντα, ο καθένας μας κουβαλάει ένα τσούρμο επιρροές, ο καθένας μας έχει ένα σωρό μπάντες που ακολουθεί και μάλιστα από χρόνια και όλο αυτό έρχεται και αναμιγνύεται με τις δικές μας ιδέες, με τις δικές μας συνθέσεις. Ιδίως στο "Polysyllabic" μας βγήκαν πολλές ιδέες που ανήκουν στον prog χώρο και αυτό όχι γιατί το επιδιώξαμε. Απλά, επειδή έτσι μας βγήκαν. Ναι, έχουμε αρκετά προοδευτικά στοιχεία εδώ και αυτά τα στοιχεία χαρακτηρίζουν ως ένα μέρος τη μουσική μας. Το μεγάλο μέρος έχει να κάνει με τη δική μας μουσική πρόταση.

Σε συνέχεια της προηγούμενης ερώτησης, και απευθυνόμενος στο Δημήτρη Θεοδώρου, θα μπορούσες να μας πεις ποιοι είναι οι τραγουδιστές που σε καθόρισαν σαν ερμηνευτή και πώς σε επηρέασε ο τρόπος ερμηνείας τους στο να διαμορφώσεις το προσωπικό σου ύφος;

Δημήτρης: Όπως έχω ξαναπεί, η «αγία πεντάδα» μου είναι οι Dickinson, Dio, Kiske, Tate και Snider. Ο κάθε ένας από αυτούς μου έδωσε και κάτι διαφορετικό. Τις πρώτες μέρες προσπαθούσα με μανία να μιμηθώ όλο και περισσότερο τους παραπάνω, έχω την εντύπωση ότι όλοι οι μουσικοί περνάνε μέσα από αυτήν τη διαδικασία, μέχρι που κάποια μέρα, θέλοντας ή μη, αποκτούν το δικό τους ύφος. Παρ' όλα αυτά, ακόμα και σήμερα όλο και κάποιος θα βρεθεί να μου πει ότι του θυμίζω κάτι από τις επιρροές μου. Θεωρώ πως αυτό είναι αναπόφευκτο, το σημαντικό είναι ένας τραγουδιστής να εξελίσσεται όλο και περισσότερο και να γνωρίζει όλο και καλύτερα τη φωνή του και τις δυνατότητές του.

Illusory

Μπορείτε να μας δώσετε μερικές παραπάνω πληροφορίες για τις πολλές και αξιόλογες guest συμμετοχές στο "Polysyllabic", μεταξύ των οποίων βρίσκονται ο Γιώργος Εικοσιπεντάκης των InnerWish και το φωνητικό σχήμα των Voice Box;

Γιώργος Π: Ετοιμάζοντας την προπαραγωγή του "Polysyllabic" διαπιστώσαμε ότι υπήρχε αρκετός χώρος για να καλέσουμε φίλους από την εγχώρια σκηνή, ώστε να συμμετάσχουν σαν καλεσμένοι στο δεύτερο «παιδί» μας. Η πρώτη ιδέα ήταν για το "Dreamshade", στο οποίο είχε γραφτεί η εισαγωγή με τσέλο από τα πλήκτρα και τον Δεκέμβρη του 2014 είχαμε την τύχη να γνωρίσουμε τον Αθανάσιο Λαζάρου, έναν εξαιρετικό και ταλαντούχο τσελίστα, από τον οποίο ζητήσαμε να ηχογραφήσει το θέμα του τσέλου και έτσι προέκυψε η πρώτη συνεργασία με άτομο εκτός μπάντας για το "Polysyllabic". Στη συνέχεια, βλέποντας ότι υπήρχε χώρος στο δεκάλεπτο "Swan Song", προτιμήσαμε να μη γίνουν όλες οι φωνητικές γραμμές από τον Δημήτρη Θεοδώρου (προς τιμήν του, ήταν ο πρώτος που το πρότεινε), αλλά να φωνάξουμε κάποιους φίλους τραγουδιστές. Έτσι προέκυψε η συμμετοχή των Γιώργου Εικοσιπεντάκη (InnerWish), Δημήτρη Γιαννακόπουλου (Sunlight) και του Μηνά Νοταρά στα φωνητικά. Ο Μηνάς μας βοήθησε και στα "gang voices" στα "The Eyes Of Hades" και "System’s Decay". Για να επιστρέψουμε στο "Swan Song", είχαμε αφήσει χώρο ανάμεσα στα κιθαριστικά solo, για ένα solo πλήκτρων, αλλά ο πληκτράς μας, ο Γιώργος Κωνσταντακέλος, πρότεινε να φωνάξουμε και έναν κιθαρίστα ακόμα να πλαισιώσει το σημείο με ένα solo. Έτσι μιλήσαμε με το Θύμιο Κρίκο (InnerWish) και προέκυψε και αυτή η συμμετοχή. Όσον αφορά τους Voice Box, είχαμε ακούσει τη δουλειά τους στο "Burning Desires" των InnerWish και είχαμε την τύχη να συνεργαστούμε μαζί τους στο Samcro Festival πριν από περίπου ενάμιση χρόνο. Εκεί έγινε και η κουβέντα για να συμμετάσχουν στον δίσκο και συγκεκριμένα στο "Dreamshade". Αρχική ιδέα ήταν τα φωνητικά της εισαγωγής και του φινάλε, αλλά στη διαδικασία προέκυψε και το σημείο στη μέση του κομματιού, όπου τα παιδιά, κυριολεκτικά, απογείωσαν το τραγούδι και τους ευχαριστούμε πάρα πολύ γι' αυτό. Τελευταίους άφησα τους Αλέξανδρο Ρουμελιώτη (ενορχήστρωση των κλασσικών οργάνων και πλήκτρα στο hidden track "The Story") και Γιώργο Ράλλη (Δωδεκάχορδη ακουστική κιθάρα στα κομμάτια "Polysyllabic Thoughts", "Dreamshade" & "Solitary Nomad"). Με τους δύο αυτούς φίλους έχουμε την τιμή να συνεργαζόμαστε στο Acoustic Cover project και με τον Γιώργο και στους The Broken Heroes (Greek SAXON tribute band). Οπότε η συνεργασία μαζί τους στο "Polysyllabic" ήρθε φυσικά και χωρίς καμία δεύτερη σκέψη, αφού όλα τα μέλη της μπάντας εκτιμούν και τους δύο και σαν ανθρώπους αλλά και σαν μουσικούς. Τελειώνοντας, θα ήθελα να πω, ότι όλοι οι συμμετάσχοντες στον δίσκο μας έδωσαν τον καλύτερό τους εαυτό και το αποτέλεσμα μας έχει αφήσει όλους ικανοποιημένους στον μέγιστο βαθμό.

Η στιχουργική πολυσυλλεκτικότητα μας δίνει την ποιότητα που επιθυμούμε.

Προσπαθώντας να βρω μια σύνδεση μεταξύ των κυκλοφοριών σας, διέκρινα ένα παρόμοιο μοτίβο σε ό,τι αφορά τις χρονικές διάρκειες, με το συνθετικό αποκορύφωμα και των δύο να έρχεται στα καταληκτικά δεκάλεπτα κομμάτια του καθενός. Αναρωτιέμαι, λοιπόν, υπάρχει κάποιος συγκεκριμένος λόγος σχετικά με την επιλογή της συγκεκριμένης δομής στο tracklist, ίσως για χάρη καλύτερης κλιμάκωσης, ή απλά είναι μια ευτυχής συγκυρία;

Κώστας: Στο "Polysyllabic" υπάρχουν τραγούδια με διάρκεια κάτω από τέσσερα λεπτά, όπως το "Bleak" και το "Insangel", υπάρχει όμως και το "Swan Song", με διάρκεια δέκα λεπτών. Υπάρχουν τραγούδια με διάφορες διάρκειες και αυτό γιατί έτσι μας προκύπτουν οι ιδέες που στη συνέχεια γίνονται τραγούδια. Δουλεύουμε πάνω στις συνθέσεις, προσπαθούμε να τις κάνουμε να μας αρέσουν όσο το δυνατό περισσότερο - γιατί δεν είναι δυνατόν να μην αρέσει σε σένα πρώτιστα η δουλειά σου - και όσο μας βγει χρονικά. Αν η ιδέα μας γίνει αυτό που θέλουμε μέσα σε δυόμισι λεπτά, τότε θα την κλείσουμε εκεί, δεν υπάρχει λόγος να την ξεχειλώσουμε. Αν μας βγει δεκαπέντε λεπτά και δούμε ότι έτσι πρέπει να παρουσιαστεί, τότε θα την κλείσουμε στα δεκαπέντε λεπτά χωρίς δεύτερη σκέψη. Δεν υπάρχει μοτίβο, όσον αφορά τη χρονική διάρκεια των κομματιών. Για τα δεκάλεπτα τραγούδια μας, σε αυτό το άλμπουμ αλλά και στο "The Ivory Tower", αυτά έχουν να κάνουν με τις επιρροές που κουβαλάμε. Λατρεύουμε τη μαγική περίοδο της δεκαετίας του '80, τότε που οι μεγάλες μπάντες του ιδιώματος έβαζαν σε κάθε δίσκο τους και ένα μεγάλο σε διάρκεια κομμάτι, μας αρέσει πολύ που μερικές από αυτές το κάνουν και τώρα και θεωρούμε ότι μας πάει και εμάς. Θα σου έλεγα μάλιστα πως εγώ προσωπικά θα ήθελα να υπάρχει ένα μεγάλο κομμάτι - χρονικά πάντα - σε κάθε δίσκο μας. Το οποίο κομμάτι μάλιστα θα αποδίδεται και ζωντανά. Είναι εξαιρετικά ευχάριστη η πρόκληση.

Η στιχουργική σας θεωρώ πως είναι από τα δυνατά σας στοιχεία, καθώς αρέσκεστε στο να αναφέρεστε σε μια γκάμα θεμάτων, η οποία ξεκινά από λογοτεχνικές παραπομπές και ιστορικά/μυθολογικά ζητήματα και φθάνει σε θέματα ανθρωπίνων σχέσεων και λοιπά συμβάντα της σύγχρονης καθημερινότητας. Έτσι, πέραν της προφανής ερώτησης για το ποιος είναι υπεύθυνος για τη συγγραφή των στίχων, θέλω επίσης να ρωτήσω εάν ένα εξ ολοκλήρου concept άλμπουμ είναι μέσα στα ευρύτερα σχέδια σας.

Κώστας: Σε ευχαριστούμε πολύ για τα καλά σου λόγια! Είναι για μας πολύ σημαντικό να αναγνωρίζεται η δουλειά μας εξ ολοκλήρου και αυτό φωτογραφίζει την προσπάθεια που κάνουμε και στιχουργικά. Είμαστε ευτυχείς σε αυτόν τον τομέα, μιας και σχεδόν όλη η μπάντα γράφει στίχους. Οι ιδέες είναι πολλές, η έμπνευση έρχεται από παντού και τώρα που μιλάμε ήδη έχουμε γράψει στίχους για ένα ολόκληρο άλμπουμ, το επόμενό μας. Μας κάνει καλό που δεν γράφει μόνο ένας, γιατί πέρα από το προφανές άχθος, στο τέλος θα καταλήγαμε μάλλον μονοδιάστατοι. Τώρα είναι εντελώς διαφορετικά τα πράγματα. Η πολυσυλλεκτικότητα μας δίνει την ποιότητα που επιθυμούμε, μέσα από τα θέματα που αναλύουμε. Concept άλμπουμ είναι το πρώτο μας, το "The Ivory Tower" και θεωρούμε μάλιστα ότι η ιστορία πίσω από αυτό είναι ό,τι ονειρευόμαστε να δημιουργήσουμε τότε. Δεν έχω ιδέα αν θα ξανακάνουμε θεματικό δίσκο, είναι κάτι που το έχουμε στο πίσω μέρος του μυαλού μας και πιστεύω πως αν η ιδέα είναι η κατάλληλη, μπορεί να ξαναπέσει στο τραπέζι. Οψόμεθα...

Η πρόκληση βρίσκεται στο να πείσεις τον ακροατή να ξοδέψει στη δική σου μουσική πρόταση.

Ο δίσκος μου έβγαλε μια παρόμοια αύρα με τις κυκλοφορίες της heavy/power σκηνής των '90s αλλά και με το "Silent Faces" άλμπουμ των InnerWish. Σίγουρα, αυτό συνέβη κυρίως λόγω των εστιασμένων συνθετικών δομών σας, αλλά και λόγω της συνολικής παραγωγής. Κάπου εδώ θα ήθελα να ρωτήσω το εξής. Η παραγωγή προσωπικά δεν με ενόχλησε, αλλά γεγονός είναι πως σε σχέση με τις υπόλοιπες σύγχρονες κυκλοφορίες του είδους στερείται όγκου, ο οποίος πιθανόν να ενίσχυε τις στιγμές έντονου riffing μέσα στα κομμάτια. Οπότε, να υποθέσω πως ήταν συνειδητή επιλογή το άλμπουμ να ακούγεται κατ’ αυτόν τον τρόπο;

Δημήτρης: Σε ευχαριστώ που με αυτήν την ερώτηση μου δίνεις το βήμα να αναφερθώ σε κάτι που προσωπικά με ενδιαφέρει πολύ. Καταρχάς να ξεκαθαρίσω ότι αυτή τη στιγμή μιλάω από τη μεριά του ηχολήπτη/παραγωγού και όχι του μουσικού - ακροατή. Να πω ακόμα ότι η επαγγελματική μου ενασχόληση με τον ήχο μετράει πολλά χρόνια και η άποψή μου, ακόμα και αν είναι υποκειμενική, είναι συγκεκριμένη και με γνώση του αντικειμένου. Όπως προείπα, το μεγαλύτερο μέρος του "Polysyllabic" ηχογραφήθηκε στο studio της μπάντας από εμένα, ενώ ένα μικρό μέρος των ηχογραφήσεων, η μίξη και το mastering έγιναν στα Matrix Studios από το Γιάννη Πετρογιάννη και η παραγωγή από το Γιάννη και εμένα. Αυτό που θέλαμε με τον παραγωγό μας ήταν ένας ήχος έξω από τις επιτυχημένες μεν, όμοιες «συνταγές» δε, οι οποίες κατά την άποψή μου δεν δίνουν κάποιον ξεχωριστό χαρακτήρα στις μπάντες. Έχουμε συνηθίσει να ακούμε διάφορες δουλειές οι οποίες βγαίνουν από ένα studio και όλες μοιάζουν μεταξύ τους... Τα ίδια plugin, οι ίδιες χροιές στις κιθάρες, τα ίδια πάνω-κάτω δείγματα στα τύμπανα και αυτά τα εξωφρενικά compressions στο τελικό προϊόν. Ξέρεις, υπάρχουν ακόμα και γνωστοί παραγωγοί, οι οποίοι ζητάνε από τις μπάντες όταν τους στέλνουν τα αρχεία των καναλιών να έχουν συγκεκριμένη ονομασία, προκειμένου να τα εναποθέτουν αυτόματα σε κάποια από τις έτοιμες «συνταγές» τους, έτσι ώστε η δουλειά να γίνεται γρήγορα και χωρίς ρίσκο. Εμείς αποφασίσαμε να γράψουμε με τον δικό μας τρόπο, τους δικούς μας ήχους, αυτούς που θεωρούσαμε ότι ταιριάζουν καλύτερα στο υλικό μας. Γνωρίζαμε εξαρχής ότι κάποιους θα τους ξενίσει, αλλά αυτό ήταν ένα ρίσκο το οποίο με γνώση πήραμε. Ένα ακόμα φαινόμενο της εποχής είναι όλο αυτό του υπερ-μπουστάρισμα στο τελικό level, προκειμένου το προϊόν να ακούγεται πολύ δυνατά. Ο μουσικός πρέπει να καταλάβει ότι στο βωμό των plus 2dB διακυβεύεται το παίξιμό του, η ενέργεια της μουσικής του, χάνονται οι δυναμικές και η μουσικότητα. Όποιος θέλει να ακούσει το "Polysyllabic" πιο δυνατά μπορεί απλά να ανοίξει το volume στο ηχοσύστημά του. Είμαστε απόλυτα ικανοποιημένοι με την παραγωγή του "Polysyllabic" και τη συνεργασία που είχαμε με το εξαιρετικό Matrix Studio και το Γιάννη Πετρογιάννη. Στον επόμενο δίσκο η συνεργασία αυτή θα συνεχιστεί και θέλουμε να πιστεύουμε ότι η παραγωγή θα είναι ένα ακόμα σκαλοπάτι καλύτερη.

Illusory

Η κυκλοφορία του "Polysyllabic" συνέβη από την 7hard Records πριν μερικούς μήνες. Έχοντας κατά νου την κατάσταση στην παγκόσμια δισκογραφία, με τις πωλήσεις να έχουν πέσει κατακόρυφα και τις μεθόδους προώθησης να οφείλουν να εξελίσσονται για να ιντριγκάρουν τους υποψήφιους ακροατές, πόσο ικανοποιημένοι είστε με τη μέχρι στιγμής συνεργασία σας και πόσο σας προβληματίζει - αν σας προβληματίζει - το φαινόμενο της ελεύθερης διάδοσης και λήψης των εκάστοτε μουσικών έργων;

Κώστας: Το "Polysyllabic" κυκλοφόρησε πριν από τέσσερις μήνες περίπου. Η συνεργασία μας με τη 7hard ξεκίνησε το περασμένο καλοκαίρι. Δυστυχώς, η μείωση των πωλήσεων είναι ένα οδυνηρό γεγονός και δεν ξέρω κατά πόσον θα ξεπεραστεί με τα «εμπορικά» τερτίπια των εταιρειών. Πέρα από τις μεγάλες μπάντες που πουλάνε - όχι όσο παλιά, αλλά πουλάνε - οι υπόλοιποι στοχεύουν στο να τους μάθει ο κόσμος και να μπορέσουν να κλείσουν συναυλίες ή θέσεις σε περιοδείες. Στη δική μας περίπτωση, αυτό που θέλουμε είναι να πατήσουμε πάνω στο "Polysyllabic" για να παίξουμε όσο το δυνατό πιο πολύ τα νέα μας τραγούδια και όπου είναι δυνατό. Στην Αθήνα, στην υπόλοιπη Ελλάδα, στο εξωτερικό, παντού. Η 7hard γνωρίζει το όραμά μας και αυτό που θέλουμε να κάνουμε και προσπαθεί κι εκείνη να αναδείξει το άλμπουμ και κατ' επέκταση την μπάντα, αφού μάλιστα έχει και ιδία οφέλη. Είμαστε ικανοποιημένοι από τη μέχρι τώρα συνεργασία. Έχουμε σχεδόν καθημερινή επικοινωνία, σε ό,τι ρωτάμε απαντούν σχεδόν άμεσα και δεν διστάζουν να βάλουν το χέρι στην τσέπη ακόμα και για θέματα που δεν ήταν στον προϋπολογισμό που είχαν βγάλει για μας. Όσο για το ζήτημα του downloading που θίγεις και μάλιστα του δωρεάν downloading από διάφορα torrent και όχι μόνο... Δυστυχώς ή ευτυχώς είναι σημείο των καιρών. Δεν θα αρκεστώ στο να πω ότι είναι κακό ή καλό ή αυτό που είναι... Είναι κάτι που συμβαίνει και μπορεί να ενοχλεί, αλλά θυμάσαι που παλιά αντιγράφαμε κασέτες ή δίσκους σε κασέτες; Θυμάσαι τις ιστορίες για το tape trading και πώς αυτό σκοτώνει τη μουσική; Πολλοί κατηγόρησαν τις δισκογραφικές, πως με τις τιμές που είχαν και την έπαρσή τους, προκάλεσαν όλη αυτή τη φασαρία, η οποία κλιμακώθηκε με τη χρήση του διαδικτύου και την ταχύτατη μεταφορά δεδομένων χωρίς κόπο. Αυτό που πιστεύω για το συγκεκριμένο ζήτημα το πίστευα πάντα, ότι δηλαδή αν κάποιος γουστάρει τον δίσκο, θα πάει να τον πάρει. Τονίζω φυσικά ότι η προσφορά έχει χιλιαπλασιαστεί, οι νέες κυκλοφορίες είναι απείρως περισσότερες σε σχέση με δέκα ή είκοσι χρόνια πριν. Το βαλάντιο είναι σαφώς περιορισμένο και εδώ είναι η πρόκληση. Να πείσεις τον ακροατή ότι πρέπει να ξοδέψει σε σένα και όχι στον άλλο. Είναι δύσκολος ο στόχος. Εμάς πάλι... μας αρέσουν οι δυσκολίες.

Έχοντας ζήσει τη δημιουργία και την εξέλιξη της εγχώριας heavy metal σκηνής, είτε ως ακροατές είτε ως μουσικοί, πώς βιώνετε αυτήν τη συνεχή πρόοδο που επιδεικνύει τα τελευταία χρόνια; Ξεχωρίζετε κάποια μπάντα ως πρωτεργάτες αυτής της προσπάθειας;

Γιώργος Π: Η αλήθεια είναι ότι υπάρχει τεράστια εξέλιξη στην εγχώρια σκηνή. Όταν ξεκινήσαμε ως παιδιά την προσπάθειά μας να δημιουργήσουμε μουσική, στις αρχές της δεκαετίας του '90, τα πράγματα ήταν πολύ ζόρικα. Δεν υπήρχε ούτε η τεχνολογία, αλλά ούτε και η τεχνογνωσία που υπάρχει τώρα και για να κάνεις μια παραγωγή ήθελες πολύ περισσότερο κόπο και να καταβάλεις τεράστια υπερ-προσπάθεια για να βγάλεις ένα αποτέλεσμα, το οποίο σε καμία περίπτωση δεν είναι αυτό που απολαμβάνουμε όλοι τώρα στις παραγωγές και τις δουλειές που κυκλοφορούν από τα ελληνικά σχήματα. Είναι ευτυχές το γεγονός ότι έχουμε αρκετές (μη πω πολλές) μπάντες που είναι εξαιρετικές, τεχνικά άρτιες και παρουσιάζουν υλικό το οποίο δεν έχει τίποτα απολύτως να φοβηθεί σε συγκρίσεις με κυκλοφορίες από μπάντες «παραδοσιακών» κρατών του είδους (βλ. Μεγάλη Βρετανία, ΗΠΑ, Γερμανία, Σκανδιναβικές χώρες). Όσον αφορά το θέμα των μπαντών που ξεχωρίζουμε σαν πρωτεργάτες της προσπάθειας θα μιλήσω εντελώς προσωπικά. Η άποψή μου είναι ότι οι Spitfire ξεκίνησαν τη σκηνή ουσιαστικά. Για την πρόοδό της σίγουρα ευθύνονται αρκετές μπάντες, όπως οι Rotting Christ και οι Septicflesh (οι οποίοι μπορεί να μην είναι στα ακούσματά μας, αλλά τους σεβόμαστε 100% γι' αυτό που έχουν δώσει στην εγχώρια metal σκηνή), αλλά και οι InnerWish, οι Firewind φυσικά (αν και αυτοί έχουν ξεφύγει πλέον από την εγχώρια σκηνή) και αρκετές ακόμα μπάντες που ξεκίνησαν να δισκογραφούν τη δεκαετία του '90.

Πολύ πρόσφατα πραγματοποιήσατε μία ζωντανή εμφάνιση στο Crow Club, με τη συνδρομή των Voice Box και την υποστήριξη των Galliard Syndrome. Πώς πήγε αυτή η συναυλία και τι λοιπά συναυλιακά σχέδια έχετε για το μέλλον;

Γιώργος Π:  Η συναυλία στο Crow Club περιελάμβανε το μεγαλύτερο μέρος του "Polysyllabic", αρκετά κομμάτια από το "The Ivory Tower" και ένα medley από θέματα του Star Wars, τα οποία έχουμε δουλέψει με τους Voice Box, καθώς και μια διασκευή του "When The Crowds Are Gone" των Savatage. Εκτός από τους Voice Box, είχαμε και τη συμμετοχή του Γιώργου Ράλλη στη 12-χορδη ακουστική κιθάρα, του Μηνά Νοταρά στα φωνητικά και φυσικά της Μαργαρίτας Παπαδημητρίου (ιθύνων νους των Voice Box) στα φωνητικά σε τρία τραγούδια. Όσον αφορά το μέλλον, ήδη έχουμε μια ημερομηνία κλεισμένη και πάλι στο Crow Club, το Σάββατο 3 Ιουνίου, όπου θα παίξουμε παρέα με τους Σουηδούς Hekatomb, αλλά και ακόμα μία μπάντα που δεν έχει επιβεβαιωθεί. Επίσης στα σχέδια υπάρχει και η επαρχία, αλλά ακόμα δεν έχουμε κάτι επιβεβαιωμένο. Μόλις οριστικοποιηθούν οι ημερομηνίες θα ενημερωθείτε και γι' αυτές τις εμφανίσεις μας.

Σας ευχαριστώ για τις απαντήσεις σας. Εύχομαι καλή συνέχεια σε ό,τι σχέδια έχετε για το μέλλον. Ο επίλογος, δικός σας...

Γιώργος Π: Εμείς ευχαριστούμε για τη φιλοξενία στο περιοδικό σας! Να ευχηθούμε ό,τι καλύτερο στους αναγνώστες σας και φυσικά... Shine on!

Διαβάστε εδώ την κριτική του δίσκου "Polysyllabic" από τον Σπύρο Κούκα.

  • SHARE
  • TWEET