«A Beginner's Guide»: AOR

Πόζα, πλήκτρα και διαγαλαξιακές χιτάρες: Ο πλήρης οδηγός

Από τους Σπύρο Κούκα, Αντώνη Μαρίνη, 27/02/2020 @ 11:39

Μια παρόρμηση της στιγμής, μια απόφαση που πάρθηκε κατά τη διάρκεια κάποιας από τις πολλές μουσικές συζητήσεις μεταξύ φίλων που από αλλού ξεκινούν κι αλλού καταλήγουν, αλλά και ένας φόρος τιμής σε ήχους που, σχεδόν υποσυνείδητα, από κάποια τυχαία ακρόαση κατά την παιδική/προεφηβική ηλικία, έχουν εντυπωθεί για πάντα στο νου. Αυτοί ήταν και οι λόγοι που ώθησαν το εδώ συντακτικό δίδυμο να αναφερθεί εκτενέστατα σε δίσκους και καλλιτέχνες που κυκλοφόρησαν και μεγαλουργούσαν σε εποχές που οι ίδιοι (οι υπογράφοντες) δεν υπήρχαν καλά-καλά ούτε σαν ιδέα, αλλά παρ' όλα αυτά συνέχισαν να προσελκύουν ακροατές και να έχουν τη δική τους επίδραση στη συνολική rock κουλτούρα. 

Τί ορίζεται, ωστόσο, ως AOR; Με το ίδιο το αρκτικόλεξο να έχει διττή σημασία, είτε, λοιπόν, ως Album Oriented Rock, είτε ως Adult Oriented Rock, η ονομασία του υπονοεί την προσέγγιση της μουσικής σε πιο «ενήλικα» ακροατήρια, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Boston

Αποτελώντας, κατά κάποιον τρόπο, τη μετεξέλιξη του progressive rock των '70s, από άποψη τόσο εμπορική (αφού, μην ξεχνάμε, το πρώτο μισό της δεκαετίας του 1970 υπήρξε πλουσιοπάροχο για τις προοδευτικές μπάντες της εποχής), όσο και μουσική/εκτελεστική (καθώς οι μουσικές σπουδές, το εκτελεστικό επίπεδο και οι ικανότητες των μουσικών του είδους υπήρξαν πολύ πάνω του μέσου όρου), το AOR δεν στερήθηκε τον αρτιστικό του χαρακτήρα, τουλάχιστον στα πρώτα χρόνια της ύπαρξης του. Άλλωστε, κάποιες από τις πλέον βαρυσήμαντες και ιστορικές μπάντες του ιδιώματος (Journey, Styx) ξεκίνησαν την πορεία τους στα αμιγώς prog χωράφια, προτού ραφινάρουν τον ήχο τους και καταλήξουν να γεμίσουν αρένες, ενώ άλλες (βλέπε Asia) προέκυψαν από τη συνεργασία πασίγνωστων μουσικών του progressive χώρου.

Του λόγου το αληθές επιβεβαιώνει και η στροφή πολλών προοδευτικών σχημάτων σε αυτόν τον ήχο εντός των '80s, με τους Yes, Rush και Genesis να είναι οι πλέον ενδεικτικές, και τους Emerson Lake & Palmer να κυκλοφορούν τον μάλλον χειρότερο δίσκο «μεταστροφής» που είδε το φως της δημοσιότητας (βλέπε “Love Beach”). Πάντως, το να συγκεκριμενοποιήσουμε το AOR σε αυτή τη μουσική συνομοταξία θα είναι μάλλον περιοριστικό, καθώς υπό τη σκέπη του βρέθηκαν κατά καιρούς πολλές μπάντες που ελάχιστη έως καθόλου σχέση είχαν με το prog, γεγονός που φανερώνει και τη συνέχεια που παρουσίασε ως μουσικό είδος, φτάνοντας μέχρι και τις μέρες μας.

Journey

Στην ουσία του, το AOR προσδιορίζεται ως η μουσική του ραδιοφώνου των '70s και '80s, εκείνο το rock που απευθυνόταν στο ευρύ κοινό δίχως περιορισμούς, με προεξέχουσα τη μελωδία, τις μελιστάλακτες power ballads και τα ξεκάθαρα refrains, γι' αυτό και οι χαρακτηρισμοί του arena rock και soft rock φαντάζουν συνώνυμοι του, έστω και με τις απαραίτητες παραδοχές για τους πιο γνώστες.

Αυτή η οικουμενικότητα του, ωστόσο, και η αποδοχή του από ένα ακροατήριο μιας κοινωνίας άκρατα συντηρητικής (βλέπε PMRC και γενικότερα Αμερική των '80s) υποδηλώνει κι ένα στοιχείο του AOR που, εν πολλοίς, το έκανε και τόσο επιτυχημένο: τον ακίνδυνο, απόλυτα άκακο χαρακτήρα του. Με στιχουργική προσέγγιση που ελάχιστα αποκλίνει από τη θεματολογία μιας love ballad, ήχο μελωδικό και καλογυαλισμένο και μια clean cut εικόνα που το έκανε προσιτό σε όλους, το AOR (ήθελε να) αφορούσε τον καθένα, είτε επιδερμικά, είτε συνειδητά ή απλώς σαν guilty pleasure.

Έτσι, μετά από μήνες αναβολών, αμέτρητες στιγμές πόζας και τραγουδιού μπροστά από τον καθρέφτη, ακόμη περισσότερα cheesy πλήκτρα, τρεις αποτυχημένες περμανάντ, αλλά και κάμποσες διαγαλαξιακές χιτάρες να συνοδεύουν τη δημιουργία του (με υπεράνω όλων, αυτή), η ολοκλήρωση ενός οδηγού αρχαρίων για το AOR είναι γεγονός, όπως θα διαπιστώσετε παρακάτω...

Spotify Playlist


Boston - Boston​
(Epic, 1976)

Boston - Boston​

Είναι επιστημονικά αποδεδειγμένο ότι δεν είσαι άνθρωπος αν δεν αγαπάς το ντεμπούτο των Boston. Όχι απλά να έχεις ακούσει ένα τραγούδι, ή να αναγνωρίζεις το εμβληματικό εξώφυλλο, ή να έχεις τραγουδήσει κάπου κάποτε ένα ρεφραίν. Πρέπει να το αγαπάς πραγματικά. Πρέπει να θυμάσαι την πρώτη φορά που άκουσες εκείνο το τραγούδι, και να θυμάσαι τα συναισθήματά που σου δημιούργησε. Πρέπει να έχεις ξοδέψει ένα σεβαστό χρόνο χαζεύοντας την κιθάρα-διαστημόπλοιο από το booklet του CD ή ακόμα καλύτερα από το βινύλιο. Πρέπει να έχεις εισπράξει τουλάχιστον ένα βλέμμα απορίας όταν χωρίς να έχεις πλήρη συνείδηση προσπάθησες να βγάλεις εκείνη την κορώνα. Ή όταν εκτός από το ρεφραίν άρχισες να τραγουδάς και το σόλο. As clear as the sun in the summer sky.


Foreigner - Double Vision
(Atlantic, 1978)​

Foreigner - Double Vision

Ο μεγαλύτερος προβληματισμός κατά τον σχεδιασμό τούτου του αφιερώματος δεν είχε να κάνει με παραγνωρισμένους ήρωες ή με μικρά διαμαντάκια, αλλά με το ποιο άλμπουμ των Foreigner να διαλέξουμε. Οι προφανείς επιλογές ήταν το "4" και το "Agent Provocateur". Δύο δίσκοι ορόσημα, με αρκετά singles για να σβήσουν δισκογραφίες ολόκληρες. Οι φωνές που ακούγονται σε αυτό το σημείο είναι μάλλον οι πρωτοδισκάκηδες, και ποιος να πει ότι έχουν άδικο. Κόντρα σε όλα, στεκόμαστε περήφανα στη μέση και επιλέγουμε το "Double Vision". Καλησπέρα με "Hot Blooded"/"Blue Morning, Blue Day" και το πόδι δεν φεύγει από το γκάζι. Ο Lou Gramm σε μεγάλα κέφια, όπως συνήθως. Η μία χιτάρα πίσω απ' την άλλη, όπως συνήθως. Ήχος για σεμινάριο, όπως συνήθως. Για εκείνους.


Toto - Toto
(Columbia, 1978)​

Toto - Toto

Σε γενικές γραμμές όλα τα συγκροτήματα που εμφανίζονται σε αυτόν τον οδηγό αντιμετωπίζονται από μεγάλη μερίδα του κοινού ως one-hit-wonders. Στην κορυφή της άτυπης λίστας επάξια στέκονται οι Toto. Θέλετε επειδή το δικό τους θαύμα (εσύ που ρώτησες "ποιο θαύμα;" φύγε) ξεπερνάει εκείνα των υπολοίπων; Θέλετε επειδή για κάποιον παράξενο λόγο καμία ολοκληρωμένη κυκλοφορία τους δεν κατάφερε να καθιερωθεί ως κλασική στη συνείδηση του κοινού; Θέλετε επειδή αφού ξέφυγαν από τα στενά όρια του ροκ ήχου ποτέ δεν κοίταξαν πίσω; Σε κάθε περίπτωση, η μπάντα από την Καλιφόρνια στην πολυετή καριέρα της κατέκτησε έναν σκασμό από κορυφές. Η πρώτη έφερε στο εξώφυλλό μόνο το όνομά τους κι ένα σπαθί, και από την πρώτη ως την τελευταία νότα έσφυζε από μελωδίες που μπορούσαν να τραβήξουν κάθε υποψιασμένο και ανυποψίαστο ακροατή.


Supertramp - Breakfast In America
(A&M, 1979)

Supertramp - Breakfast In America

Αν και, σε προσωπικό επίπεδο, προτιμώ σαφώς τα όσα οι Λονδρέζοι rockers προσέφεραν στα πρώτα χρόνια δραστηριοποίησης τους, τότε που μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως μια άκρατα δημιουργική, προοδευτική μπάντα, είναι γεγονός πως το απόγειο της πορείας τους συνέβη με το "Breakfast In America", το πλέον προσβάσιμο ηχητικά από τα πονήματα τους. Σε εκείνο, έχοντας απλοποιήσει τον ήχο τους και κινούμενοι πια στις παρυφές της pop, η μπάντα χαρακτηρίζεται από την σοβαρή, εστιασμένη τραγουδοποιία των Rick Davies και Roger Hogdson (οι οποίοι και συνέθεσαν χωριστά, καταφέρνοντας παρ’ όλα αυτά μια σπάνια ομοιογένεια), η οποία και έρχεται σε αντίθεση με το πιο ευδιάθετο κι ανάλαφρο του τίτλου και των διαθέσεων που προκαλεί η ακρόαση του. Δύο βραβεία Grammy, εκατομμύρια πωλήσεις κι αμέτρητες ακροάσεις αργότερα, λίγη σημασία έχει αν το "Breakfast In America" ξεκίνησε ως concept άλμπουμ, αν είχε άλλη ονομασία αρχικά ("Hello Stranger" ο working title του) ή αν σφράγιζε τη μεταστροφή των Supertramp σε πιο soft μονοπάτια. Το αγαπάμε ως έχει.


REO Speedwagon - Hi Infidelity
(Epic, 1980)

REO Speedwagon - Hi Infidelity

Υπάρχουν δίσκοι φτιαγμένοι για να κάνουν τον ακροατή να προβληματιστεί, δίσκοι που σπάνε κανόνες και δίσκοι που ανοίγουν νέα ηχητικά μονοπάτια. Εδώ δεν έχουμε έναν τέτοιο δίσκο. Ο Neal Doughty και η μπάντα του, στην ένατη ολοκληρωμένη δουλειά τους, άφησαν στην άκρη την πιο σκληρή (sic) ροκ προσέγγιση του παρελθόντος για χάρη μιας πιο μελωδικής, ραδιοφωνικής λογικής. Το αποτέλεσμα είναι τριάντα πέντε λεπτά απλής, ανόθευτης διασκεδαστικής μουσικής. Το λογοπαίγνιο στον τίτλο υπάρχει για να μην πει κανένας ότι δεν είχε προειδοποιηθεί. Οι δομές είναι άμεσες, οι γραμμές καρφώνονται στο μυαλό με την πρώτη, και υπάρχουν κάμποσες στιγμές που ο συνδυασμός στίχων-μουσικής φέρνουν χαμόγελο. Χρειάζεται κάτι περισσότερο;


Journey - Escape
(Columbia, 1981)

Journey - Escape

Το έβδομο άλμπουμ των Journey δεν είναι ακόμη ένας σπουδαίος AOR δίσκος. Το "Escape" φαντάζει ως συνώνυμο του συγκεκριμένου ιδιώματος, ένας δίσκος πάνω από ταμπέλες και χαρακτηριστικά, ο οποίος όρισε πως όφειλε να ακούγεται το ποιοτικό arena rock. Να μιλήσουμε για την επιδραστικότητα του στη σκηνή, να αναφερθούμε στην αλαβάστρινη, one of a kind φωνή του αηδονιού Steve Perry, να ξεχωρίσουμε συνθέσεις, στιγμές, leads, φαντάζει μάταιο, αφού το "Escape" αποτελεί το εκθαμβωτικό αποκορύφωμα μιας καριέρας που έχει να παρουσιάσει έτσι κι αλλιώς πολλές και διαφορετικές κορυφές. Ο νοσταλγικός ήχος της χαμένης νιότης, η εύθυμη μελωδία της ελπίδας που δεν πεθαίνει, το μεγαλείο της ωριμότερης τραγουδοποιίας που μπορεί να υπάρξει, αυτά κι ακόμη περισσότερα πρεσβεύονται στο "Escape", ένα άλμπουμ πραγματική απόδραση του πνεύματος από τις δυσκολίες της πραγματικότητας.


Styx - Paradise Theatre
(Α&Μ, 1981)

Styx - Paradise Theatre

Αν έπρεπε να μιλήσουμε με ποιοτικά κριτήρια, η αναζήτηση για το πιο αντιπροσωπευτικό άλμπουμ των Styx για αυτόν τον οδηγό θα αποτελούσε μια δύσκολη υπόθεση, αφού στην ίδια θέση θα μπορούσαν να βρίσκονται τουλάχιστον άλλα τρία άλμπουμ της δισκογραφίας τους, με προεξέχον το σπουδαίο "Grand Illusion" (έναν δίσκο που αποδέχονται με την ίδια ευκολία τόσο οι progsters όσο και οι AOR-άδες ακροατές τους). Επειδή, όμως, μιλάμε για το πλέον εμπορικό και προσβάσιμο από τα rock ιδιώματα των late '70s/'80s, το concept του "Paradise Theatre", το οποίο κατάφερε μυθικές πωλήσεις και αποτέλεσε το πρώτο και μοναδικό No.1 της μπάντας στα Billboard charts των Ηνωμένων Πολιτειών. Θεματικά, το στιχουργικό concept πραγματεύεται μεταφορικά την έννοια του «αμερικάνικου ονείρου» μέσα από τις αλλαγές της αμερικανικής κοινωνίας από τα ‘70s στα ‘80s, παρομοιάζοντας την με την άνοδο και την πτώση του Paradise Theatre στην περιοχή του Chicago και ντύνοντας την με την πλέον ισορροπημένη μίξη pomp rock και AOR που είχαμε την τύχη να ακούσουμε. Στα trivia της πολυπλατινένιας κυκλοφορίας, η αναφορά, στο εξώφυλλο, ενός άλλου Chicago-based θεάτρου της δεκαετίας του 1920, του Granada Theatre, το οποίο και είχε διατηρηθεί μέχρι και τις αρχές του 1990 (όταν κι έδωσε τη θέση του σε συγκρότημα πολυκατοικιών).


Asia - Asia
(Geffen, 1982)

Asia - Asia

Ποιο είναι το αποτέλεσμα αν συνδυάσεις τις δημιουργικές δυνάμεις του πιο γνωστού τραγουδιστή και μπασίστα των King Crimson (John Wetton), του κιθαρίστα (Steve Howe) και του πληκτρά (Geoff Downes) των Yes και του drummer (Carl Palmer) των Emerson, Lake & Palmer σε ένα και μόνο δίσκο; Αν το μυαλό πήγαινε σε κάποιο δύστροπο progressive rock αριστούργημα, η τετράδα που απάρτιζε το supergroup των Asia είχε λίγο διαφορετική άποψη, αφού αριστούργημα μπορεί να είχαμε, αλλά το ομότιτλο ντεμπούτο τους «έπαιζε μπάλα» περισσότερο στα χωράφια του AOR, παρά σε εκείνα του καθαρόαιμου προοδευτισμού. Παρ’ όλα αυτά, το "Asia" υπήρξε στην ουσία του ένα σπουδαίο άλμπουμ, καθώς η τραγουδοποιία του επιβεβαίωνε τον βαρύγδουπο χαρακτηρισμό που ακολουθούσε το σχήμα, όντας πιστό στην αντίληψη των μουσικών που το απάρτιζαν για το ποιο θα έπρεπε να είναι το πρόσωπο του progressive rock για να επιβιώσει στα '80s και προσφέροντας μια πιο εκλαϊκευμένη εκδοχή του για όλη την οικογένεια - με «κράχτη» το γνωστό τοις πάσι "Heat Of The Moment".


Night Ranger - Dawn Patrol
(MCA, 1982)

Night Ranger - Dawn Patrol

Το «καλύτερο ντεμπούτο στο αμερικανικό rock από την εποχή του πρώτου δίσκου των Van Halen είναι ένας χαρακτηρισμός που συνοδεύει συχνά-πυκνά το "Dawn Patrol" των Night Ranger, που, όσο υπερβολικός κι αν ακούγεται, δεν απέχει πολύ από τη διαμορφωμένη πραγματικότητα του 1982. Με αιχμηρές κιθάρες που δεν αστειεύονταν, δύο αξιόλογους τραγουδιστές και έναν πληκτρά που επιζητούσε να τραβάει πάνω του τα βλέμματα, η μουσική των Night Ranger ήταν κομμένη και ραμμένη για να πετύχει την αποδοχή της από το ακροατήριο των Ηνωμένων Πολιτειών, όπως άλλωστε και συνέβη σχεδόν άκοπα. Εκτός Η.Π.Α., ωστόσο, η μπάντα παρέμεινε σαφώς λιγότερο αναγνωρίσιμη, με τη θητεία του Brad Gillis ως κιθαρίστα στη μπάντα του Ozzy Osbourne (την περίοδο αμέσως μετά το θάνατο του Randy Rhoads - τον ακούμε, μάλιστα, και στο "Speak Of The Devil" live άλμπουμ) να είναι σαφώς γνωστότερη από τα πεπραγμένα της ίδιας της μπάντας - αν και μάλλον αδίκως.


 

Survivor - Vital Signs
(Scotti Bros/Volcano, 1984)​

Survivor - Vital Signs

Για το απαίδευτο - με το ιδίωμα - κοινό οι Survivor είναι απλά η μπάντα των "Eye Of The Tiger", "Burning Heart" και "The Moment Of Truth" (όλα τους πασίγνωστα από τη συμμετοχή τους στα soundtracks από blockbuster ταινίες της εποχής). Αδίκως, καθώς οι εκ Chicago ορμώμενοι arena rockers αποτέλεσαν ένα από τα πιο δημοφιλή και εμπορικά σχήματα των '80s, με δικαίως τεράστιες πωλήσεις να ακολουθούν τις δουλειές που κυκλοφόρησαν. Αν, δε, θα έπρεπε να επιλέξω έναν και μόνο δίσκο από το εν λόγω αφιέρωμα ως τον πλέον αντιπροσωπευτικό για το πως ορίζεται ηχητικά το AOR, αυτός θα ήταν το τέταρτο, υπερεπιτυχημένο άλμπουμ τους, το φοβερό και τρομερό "Vital Signs". Όντας ένα "do-or-die" άλμπουμ στην πορεία της μπάντας, καθώς φωνητικά προβλήματα του Dave Bickler την ανάγκασαν να αλλάξει πρόσωπο στη νευραλγική θέση του τραγουδιστή, το "Vital Signs" υπήρξε το πλέον επιτυχημένο εμπορικά πόνημα της, στο οποίο η κρυστάλλινη φωνάρα του Jimi Jamison δεσπόζει εμφατικά. Μιλάμε, άλλωστε, για ένα δίσκο όπου η πένα του διδύμου Peterik/Sullivan δημιούργησε μονάχα ευκολομνημόνευτα, απολύτως κολλητικά τραγούδια με το hit potential μόνιμα στο κόκκινο, έχοντας έναν τεράστιο, διαυγέστατο ήχο (δια χειρός του βετεράνου Ron Nevison) να λειτουργεί υπέρ τους.


Michael Bolton - Everybody’s Crazy
(Columbia, 1985)

Michael Bolton - Everybody's Crazy

Αν και πλέον ουδεμία σχέση (θέλει να) έχει με το πιο σκληρό ηχητικά παρελθόν του, η πρώτη δημιουργική και δισκογραφική δεκαετία του Michael Bolton τον ήθελε να ανήκει στις σπουδαίες φωνές του εμπορικού hard rock/ pop rock χώρου, με τη φημολογία της εποχής να τον θέλει να έχει περάσει από audition ακόμη και στους post-Ozzy Black Sabbath των ‘80s. Κι αν το τελευταίο λίγη σημασία έχει αν όντως αληθεύει ή απλώς αποτελεί ακόμη έναν πικάντικο rock μύθο, τα δύο πρώτα άλμπουμ που έφεραν το καλλιτεχνικό όνομα του Michael Bolotin στο εξώφυλλο τους αποτέλεσαν, αναμφίβολα, εξαιρετικά δείγματα του AOR ήχου της εποχής, με τη συμβολή του (κατόπιν για αρκετά χρόνια στους Kiss) Bruce Kulick να μην περνάει απαρατήρητη. Το δεύτερο, δε, εξ αυτών, μάλλον είναι και το πλέον ταιριαστό για αυτό το αφιέρωμα, γεμάτο από easy listening συνθέσεις κιθαριστικού rock με κορυφαία φωνητικά και μόνιμα ερωτική διάθεση.


Heart - Heart
(Capitol, 1985)

Heart - Heart

Για το ευρύ κοινό το όνομα των Heart θα είναι για πάντα συνυφασμένο με το "Barracuda". Οι Ann και Nancy Wilson ωστόσο έχουν δώσει πολλά περισσότερα από ένα κλασικό ρυθμικό θέμα και ένα τεράστιο ρεφραίν. Οι δυο τους ξεκίνησαν να ηχογραφούν πίσω στη δεκαετία του '70 και μέχρι σήμερα δε λένε να το βάλουν κάτω. Με τακτικές ανακατατάξεις στη συνοδευτική μπάντα, με τα πάνω και τα κάτω τους, και συχνά με αξιοπρόσεκτες αλλαγές στο ύφος. Κάπως έτσι το μακρινό 1985 το ντουέτο ακλούθησε το κύμα της εποχής και το αποτέλεσμα τις δικαίωσε πλήρως. Οι μελωδίες τους ταίριαξαν γάντι με την AOR νοοτροπία και τη γυαλισμένη παραγωγή. Προσπαθήστε να μην τραγουδήσετε στα "What About Love" και "Never", κι αν τα καταφέρετε, δεν σας πιστεύουμε.


Dare - Out Of The Silence
(A&M, 1988)

Dare - Out Of The Silence

Έχοντας δημιουργηθεί το 1985 από τον πληκτρά και συνθέτη Darren Wharton κατόπιν της διάλυσης της τελευταίας - τότε - ενσάρκωσης των Thin Lizzy, οι Dare αποτέλεσαν την πλέον ποιοτική και αδίκως παραγνωρισμένη πρόταση του Ηνωμένου Βασιλείου στο χώρο του AOR. Ήδη από το (εδώ παρουσιαζόμενο) ντεμπούτο της, κιόλας, η μπάντα έδειξε τις διαθέσεις της να παρουσιάσει ένα keyboard driven υλικό που δεν στερείται τα rock χαρακτηριστικά του, με τις ερμηνείες του Wharton να είναι αρκούντως αισθαντικές και τις ατμοσφαιρικές δυναμικές από τα στρώματα πλήκτρων να προσδίδουν μια ιδιαίτερη αίσθηση στο άλμπουμ. Λίγο αργότερα, οι Dare θα βάραιναν ελαφρώς τον ήχο τους, για να επιστρέψουν κατόπιν στις ρίζες τους, με το "Out Of The Silence" να φαντάζει το σημαντικότερο έργο τους, γεγονός που αποδεικνύεται και από την επανακυκλοφορία/recreation του που είδε το φως το 2018, στην επέτειο 30 χρόνων από την κυκλοφορία του.


FM - Tough It Out
(Epic, 1989)

FM - Tough It Out

Μονάχα αμερικάνικη υπόθεση δεν μπορεί να χαρακτηριστεί το AOR, όσο κι αν η πλειονότητα των πιο γνωστών του στιγμών προέρχεται από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Ακόμη κι έτσι, όμως, η παρουσία σχημάτων σαν τους ασταμάτητους Βρετανούς FM και της υπέρτατης φωνάρας του (επίσης κιθαρίστα) Steve Overland δίνει πάτημα στο Ηνωμένο Βασίλειο να διεκδικήσει με αξιώσεις μερίδιο από την «πίτα» του είδους. Το ντεμπούτο τους, "Indiscreet", θεωρείται από πολλούς ως ένα must have του ιδιώματος, αν κι εδώ θα κάνουμε την έκπληξη και θα συνταχθούμε υπέρ του δεύτερου τους δίσκου, ο οποίος όχι μόνο δεν υστερεί πουθενά σε σύγκριση με το άλμπουμ που διαδέχθηκε, αλλά, ανά στιγμές το ξεπερνά κιόλας. Υπερβατικές φωνητικές γραμμές, ανθεμικά ρεφρέν που δεν χρειάζονται πάνω από μία ακρόαση για να σου κολλήσουν και κιθάρες που δεν ξεχνούν τη βρετανική τους καταγωγή και τον hard rock χαρακτήρα τους, μοιράζοντας απλόχερα μελωδιάρες με το τσουβάλι, είναι μονάχα μια επιγραμματική, (όχι και τόσο) ψύχραιμη αναφορά των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του "Tough It Out". Για αναλυτικότερα, κάντε μια χάρη στον εαυτό σας και ακούστε το - και δεν θα χάσετε.


Mark Free - Long Way From Love
(Now & Then, 1993)​

Mark Free - Long Way From Love

Ξεπερνώντας κάθε έννοια ταμπέλων, χαρακτηρισμών κι, εν τέλει, ιδιωμάτων (τα οποία μονάχα για λόγους συνεννόησης οφείλουν να υπάρχουν), η γνωστή, πλέον, ως Marcie Free (κατόπιν μιας επιτυχημένης αλλαγής φύλου που πραγματοποίησε) αποτελεί μια από τις πιο χαρακτηριστικές και σπουδαίες φωνές του διευρυμένου ιδιώματος του AOR. Κι αν στις πρώτες του απόπειρες, ο Αμερικάνος τραγουδιστής βρέθηκε ακόμη και στα συγγενικά μονοπάτια του glam metal, ως μπροστάρης των AOR/glam/εν τέλει hard rockers King Kobra, με το προσωπικό του "Long Way From Love" παρέδωσε ένα εμβληματικό άλμπουμ στα αμιγώς AOR χωράφια. Μιλάμε, άλλωστε, για σπουδαία τραγουδοποιία, η οποία συνέχιζε το είδος επιτυχώς και στα πιο «δύσκολα» '90s, με μια τεράστια σε έκταση και «μέταλλο» φωνή να υπερβαίνει τα πάντα, ακόμη και την πραγματικά μέτρια παραγωγή που «ντύνει» το υλικό. Το άλμπουμ είχε επανακυκλοφορήσει, με αρκετό bonus υλικό από την Frontiers μερικά χρόνια αργότερα, ενώ η Marcie βρίσκεται ακόμη ενεργή, χαρίζοντας μας όμορφες ερμηνείες κατά καιρούς, με όχημα τους Unruly Child.

 
  • SHARE
  • TWEET