The Marriages Of Heaven & Hell

Από τον Κώστα Σακκαλή, 23/07/2009 @ 03:52
Αν και θα ήταν πολύ θεμιτό ένα αφιέρωμα στην ποίηση του William Blake, το συγκεκριμένο άρθρο του Rocking.gr δράττεται της ευκαιρίας του ερχομού της έταιρης ενεργής μορφής των Black Sabbath, που περιοδεύει υπό το ψευδώνυμο Heaven & Hell και εμπνέεται από το εν λόγω ποίημα για να εστιάσει σε όλα αυτά που τρεις φορές «πάντρεψαν» τους σπουδαίους αυτούς μουσικούς αλλά και όλα αυτά που τους χώρισαν. Εξάλλου η εναλλακτική να ονομαστεί το κείμενο «Το Τρίτο Στεφάνι» απορρίφθηκε ως ποιοτικά εμφανώς υποδεέστερη!

Γάμος Πρώτος

Ήταν το έτος 1979 όταν μετά από σχεδόν μία δεκαετία επιτυχιών, αλλά υπό το βάρος των έντονων καταχρήσεων, των προσωπικών αντιδικιών αλλά και της μουσικής ένδειας των τελευταίων δίσκων, ο τραγουδιστής Ozzy Osbourne εκδιώχνεται από το συγκρότημα. Παρουσία κάποιας κυρίας Sharon Arden (κόρη του τότε μάνατζερ των Black Sabbath που αργότερα θα γίνει παγκοσμίως γνωστή ως Sharon Osbourne) γίνεται η προσέγγιση του Iommi με τον ήδη γνωστό από τους Rainbow, Ronnie James Dio, με σκοπό τη συνεργασία.

Ο ηγέτης του συγκροτήματος από το πρώτο κιόλας jam εντυπωσιάστηκε από τη φωνή του και προείδε μαζί του ένα λαμπρό μέλλον, άποψη που η Ιστορία έμελλε να δικαιώσει. «Όχι μόνο ως φωνή αλλά και ως συμπεριφορά ο Ozzy ήταν σπουδαίος showman» θα δηλώσει αργότερα. «Αλλά σε ό,τι έχει να κάνει με τη μουσική προσέγγιση, ο Dio έφερε μία διαφορετική συμπεριφορά και μία διαφορετική φωνή». Αναντίρρητα μεγαλύτερων δυνατοτήτων, η φωνή του Dio είχε το χαρακτηριστικό ότι τραγουδούσε διαμέσου των riffs του Iommi και όχι ακολουθώντας τα, όπως έκανε ο Ozzy, δίνοντας πολύ μεγαλύτερη δυνατότητα για μουσικές προεκτάσεις αλλά και συμβάλλοντας στο συνθετικό κομμάτι της φωνητικής μελωδίας.



Επιπλέον ήταν ήδη ένας καταξιωμένος στιχουργός και έφερε μία πολυπόθητη ανανέωση στο στρατόπεδο των Black Sabbath, πράγμα όμως που αρχικά δεν πολυάρεσε στον μέχρι πρότινος στιχουργό Geezer Butler, ο οποίος και στιγμιαία αποχωρεί εν μέσω προσωπικών προβλημάτων. Η επιστροφή του στη μπάντα τον βρήκε να δοκιμάζει τα νέα τραγούδια που ήδη πρόβαραν οι υπόλοιποι τρεις με τον Geoff Nichols στο μπάσο (θα μετακινηθεί στα πλήκτρα) και ευχαριστημένος με ό,τι συνέβαινε ανανέωσε την πίστη του στο συγκρότημα.

Οι μεταξύ τους σχέσεις σταθεροποιήθηκαν μέχρι και την έναρξη της περιοδείας για την προώθηση του άλμπουμ. Εκεί τα προβλήματα με το αλκοόλ του Bill Ward άρχισαν να γίνονται ανυπέρβλητα. «Βυθιζόμουν ταχύτατα. Ήμουν μεθυσμένος 24 ώρες το εικοσιτετράωρο» θα ομολογήσει. Εκτός των άλλων, όμως, ο Ward παρέμεινε πιστός στην προηγούμενη μουσική κατεύθυνση της μπάντας. «O Ronnie ήταν εκεί στη σκηνή και έκανε το show του κι εμένα μου φαινόταν ότι όλα είχαν τελειώσει. Μου αρέσει ο Ronnie, αλλά μιλώντας μουσικά, δεν είναι για μένα».

Η δυσαρέσκεια του ίδιου για το νέο ήχο αλλά κυριότερα της μπάντας για την κατάστασή του έφερε την απόλυσή του στις 18 Αυγούστου του 1980. «Δε μου μίλησαν καν. Το καταλάβαινα ότι θα έπρεπε να φέρουν έναν νέο drummer για να σώσουν την περιοδεία, αλλά με έδιωξαν χωρίς καν να μου το πουν. Ήμουν στη μπάντα από παιδί και ξαφνικά βλέπω τον Vinny να παίζει και σκέφτομαι "What the fuck?". Πόνεσε πολύ.». Ο Dio πάντως είχε μόνο καλές κουβέντες να πει: «Αν οι Zeppelin (σ.σ. μόλις είχαν διαλυθεί) αποφασίσουν να συνεχίσουν με άλλον drummer, o Bill Ward είναι ο άνθρωπός τους».



Η αντικατάσταση με τον Vinny Appice δούλεψε αρκετά καλά, με αποτέλεσμα να ολοκληρωθεί επιτυχώς η περιοδεία, να ηχογραφηθεί ένας νέος δίσκος ("The Mob Rules") αλλά και να μπει στην παραγωγή και η έκδοση ενός live άλμπουμ ("Live Evil"), του πρώτου επίσημου ως απάντηση στο ημιπαράνομο "Live At Last" που μόλις είχε κυκλοφορήσει από την εποχή του Ozzy. Μέσα σε όλα, όμως, είχαν να ανταγωνιστούν και την επιτυχία που σημείωνε ο παλιός τους frontman με τις ταυτόχρονες κυκλοφορίες των δίσκων του. Τόσο το "Diary Of A Madman" όσο και το "Speak Of The Devil" (με αποκλειστικά ζωντανές εκτελέσεις τραγουδιών των Sabbath) ανταγωνίζονταν, και μάλιστα με μεγαλύτερη εμπορική απήχηση, τις αντίστοιχες κυκλοφορίες τους. Αυτή η συνεχής σύγκριση, μαζί με διάφορες υποτιμητικές δηλώσεις του Ozzy προς τον Dio αλλά και τους υπόλοιπους, θα παίξουν το ρόλο τους αργότερα.

Επανερχόμενοι όμως στα εσωτερικά του συγκροτήματος τα πράγματα δεν είναι και τόσο καλά. Η επίσημη δικαιολογία λέει ότι Dio έμπαινε κρυφά τη νύχτα στο studio που γινόταν το μιξάρισμα του "Live Evil" και ανέβαζε τα φωνητικά. Από την άλλη, ο Dio δεν ήταν ικανοποιημένος με τον τρόπο που έβγαινε η φωνή του αλλά και με την ποιότητα και την ποσότητα των φωτογραφιών του που μπήκαν στο artwork. «Όταν έρχεται η ώρα των φωνητικών κανείς δε μου λέει τι να κάνω. Κανείς. Γιατί δεν είναι τόσο καλοί όσο εγώ». Στην πραγματικότητα υπήρχε μία πάλη εξουσίας στις τάξεις του συγκροτήματος. Οι Iommi, Butler έβλεπαν με κακό μάτι την ολοένα και αυξανόμενη ηγετική τάση του νεοφερμένου, ο δε Dio, εκ φύσεως αρχηγικός, έβλεπε στους άλλους μία αδιαφορία για το συγκρότημα και τους οπαδούς τους και ένα κενό εξουσίας που με χαρά κάλυψε. Αργότερα, την περίοδο που οι σχέσεις τους βελτιώθηκαν, και οι δύο πλευρές θα τα ρίξουν όλα στο μηχανικό ήχου. Iommi: «Ο μηχανικός έπινε πολύ και έλεγε διάφορα». Η απομάκρυνση του βραχύσωμου τραγουδιστή αλλά και του ντράμερ πάντως θα γίνει γρήγορα, σηματοδοτώντας και το πρώτο τους διαζύγιο.

Γάμος Δεύτερος

Όπως συμβαίνει σε όλες τις καλές ρομαντικές ιστορίες που καταλήγουν σε γάμο, όλα ξεκίνησαν με μία τυχαία συνάντηση. Το 1990 ο Dio περιόδευε στις Η.Π.Α., προωθώντας το νέο του τότε δίσκο "Lock Up The Wolves", όταν ανέβηκε στη σκηνή μαζί του ο Geezer (εκτός Sabbath για καιρό) προκειμένου να αποδώσουν το "Neon Knights". Η συνέχεια τους βρήκε στα καμαρίνια να ανταλλάζουν αναμνήσεις και να συμφιλιώνονται, εξετάζοντας και το ενδεχόμενο μίας επανένωσης του τότε σχήματος. Ο Iommi δε δυσκολεύτηκε να πεισθεί και όταν ο τότε drummer των Sabbath, Cozy Powell, έπαθε ένα ατύχημα σε ιππασία, η προσθήκη του Vinny Appice επανέφερε το σχήμα του "Mob Rules". Ο Iommi δε θα διστάσει αργότερα να παραδεχθεί ότι μετάνιωσε για τη συνεργασία τους αυτή. «Ήμασταν σε καλό σημείο τότε με τον Tony (Martin ο τότε τραγουδιστής τους) και δεν ξέρω γιατί αποφασίσαμε να επανενωθούμε με τον Dio. Σαφώς και υπήρχαν και οικονομικοί λόγοι, αλλά δεν ήταν αυτό. Φανταζόμασταν ότι μπορούσαμε να επαναφέρουμε αυτό που είχαμε».



Οι ηχογραφήσεις του "Dehumanizer" θα κρατήσουν περίπου ένα χρόνο, με πολλές εντάσεις ανάμεσα στον κιθαρίστα και τον τραγουδιστή. Μερικά τραγούδια, δε, γράφτηκαν ξανά και ξανά αρκετές φορές. Εκ των υστέρων και οι δύο θα εκτιμήσουν ότι η διαδικασία δημιουργίας του δίσκου ήταν επώδυνη, κουραστική και μακροχρόνια, με τον Dio όμως να προσθέτει πως «άξιζε τον κόπο». Μάλιστα θα αναφέρει ότι «κάποια ένταση είναι αναγκαία, αλλιώς καταλήγεις να φτιάχνεις Χριστουγεννιάτικο δίσκο». Παρ' όλα αυτά, και παρά τα ουκ ολίγα καλά του τραγούδια, το "Dehumanizer" δεν τους έκανε και πάλι το όνομα που κάποτε ήταν.

Η περιοδεία που ακολούθησε θα αποβεί καταστροφική. Οι εντάσεις θα συνεχιστούν και το αποκορύφωμα θα είναι όταν θα έρθει μία πρόσκληση από τον Ozzy για να τον συνοδεύσουν στην «farewell» (τα εισαγωγικά γιατί αποδείχθηκε ότι μόνο τέτοια δεν ήταν) συναυλία που θα έδινε. Οι Sabbath θα ήταν το support όνομα και θα έπαιζαν και κάποια τραγούδια από το παλιό τους ρεπερτόριο μαζί του. Η πρόταση ήταν σαφώς προσβλητική για τον Dio, αφού «μύριζε reunion», αλλά και για το συγκρότημα συνολικά, αφού θα έπαιζαν «κάτω» από τον πρώην τραγουδιστή τους και μάλιστα μετά από πολλές άσχημες δηλώσεις του Ozzy που είχαν προηγηθεί τα πρώτα χρόνια. Εδώ λειτούργησε αρνητικά και ο χρόνιος ανταγωνισμός σε επίπεδο κυκλοφοριών και πωλήσεων και έκανε τον Dio να αρνηθεί πεισματικά. «Λυπάμαι, αλλά έχω περισσότερη αξιοπρέπεια» θα δηλώσει. «Φαίνεται ότι με νοιάζει για το όνομα των Sabbath περισσότερο από ό,τι αυτούς που θα ήταν και το πιο λογικό. Μετά από τόσα πράγματα που έχουν ειπωθεί για εμένα αλλά και για αυτούς, πως θα μπορούσα να δεχτώ; Εξάλλου δε με ρώτησαν, μου το ανακοίνωσαν. Υποτίθεται ότι όταν είσαι σε ένα συγκρότημα τέτοια θέματα τα συζητάς πρώτα».



Με την αποδοχή των υπολοίπων δύο (ο Appice δεν είχε δικαίωμα «ψήφου») να συμμετάσχουν στη γιορτή του Ozzy, αυτόματα σήμανε και το τέλος του συγκεκριμένου project. Ο Dio θα αποχωρήσει πριν τη συναυλία, o Halford των Judas Priest θα τον αντικαταστήσει την τελευταία στιγμή και ο δεύτερος και πιο σκληρός χωρισμός θα γίνει πραγματικότητα. Ακόμα και τώρα ο Dio μιλάει με πίκρα για την εποχή εκείνη. «Η δεύτερη φορά που βρεθήκαμε δεν είχε και τόση πλάκα. Ξέρετε τι λένε, η λεοπάρδαλη δεν αλλάζει τις βούλες της. Η δικιά μου ιδέα είναι ότι όταν είσαι σε μία μπάντα, είσαι εκεί για πάντα. E, λοιπόν...». Πολλά άσχημα ειπώθηκαν και πολλή πίκρα βγήκε εκατέρωθεν για την περίοδο εκείνη που σίγουρα όλες οι πλευρές θα ήθελαν να ξεχάσουν. Κύλησε πάντως πολύ νερό στο αυλάκι μέχρι που στα 2006, και αφού οι Sabs είχαν ήδη άλλη μία επανένωση με τον Ozzy πίσω τους, προέκυψε ο...

Γάμος Τρίτος

Η ιστορία ξεκινάει με τη Rhino να θέλει να κυκλοφορήσει μία συλλογή που θα συνοψίζει τα χρόνια με τον Dio. Η ιδέα του να συμπεριληφθούν σε αυτή και ένα ή δύο καινούργια τραγούδια φαίνεται ελκυστική και έτσι επιχειρείται η προσέγγιση ανάμεσα στις δύο πλευρές. Παραδόξως, η όλη διαδικασία αποδεικνύεται εποικοδομητική και προκύπτουν τρεις τελικά νέες συνθέσεις που περιλαμβάνονται στο "The Dio Years". Κάτι το ανανεωμένο ενδιαφέρον του κόσμου για αυτή τη μορφή του συγκροτήματος, κάτι που ο Ozzy τους είχε βάλει στον πάγο σε ό,τι είχε να κάνει με νέες ηχογραφήσεις (κυρίως) αλλά και συναυλίες, ίσως και επειδή η ατμόσφαιρα μεταξύ τους έδειχνε πλέον ήπια και δημιουργική, αποφασίστηκε όλα αυτά να κεφαλαιοποιηθούν με μία παγκόσμια περιοδεία. Το προσωρινό εμπόδιο της χρήσης του ονόματος Black Sabbath, που είχε πλέον εκ νέου συνδεθεί με τον Ozzy, ξεπεράστηκε με τη χρήση του τίτλου Heaven & Hell και η τετράδα των Iommi, Dio, Butler, Appice βρέθηκε και πάλι μαζί. Βέβαια ο Dio πρώτος ξεκαθάρισε τα πράγματα: «Μπορεί να το λέμε Heaven & Hell ή και The Boys Down The Block αν θέλουμε, αλλά ο κόσμος πάντα θα μας λέει Black Sabbath».

Ένα από τα πιο βασικά μελήματα της τετράδας ήταν να ανασκευάσουν τα όσα τόσα χρόνια είχαν ειπωθεί. Αν και κανείς δεν άλλαξε τις απόψεις του για το παρελθόν, οι φιλοφρονήσεις για την προσωπικότητα του κάθε μέλους, την καλλιτεχνική του αξία καθώς και άλλες κινήσεις αβρότητας έδιναν και έπαιρναν. Οι λέξεις κλειδιά πλέον δείχνουν να είναι η «ωριμότητα» και η «χαλαρότητα». «Πήραμε τα πράγματα ένα-ένα τη φορά» θα πει ο Dio, «κάναμε την περιοδεία και αφού δεν σκοτωθήκαμε είπαμε να συνεχίσουμε» θα πει ο Butler, «το ευχαριστιόμασταν και το ένα έφερε το άλλο» ο Iommi.

Για τις δε ηχογραφήσεις όλοι θα συμφωνήσουν ότι τα πράγματα ήρθαν εύκολα και γρήγορα, έχοντας βεβαίως όλοι στο μυαλό τους το «αμαρτωλό» παρελθόν τους. «Όλοι είμαστε πιο ώριμοι πλέον και αφήνουμε ζωτικό χώρο ο ένας στον άλλο. Αυτό είναι το κλειδί. Δεν έχουμε το ίδιο καμαρίνι, δεν ταξιδεύουμε όλοι με το ίδιο λεωφορείο» θα αναφέρει ο Iommi και αντίστοιχα ο Appice «είναι η τρίτη φορά που βρισκόμαστε μαζί και προσωπικά δεν περίμενα να συμβεί, αλλά να 'μαστε. Νομίζω ότι όλοι έχουμε ωριμάσει τόσο ως άνθρωποι όσο και ως μουσικοί». «Μεγαλώσαμε και μάθαμε να σεβόμαστε ο ένας τη γνώμη του άλλου» λέει ο Butler και «πραγματικά γουστάρουμε ο ένας την παρέα του άλλου και πειραζόμαστε όλη την ώρα» (σ.σ. !!!) ο Dio.

Ο Geezer δε θα διστάσει να κάνει και την σύγκριση που όλοι έχουν στο μυαλό τους. «Αν θέλαμε να γράψουμε με τον Ozzy, ακόμα θα ηχογραφούσαμε το πρώτο τραγούδι». Όμως όπως και στο παρελθόν ο Madman υπήρξε η αιτία (ή ίσως αφορμή;), έμμεσα ή άμεσα, εκούσια ή ακούσια, να αυξηθούν οι εντάσεις στο συγκρότημα και αυτό να οδηγηθεί στη διάλυση, και αυτή τη φορά η επιτυχία τους δε θα μπορέσει να μείνει χωρίς την επέμβασή του. Προ λίγων εβδομάδων λοιπόν ήρθε η γλυκόλογη αλλά φαρμακερή αγωγή του Ozzy προς τον Iommi για τη χρήση του ονόματος των Sabbath όλα αυτά τα χρόνια και τη διεκδίκηση της εξ ημισείας ιδιοκτησίας του. Τα γεγονότα είναι ακόμα πολύ πρόσφατα, αλλά οι όποιοι φόβοι για το αν αυτό θα οδηγήσει σε περαιτέρω συσπείρωση των Heaven & Hell ή μέσα από δαιδαλώδεις διαδικασίες σε ένα ακόμα οδυνηρό διαζύγιο τους δεν είναι αδικαιολόγητοι. Είτε έτσι, είτε αλλιώς πάντως, η συγκεκριμένη τετράδα μάλλον δε θα μας αφήσει εύκολα να βαρεθούμε.

Κώστας Σακκαλής
  • SHARE
  • TWEET