Rammstein Führen, Manche Folgen

Από τον Άλκη Κοροβέση, 26/06/2010 @ 10:30
Δεν περίμενα είναι η αλήθεια ότι θα ερχόταν κάποια μέρα η στιγμή που θα έγραφα αυτό εδώ το κείμενο. Όσο και αν λατρεύω τους Rammstein, δεν φανταζόμουν ότι η φήμη τους θα εκτινασσόταν σε αυτά τα επίπεδα ώστε να ζήσουμε και μεις εδώ στην Ελλάδα μια εμπειρία όπως αυτή που επιφυλάσσουν οι Γερμανοί στους φίλους τους σε κάθε τους ζωντανή εμφάνιση. Θα μου πείτε εδώ η Εθνική Ελλάδος κατέκτησε το Euro (υπό την καθοδήγηση ενός Γερμανού θα προσθέσω), οπότε όλα να τα περιμένεις από αυτή τη χώρα. Ακόμα και τους Rammstein με το καυτό show μέσα στο κατακαλόκαιρο στο Terravibe. Και την Πυροσβεστική σε επιφυλακή. Με αφορμή λοιπόν αυτό το πρωτόγνωρο συναυλιακό δρώμενο, πήρα την ευκαιρία να γράψω μερικά λόγια για μια αγαπημένη μπάντα, που πήρε το όνομά της παραφράζοντας τη γερμανική πόλη Ramstein στην οποία συνέβη ένα τραγικό δυστύχημα σε αγώνες επίδειξης αεροπλάνων to 1988.

Συνώνυμοι πλέον της γερμανικής κουλτούρας, όπως το Wurst, το Μass, η Nationalmannschaft και προσφάτως η Merkel, αποτελούν έναν ακόμη λόγο για τους Γερμανούς να υπερηφανεύονται για την καταγωγή τους, ξεπερνώντας τα όποια μειονεκτικά κατάλοιπα άφησε κληρονομιά ο Führer. Λίγο μετά το 1989 και την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, ο Richard Kruspe επέστρεψε στο Schwerin και επιχείρησε να δώσει μορφή στην ιδέα του για τη δημιουργία μιας μπάντας που θα συνδυάζει τις heavy κιθάρες με έναν πιο «βιομηχανικό» ήχο. Έτσι συγκέντρωσε τους Till Lindemann στα φωνητικά,  Oliver Riedel στο μπάσο και Christian Schneider στα drums, άρπαξε και αυτός με τη σειρά του την κιθάρα του και όλοι μαζί έλαβαν μέρος σε έναν διαγωνισμό για ερασιτεχνικές μπάντες, εκεί γύρω στο 1994. Το έπαθλο που αποκόμισαν μαζί με την πρώτη θέση του διαγωνισμού ήταν η ηχογράφηση ενός demo σε επαγγελματικό studio. Με την προσθήκη των Paul Landers στην κιθάρα και Christian Lorenz στα πλήκτρα, το lineup των Rammstein ολοκληρώθηκε. Και παραμένει μέχρι στιγμής αναλλοίωτο!



Πρώτη τους δισκογραφική προσπάθεια αποτέλεσε το "Herzeleid" το 1995, που τους έβγαλε στο δρόμο για περιοδείες στη Γερμανία, την Αυστρία, την Ελβετία και την Αγγλία ως μόνη από τις μη γερμανόφωνες χώρες στις οποίες εμφανίστηκαν. Με την σύμπραξη του Trent Reznor των Nine Inch Nails δύο κομμάτια τους βρήκαν θέση στο soundtrack της ταινίας "Lost Highway" του David Lynch. Χρόνια αργότερα ο ίδιος ο σκηνοθέτης θα ομολογήσει πως οι Rammstein είναι από τα αγαπημένα του συγκροτήματα.

Δύο χρόνια μετά με το "Sehnsucht" εδραιώθηκαν στο μουσικό προσκήνιο με κομμάτια όπως τα "Du Hast", "Engel", "Sehnsucht" και "Spiel Mit Mir" να ξεχωρίζουν. Ο δίσκος κυκλοφόρησε με 6 διαφορετικά εξώφυλλα, κάθε ένα εκ των οποίων απεικονίζει και ένα μέλος της μπάντας. Με το "Sehnsucht" έρχεται και η πρώτη περιοδεία στις ΗΠΑ καθώς και οι πρώτες sold out ευρωπαϊκές συναυλίες τους ως headliners.

Το 1999 κυκλοφόρησαν κιόλας τον πρώτο τους live δίσκο, DVD και κασέτα από την μεγαλύτερη ως τότε εμφάνιση τους στο Βερολίνο, μπροστά σε ένα κοινό 17000 ατόμων. Το όνομα αυτού απλό όσο το "Live Aus Berlin". Τότε ήταν και η στιγμή που συνειδητοποίησε ο κόσμος το μεγαλείο των συναυλιών των Rammstein. Γερμανική ακρίβεια στις κινήσεις τους σαν μια καλά σκηνοθετημένη ταινία και φαντασμαγορικό show με έντονο το στοιχείο της φωτιάς σε αυτές.



Φτάσαμε αισίως και στον δίσκο ορόσημο της μπάντας, όσον αφορά τουλάχιστον την είσοδό της στην ελληνική αγορά και συγκεκριμένα το 2001 με το "Mutter". Έναν πιο μελωδικό δίσκο που και λόγω παραγωγής εξισορροπούσε την τραχύτητα της γερμανικής γλώσσας και αυτό ήταν κάτι που μάλλον τον έκανε πιο προσιτό στο ελληνικό κοινό που ενδεχομένως δυσανασχετούσε με την βάρβαρη προφορά του Till.

Δισκογραφική συνέχεια του "Mutter" το "Reise, Reise" αρχικά το 2004 και ακολούθως το "Rosenrot" σαν "Reise, Reise Volume 2", 6 κομμάτια του οποίου προορίζονταν για το "Reise, Reise" (εξ ου και ο δευτερεύων τίτλος του). Οι δύο αυτοί δίσκοι και κυρίως το πρώτο βρίσκουν τους Rammstein με πιο εύπεπτα κομμάτια, στοχεύοντας στο να διευρύνουν περαιτέρω τον κύκλο τον οπαδών τους, γράφοντας χιτάκια με απλές και όμορφες συνθέσεις. Όπως συμβαίνει στο 90% των περιπτώσεων, το πρώτο μέρος ήταν σαφώς ανώτερο του δευτέρου.



Επόμενη κίνηση των Γερμανών ήταν ακόμα ένα live DVD, CD αυτή τη φορά από την εμφάνισή τους στη γαλλική Νίμ κατά κύριο λόγο, αλλά και στο Τόκιο, το Λονδίνο και τη Μόσχα. Έτος κυκλοφορίας του "Völkerball" το 2006 και τα στάνταρ των περίφημων live των Rammstein να ανεβαίνουν κατακόρυφα μετά από αυτό.

Νάμαστε πλέον στο παρόν, μόλις έναν χρόνο πριν και την κυκλοφορία του "Liebe Ist Für Alle Da". Πλέον οι Rammstein έχουν κατασταλάξει λίγο πολύ στον ήχο που τους έκανε γνωστούς εκτός Γερμανίας, δίνοντας τους παράλληλα την ευκαιρία για νέους πειραματισμούς στα πλαίσια που λίγο πολύ έκαναν από τον ένα δίσκο στον άλλο. Με το "Liebe Ist Für Alle Da" ήρθε και η πρώτη εφαρμογή λογοκρισίας σε δίσκο των Rammstein, όπως θα έκανε κάποτε το Υπουργείο Προπαγάνδας, από το Τμήμα Προστασίας των Νέων από τα Μέσα της Γερμανίας. Είτε η ποιότητα του δίσκου, είτε ο ντόρος που δημιουργήθηκε γύρω από αυτούς λόγω των στίχων του "Ich Tu Dir Weh" έφεραν τον δίσκο για πρώτη φορά στην κορυφή των γερμανικών chart, καθώς και σε αρκετά υψηλές θέσεις σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις.



Σε όλη την πορεία τους οι Rammstein διατήρησαν σταθερό κορμό και αυτό τους βοήθησε στο να συντηρήσουν την κατεύθυνση της μουσικής τους που με την πάροδο του χρόνου άλλαζε προσανατολισμούς, διόλου ραγδαία και λαμβάνοντας πάντα υπόψη το παρελθόν τους. Σε όλη αυτή την πορεία τους μπορεί να πειραματίστηκαν δοκιμάζοντας να τραγουδήσουν σε άλλες γλώσσες, αλλά πάντα ως εξαίρεση. Είτε θα πετύχαιναν ως γερμανική μπάντα που τραγουδάει στην μητρική της γλώσσα, είτε θα παρέμεναν μια ακόμα βερολινέζικη μπάντα.

Είναι γεγονός πως σε όλη τη διάρκεια της καριέρας τους πάντα είχαν τον τρόπο να προκαλούν, κατά κύριο λόγο συγχέοντας άλλοτε απροκάλυπτα και άλλοτε τεχνηέντως την αγάπη με την διαστροφή, τις ομοφυλοφιλικές αναφορές και τις σαρκαστικές τους νύξεις ύστερα από κατηγορίες σχετικά με ακροδεξιές πεποιθήσεις λόγω της προφοράς του Till και στίχων συγκεκριμένων κομματιών τους. Κάποιοι έφτασαν ακόμα και στο σημείο να τους κατηγορήσουν ως ηθικούς αυτουργούς για τις δολοφονίες μαθητών από  συμμαθητές τους σε σχολείο στο Colorado το 1999. Όλα αυτά λειτούργησαν σαν ένα είδος διαφήμισης εκτινάσσοντας την φήμη τους, το hype όπως θα λέγαμε σήμερα, γύρω από το όνομά τους.



Αν και ποτέ δεν διακρίνονταν για την τεχνική και τη δυσκολία των συνθέσεων τους, το μεγάλο άνοιγμα σε ένα ευρύτερο κοινό, που ισοδυναμεί με πιο «προσβάσιμα» κομμάτια, το έκαναν επί εποχής "Mutter". Ο Till επιχείρησε να τραγουδήσει πιο μελωδικά πάνω σε πιασάρικα ρεφρέν αντιπαραθέτοντας σε αυτά τα έντονα βαριά, ωστόσο καθαρά, φωνητικά του. Τα κομμάτια έγιναν πιο εμπορικά, πιο απλοϊκά αλλά ταυτόχρονα και περισσότερο πομπώδη. Σε εκείνο το σημείο σηματοδοτείται η έναρξη της δεύτερης φάσης των Rammstein, της επέλασής τους τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Αμερική. Κομβικό σημείο αποτέλεσε το προηγηθέν εκπληκτικό "Live Aus Berlin" με ένα setlist που ακόμα και σήμερα παραμένει αξεπέραστο.

Την περίοδο μετά το "Rosenrot" ο Richard Kruspe, κυκλοφόρησε και έναν δίσκο με τους Emigrate, μια εμφανώς πιο εμπορική εκδοχή των Rammstein, όπου έπαιζε κιθάρες και τραγουδούσε στα Αγγλικά. Ευχάριστος δίσκος, αλλά μέχρι εκεί. Στο μεταξύ είχε μετακομίσει στη Νέα Υόρκη για να βρίσκεται δίπλα στην σύζυγό του, δυσκολεύοντας έτσι την συνύπαρξή του με τα υπόλοιπα μέλη της μπάντας. Ακολούθησαν έντονες φήμες περί αποχώρησης του Till Lindemann, οι οποίες ευτυχώς διαψεύστηκαν πανηγυρικά, ενώ πολύ λόγος γινόταν σχετικά με τις εντάσεις στις διαπροσωπικές σχέσεις των μελών. Εντάσεις που εύκολα δημιουργούνται μεταξύ διαφορετικών και αρκετά απαιτητικών προσωπικοτήτων, αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις ανίκανες να προκαλέσουν την οποιαδήποτε ρήξη στις σχέσεις τους. Όπως έχουν δείξει τα μέχρι στιγμής δεδομένα, η ρήξη δεν επήλθε, τουναντίον μάλιστα, επί σκηνής τα πράγματα φάνταζαν εξαιρετικά.



Το αν θα τελειώσουν την μεγάλη καριέρα τους τώρα σύντομα, μιας και πλησιάζουν τα πενήντα, ή όχι, είναι ένα ερώτημα προς το παρόν αναπάντητο. Για όσο χρόνο υπολογίζεται το προσδόκιμο ζωής τους είναι βέβαιο πως θα συνεχίσουν να προσφέρουν σημαντικά στο χώρο της μουσικής. Αν κάποιος επιθυμούσε να ξεκινήσει την ενασχόλησή του με τους Rammstein, θα του πρότεινα είτε το "Reise, Reise" είτε το "Mutter". Σαφώς και κάποιο DVD θα βοηθούσε επίσης αρκετά στα οπτικά ερεθίσματα, ενώ η παρακολούθηση ενός live τους φαντάζει ως η απόλυτη Rammstein εμπειρία. Γι' αυτό και η ευκαιρία που μας δίνεται να δούμε ζωντανά μια μπάντα με απαιτήσεις, που δεν εμφανίζεται κάπου αν δεν πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις σχετικά με τα σκηνικά τους, είναι μοναδική. Σίγουρα στον συναυλιακό καύσωνα που μας έρχεται το καλοκαίρι, οι Rammstein αποτελούν μια αδιαμφισβήτητη επιλογή.


Άλκης Κοροβέσης
  • SHARE
  • TWEET