Foo Fighters - Part One: All Their Life

Από τον Χρήστο Καραδημήτρη, 30/03/2011 @ 21:22
Όλα ξεκινάνε από μια συζήτηση και μια συζήτηση γύρω από τη μουσική με κάποιον που συμμερίζεται το ίδιο πάθος γύρω από αυτή είναι πολλές φορές ανεκτίμητη. Μέσα από μια τέτοια καταλήξαμε μια μέρα με έναν καλό φίλο και συντάκτη του site ότι όλες οι πραγματικά μεγάλες μπάντες που μένουν στην ιστορία είχαν τουλάχιστον δύο τεράστιες προσωπικότητες. Δείτε πόσο αλήθεια είναι: Οι Beatles δεν είχαν τον Lennon και τον McCartney; Οι Rolling Stones τον Jagger και τον Richards; Οι Pink Floyd τον Waters και τον Gilmour; Οι Deep Purple τους Gillan και Blackmore; Οι Led Zeppelin τους Page και Plant; Οι Guns N' Roses τους Axl και Slash; Οι Metallica τον Hetfield και τον Ulrich; Οι Iron Maiden τον Harris και τον Dickinson; Ακόμα και οι System Of A Down είναι η τελευταία στη χρονική σειρά μπάντα που το επιβεβαιώνει με τους Tankian και Malakian. Άρα τότε τι συμβαίνει με την επιδραστικότερη και ενδεχομένως πιο σημαντική μπάντα στα '90s, ήτοι τους Nirvana; Δεν ήταν πραγματικά τόσο μεγάλη μπάντα ή είναι η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα;



Τίποτα από τα δύο, όπως ο χρόνος απέδειξε. Πολλοί τους ταυτίζουν με τον Cobain, αλλά τελικά δίπλα του είχε έναν τύπο που έπρεπε να περάσουν καμία 15αριά χρόνια για να αναδειχθεί στην απόλυτη rock φυσιογνωμία. Κυρίες και κύριοι, σηκωθείτε από τις θέσεις σας και βγάλτε τα καπέλα σας για να υποδεχθούμε τον Dave Grohl, τον άνθρωπο που αρνήθηκε τον απλό τίτλο του drummer της επιδραστικότερης rock μπάντας των '90s και έγινε ο απόλυτος rock star των '00s.



The Start Of Something Beautiful

Κάθε φορά που έρχομαι στη θέση να γράψω για αγαπημένους μουσικούς -με μερικούς από τους οποίους νομίζω ότι έχω μεγαλώσει μαζί- δε μπορώ να αποσυνδέσω τις προσωπικές μικρές στιγμές, τις λεπτομέρειες εκείνες που στην καθημερινότητα και τη ρουτίνα κάνουν τη διαφορά. Το αποτέλεσμα είναι ποτέ ο αγαπημένος μου αρχισυντάκτης να μην ξέρει αν έχω γράψει αφιέρωμα ή άρθρο, αλλά για μένα δεν υπάρχει διαφορά. Δε μπορώ να μιλήσω εκτενώς για τις μουσικές που συμπληρώνουν κομμάτι - κομμάτι τον καμβά πίσω από την εικόνα της ζωής μου και να μην αναφερθώ στο πώς βρήκαν τη θέση τους εκεί.

Ήμουν τυχερός -κατά μια έννοια-  διότι πρόλαβα τους Foos από την πρώτη τους μέρα ουσιαστικά. Θυμάμαι ακόμα εκείνο το μικρό δισκάδικο, που η ξύλινη επένδυσή του το έκανε πιο οικείο. Ήταν λίγα τα δισκάδικα στην επαρχία και ελάχιστα αυτά που έβρισκες όχι μόνο rock, αλλά και ανθρώπους που ήταν ζεστοί όταν σου μιλούσαν για μουσική. Ανάθεμα κι αν μπορούσα να καταλάβω τα πόσα ήξεραν ή δεν ήξεραν από μουσική, ήμουν ένας έφηβος με περίπου 15-20 κασέτες, καρέ μαλλί και μια μπλούζα του "Nevermind", που ακόμα την έχω και μου πάει τεράστια, φανταστείτε τότε.

Μπήκα λοιπόν μέσα και ο ιδιοκτήτης -που μάλλον θα έπρεπε να έχει κουραστεί από έναν πιτσιρικά που έμπαινε κάθε μέρα στο δισκάδικο για να αγοράσει μια κασέτα κάθε Σάββατο (και μετέπειτα ένα smile price CD των 3.300 δραχμών)- με ενημερώνει πως ήρθαν οι «νέοι Nirvana». Μου εξήγησε ότι οι υπόλοιποι Nirvana αποφάσισαν να συνεχίσουν ως νέα μπάντα και μου ξεμπροστιάζει το βινύλιο των Foo Fighters. Προφανώς δεν είχα λεφτά να το αγοράσω τότε, ούτε επιχειρήματα πειστικά προς τους δικούς μου, αλλά για καλή μου τύχη αυτό το βινύλιο κατέληξε στα χέρια ενός φίλου (που δεν πρέπει να το άκουσε και ποτέ) και από εκεί στο πικ απ του σπιτιού για να γραφτεί σε κασέτα (TDK ftw). Ήταν τόσο μέτρια γραμμένο, που νόμιζα πως η αντιγραφή ευθυνόταν για τον κακό ήχο του "Exhausted", το οποίο κλείνει το δίσκο.



You Have To Fight For Your Right To... Foo

Βλέποντας και κρίνοντας σήμερα το "Foo Fighters" (1995) θα έλεγα πως είναι ένα αξιοπρεπές, καλό άλμπουμ και τίποτα παραπάνω, αλλά αυτή η εκ του μακρόθεν, αντικειμενική άποψη έχει μικρή σημασία μπροστά στη μια από τις λίγες κασέτες ενός πιτσιρικά. Το άλμπουμ δε μπορεί να εμπνεύσει, δεν έχει τη δύναμη κανενός δίσκου των Nirvana, αλλά έχει όλη εκείνη την εσωστρέφεια του rock των '90s, που ακόμα συγκινεί. Η πρώτη επαφή με τη φωνή του Grohl δεν ενθουσιάζει, αλλά είναι το riff στο "I'll Stick Around" που είναι πολύ catchy για όσους είχαν περάσει από τα 4 ακόρντα του "Polly" στο riff του "Aneurysm". Μαζί του είναι η μελωδία του "This Is A Call" και ο αβίαστα pop χαρακτήρας του "Big Me", ενός τραγουδιού που όπως θα δούμε στη συνέχεια έχει τη δική του ιστορία. Περισσότερο από όλα, με είχε κερδίσει η διαφορετικότητα του "For All The Cows", καθώς επίσης το "Alone & Easy Target", γιατί μου έφερνε στο νου Nirvana περισσότερο από τα άλλα. Κάτι που πρέπει να επισημανθεί είναι πως ο Grohl έχει ηχογραφήσει τα πάντα στο άλμπουμ. Φωνητικά, κιθάρες, μπάσο και τύμπανα. Μίλησε κανείς για ταλέντο;



Στο παρασκήνιο της κυκλοφορίας αναπτύχθηκε έντονη φημολογία ότι ο στίχος "I don't owe you anything" από το "I'll Stick Around" ήταν έμμεση αναφορά στον Cobain, κάτι που ο Grohl διέψευσε κατηγορηματικά, αφού όπως ανέφερε πολλά τραγούδια από αυτά που περιλαμβάνονται στο άλμπουμ προηγούνταν της διάλυσης των Nirvana, αλλά τελικά ο στόχος ήταν η γυναίκα του, Courtney Love. Μετά το θάνατο του Cobain η δισκογραφική Geffen, που είχε τα δικαιώματα του συγκροτήματος, απάλλαξε των συμβολαίων τους, τόσο τον Grohl, όσο και τον Novoselic, με το υποτιμητικό «είναι απλά ο drummer κι ο μπασίστας», για να φάει την κρυάδα της όταν ψάχτηκε αναφορικά με τα δικαιώματα του πρώτου άλμπουμ των Foos. Ένα άλμπουμ, που ο Grohl δεν είχε πάρει την απόφαση να κυκλοφορήσει, αλλά ο underground θόρυβος και το ραδιόφωνο του έδωσαν την απαραίτητη ώθηση και ειδικότερα το γράμμα μιας άλλης μπάντας από το Seattle, η οποία είχε απολέσει επίσης ένα μέλος και παρότρυνε τον Dave να συνεχίσει να παράγει μουσική. Τελικά, αφού έφτασε μια ανάσα από το να γίνει drummer στη μπάντα του Tom Petty (και να αποτελεί αναφορά σε ένα μελλοντικό αφιέρωμα του Κώστα Σακκαλή που θα απασχολούσε μια χούφτα ανθρώπους) έπραξε το σωστό.

The Monkey (Wrench) Business

Μπορεί να ακούγονται όλα λίγο όμορφα κι ωραία, αλλά δεν είναι ακριβώς έτσι. Το ντεμπούτο των Foos είχε μερικά εμπόδια μπροστά του κι είναι λογικό, όταν έρχεται ως συνέχεια μιας κληρονομιάς, όπως αυτή των Nirvana. Όπως καταλαβαίνετε, το άλμπουμ κρίθηκε από πολλούς ως ανεπαρκές, αφού είχε ως standard να συνεχίσει το μύθο της προηγούμενης μπάντας του Grohl, ενώ πολύς κόσμος που δε βρήκε κάτι πανομοιότυπο στον ήχο τούς απέρριψε μάλλον πρόωρα. Εν τω μεταξύ, ο Dave είχε να βρει μέλη για να κάνει τους Foo Fighters κανονική μπάντα και να παλέψει με ένα διαζύγιο πριν προχωρήσει στο επόμενο βήμα της καριέρας του. Ο πρώτος (και σταθερός ως σήμερα) συμπαίκτης του υπήρξε ο μπασίστας Nate Mendel, ο οποίος έφερε και τον drummer William Goldsmith από την προηγούμενη μπάντα του, ενώ στις κιθάρες βοηθούσε ο παλιός γνώριμος Pat Smear, που έπαιζε και ως session μουσικός στις συναυλίες των Nirvana, παρέχοντας δεύτερη κιθάρα στο θρυλικό unplugged. Η επιλογή του Gil Norton ως παραγωγού είχε να κάνει μάλλον με την επιτυχία των Pixies, ενώ η ένταση στη ζωή του άλμπουμ αντικατοπτρίζεται στη δημιουργία και τη μουσική του "The Colour And The Shape" (1997).

Το κατά πολλούς καλύτερο άλμπουμ των Foo Fighters βρήκε τελικά τον Dave να αναλαμβάνει και τα drums, αφού η συνεργασία του με τον Cobain του άφησε το κουσούρι να επεμβαίνει στα πάντα, πόσο δε στα drums, με αποτέλεσμα ο Willsmith να τα παρατήσει στη μέση και τις ηχογραφήσεις να αναλαμβάνει ο ίδιος ο Dave, με εντυπωσιακά αποτελέσματα. Το "Monkey Wrench" ήταν και το πρώτο πραγματικά μεγάλο hit τους, ένα τραγούδι που θεωρείται ότι άνοιξε το δρόμο για μουσικές σκηνές που ακολούθησαν, όπως τα διάφορα emo (screamo, emocore κλπ.), ενώ το "Everlong" είναι μάλλον το πιο επιτυχημένο τραγούδι της καριέρας τους ως σήμερα, με τρομερή sing along μελωδία, προκαλώντας πάντα χαμό κάπου στο τέλος της κάθε συναυλίας. Το δυναμικό "My Hero" είναι ένα ακόμα must για κάθε best of και η μπαλάντα "Walking After You" ανέδειξε ακόμα περισσότερο την ευαίσθητη πλευρά της προσωπικότητας του Grohl, αλλά η προσωπική αδυναμία ακούει στο "February Stars". Το στοίχημα του δεύτερου δύσκολου δίσκου είχε κερδηθεί πανηγυρικά.

Μετά το πέρας των ηχογραφήσεων, στις τάξεις της μπάντας θα μπει ο Justin Hawkins (drummer της Alanis Morissette), που θα αποτελέσει και το δεύτερo σημαντικότερο μέλος τους, όντας ένας drummer που μπορούσε να δει τον Dave στα μάτια, τόσο σε επίπεδο προσωπικότητας, όσο και σε επίπεδο τεχνικής. Ταυτόχρονα θα γίνει ο καλύτερος φίλος του, ενώ θα δημιουργήσει το παράδοξο, ο Grohl τραγουδούσε κι έπαιζε κιθάρα σε μια μπάντα που είχε drummer έναν τύπο που έμοιαζε με τον Cobain.



Παράλληλα, εκτός εικόνας θα βγει ο Pat Smear, λόγω μουσικών διαφορών, εγκαταλείποντας επί σκηνής το συγκρότημα στη μέση μιας συναυλίας το 1997 και συστήνοντας ο ίδιος επί σκηνής τον αντικαταστάτη του, που ήταν ο Franz Stahl, παλιός γνώριμος του Grohl από την εφηβική hardcore μπάντα Vigrinia, στην οποία έπαιζε στα τέλη της δεκαετίας του '80. Στην πραγματικότητα, ο Smear έφυγε από το group όταν αυτό έκλεισε να είναι support στους Rolling Stones, κάτι που θεώρησε πως υπερβαίνει κατά πολύ τις punk και DYI καταβολές του, ενώ ο Stahl άντεξε περίπου δύο χρόνια, εγκαταλείποντας κι αυτός για μουσικές διαφορές, καθώς οι Foo ετοίμαζαν τη νέα τους δισκογραφική δουλειά.

You 've Got Nothing To Lose And So Much To Gain

Σταθερά στο πλάνο που τους ήθελε κάθε δύο χρόνια να κυκλοφορούν νέο στούντιο άλμπουμ -και αφού ενδιάμεσα ίδρωναν πολλά συναυλιακά σανίδια, εδραιώνοντας το όνομά τους δίπλα σε πολύ μεγάλα ονόματα– το "Nothing Left To Lose" (1999) αποτελεί ένα σημαντικότατο σημείο στην ιστορική διαδρομή της μπάντας για πολλούς λόγους που δεν είναι απαραίτητα καθαρά μουσικοί. Η στροφή του ήχου που κάνουν σε αυτό το δίσκο ο Grohl και η παρέα του είναι περισσότερο ένα statement ότι πλέον η μπάντα δε ζει κάτω από τη σκιά των Nirvana και ο pop προσανατολισμός του ξινίζει πολλές φάτσες ακόμα και σήμερα, οπότε φανταστείτε τότε τι αίσθηση έκανε. Είναι αλήθεια πως ο πολύ γυαλισμένος ήχος του και η τάση για απλές μελωδίες από τον Grohl απομάκρυναν τόσο τους κιθαρίστες του, όσο και πολύ κόσμο που δυσκολευόταν να ταυτιστεί με την clean-cut εικόνα του συγκροτήματος. Το πρώτο single, "Learn To Fly", είναι όμως ακριβώς αυτό για το οποίο θα έπρεπε το rock των Foo Fighters να το αγαπάει όλος ο κόσμος. Είναι απλό, με τρομερή μελωδία και έχει εκείνα τα συστατικά των τραγουδιών που θα καθιστούν το απλό rock πάντα επίκαιρο, ανεξαρτήτως του πόσες μόδες θα παρέλθουν. Ξεχωρίζει φυσικά και το pop-punk του "Breakout", με το σημείο του ξεσπάσματος να είναι χαρακτηριστικό μιας ολόκληρης γενιάς rock ακροατών, εκείνης που μαζί με τους Nirvana αγάπησε τους The Offspring, τους Green Day και το αμερικανικό -  κολλεγιακό punk rock. Στο τρίτο άλμπουμ αναδεικνύεται το ταλέντο της μπάντας στο easy listening rock, αποτελώντας ένα πολύ ωραίο άκουσμα που θα μπορούσε (και ενδεχομένως πέτυχε στο εξωτερικό) να τους ανοίξει πόρτες σε ένα πιο pop-rock κοινό, όπως αυτό των R.E.M., των U2 κοκ.

Σημαντική σημείωση ότι η μπάντα ηχογράφησε ως τρίο, με τους Grohl, Mendel και Hawkins, παρόλο που στην πορεία της δημιουργίας του άλμπουμ το παζλ των μελών έκλεισε με τον τρίτο και τελευταίο κιθαρίστα, ονόματι Chris Shiflett, ενώ ο πολύπειρος Adam Casper κλήθηκε να βοηθήσει στην παραγωγή. Το τελικό αποτέλεσμα άφησε πίσω του μια πιο δυνατή μπάντα, δύο super singles (κάθε δίσκος είχε δύο τέτοια) και μια σειρά από λιγότερο διάσημα, αλλά εξίσου όμορφα τραγούδια, όπως το "Aurora" ή το "Next Year", στο πιο «διαφοροποιημένο» άλμπουμ της καριέρας τους, που όμως μέτρησε και απώλειες στις τάξεις των πιο σκληροπυρηνικών (hard) rock οπαδών.

It's Times Like These You Almost Have A Breakdown...

Μετά το άλμπουμ ήρθε η περιοδεία και η τριβή που εμφανίζεται σχεδόν σε κάθε συγκρότημα -μετά από κάποιο χρονικό διάστημα- ανάμεσα στα μέλη του, τα οποία δε θα έλεγε κανείς πως ήταν ενθουσιασμένα ούτε με το νέο υλικό, ούτε με τη γενικότερη κατεύθυνση των πραγμάτων, ενώ σε όλα τα υπόλοιπα ήρθε να δέσει το overdose από ναρκωτικά χάπια στα οποία είχε εθιστεί ο Hawkins, λόγω του οποίου έπεσε σε διήμερο κώμα. Χαρακτηριστικό του κακού κλίματος ήταν το γεγονός πως ο -κατά τα άλλα υπερβολικά αφοσιωμένος- Grohl παράτησε τις ηχογραφήσεις του άλμπουμ στα καλά του καθουμένου για να βγει σε περιοδεία με τους Queens Of The Stone Age, με τους οποίους ενδιάμεσε ηχογράφησε ένα από τα δυνατότερα rock άλμπουμ των '00s, το "Songs For The Deaf". Με τον τεράστιο Nick Raskulinezc πίσω από την κονσόλα και τον Shiflett να ηχογραφεί πρώτη φορά μαζί τους, οι Foos κυκλοφορούν το "One By One", το οποίο μάλιστα ηχογράφησαν δύο φορές, μια το 2001 και μια (τελική) το 2002. Θεωρητικά, το άλμπουμ τα πήγε μια χαρά, χτυπώντας κορυφές σε charts, αφού το πρώτο single και εναρκτήριο "All My Life" σε άρπαζε από το αυτί και σε έφερνε σβούρες, όντας ένα από τα πιο πιασάρικα και δυναμικά ταυτόχρονα τραγούδια που έγραψαν ποτέ. Τόσο αυτό, όσο και το έτερο hit "Times Like These" καθιστούν από μόνα τους το άλμπουμ άξιο προσοχής, αν και η επιρροή των Queens Of The Stone Age είναι διάσπαρτα αισθητή, με το άλμπουμ να είναι πιο straight rock σε σχέση με τον προκάτοχό του, να πάσχει όμως από το σύνδρομο των fillers, που δίπλα στα hits φαντάζουν ακόμα πιο «φτωχά».



Πέραν από το γεγονός ότι τους κράτησε στο προσκήνιο, το "One By One" στιγματίζεται και από την παρουσία του Brian May (Queen) στο "Tired Of You", μια σχέση που ξεκίνησε όταν ο Grohl τραγούδησε με τους Queen στην ένταξή τους στο Rock And Roll Hall Of Fame, ενώ ο May είχε βοηθήσει και στη διασκευή του "Have A Cigar" των Pink Floyd για το soundtrack του "Mission Impossible II". Τέλος, κυκλοφόρησαν διάφορες ειδικές εκδόσεις (με το εξώφυλλο είτε άσπρο, είτε μαύρο), με πιο σημαντική την ειδική έκδοση που περιέχει bonus CD με ένα ακυκλοφόρητο τραγούδι, του οποίου η αξία είναι τα backing vocals του εξαφανισμένου παλιόφιλου Novoselic, κάποιες live εκτελέσεις και τρεις διασκευές, με τους Shiflett και Taylor να αναλαμβάνουν τα φωνητικά σε δύο από αυτές. Ο Grohl έχει αποκηρύξει το άλμπουμ πέραν των τριών προαναφερθέντων τραγουδιών, καθώς και του "Low". Μπορεί να είναι η λιγότερο καλή δουλειά τους, αλλά αυτό δεν την καθιστά κακή, ενώ η επιστροφή τους σε πιο «ηλεκτρισμένο» υλικό τούς βοήθησε να ανεβάσουν την ένταση στις συναυλίες τους, όπως αντικατοπτρίζεται και στο DVD του "Anywhere But Home" που ακολούθησε.

Is Someone Taking The Best Of You?

Όλη αυτή η τριβή μάλλον έδρασε καταλυτικά στο να χαλαρώσει κάπως ο Dave Grohl, που στο μεσοδιάστημα είδε ότι μπορεί να μοιράσει την ενέργειά του και σε άλλα projects, χωρίς αυτό να τον αποσπά ιδιαίτερα από την κύρια προτεραιότητά του, δηλαδή τους Foo Fighters. Ήξερε πως είχαν φτάσει σε ένα δεδομένο status, που ήταν μεν ικανοποιητικό, όχι όμως εντυπωσιακό, και, όπως έλεγε μετά την κυκλοφορία του "In Your Honor" (2005), ήξερε πως αυτό το άλμπουμ ήταν «απογειωνόμαστε ή φεύγουμε». Αυτό που έκανε ήταν να παίξει το παιχνίδι στα άκρα, κυκλοφορώντας ένα διπλό άλμπουμ, που στο πρώτο CD περιλαμβάνει τους ηλεκτρισμένους / φορτωμένους Foo Fighters, ενώ το δεύτερο είναι καθόλα ακουστικό / lay back / χαλαρό. Για καιρό στροβίλιζε στο μυαλό του η ιδέα να κάνει κάτι ακουστικό σε προσωπικό επίπεδο, αλλά συνειδητοποίησε ότι στους Foo κανείς δε μπορεί να του πει τι «πρέπει» να κάνει και, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε σε συνεντεύξεις, μέσα στη μουσική τους αν κριθεί σκόπιμο θα βρει κάποιος από bosa nova μέχρι thrash metal. Για το εγχείρημα χρειάστηκε κάποιους extra μουσικούς, τους οποίους βρήκε είτε στο πρόσωπο των σχετικά άσημων Rami Jaffee στα πλήκτρα και Petra Haden στο βιολί, είτε σε εκλεκτούς καλεσμένους, όπως ο Josh Homme και ο John Paul Jones στο ...πιάνο και το μαντολίνο.

Το πρώτο CD είναι μάλλον άνισο, με μεγάλες συνθέσει και fillers. Το ομώνυμο εναρκτήριο τραγούδι ταρακουνάει ραχοκοκαλιές με τη δύναμή του, τα "No Way Back", "DOA" και "Resolve" είναι συμπαθητικά, αλλά το ανθεμικό νέο έπος τους ακούει στο "Best Of You". Σίγουρα πρόκειται για ένα από τα καλύτερα τραγούδια των Foos, αλλά επίσης και ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα και καλύτερα rock τραγούδια της προηγούμενης δεκαετίας. Το δεύτερο CD, ως μουσικό εγχείρημα, παρουσιάζει μεγαλύτερο ενδιαφέρον, με φανταστικές ενορχηστρώσεις και έναν υποτονικά όμορφο ήχο που μαγνητίζει, με τα "Razor", "What If I Do?" και φυσικά το "Miracle" να ξεχωρίζουν. Κάθε τραγούδι έχει τη δική του μικρή ιστορία να πει, με το "Friend Of A Friend" να μιλάει -επιτέλους- για τον Cobain και μάλιστα να έχει γραφτεί το 1990, όταν με τον Grohl συγκατοικούσαν, ενώ στο "Cold Day In The Sun" τα φωνητικά αναλαμβάνει ο "Hawkins" και στο "Virginia Moon" συμμετέχει η πασίγνωστη pop τραγουδίστρια Norah Jones.

Μπορεί οι Coldplay να τους άφησαν στο Νο.2 τόσο της Αμερικής, όσο και της Αγγλίας, όταν κυκλοφόρησε το άλμπουμ, όμως η δημοτικότητά τους εκτινάχτηκε στα ύψη και οι συναυλίες τους πέρασαν σε νέο επίπεδο δημοτικότητας, ειδικά στην Ευρώπη και δη στο νησί, όπου πλέον γέμιζαν άνετα ένα χώρο όπως το Hyde Park, ενώ τους εξασφάλισε μια θέση στο Live Earth, όπου κατά γενική ομολογία το "Best Of You" ήταν ένα από τα απόλυτα highlights. Συμπληρωματικά, στο μεγάλο αμερικανικό γεγονός Superbowl, το 2007, κατά τη διάρκεια του ημιχρόνου ο Prince επέλεξε να τραγουδήσει το εν λόγω τραγούδι, λειτουργώντας περισσότερο ως «πατέρας» του (του περιποιήθηκε τη μαμά), αλλά αυτό αύξησε ακόμα περισσότερο τη δημοτικότητά τους. Τέλος, προτάθηκε για Grammy, αλλά το έχασε από το "City Of Blinding Lights" των U2, για να επιβεβαιωθεί για μια ακόμα φορά το ρητό «εδώ γελάει ο κόσμος». Τι λέτε τελικά; Του βγήκε του Dave το ρίσκο;

Lately I've Been Measuring...

Πριν συνεχίσουμε την εξιστόρηση με την πορεία των Foo Fighters μέσα από τα studio άλμπουμ τους ας κάνουμε μια στάση στο 2006. Το να κάνει ένα ακουστικό show ο Grohl δεν πρέπει να ήταν πολύ ξένο, αφού το "Unplugged In New York" των Nirvana είναι ίσως το πιο διάσημο της μακροσκελούς σειράς του MTV και το timing ήταν το καλύτερο δυνατό, δεδομένου του δεύτερου CD του "In Your Honor". Το αποτέλεσμα της περιοδείας, όπως προκύπτει από το CD/DVD του "Skins And Bones", -πιστέψτε με- σε αφήνει με το στόμα ανοιχτό, ως μια από τις πιο ωραίες, πλήρεις και συναρπαστικές προσπάθειες στη φάση, τόσο μουσικά, όσο κι αισθητικά. Με μια σειρά από επιπλέον μουσικούς σε πιάνο, κρουστά, βιολί, ακορντεόν, αλλά και τον Pat Smear ξανά σε μια γωνιά με μια κιθάρα, οι νέες ενορχηστρώσεις των κομματιών σαγηνεύουν.



Είναι ο πάντα cool Dave που μασάει την τσίχλα του και λέει αστεία ανάμεσα στα τραγούδια, είναι τα δεύτερα φωνητικά που προσφέρει o Hawkins, ή η Petra Haden στην ωραιότερη εκτέλεση του "Big Me" που έχουν παίξει; Είναι το εποχής Nirvana b-side "Marigold" (ο Dave το τραγουδούσε έτσι κι αλλιώς); Είναι ότι καταλαβαίνεις πως είναι πραγματικά καλοί και ολοκληρωμένοι μουσικοί, όλοι τους; Το "Skin And Bones" πρέπει να το δει κάποιος αν είναι οπαδός των Foos, αν είναι οπαδός των unplugged, αν είναι οπαδός της ωραίας rock μουσικής. Και τι ωραίο θέατρο να απολαμβάνει κανείς τη συναυλία ε...

What If I Say They're Not Like The Others?

Το 2007 οι Foo Fighters έπαιζαν πλέον από θέση ισχύος. Μετά από 12 χρόνια σταθερής δισκογραφικής παρουσίας είχαν ανέβει αργά και σταθερά αρκετά ψηλά ως όνομα στη διεθνή rock κοινότητα. Με το νέο άλμπουμ ενδεχομένως να μην είχαν να αποδείξουν τίποτα, αλλά ο Grohl ένιωθε ότι είχε κάτι επιπλέον να δώσει και κινήθηκε άρδην διαφορετικά σε σχέση με τη λογική του "In Your Honor". Επανέφερε στις τάξεις τον παλιό παραγωγό Gil Norton, για να προσδώσει λίγο από το νεύρο του "The Colour And The Shape", και αυτή τη φορά δεν έριξε μέσα ό,τι ιδέα είχε, αλλά καταστάλαξε στις καλύτερες εξ' αυτών, με αποτέλεσμα το "Echoes, Silence, Patience And Grace" να είναι ο πιο ισορροπημένος, ο πιο δυνατός και εν τέλει ο πιο επιτυχημένος και καλύτερος δίσκος των Foo Fighters. Period που λένε και στο χωριό μου. Τι είπατε; Αν είχε singlάκι; Εννοείται πως είχε όχι απλώς μια ακόμα επιτυχία, αλλά τη νέα μεγαλύτερη επιτυχία τους, το αξεπέραστο "The Pretender", ένα τραγούδι που ΔΕ μπορεί να ΜΗΝ αρέσει σε όποιον ακούει rock. Catchy μελωδία, τρομακτικά κολλητικό refrain και η μαγεία του απλού, συμπυκνωμένη στα τεσσεράμισι λεπτά του.

Από κοντά το ανεβαστικό "Long Road To Ruin", αλλά η πραγματική δύναμη του άλμπουμ βρίσκεται σε ημι-ακουστικά τραγούδια, όπως το "Let It Die" και το "Come Alive", ή στη φοβερή σύνθεση του "Stranger Things Have Happened", που ο Grohl και μια ακουστική κιθάρα σε ταξιδεύουν στη μελαγχολία, ή στο κλείσιμο του "Home", μια τεράστια πιάνο-μπαλάντα. Είναι ο πρώτος δίσκος των Foo που διατηρείται από αρχής έως τέλους σε top επίπεδο, με ιδιαίτερο χαρακτηριστικό το ότι πολλά τραγούδια «χτίζονται» από το ήρεμο της αρχής τους στο ξέσπασμα του τέλους. Συνολικά, αποτελεί δίσκο υπόδειγμα για το ποιό ήταν το καλό rock της προηγούμενης δεκαετίας και, όπως ήταν αναμενόμενο, έφερε τους Foo Fighters σε νέες κορυφές.

Κάποιες από αυτές ήταν οι δύο συναυλίες - ορόσημο στο Wembley του Λονδίνου, που ήταν αμφότερες sold out, με τη μπάντα να παίζει σε 85.000 κόσμο το κάθε βράδυ, με κάποιους εκλεκτούς καλεσμένους που θα αναφέρουμε αργότερα, σε ένα peak της μπάντας που απαθανατίστηκε σε ζωντανό DVD. Παράλληλα, θα κυκλοφορήσουν το πρώτο τους best of, που είναι ο ορισμός της ιδανικής συλλογής. Όλα τα μεγάλα τους hits μαζεμένα και συνοδευόμενα από δύο καινούργιες (αλλά μέτριες) συνθέσεις και ένα επιπλέον DVD, με όλα τα videoclips της μπάντας, που αποτελούν ένα κεφάλαιο ανάλυσης από μόνα τους. Οι Foo Fighters αναγνωρίζονται πλέον ως ένα εκ των μεγαλύτερων ονομάτων στο rock (και όχι μόνο) παγκοσμίως. Γεμίζουν στάδια και συγκινούν δεκάδες χιλιάδες κόσμου. Αναγκάζουν όλο το διεθνή Τύπο να τους αναγνωρίσει και να τους απονείμει τιμές, ακόμα και ειδικά τεύχη, αποκλειστικά για τη μπάντα. Περιοδικά με ετερόκλητα γούστα, όπως και οπαδοί του rock με τελείως ετερόκλητα γούστα, αναγνωρίζουν και εκτιμούν τους Foo Fighters για αυτό που είναι.



Give Me Some Rope...

Το παρόν άρθρο γράφεται λίγο καιρό πριν κυκλοφορήσει το νέο άλμπουμ του συγκροτήματος υπό τον τίτλο "Wasting Light" και οι μουσικοί συντάκτες του εξωτερικού που το έχουν ακούσει στην ολότητά του μιλάνε ενδεχομένως για μια ακόμα μεγαλύτερη κορυφή. Ο Pat Smear έχει ενταχθεί κανονικά και πάλι στην ομάδα, δίπλα στον Chris Shiflett, και ο παραγωγός Vic Butch ("Nevermind") κάθεται δίπλα στον Grohl, με σκοπό να βγάλουν ένα μεγάλο rock δίσκο, ηχογραφημένο σε ένα γκαράζ. Το γκαράζ στο σπίτι του Dave, με αποκλειστικά αναλογικό εξοπλισμό, θα προσπαθήσει να αναπαράγει έναν ήχο και ένα συναίσθημα που ζούσε 15-20 χρόνια πριν. Για την όλη αναβίωση εμφανίστηκε σε ένα τραγούδι να δώσει το "παρών" κι ο παλιόφιλος Kris Novoselic, ενώ τα πρώτα δείγματα είναι απολύτως ενθαρρυντικά, με το "White Limo" να έχει ένα εν γένει επιθετικό feeling (και μια riffάρα), κερδίζοντας ακόμα περισσότερο τις εντυπώσεις με το videoclip του. Το δε "Rope" είναι ένα ακόμα μεγάλο τραγούδι στη συνταγή της επιτυχίας των Foo Fighters. Τέλος, η μπάντα ετοίμασε και μια ταινία ως ιστορική αναδρομή της πορείας της και οι τυχεροί συμπατριώτες της θα πηγαίνουν σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο και αφού την παρακολουθήσουν, θα βλέπουν στη συνέχεια μια συναυλία της μπάντας. Τα περισσότερα είμαστε εδώ για να τα ζήσουμε. Ποιός ξέρει που μπορεί να φτάσει με τη μπάντα του ο τρέλο-Dave. Η σημαντικότερη rock φυσιογνωμία της περασμένης δεκαετίας μπαίνει φουριόζα και στη νέα...



Επειδή, εξιστορώντας την πορεία του συγκροτήματος, θεωρούμε πως δεν έχει δοθεί απόλυτα πλήρης εικόνα για το status που έχει κατακτήσει, θα ακολουθήσει και δεύτερο μέρος, στο οποίο θα παρουσιαστούν κάποιοι επιμέρους παράγοντες που κάνουν την ιστορία των Foo Fighters και του Dave Grohl ακόμα πιο ενδιαφέρουσα, κι αν θέλετε ακόμα πιο μεγαλειώδη...

Χρήστος Καραδημήτρης
  • SHARE
  • TWEET